Macro

Η μεγάλη πορεία της Κίνας για την εξάλειψη της φτώχειας

Η κυβέρνηση του Πεκίνου διαθέτει δισεκατομμύρια για τη μετεγκατάσταση εκατομμυρίων ανθρώπων από αγροτικές περιοχές. Θα τα καταφέρει;

Όπως πολλοί ενήλικες στην αγροτική Κίνα, η Λι Ξιουγίνγκ έχει υπάρξει εσωτερική μετανάστης προκειμένου να βρει δουλειά. Εργάστηκε σκληρά σε ένα εργοστάσιο, που έφτιαχνε κάλτσες σε μια άλλη περιοχή της επαρχίας Γιουνάν, αλλά δεν κατάφερε να στεριώσει καθώς την κατέβαλε το άγχος και η ανησυχία.

«Δεν το είχα συνηθίσει. Κάθε μέρα σκεφτόμουν τη μητέρα μου», λέει η κ. Λι, που είναι περίπου 45 χρόνων. Έπειτα από δύο χρόνια ανησυχίας για το αν η μητέρα της έχει να φάει και κάποιον να τη φροντίζει, επέστρεψε στο χωριό της με τα περίτεχνα ξύλινα σπιτάκια του κρεμασμένα σε μια απότομη πλαγιά του δάσους, όπου οι γείτονες μαγειρεύουν σε φωτιά που ανάβουν με ξύλα, φροντίζουν τις καρυδιές τους και εκτρέφουν μαύρα γουρούνια.

Ο έξω κόσμος δεν ήταν τρυφερός με την κ. Λι. Παράτησε το σχολείο μετά την τρίτη τάξη γιατί υπέφερε από έλκη. Η ταυτότητά της γράφει «κόρη του Φλεβάρη», διότι ένας απρόσεκτος γραφειοκράτης την κατέγραψε με το χαϊδευτικό της αντί με το πραγματικό της όνομα. Αφότου επέστρεψε από την καλτσοβιομηχανία, δεν είχε χρήματα για να αγοράζει τα φάρμακα του ανάπηρου συζύγου της, κι έτσι έστειλε τους γιους της να εργαστούν.

Η επόμενη συνάντηση της κ. Λι με τον έξω κόσμο θα είναι αναπόφευκτη. Το χωριό της στην κοιλάδα Νουγιάνγκ, κοντά στη Μιανμάρ, σύντομα θα κατεδαφιστεί στο πλαίσιο της τελευταίας και πλέον φιλόδοξης εκστρατείας της Κίνας: την ολοκληρωτική εξάλειψη της απόλυτης φτώχειας.

Λιγότερο από το 1% του πληθυσμού της Κίνας ζει με λιγότερο από 1 δολάριο την ημέρα, που αποτελεί τον ορισμό της «απόλυτης φτώχειας» για το Πεκίνο. Πολλοί ανήκουν σε εθνοτικές ομάδες με διαφορετική γλώσσα, θρησκεία ή εμφάνιση από την κυρίαρχη ομάδα των Κινέζων Χαν. Η κ. Λι, για παράδειγμα, ανήκει στα 1,4 εκατομμύρια των Λισού, μιας φυλής «αυτοχθόνων των λόφων», που ζει στα βουνά της Ινδίας, της Μιανμάρ, της Ταϊλάνδης και της νοτιοδυτικής Κίνας. Οι περισσότεροι, όπως και η ίδια, είναι παγιδευμένοι ανάμεσα στην ανάγκη για χρήματα και στην προσκόλληση στην οικογένεια και τη συνήθεια.

Η λύση του Πεκίνου είναι να τους μετακινήσει όλους. Οι ζωές της κ. Λι, του ανάπηρου συζύγου της, της ηλικιωμένης μητέρας της και των γειτόνων της θα σαρωθούν στο πλαίσιο ενός ριζοσπαστικού πειράματος. Σε απομακρυσμένες επαρχίες κατασκευάζονται με φρενήρεις ρυθμούς δρόμοι, συγκροτήματα κατοικιών και κέντρα επαγγελματικής εκπαίδευσης για να συγκεντρώσουν κόσμο σε κοντινές πόλεις, με το κόστος μόνο για φέτος να αγγίζει τα 18,7 δισ. δολάρια. Ο στόχος είναι να μηδενιστεί ως το 2020 ο αριθμός των ανθρώπων που ζουν σε καθεστώς απόλυτης φτώχειας – από τα 30 εκατομμύρια που ήταν το 2017.

Παράδειγμα για όλο τον κόσμο

«Η Κίνα θέλει να αποτελέσει παράδειγμα για όλο τον κόσμο», λέει ο Λι Χαϊσού, μέλος της επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος στην περιφέρεια Νουγιάνγκ. «Αυτό είναι κάτι που μπορεί να γίνει μόνο στην Κίνα. Δεν έχω ακούσει ποτέ να γίνεται κάτι τέτοιο σε άλλη χώρα».

