Κείμενο συμβολής στον διάλογο για το μέλλον της Αριστεράς από 15 μέλη του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία*
Καθώς οδεύουμε με ταχύ ρυθμό σε ένα οργανωτικό και ιδεολογικό ξεκαθάρισμα των σοβαρών αποκλίσεων που έχουν καταγραφεί εντός του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, είναι εξαιρετικά σημαντικό να αναπτυχθεί και εξηγηθεί η πολιτική ουσία της διαφοράς που χωρίζει, την αριστερή πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ από την ΠΣ της ηγεσίας Κασσελάκη. Προσπαθώντας να επισημάνουμε τα βασικά χαρακτηριστικά αυτής της διαφοράς θα λέγαμε τα εξής:
Άλλος στρατηγικός στόχος
Οι διακριτοί αυτοί πόλοι εντός του κόμματος έχουν ως επίδικο την κοινωνία και τον μετασχηματισμό της. Η Ριζοσπαστική Αριστερά (ΡΑ) όμως, όπως και το κόμμα στη διακήρυξή του, μιλά για σοσιαλιστικό μετασχηματισμό ως στρατηγικό στόχο με μεταβατικές ρήξεις και τομές στο καπιταλιστικό σύστημα. Από την άλλη, η παρούσα Ηγεσία Κασσελάκη (ΗΚ) προβάλλει ως στόχο την απλή βελτίωση της κατάστασής της, επιδιώκοντας μία καλύτερη και δικαιότερη κοινωνία μέσω μίας ορθολογικής διαχείρισης χωρίς να θέτει μεταβατικούς αντικαπιταλιστικούς στόχους.
Σχέδιο ή ρύθμιση αγοράς
Σαν αποτέλεσμα των παραπάνω, η ΡΑ τονίζει την ανάγκη κεντρικού αλλά και περιφερειακού από τα κάτω σχεδιασμού μιας νέας περιβαλλοντικά και κοινωνικά βιώσιμης παραγωγικής δομής της οικονομίας με ουσιαστική συμμετοχή των εργαζομένων, ενώ η ΗΚ δίνει έμφαση στην κρατική ρύθμιση και την αποτελεσματικότερη λειτουργία των αγορών μέσω του “υγιούς ανταγωνισμού” με στόχο τη μεγέθυνση της οικονομίας και κύριο συντελεστή την μικρομεσαία επιχειρηματικότητα.
Ταξική πάλη ή συνεργασία
Η παραπάνω διαφορά αποτυπώνεται και στη διακριτή ταξική αντίληψη και απεύθυνση στην κοινωνία. Η ΡΑ αντιλαμβάνεται την ταξική διαίρεση και σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ εργασίας και κεφαλαίου και απευθύνεται στον κόσμο της μισθωτής εργασίας πρωτίστως και σε συγκεκριμένα μικρομεσαία στρώματα και τους αγρότες, δευτερευόντως. Αντίθετα, η ΗΚ αγνοεί την ταξική πάλη μιλώντας γενικόλογα και αόριστα για “ανθρωποκεντρική οικονομία”, μιλά για συνεργασία εργασίας και κεφαλαίου, επιδιώκει να κάνει μετόχους των επιχειρήσεων τους εργαζόμενους (π.χ. μέσω διανομής μερισμάτων – stock options) και δίνει κύρια έμφαση στην προσέγγιση της μεσαίας τάξης (ελεύθεροι επαγγελματίες και μικρομεσαίες επιχειρήσεις).
