Η Ινώ Σιώζιου γνωρίζει την Ελληνική αγορά ενέργειας όσο λίγοι, έχοντας διατελέσει Σύμβουλος του Υπουργού Ενέργειας και Περιβάλλοντος και η συζήτηση μαζί της ανέδειξε ιδιαίτερα σημαντικά θέματα.
Αρχικά, σε μια γενικότερη ερώτηση, με δεδομένο ότι έχετε διατελέσει Σύμβουλος του Υπουργείου Περιβάλλοντος, θέλουμε να μας πείτε μια γενικότερη γνώμη σχετικά με την συνέχεια που υπάρχει ή δεν υπάρχει μεταξύ των κυβερνήσεων στην πάροδο του χρόνου σε θέματα περιβάλλοντος και ενέργειας και πώς αυτό μπορεί να βελτιωθεί;
Ενώ προφανώς η ανάληψη της διακυβέρνησης της χώρας, από μία πολιτική παράταξη, δεν μπορεί να ανακαλεί όλες τις αποφάσεις της προηγούμενης κυβέρνησης, η εκλεχθείσα κυβέρνηση οφείλει όμως να ασκεί πολιτική στη βάση των προγραμματικών αρχών και των αξιών που πρεσβεύει. ‘Άλλωστε ο προγραμματικός λόγος κάθε κόμματος είναι αυτός που «πείθει» τελικά τους ψηφοφόρους. Είναι ιδιαιτέρως σημαντικό να υπενθυμίζεται αυτό στις μέρες μας καθώς, όλο και περισσότερο, η απολιτικοποίηση της ίδιας της πολιτικής παρουσιάζεται ως κάτι φυσικό. Πρέπει να είναι ξεκάθαρο, ειδικά από τον Αύγουστο του 2018 που η Ελλάδα βρίσκεται εκτός μνημονίων, ότι κάθε διάταξη νόμου και κάθε υπουργική απόφαση μίας κυβέρνησης έχει πολιτικό στίγμα και έχει συγκεκριμένα αποτελέσματα για τις διάφορες κοινωνικές και εισοδηματικές ομάδες. Για παράδειγμα, ενώ το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) της κυβέρνησης ΝΔ έχει αρκετά κοινά στοιχεία με το προσχέδιο ΕΣΕΚ που είχε υποβάλει η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ στην ΕΕ, η επιλογή αντικατάστασης των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ με μονάδες φυσικού αερίου ιδιωτών, η ιδιωτικοποίηση σχεδόν όλων των ενεργειακών εταιρειών (ΑΔΜΗΕ, ΔΕΔΔΗΕ, ΔΕΠΑ, ΕΛΠΕ, ΔΕΗ), η στήριξη μόνο μεγάλων «παικτών» στις ΑΠΕ και όχι των Ενεργειακών Κοινοτήτων και η απουσία μέριμνας για την ενεργειακή φτώχεια αποτελούν επιλογές της κυβέρνησης της ΝΔ με ξεκάθαρα πολιτικό πρόσημο. Έχει σημασία λοιπόν να παραδεχόμαστε ότι η προσέγγιση στα θέματα της ενέργειας και του περιβάλλοντος. Η «πράσινη» πολιτική δεν είναι και δεν μπορεί να είναι πολιτικά και κοινωνικά ουδέτερη.
