Macro

Η συμφιλίωση στα Βαλκάνια – Ουτοπία ή πραγματικότητα;

Είμαι μια Μακεδόνισσα πεζογράφος. Τρεις μέρες ήδη πριν την υπογραφή της συμφωνίας για το «ζήτημα του ονόματος» είχα δημοσιεύσει τη θετική μου γνώμη γι’ αυτήν. Κι αυτό παρά το ότι από την αρχή μου ήταν σαφές πόσο παράλογη ήταν αυτή η «αντιπαράθεση για το όνομα». Επίσης, είχα κι εγώ βιώσει, όπως άλλωστε πολλοί Μακεδόνες, την ονομασία FYROM (ΠΓΔΜ) ως στιγματισμό. Μου ήταν σαφές πως μόνο ένα θαύμα θα έσωζε την πατρίδα μου από μια «συμπλήρωση» στο όνομά της. Η συμφωνία είναι όχι το ιδανικό, αλλά το ρεαλιστικό αποτέλεσμα μακρών και δύσκολων διαπραγματεύσεων.

Σαφές μου είναι και το εξής: Η «αντιπαράθεση για το όνομα» μόνο στα Βαλκάνια θα μπορούσε να λάβει χώρα! Εκεί η ιστορία σπάνια γίνεται αντικείμενο επεξεργασίας, συνήθως αποτελεί ταμπού. Η ειδικότητά μου είναι η φιλοσοφία. Με έχει διαμορφώσει η Κριτική Θεωρία, κυρίως η σκέψη του Theodor W. Adorno. Απ’ αυτόν έμαθα πως οι έννοιες δεν είναι παρά το ίζημα ιστορικών εμπειριών. Στο όνομα Μακεδονία μπορεί κανείς να διαβάσει τη δύσκολη ιστορία των Βαλκανίων. Στην ευρωπαϊκή αργκό η συγκεκριμένη περιοχή εμφανιζόταν για πολύ καιρό ως «μήλον της έριδος». Η τραυματική κληρονομιά της περιοχής της Μακεδονίας μπορεί να κατευναστεί μόνο σε μια ενωμένη Ευρώπη. Από το «ναρκοπέδιο» των εθνικών φιλαυτιών θα μπορούσε μια μέρα να προκύψει μια συναρπαστική συμφωνία των πολιτισμών πολλών λαών. Κάτι σαν την Μπουκοβίνα, την πατρίδα του Πωλ Τσελάν πριν τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Σίγουρα, εφόσον όμως θα υπήρχαν σε αυτήν άνθρωποι που θέλουν να αντιτάξουν στον εθνικισμό μια ανεκτική κοινωνία. Μόνο με την ελπίδα πως με τη βοήθεια της Ε.Ε. θα μπορούσε να αρχίσει μια διαδικασία συμφιλίωσης, χαιρετίζω τη συμφωνία.

Γι’ αυτό έχω και τους προσωπικούς μου λόγους. Γεννήθηκα προσφυγόπαιδο, τρία χρόνια μετά τη φυγή των οικογενειών των δυο γονιών μου κατά τη διάρκεια του ελληνικού εμφυλίου πολέμου. Είχαν μόλις μετατραπεί σε απάτριδες. Γεννήθηκα άπατρις. Οι γονείς μου ήταν Σλάβοι Μακεδόνες. Η οικογένεια της μητέρας μου έφυγε το 1948 από ένα χωριό κοντά στην Καστοριά / Κόστουρ, στους πρόποδες του βουνού Βίτσι/Βιτς. Διέσχισε τα σύνορα προς την Γιουγκοσλαβία στην Πρέσπα. Εκεί όπου υπογράφτηκε η συμφωνία. Ο πατέρας μου έφυγε το 1947 με τους γονείς του από την περιοχή της Φλώρινας / Λέριν, διασχίζοντας τα σύνορα προς τη Μπίτολα. Το τραύμα της φυγής είναι η δική μου «προσφυγική κληρονομιά». Η Ελλάδα είναι κομμάτι και της δικής μου οικογενειακής βιογραφίας. Γι’ αυτή την οικογενειακή βιογραφία γράφω στα βιβλία μου.

