Macro

Αργά αλλά σταθερά, τελειώνουν τα ψέματα

Η κυβέρνηση συνειδητοποιεί ότι η υγειονομική κρίση δεν περνά εύκολα. Η παράταση του γενικού απαγορευτικού, σιωπηρώς, από τον κ. Πέτσα και όχι από τον Κ. Μητσοτάκη δείχνει όχι μόνο παραδοχή των δυσκολιών αλλά και αμηχανία, συνειδητοποίηση των δυσκολιών. Ο πρωθυπουργός, βέβαια, είχε πολλούς λόγους να μην θέλει να βγει μπροστά, στο γυαλί. Η Πάρνηθα δεν είναι ο σπουδαιότερος, αλλά ίσως ο πιο ενοχλητικός. Οι κύριοι λόγοι είναι ότι αφενός για άλλη μια φορά η κυβέρνηση έπεσε έξω στις –αισιόδοξες– εκτιμήσεις της. Αφετέρου, σύμφωνα και με μέρος του φιλοκυβερνητικού Τύπου, θέλει να κρατήσει αποστάσεις από δηλώσεις και ενέργειες ακόμη και κοντινών του επιτελών. Και ο ίδιος, αλλά και η ηγετική –προσωποκεντρική, βέβαια, άρα όχι αξιόπιστη– ομάδα της ΝΔ επιλέγει να τον προφυλάξει, διότι οι επόμενοι μήνες θα έχουν πολλές λακκούβες και στροφές.

Αυτό που ανακύπτει, πλέον, πολύ καθαρά είναι ότι ο βραχυπρόθεσμος σχεδιασμός της κυβέρνησης, που διαψεύσθηκε παταγωδώς, την έχει οδηγήσει σε συνεχή αποσπασματικά μέτρα τόσο στην υγειονομική (μη) κάλυψη όσο και στην οικονομία, που φυσικά έχουν μικρή αποτελεσματικότητα και μεγάλο κόστος. Αυτό που έλειψε και συνεχίζει να λείπει είναι ένα πλήρες σχέδιο αντιμετώπισης του συνολικού προβλήματος: ενίσχυση του ΕΣΥ, μέτρα ενίσχυσης της οικονομικής δραστηριότητας, πρόνοιας, κάλυψης ανέργων, φτωχών, κ.ά. Κύρια αιτία που δεν υπάρχει αυτό το ολοκληρωμένο σχέδιο είναι οι αντιλήψεις της ΝΔ, όμως δεν πρέπει να υποτιμούμε, πλέον, και την ικανότητά της, την εύρυθμη λειτουργία των διαφόρων κέντρων της. Το παράδειγμα, με τις διπλές μετρήσεις, εφόσον δεν υποκρύπτει παραπλάνηση, είναι πολύ χαρακτηριστικό.

Η κυβέρνηση ήδη θα πρέπει ν΄ απολογείται ότι, όπως την πρώτη φορά έχασε την ανάπαυλα του καλοκαιριού και δεν κάλυψε κενά, έτσι και τώρα χάνει την περίοδο του λοκντάουν. Σ’ αυτή θα μπορούσε να προετοιμαστεί για ένα δύσκολο χειμώνα, την επικρίνουν πηγές του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ που, όπως φαίνεται, το σημείο αυτό θα το φέρει δυναμικά στο τραπέζι της αντιπαράθεσης. Για παράδειγμα, δεν κάνει τίποτε για ενίσχυση των νοσοκομείων, μέτρα σε ειδικές συγκεντρώσεις πολιτών, τα ΜΜΜ, για τεστ, έτσι που να είναι και προσβάσιμα και να δίνουν πιο αξιόπιστη εικόνα της διασποράς του κορονοϊού, στα σχολεία, τους χώρους εργασίας. Και εφόσον το ένα λοκντάουν διαδέχεται το άλλο, η κυβέρνηση ξεχνά ότι καθ’ ένα απ’ αυτά παρατείνει την αδυναμία λειτουργίας μεγάλων κλάδων της οικονομίας, φέρνει εργαζόμενους στην ανεργία. Εκατοντάδες χιλιάδες είναι αυτοί που θα πάρουν κομμένο δώρο τα Χριστούγεννα ενώ θα πληρώσουν ΕΝΦΙΑ, τέλη κυκλοφορίας και βέβαια κάποια ψώνια γιορτινά.