Χάσμα στα εργασιακά
Χαρακτηριστικά αισθητή είναι η διαφορά προσέγγισης στη μισθωτή εργασία η οποία πλήττεται από την ακρίβεια, το υψηλό κόστος ζωής, την επισφάλεια στην εργασία και την ανεργία. Και οι δύο τάσεις στο κόμμα μιλούν για αποκατάσταση της κανονικότητας των εργασιακών σχέσεων και αυξήσεις στους πραγματικούς μισθούς. Όμως, η μεν ΡΑ προτείνει την υποχρεωτική επαναφορά των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας (ΣΣΕ), τη μείωση του εργάσιμου χρόνου με τη σταδιακή εφαρμογή του 35ωρου χωρίς μείωση των αποδοχών, την αύξηση του κατώτατου μισθού και την καθιέρωση της Αυτόματης Τιμαριθμικής Προσαρμογής ώστε με την προσθήκη μισθολογικών αυξήσεων πάνω από την εκάστοτε αύξηση της παραγωγικότητας, να έχουμε αυξήσεις στους πραγματικούς μισθούς. Η δε ΗΚ μιλά για την ανάγκη επαναφοράς των ΣΣΕ χωρίς υποχρεωτικότητα, την αύξηση των πραγματικών μισθών χωρίς να λέει πως θα την επιβάλλει στον ιδιωτικό τομέα, ενώ δεν λέει κάτι συγκεκριμένο για τον κατώτατο μισθό και αντί για μείωση ωραρίου συγκατανεύει στην αύξηση των υπερωριών που επιθυμεί ο ΣΕΒ απλά με την απαίτηση να αμείβονται.
Έλλειμμα κοινωνικής γείωσης και οι αιτίες της ήττας
Και οι δύο τάσεις αναγνωρίζουν ως μία βασική αιτία των διαδοχικών εκλογικών ηττών του κόμματος την απουσία κοινωνικής γείωσης. Όμως, η ΡΑ αποδίδει την έλλειψη αυτή (α) στην εσφαλμένη πολιτική που ακολουθήθηκε από την προηγούμενη ηγεσία, η οποία συνεχίζεται επί Κασσελάκη τόσο εντός του κόμματος (διεύρυνση προς το κέντρο με ταυτόχρονη κατάργηση της πολιτικής λειτουργίας των κεντρικών οργάνων με συνέπεια την αρχηγοκεντρική μετάλλαξή του), όσο και εκτός, με την εσφαλμένη θεώρηση ως δεδομένης της στήριξης από την μισθωτή εργασία και την στροφή στη μεσαία τάξη με ανάλογη μονομερή επιδίωξη συμμαχίας με το Κέντρο (ΠΑΣΟΚ). Επίσης, η ΡΑ καταλογίζει τις αλλεπάλληλες ήττες στο γεγονός ότι η ασκηθείσα αντιπολίτευση είχε προσωποκεντρικό χαρακτήρα εστιασμένη στο πρόσωπο του πρωθυπουργού και όχι την πολιτική της ΝΔ, η οποία και υποτιμήθηκε. Αντιθέτως, η ΗΚ θεωρεί ως αιτία της απουσίας κοινωνικής γείωσης τη μη αποδοχή από τα άλλα κόμματα της κεντροαριστεράς της απλής αναλογικής ως βάσης σύμπηξης συμμαχικού μετώπου, καθώς και τη μη πλήρη εφαρμογή της διεύρυνσης εξαιτίας της προκατάληψης και αρνητικής στάσης της εσωκομματικής αντιπολίτευσης. Δηλαδή απέδωσε την τριπλή εκλογική αποτυχία στην εξωτερική και εσωτερική υπονόμευση της κατά τα άλλα ορθής πολιτικής που γι’ αυτό συνεχίζει να ακολουθεί παραβλέποντας τις τεράστιες απώλειες από τον χώρο της μισθωτής εργασίας και της ευρείας Αριστεράς.
Κρατικοποιήσεις, ΚΑΛΟ, πληθωρισμός κερδών κ.α.