Με βάση την πρώτη σας ιδιότητα, μπορείτε εν συντομία να μας περιγράψετε την κατάσταση του δικτύου μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα και τις βραχυπρόθεσμες ανάγκες του;
Σίγουρα όχι η ιδιωτικοποίησή του. Κάθε χρόνο που περνάει αποδεικνύεται ότι ο ΑΔΜΗΕ αποτελεί ένα ιδιαιτέρως επιτυχημένο παράδειγμα εταιρείας, υπό δημόσιο έλεγχο, που υλοποιεί τεχνικά σύνθετα και απαιτητικά έργα, επεκτείνεται και σε άλλες δραστηριότητες, μέσω των θυγατρικών του και είναι όλο και πιο κερδοφόρος για τους μετόχους του, με μεγαλύτερό του μέτοχο το ελληνικό δημόσιο μέσω της ΔΕΣ ΑΔΜΗΕ. Ο ΔΕΔΔΗΕ από την άλλη, πρέπει να συνεχίσει το μετασχηματισμό του, που ξεκίνησε από την προηγούμενη Διοίκηση, με επίκεντρο την ψηφιοποίησή του όσον αφορά στην εσωτερική του οργάνωση και λειτουργία, το δίκτυο και τις παρεχόμενες υπηρεσίες. Εμβληματικό έργο σε αυτή την κατεύθυνση είναι το roll out των έξυπνων μετρητών. Πρόκειται για ένα εμβληματικό έργο όπου 7,5 εκατομμύρια «έξυπνοι μετρητές» θα αντικαταστήσουν ρολόγια όπως τα ξέρουμε σήμερα ώστε να έχουμε ευφυή πλέον συστημάτων καταμέτρησης της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας. Είναι πραγματικά απορίας άξιο το ότι ενώ, σύμφωνα με ανακοινώσεις του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, ο ΔΕΔΔΗΕ είναι σε θέση και προχωράει άμεσα το έργο των έξυπνων μετρητών, 850 εκατ. ευρώ, η κυβέρνηση ΝΔ εμμένει στην ιδιωτικοποίηση του ΔΕΔΔΗΕ, δίνοντας μάλιστα, από ό,τι φαίνεται, και «προίκα» ένα τόσο μεγάλο και ακριβό έργο, για το οποίο επίσης-όπως διαβάζουμε-θα διατεθούν κονδύλια και από το Ταμείο Ανάκαμψης. Σε κάθε περίπτωση, δεν πρέπει επίσης να ξεχνάμε πόσο καίριος είναι ο ρόλος των δικτύων, ΔΕΔΔΗΕ και ΑΔΜΗΕ, στην υλοποίηση του ΕΣΕΚ της Ελλάδας όπως και στη μετάβαση στην κλιματική ουδετερότητα. Πρόκειται για «εργαλεία» που οφείλει να διαφυλάξει η ελληνική πολιτεία και για «εργαλεία» που μόνο υπό δημόσιο έλεγχο μπορούν να εγγυηθούν την επίτευξη των παραπάνω στόχων.
Στα πλαίσια της μεγάλης έντασης στα Ελληνοτουρκικά το τελευταίο διάστημα, γίνεται συζήτηση και για θέματα εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων στις θαλάσσιες περιοχές νότια και νοτιοδυτικά της Κρήτης. Σε μία περίοδο όπου προωθούνται οι ΑΠΕ, θεωρείτε ότι η εκμετάλλευση των κοιτασμάτων είναι μια λύση που χρειάζεται στην εποχή μας;
Την επόμενη μέρα της πανδημίας είναι σαφές ότι τίποτα δεν μπορεί να είναι το ίδιο με πριν. H κατακόρυφη μείωση των τιμών πετρελαίου, η ταυτόχρονη μείωση της ζήτησης λόγω πανδημίας και οι τελικά τεράστιες απώλειες του κλάδου έχουν αλλάξει δραματικά τα δεδομένα. Μεγάλες πετρελαϊκές εταιρείες παγώνουν την έρευνα και στρέφονται πλέον σε Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, σε νέες τεχνολογίες όπως το υδρογόνο, στην αποθήκευση κτλ.. Τα νέα αυτά δεδομένα σε συνδυασμό με τους νέους, φιλόδοξους κλιματικούς στόχους για το 2030, στο 60% για την Ευρώπη νομίζω ότι έχουν στην ουσία δημιουργήσει τετελεσμένα. Φαίνεται ότι η συζήτηση γύρω από τους υδρογονάνθρακες ανήκει πλέον στο παρελθόν.
Γίνεται μεγάλος λόγος για την ιδιωτικοποίηση διαφόρων δημοσίων επιχειρήσεων που διαχειρίζονται δίκτυα, όπως του ΑΔΜΗΕ. Έχετε τοποθετηθεί και με άρθρο στο envinow.gr με μεγάλη λεπτομέρεια, αλλά με δύο λόγια, γιατί ένας πολίτης θα έπρεπε να είναι θετικός ή αρνητικός σε ένα τέτοιο σενάριο;
Τα δίκτυα ενέργειας -ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου- έχουν διττό χαρακτήρα. Αποτελούν αφενός υποδομές εθνικής σημασίας και αφετέρου κοινωφελούς χαρακτήρα. Είναι προφανές ότι ο διττός αυτός χαρακτήρας δε συνάδει με τις επιδιώξεις της ιδιωτικής πρωτοβουλίας που είναι η μεγιστοποίηση του κέρδους. Η εμπειρία επιπλέον, από αρκετές χώρες στην Ευρώπη και παγκόσμια, που είχαν προχωρήσει τις προηγούμενες δεκαετίες σε ιδιωτικοποίηση των δικτύων ενέργειας μάς αποδεικνύει ότι τα ιδιωτικά δίκτυα μεταφράζονται σε κακές και ακριβές υπηρεσίες. Αυτή η εμπειρία έχει οδηγήσει δεκάδες πόλεις από το 2000 μέχρι σήμερα να έχουν επανακτήσει τα δίκτυα ενέργειας. Αυτή η τάση είναι γνωστή ως επαναδημοτικοποίηση ή επανακρατικοποίηση.