Πώς μπόρεσα να χαιρετίσω τη συμφωνία, με ρωτούν οι φίλοι μου. Επειδή δεν ξέχασα ποτέ το τραύμα της φυγής των γονιών μου. Επειδή συνειδητοποιώ πως η μνήμη για τους Μακεδόνες στην Ελλάδα, που στον εμφύλιο τους έλεγαν «Σλαβομακεδόνες», αποτελεί ακόμα ταμπού στη σημερινή Ελλάδα – γι’ αυτό είμαι υπέρ της συμφωνίας. Η προσέγγιση των δυο κοινωνιών θα μπορούσε να βοηθήσει να σπάσουν τα ιστορικά ταμπού στην Ελλάδα. Μια μέρα, το σύνορο ανάμεσα στις δυο χώρες θα μπορούσε να γίνει πιο ανοιχτό. Σε αυτή την περίπτωση δεν θα χρειαζόταν πλέον να υποφέρει ξανά κανείς όπως ο πατέρας μου, που κάθε χρόνο πήγαινε στα σύνορα της Μπίτολα, για να ζητιανέψει ώρες απ’ τους συνοριοφύλακες να τον αφήσουν να μπει έστω και μια φορά στην πρώην πατρίδα του. Αν όχι αλλιώς, έστω με χειροπέδες. Ο πατέρας μου έφερε ένα βαθύ τραύμα απ’ την εμπειρία της φυγής. Ένιωθε ένοχος που αυτός, ένα δεκαεξάχρονο παιδί, είχε επιζήσει της φυγής, ενώ η μητέρα του είχε πεθάνει. Δεν επέστρεψε ποτέ πίσω στην Ελλάδα. Δεν του το επέτρεψαν.

Η συμφωνία θα βοηθήσει τους δυο λαούς να γνωριστούν. Θ’ αρχίσουν να μεταφράζουν ο ένας τη λογοτεχνία του άλλου και να διαβάζουν. Θ’ αρχίσουν να καταλαβαίνουν ο ένας τον άλλον. Ίσως σύντομα μάθουν να αποδέχονται τη δική τους ιστορική ενοχή και ζητήσουν συγγνώμη. Αυτό σήμερα ούτε στη φαντασία μας δεν μπορεί να υπάρξει! Κυρίως όχι με τη γιγαντιαία υπερηφάνεια κάποιων Ελλήνων. Οι δυο λαοί θα μπορούσαν κάποια μέρα να μάθουν να αντικρίζουν την ιστορία τους. Για να μπορέσουν μια μέρα να την ξεπεράσουν. Γιατί όχι κατά το πρότυπο των πάλαι ποτέ «προαιώνιων εχθρών», της Γερμανίας και της Γαλλίας; Από τους Βαλκανικούς πολέμους και μετά, η περιοχή της Μακεδονίας εκτείνεται σε τρία κράτη. Όπως οι περιοχές της Αλσατίας και του Λότρινγκεν.