Ουσιαστικές διαφορές υπάρχουν και στο πεδίο της οικονομικής πολιτικής. Συγκεκριμένα, η ΡΑ βάσει του κομματικού προγράμματος προτείνει την πλήρη αποκατάσταση του δημόσιου χαρακτήρα της ΔΕΗ, την κρατικοποίηση μιας συστημικής τράπεζας από τις υπάρχουσες τέσσερις, την ανακατανομή των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης υπέρ της πράσινης ενεργειακής μετάβασης, την ενίσχυση της Κοινωνικά Αλληλέγγυας Οικονομίας (ΚΑΛΟ), των ενεργειακών κοινοτήτων, των συνεταιρισμών και της αυτοδιαχείρισης εργοστασίων που κλείνουν, την άσκηση ενεργητικής βιομηχανικής (κλαδικής) πολιτικής, της αύξησης των δημόσιων επενδύσεων και την ενίσχυση του κοινωνικού κράτους μέσω μιας συγκρατημένα ελλειμματικής δημοσιονομικής πολιτικής. Στον αντίποδα, η ΗΚ δεν αναφέρεται ούτε δεσμεύεται σε τίποτα από τα παραπάνω ενώ μιλά για συνετή δημοσιονομική πολιτική με περικοπές δαπανών και φόρων, παραπέμποντας εμμέσως σε λογικές λιτότητας. Ειδικότερα, στο πεδίο της αντιπληθωριστικής πολιτικής οι δύο τάσεις συναντιούνται στην μείωση του ΦΠΑ και του ειδικού φόρου στα καύσιμα, όπως και στους αγορανομικούς ελέγχους. Όμως η ΡΑ θεωρεί ως βασική αιτία πληθωρισμού τόσο την ενεργειακή εξάρτηση και την απουσία δημοσίου πυλώνα, όσο και την ανεξέλεγκτη κερδοφορία και αισχροκέρδεια των μεγάλων επιχειρήσεων και προκρίνει ανάκτηση της ΔΕΗ και έλεγχο των τιμών και των περιθωρίων κέρδους με παράλληλη επιβολή πλαφόν και φορολόγηση των υπερκερδών. Η ΗΚ έχει αναφερθεί μόνο στη φορολόγηση των υπερκερδών ασκώντας κριτική στην κυβέρνηση που δεν την κάνει, όμως δεν έχει δεσμευτεί ως τώρα σχετικά η ίδια.
Κοινωνικό κράτος και φορολογία
Ενώ και οι δύο τάσεις μιλούν για ενίσχυση του κοινωνικού κράτους (στέγη, παιδεία, υγεία) ως ποσοστού του ΑΕΠ, μόνο η ΡΑ φαίνεται να μπορεί αξιόπιστα να τη χρηματοδοτήσει καθώς προτείνει αύξηση της φορολογίας του κεφαλαίου, του πλούτου και των υπερκερδών, συμπίεση της φοροδιαφυγής και ανακατανομή δαπανών σε βάρος των εξοπλισμών. Η ΗΚ εκτιμά πως έχουμε κρατικοδίαιτη οικονομία και όχι μόνο δε μιλά για επιλεκτική και στοχευμένη αύξηση της φορολογίας, αλλά στον ΣΕΒ δεσμεύτηκε πως δεν θα την αυξήσει καθόλου τονίζοντας: «Αυτό που χρειαζόμαστε είναι δραστική μείωση της κρατικής σπατάλης, πάταξη της χρόνιας διαπλοκής, και γενναίες τομές στην ποιότητα των θεσμών μας». Μία φορολογική και δημοσιονομική επιλογή με νεοφιλελεύθερο άρωμα που εξηγεί μάλλον και γιατί στην αύξηση της φορολογίας των ελεύθερων επαγγελματιών που δρομολόγησε η κυβέρνηση δεν είχε τίποτα πρακτικό να αντιπροτείνει.