Σε πολλές περιπτώσεις παρατηρούνται αντιδράσεις από τις τοπικές κοινωνίες για τις εγκαταστάσεις των ΑΠΕ. Ποια είναι η άποψή σας πάνω σε αυτό το ζήτημα;
Οι τοπικές κοινωνίες θα αντιδρούν όσο δεν έχουν καμία εμπλοκή και κανένα όφελος από τις επενδύσεις σε ΑΠΕ, όσο η «υπερθέρμανση» της αγοράς που έχει επιδιώξει η ΝΔ δημιουργεί μία εικόνα, που αποτυπώνεται στο χάρτη της ΡΑΕ, ότι το μεγαλύτερο μέρος της ελληνικής επικράτειας πρόκειται να καλυφθεί από ΑΠΕ και όσο η υποβάθμιση της περιβαλλοντικής αδειοδότησης και του περιβαλλοντικού ελέγχου, που νομοθετήθηκε με τον 4685 του 2020, θεωρείται εκσυγχρονισμός της περιβαλλοντικής νομοθεσίας. Ανακυκλώνονται την ίδια στιγμή πολλά ψευδοεπιστημονικά δεδομένα τα οποία δημιουργούν μεγαλύτερη σύγχυση στον κόσμο. Κατά τη δική μου άποψη, η ενεργός εμπλοκή των δήμων, των τοπικών μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων και των πολιτών στην παραγωγή καθαρής ενέργειας είναι ο μοναδικός τρόπος να αμβλυνθούν αφενός οι κοινωνικές αντιδράσεις και να μεγιστοποιηθούν αφετέρου τα οφέλη για τις ίδιες τις κοινωνίες, υπεραξία, θέσεις εργασίας.
Παρατηρούμε ότι στις ΑΠΕ, μεγάλες ποσότητες παραγωγής προέρχονται από ενεργειακούς επενδυτικούς ομίλους. Αν η πλειοψηφία των μέσων παραγωγής ενέργειας ανήκει σε ολιγοπωλιακές ιδιωτικές εταιρείες, τι κινδύνους κρύβει για τον πολίτη;
Το μεγαλύτερο πρόβλημα που ανακύπτει από τον αποκλεισμό ουσιαστικά της κοινωνίας, των πολιτών, της τοπικής αυτοδιοίκησης και των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων από την παραγωγή καθαρής, «πράσινης» ενέργειας δημιουργεί τον κίνδυνο η ενεργειακή μετάβαση της Ελλάδας είτε να μην πραγματοποιηθεί, είτε να πραγματοποιηθεί με την κοινωνία απέναντι. Οι Ενεργειακές Κοινότητες είναι το «όχημα» ώστε οι μικροί «παίκτες» και οι κοινωνίες να δημιουργήσουν υπεραξία και θέσεις εργασίας σε τοπικό επίπεδο και φυσικά να αυξήσουν την κοινωνική συμμετοχή και αποδοχή των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας. Στην αντίθετη περίπτωση, οι κοινωνίες που θα αισθάνονται πως μένουν «εκτός» της χωροθέτησης, του σχεδιασμού, όπως βλέπουμε να συμβαίνει με εντάσεις που πολλαπλασιάζονται πια σε πολλές περιοχές της Ελλάδας.
Πιστεύετε ότι η μεγάλη ανάπτυξη σε ΑΠΕ που φαίνεται να υπάρχει στην Ελλάδα μπορεί να συμβάλλει στην ενεργειακή της αυτονομία;
Σαφέστατα η μεγάλη ανάπτυξη Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας θα συμβάλλει στην ενεργειακή αυτονομία της χώρας και όχι η πρόσδεση της χώρας στο ορυκτό, εισαγόμενο φυσικό αέριο στο μέλλον, ειδικά στην ηλεκτροπαραγωγή. Χρειάζεται βέβαια να πάμε και ένα βήμα παρακάτω ώστε να μην εισάγουμε μόνο αλλά να αρχίσουμε να παράγουμε και εμείς τεχνολογία και υλικά γύρω από της ΑΠΕ. Είναι γνωστό ότι στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας (θέρμανση, μεταφορές) κυριαρχούν τα πετρελαιοειδή που έχουν διαχρονικά σημαντική συμβολή στο εμπορικό έλλειμμα της Ελλάδας, καθώς και η συνολική ενεργειακή εξάρτηση της Ελλάδας παραμένει πολύ υψηλή (74%).
Πηγή: Envinow