Ενώ, όμως, βρισκόμαστε μπροστά στο σοβαρό ενδεχόμενο να υπάρξει τρίτο λοκντάουν ή παρατάσεις του δεύτερου, ήδη οι δημοσκοπήσεις καταγράφουν τις πολιτικές επιπτώσεις από την έως τώρα διαχείριση της κρίσης. Ενιαίο είναι το συμπέρασμα ότι η υψηλή αξιοπιστία που κέρδισε η ΝΔ στην αρχή της πανδημίας δεν υπάρχει πλέον, ενώ έχουμε σταδιακή επικράτηση απογοήτευσης και θυμού. Το 65%, στην έρευνα της Prorata για την Εφ. Συν., θεωρεί ότι η κυβέρνηση δεν έκανε όσα όφειλε πριν το δεύτερο λοκντάουν, 56% δεν είναι ικανοποιημένο από το συνολικό έργο της κυβέρνησης, 55% δεν αξιολογεί θετικά τη διαχείριση της πανδημίας, 57% κρίνει αρνητικά τα μέτρα για τη λειτουργία των επιχειρήσεων.

Βέβαια, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ακόμη η κυβέρνηση της ΝΔ διαθέτει αντοχές. Ότι έχει ένα 45% θετικό για τη διαχείριση της πανδημίας, 41% θεωρεί σωστή τη λειτουργία των σχολείων, ή 41% των επιχειρήσεων, 35% θεωρεί ότι έκανε ό,τι μπορούσε για το δεύτερο λοκντάουν και 44% είναι ικανοποιημένο από το συνολικό έργο της κυβέρνησης, είναι κάτι σημαντικό. Όπως και το γεγονός ότι έχασε μόνο δύο μονάδες από τον Ιούνιο έως τον Νοέμβρη, από 38% στο 36%, ενώ ο κύριος αντίπαλός της, ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ έμεινε σταθερός στο 24%.

Πλην αυτό θα ήταν μία εντελώς στατική ανάγνωση. Η τάση είναι πτωτική και όχι σταθεροποιημένη για τη ΝΔ. Η κυβέρνηση το γνωρίζει αυτό και αμύνεται σθεναρά: μέσω του φιλικού Τύπου, μέσω της αντιπολίτευσης στην αξιωματική αντιπολίτευση, με σειρά ημιμέτρων που όμως πιάνουν τόπο. Έχει χάσει όμως το πλεονέκτημα κάθε κυβέρνησης που διαχειρίζεται έναν κίνδυνο. Θα συγκροτήσει αποτελεσματική άμυνα;

Το αν θα σταθεροποιηθεί η κυβερνητική επιρροή σ’ ένα επίπεδο επιρροής που θα πείθει για τη νίκη της θα εξαρτηθεί από σειρά λόγων. Πρώτο, την εξέλιξη της πανδημίας που δεν φαίνεται άμεσα αισιόδοξη. Ακόμη και απ’ την αρχή του χρόνου να υπάρξει το εμβόλιο αυτό δεν αρκεί, μέτρα για την υγεία θα είναι αναγκαία. Δεύτερο, είναι η εξέλιξη της οικονομίας. Τα τελευταία στοιχεία του ΟΟΣΑ είναι τρομοκρατικά, όχι αποκαρδιωτικά. Προβλέπει ύφεση για το 2020 10,1% έναντι 8% τον Ιούλιο. Ανάκαμψη για το 2021 0,9% από 4,5%. Ανάπτυξη 6,4% το 2022, αλλά πώς διασχίζεται το 2021 με ανεργία 17,8%; Τρίτο, είναι η ποιότητα του αυτοθαυμαζόμενου, ακόμη, επιτελικού κράτους. Οι έντονες αρρυθμίες τελευταία λογικά απελευθερώνουν τις «πειθαρχημένες» έως τώρα δυνάμεις της κομματικής δεξιάς που είναι παραγκωνισμένη.

Ο τέταρτος λόγος και σπουδαιότερος είναι η πολιτική και η επιτυχής ή όχι διαδρομή του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ. Οπωσδήποτε προκαλεί προβληματισμούς το ότι κερδίζει πολύ λίγο από τη φθορά της ΝΔ προς το παρόν ή και μένει στάσιμος. Αυτό ως φαινόμενο στην πολιτική είναι συνηθισμένο όμως δεν πρέπει και να αργήσει η αντιστροφή του.

Παύλος Κλαυδιανός

Πηγή: Η Εποχή