Ποιότητα ζωής, κλιματική κρίση και πόλεμος
Σχετικά με την ανάγκη για βελτίωση της ποιότητας της ζωής των πολιτών, η ΡΑ θεωρεί πως η εξυπηρέτηση του στόχου αυτού γίνεται πρωτίστως (α) μέσω της βελτίωσης των εργασιακών σχέσεων και της αύξησης των πραγματικών μισθών, (β) με την αλλαγή του μοντέλου παραγωγής και κατανάλωσης με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα την ενεργειακή μετάβαση σε πράσινες οικολογικά βιώσιμες και κοινωνικά δίκαιες λύσεις, όπως π,χ. με την απαγόρευση των εξορύξεων και τη γενικευμένη χρήση των ΑΠΕ κυρίως από ενεργειακές κοινότητες και (γ) την αποτροπή της συνέχισης και γενίκευσης των πολέμων (Ουκρανία, Παλαιστίνη κ.ά), αποστασιοποιούμενη από ιμπεριαλιστικά μπλοκ και συμφέροντα και τηρώντας ανεξάρτητη και αυτόνομη εξωτερική πολιτική. Η ΗΚ, δυστυχώς, δεν έχει δώσει θετικά δείγματα γραφής ως τώρα ούτε στο περιβαλλοντικό ζήτημα (που έχει εξαφανιστεί από το καθημερινό λεξιλόγιο της ηγεσίας), ούτε στο ζήτημα του πολέμου, των εξοπλισμών και της εξάρτησης της χώρας από τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ.
Ανάπτυξη – Για ποιούς και με τι μέσα
Και τελευταίο, αλλά όχι λιγότερο σημαντικό, το ζήτημα της ανάπτυξης της οικονομίας. Η ΡΑ θέτει το ερώτημα “ανάπτυξη για ποιούς και με τι μέσα” αναγνωρίζοντας πως η λειτουργία της καπιταλιστικής οικονομίας τις τελευταίες αρκετές δεκαετίες οδήγησε σε διόγκωση των κοινωνικών ανισοτήτων. Αυτό οφείλεται στο ότι τα αποτελέσματα της ανάπτυξης τα καρπώνονται τελείως άνισα οι φορείς του κεφαλαίου ενώ η αναπτυξιακή διαδικασία συντελείται σε βάρος των φυσικών πόρων και γενικότερα του περιβάλλοντος με τεράστιο κόστος για τον πλανήτη με πιο χαρακτηριστική συνέπεια την κλιματική αλλαγή/κρίση. Γι’ αυτό και θέτει ως προτεραιότητα τον κεντρικό κρατικό σχεδιασμό για ένα κοινωνικά και περιβαλλοντικά βιώσιμο μοντέλο παραγωγής και κατανάλωσης, καθώς ορισμένοι παραγωγικοί κλάδοι θα πρέπει να αναπτυχθούν την ίδια στιγμή που άλλοι θα πρέπει να περιοριστούν δραστικά ή να εγκαταλειφθούν, κάτι που δεν μπορεί να επιτευχθεί μέσω των τυφλών δυνάμεων της αγοράς. Αντίθετα, η ΗΚ μιλά μεν για διάχυση της ανάπτυξης σε όλη την κοινωνική πυραμίδα, αλλά εκτιμά πως ο στόχος αυτός μπορεί να ικανοποιηθεί μέσω μιας καλά ρυθμισμένης από το κράτος αγοράς, άποψη που είναι διαμετρικά αντίθετη με αυτήν της ΡΑ.