Η μακεδονική γλώσσα βρίσκεται στο επίκεντρο της μακεδονικής εθνικής ταυτότητας. Η συμφωνία την αναγνωρίζει. Το εθνωνύμιο Μακεδόνας επίσης. Η προβλεπόμενη πρόταξη του επιθέτου «Βόρεια» στο σημερινό όνομα του κράτους δεν είναι παρά μια γεωγραφική διευκρίνιση. Για πολλούς Μακεδόνες ωστόσο, αυτή η αλλαγή είναι επώδυνη. Επειδή αποτελεί μια ιστορική τομή. Πριν από τριάντα χρόνια διαλύθηκε το κράτος της Γιουγκοσλαβίας, όπου ανήκε ως ομόσπονδο κράτος η χώρα που γεννήθηκα. Οι Μακεδόνες δεν έχουν ξεπεράσει ακόμα εντελώς αυτό το τραύμα. Τώρα προστίθεται και η αλλαγή του ονόματος. Μια αλλαγή την οποία δεν επέλεξαν οι ίδιοι. Αυτό προσβάλλει πολλούς φιλειρηνικούς ανθρώπους. Πολλοί, κυρίως απόγονοι των «Αιγαιατών» φυγάδων, έχουν φοβίες – ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να μεταμορφωθεί σε έναν γιγαντιαίο ελεγκτή, όπως στην Οργουελιανή δυστοπία, που θα τους «κατασκόπευε» και στη γειτονική χώρα, μήπως και στην ιδιωτική τους ζωή χρησιμοποιούν το όνομα «Μακεδονία» χωρίς το «συμπλήρωμα». Γιατί έχουν αυτό τον φόβο; Επειδή οι γονείς και οι παππούδες τους τους διηγούνταν πως το ελληνικό κράτος απαγόρευε κάποτε τη χρήση της μακεδονικής τους γλώσσας. Πολλοί άνθρωποι στη χώρα μου δεν εμπιστεύονται την Ελλάδα. Αυτό είναι κατανοητό. Η «αντιπαράθεση για το όνομα» αποτελούσε γι’ αυτούς προσβολή. Τώρα εναπόκειται στην Ελλάδα να κερδίσει την εμπιστοσύνη των γειτόνων της.

Μερικούς Μακεδόνες πολίτες απωθεί η απαίτηση της συμφωνίας να σβηστεί στο σύνταγμα η παράγραφος για την «έγνοια» περί δικαιωμάτων των μακεδονικών μειονοτήτων στις γειτονικές χώρες. Αυτή η παράγραφος όμως έχει σβηστεί ήδη το 1995. Εγώ θεωρώ πως τα δικαιώματα των ανθρώπων στην Ελλάδα που αυτοπροσδιορίζονται ως Σλάβοι Μακεδόνες μπορεί να τα εξασφαλίσει μόνο το κράτος, πολίτες του οποίου είναι – το ελληνικό κράτος. Σλάβοι Μακεδόνες ήταν και οι συγγενείς μου που εξορίστηκαν μετά τον ελληνικό εμφύλιο. Οι προβλεπόμενες στη συμφωνία επιτροπές θα έπρεπε μια μέρα να άρουν επιτέλους το ταμπού σχετικά με τη μοίρα των Σλάβων Μακεδόνων πολιτικών προσφύγων του Εμφυλίου. Ελπίζω πως με αυτόν τον τρόπο οι Έλληνες θα ξεπεράσουν και το δικό τους τραύμα αυτού του πολέμου. Αυτό ήταν, κατά τη γνώμη μου, το αληθινό, το συνεχώς αόρατο φόντο της «αντιπαράθεσης για το όνομα». Μόνο τότε θα συνειδητοποιήσουν οι σημερινοί Έλληνες πόσο αδίκησε το ελληνικό κράτος τους ίδιους του τους πολίτες, όταν με μια απόφαση αφαίρεσε απ’ τους Σλάβους Μακεδόνες πολιτικούς πρόσφυγες την ελληνική υπηκοότητα, τους ανακήρυξε ξένους και επέτρεψε να κατασχεθούν οι περιουσίες τους. Η Ελλάδα θα μπορούσε να διδαχτεί σε αυτό το σημείο πολλά απ’ τη Γερμανία και τον τρόπο που μεταχειρίζεται εκείνη τους απογόνους των Γερμανών Εβραίων. Στη Γερμανία διοργανώνονταν παλιότερα πολλές συναντήσεις Γερμανών μαθητών με Εβραίους επιζήσαντες του ολοκαυτώματος. Οι γονείς μου έχουν ήδη πεθάνει. Εγώ όμως ακόμα ονειρεύομαι μια Ελλάδα όπου θα μπορέσω μια μέρα να διηγηθώ, προς τιμήν τους, σε ένα σχολείο στην Αθήνα, σε Έλληνες μαθητές, για την παιδική μου ηλικία στο προσφυγικό γκέτο των «Αιγαιατών».

 

Κολωνία, 28.06.2018

Η Kica Kolbe είναι πεζογράφος από την ΠΓΔΜ

Μετάφραση: Αλεξάνδρα Ιωαννίδου

Πηγή: Η Αυγή