Macro

Η νεκρανάσταση της εθνικοφροσύνης

Η νεκρανάσταση της διχαστικής εθνικοφροσύνης -τώρα «μακεδονοφροσύνης»- που επιχειρεί η Ν.Δ. προκαλεί αυθόρμητα συνειρμούς με τα ιδεολογικά προεόρτια της «σκοτεινής επταετίας», 44 χρόνια μετά την παταγώδη κατάρρευσή της. Τότε ως τραγωδία, τώρα ως φάρσα.

Εργάστηκαν εντατικά οι διάφορες τάσεις της Δεξιάς στην κρίσιμη προδικτατορική συγκυρία για την ιδεολογική προετοιμασία και αποδοχή της δικτατορίας, καθώς τις ένωνε η εμφυλιοπολεμική ψύχωση ότι ο εκδημοκρατισμός της χώρας και οι λαϊκές διεκδικήσεις θα κατέληγαν σε κομμουνιστική επανάσταση. Όπως σωστά ανέλυσε ο Αρ. Μάνεσης, μετά τη λαϊκή έκρηξη τον Ιούλιο του 1965, «ο διάχυτος φόβος των κυρίαρχων τάξεων που σκέπτονταν απελπισμένα:‘η νομιμότητα μας σκοτώνει’, τις έκανε αντικειμενικά πρόθυμες να αποδεχθούν την εκχώρηση της άσκησης της κρατικής εξουσίας σε δυναμικότερους φορείς, ενός δηλαδή καθεστώτος ‘έκτακτης ανάγκης’, οπότε το ‘βία χωρίς φράση’ θα αντικαθιστούσε το ‘βία της φράσης’ του κοινοβουλευτικού καθεστώτος». Έτσι, «εχρειάσθη η 21η Απριλίου δια να μη απωλεσθή η νίκη του Γράμμου» («Νέα Ελλάς», Ιούλιος 1967, σ.14).

Η αντιδραστική ρητορική για τον «εκφυλισμό της δημοκρατίας» κυριαρχεί στα έντυπα της Δεξιάς και καλλιεργεί το ιδεολογικό κλίμα ώστε «οι φρουροί του έθνους», ο στρατός, να δώσουν λύση στο «εθνικόν πρόβλημα»: «Όταν τίθεται ζήτημα ζωής ή θανάτου, παύουν να ισχύουν οι ηθικοί κανόνες και τα συνταγματικά κείμενα. Τον λόγον έχει η δύναμις», έγραφε ο μέντορας της δικτατορίας Σάββας Κωνσταντόπουλος, κατηγορώντας ταυτόχρονα τον ελληνικό λαό για έλλειψη «ηθικής ευαισθησίας, δημοκρατικής παιδείας και δημοκρατικών παραδόσεων», αφού επευφημούσε τον Γ. Παπανδρέου στον «ηθικό εκτραχηλισμό του». Του απέδιδε μάλιστα «βοναπαρτιστικές» διαθέσεις, όπως «κομματική άλωση» του στρατεύματος, της Δικαιοσύνης και της Δημόσιας Διοίκησης, αλλά και καλλιέργεια «ψυχολογίας των δύο άκρων», με «θύματα τους εθνικόφρονας πολίτας» που υποτίθεται ότι «εδιώκοντο» από τον Γ. Παπανδρέου και τους «συνοδοιπόρους του της Άκρας Αριστεράς» – τους τότε «αντεθνικώς δρώντες κατσαπλιάδες»!

Η θυματοποίηση από τον δεξιό Τύπο των «εν αμύνη εθνικοφρόνων» τροφοδοτούσε με πυρομαχικά την αγοραία αντικοινοβουλευτική γλώσσα («ανθρωπάρια της Βουλής», «ζωύφια του δημοκρατικού τύπου») του περιοδικού 4η Αυγούστου, που ίδρυσε ο Κ. Πλεύρης. Μέσα από τις στήλες του προβάλλεται το έθνος απέναντι στο «δημοκρατικό ψεύδος» και εκθειάζεται ο «σωτήριος» ρόλος του στρατού, ο οποίος πρέπει να εξαντλήσει την ανοχή του έναντι «των κακοποιών πολιτικών».

Ως προϊόν και καθεστώς κρίσης της αστικής κυριαρχίας, η πατερναλιστική – βοναπαρτιστική δικτατορία των συνταγματαρχών απέτυχε να επιβάλει ως κυρίαρχη ιδεολογία τη μετεμφυλιακή αντικομμουνιστική εθνικοφροσύνη. Δεν κατάφερε να απαλλάξει τους Έλληνες «από το σαράκι του εγωκεντρισμού, για να εξυγιάνουν τους εαυτούς τους και να συγκροτήσουν τον περιούσιον Λαόν του Κυρίου» (Παπαδόπουλος), με την «ακατάπαυστον δογματικήν επανάληψιν της εθνικής ιδέας, γνώμης ή απόψεως εις τον τύπον υπό μορφήν συνθήματος… το ‘Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών’… ώστε ο λαός την συνηθίζει και στο τέλος η εθνική ιδέα καθίσταται πίστις του», όπως συνιστούσε α λα Γκαίμπελς το «Εγχειρίδιον διά τα στελέχη της Εθνικής Προπαγάνδας» του συνταγματάρχη Κ. Βρυώνη.

Αντίθετα, κατά ειρωνεία της Ιστορίας, δημιούργησε τις συνθήκες μιας «εθνικής αντιδικτατορικής ενότητας» -με αποκορύφωμα το αμίμητο «ή Καραμανλής ή τανκς» του Μ. Θεοδωράκη- στην οποία ηγεμόνευε ιδεολογικά ο αντιιμπεριαλισμός – αντιαμερικανισμός τής παραδοσιακής και όχι μόνο Αριστεράς.

44 χρόνια μετά, η κρίση και τα επάρατα «Μνημόνια» συντηρούν μια αντιδραστική προπαγάνδα συλλήβδην εναντίον της λεγόµενης «γενιάς του Πολυτεχνείου» ότι, «κρατώντας τα ηνία της εξουσίας», έφερε τη χώρα στο χείλος του γκρεμού. «Η άποψη αυτή έχει µια πολύ συγκεκριµένη πολιτική στόχευση. Επιδιώκεται η απαξίωση του αντιδικτατορικού δηµοκρατικού κεκτηµένου και της προοδευτικής στροφής που έγινε µε τη Μεταπολίτευση. Το µήνυµα είναι πως τα όσα πίστευε και επαγγελλόταν η αντιδικτατορική γενιά ήταν κάλπικα, κοιτάξτε πού µας έφεραν – αυτό δηλαδή που λένε ανοιχτά οι λίγοι οπαδοί της επταετίας, αλλά µουρµουρίζει και ένα τµήµα της συντηρητικής παράταξης. Σήµερα δε το αυτοµαστίγωµα της γενιάς του Πολυτεχνείου είναι µέρος του αφηγήµατος που προσπαθούν να οικοδοµήσουν πολλοί που, προερχόµενοι από τον προοδευτικό χώρο, εγκατέλειψαν κάτω από το σοκ της κρίσης κάθε αναφορά στην Αριστερά και επιτίθενται µε µανία εναντίον της» (Σ. Βαλντέν, “Δικτατορία και αντίσταση, 1967-1974”).

 

Ο Τριαντάφυλλος Μηταφίδης είναι φιλόλογος, βουλευτής Α’ Θεσσαλονίκης του ΣΥΡΙΖΑ

Πηγή: Η Αυγή