Η ένδεια της προσωποποίησης των αντιθέσεων και της έλλειψης θέσεων
Ως κατακλείδα, η προηγούμενη και παρούσα ηγεσία καλλιέργησαν και καλλιεργούν τη σύγχυση στον κόσμο του ΣΥΡΙΖΑ ότι στόχος είναι “να πέσει ο Μητσοτάκης” και αρκεί να αναλάβει την κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ για να απαλλαγούμε από όλα τα δεινά. Είναι αυτός ο δίχως όρους κυβερνητισμός, που οδήγησε στην πρόσφατη τριπλή εκλογική ήττα, στη συνεχιζόμενη δημοσκοπική συρρίκνωση της εκλογικής μας βάσης και στη μετάλλαξη του κόμματος σε απλό εκλογικό μηχανισμό χωρίς πολιτικό έρμα, συνοχή και σαφή στόχευση. Η γείωση στην κοινωνία δε γίνεται με ατομικές περιοδείες του ηγέτη ανά την επικράτεια και με life-style επικοινωνιακού τύπου τερτίπια. Καλύτερη απόδειξη της πολιτικής έκπτωσης του κόμματος και της λαϊκιστικής στροφής της ΗΚ είναι η πρόσφατη δήλωση πως το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να διαμορφώνουν κάποιοι σε κλειστά δωμάτια αλλά είναι υπόθεση του λαού… όπως αδιαμεσολάβητα προφανώς αντιλαμβάνεται ο νέος πρόεδρος.
Αριστερά – Κοινωνία
Όπως γίνεται αντιληπτό, οι διαφορές αυτές είναι πολιτικής ουσίας, έχουν ιδεολογικό βάθος και στις συνθήκες πολεμικής (βλ. διαγραφές κ.λπ.) που έχουν διαμορφωθεί ο διαχωρισμός των δύο τάσεων φαντάζει μονόδρομος. Ένα νέο πολιτικό μονοπάτι ξετυλίγεται μπροστά, και καθώς προχωράμε, ας θυμόμαστε ότι μια κοινωνία με προοπτική εξέλιξης μπορεί να ευδοκιμήσει μόνο με μια ισχυρή Αριστερά, για να οικοδομήσουμε ένα μέλλον που αντανακλά το συλλογικό όραμα για έναν κόσμο δίκαιο, ισότιμο, περιβαλλοντικά βιώσιμο και χωρίς αποκλεισμούς.
* Το κείμενο υπογράφουν:
Γερούκη Έλενα, μέλος ΚΕ
Καλλωνιάτης Κώστας, Δρ. Οικονομολόγος, μέλος ΝΕ Βόρειας Αθήνας
Καρίγιαννης Λεωνίδας, Συντονιστής ΝΕ Βόρειας Αθήνας
Κώστη Μακρίνα-Βιόλα, μεταδιδακτορική ερευνήτρια ΕΚΕΤΑ, μέλος Συντονιστικού ΝΕ Β’ Θεσσαλονίκης
Λαμπράκης Φώτης, Συντονιστής ΟΜ Ηρακλείου Αττικής
Μανουσάκη Ελέγκω, Δρ. Βιολογίας, μέλος ΝΕ Χανίων
Μαριόλη Ελένη, Αναπληρώτρια Συντονίστρια ΝΕ Βόρειας Αθήνας
Μαχαίρα Χριστίνα, μέλος Συντονιστικού ΝΕ Βόρειας Αθήνας, δημοτική σύμβουλος Δήμου Χαλανδρίου
Νιάκας Σπύρος, Ηλεκτρολόγος Μηχανικός, μέλος ΝΕ Βόρειας Αθήνας
Πολυδώρου Δώρος, μέλος ΟΜ Ραφήνας
Σκούντζου Μάγδα, μέλος γραμματείας ΝΕ Βόρειας Αθήνας
Τσιντώνης Παναγιώτης, μέλος ΔΣ της ΠΕΥΦΑ, μέλος ΝΕ Δημοσίων Υπαλλήλων
Φουτάκης Δημήτρης, επίκουρος καθηγητής ΔιΠαΕ, μέλος ΝΕ Α’ Θεσσαλονίκης
Χαρχάλου Κέρκυρα, μέλος Γενικού Συμβουλίου ΠΟΕ ΥΠΠΟ, συντονίστρια ΟΜ ΥΠΠΟ
Χριστούλη Έλενα, μέλος ΚΕ, αντιδήμαρχος στον Δήμο Χαλανδρίου.