Ακόμη και αν το Πεκίνο είναι αντιμέτωπο με τις επιπτώσεις από την επιβράδυνση της ανάπτυξης, η εξάλειψη της απόλυτης φτώχειας είναι η εμβληματικού χαρακτήρα εσωτερική πολιτική του προέδρου Σι Τζιπίνγκ. Είναι ένα έργο που θυμίζει σε κλίμακα και φιλοδοξία τα μεγαλειώδη σχέδια του κινεζικού παρελθόντος για ολοκληρωτική μεταμόρφωση της κοινωνίας. Σύμφωνα με τα σχέδια που καταστρώθηκαν στο Πεκίνο, οι τοπικοί αξιωματούχοι που θα υπερβαίνουν τους στόχους θα επιβραβεύονται, γεγονός που έχει ως αποτέλεσμα να επιστρατευτούν όλοι οι διαθέσιμοι πόροι χωρίς να υπολογίζεται το κόστος.

Ήδη η Κίνα είναι αντικείμενο θαυμασμού, διότι μέσα σε σαράντα χρόνια κατάφερε να μεταμορφωθεί από μια από τις πλέον φτωχές χώρες του κόσμου στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία με οικονομικές μεταρρυθμίσεις και μαζικές επενδύσεις από το εξωτερικό, που επέτρεψαν σε περίπου 700 εκατομμύρια Κινέζους να βγουν από τη φτώχεια. Όμως αυτή η μεταμόρφωση δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί.

Τα σχέδια για την καταπολέμηση της φτώχειας εστιάζουν σε «τρεις περιοχές και τρεις περιφέρειες» και αφορούν 18 εκατομμύρια ανθρώπους στο υψίπεδο του Θιβέτ και στην επαρχία Ξινγιάνγκ, στη μεθόριο της κεντρικής Ασίας, καθώς και στη Λινξία, μια περιοχή μουσουλμάνων Χούι στην επαρχία Γκανσού, καθώς και στο Λιανγκσάν, την πατρίδα του λαού των Γι ή Λόλο στην επαρχία Σιτσουάν. Η Νουγιάνγκ, μια παραποτάμια κοιλάδα στην επαρχία Γιουνάν, έχει λιγότερο πληθυσμό, αλλά η απόλυτη φτώχεια είναι «μεγαλύτερη», πλήττοντας το ένα τρίτο των κατοίκων.

Μεγαλεπήβολα σχέδια

Δεν είναι η πρώτη φορά που η Νουγιάνγκ θα βιώσει μεγαλεπήβολα σχέδια. Στη δεκαετία του ’50 ο Μάο Τσε Τουνγκ μετακίνησε εκατομμύρια Κινέζους σε μεθοριακές περιοχές για να διασφαλίσει τη νέα του δημοκρατία. Κρατικές υλοτομικές εταιρείες δημιούργησαν μεγάλες πόλεις στην κοιλάδα Νουγιάνγκ. Όταν αποψιλώθηκαν τα δάση, έκαναν εισαγωγή ξυλείας από τη Μιανμάρ. Πριν από μία δεκαετία, σχεδιαζόταν η κατασκευή ενός φράγματος στον ποταμό Νου, που μετονομάζεται σε Σαλουίν αφού περάσει τα σύνορα, όμως περιβαλλοντολόγοι κατάφεραν να το αποτρέψουν έπειτα από πανεθνική έκκληση.

Τώρα η Νουγιάνγκ βρίσκεται στο επίκεντρο του σχεδίου του προέδρου Σι για την καταπολέμηση της φτώχειας καθώς δαπανώνται 1,5 δισ. δολάρια για τη μετακίνηση 100 χιλιάδων ανθρώπων από τα αγροτικά χωριά στα περίχωρα πόλεων μέχρι το τέλος του έτους. Η εγκαταλελειμμένη γη θα δοθεί προς ενοικίαση σε αγροτικές επιχειρήσεις υπό τον έλεγχο του κράτους για να καλλιεργηθούν σε βιομηχανική κλίμακα πιπεριές ή φαρμακευτικά φυτά.

«Η μετακίνηση ανθρώπων για να εξαλειφθεί η φτώχεια είναι μια εθνική πολιτική» λέει ο Να Γιουντέ, γραμματέας του κόμματος στο νομό. «Για να αναπτυχθούν αυτά τα μέρη θα πρέπει να μετακινήσουμε τον κόσμο».

Τον Απρίλιο, οι «Financial Times» μετείχαν σε μία τριήμερη περιοδεία που οργάνωσε η κυβέρνηση για να δουν από κοντά την πορεία των προσπαθειών για την εξάλειψη της φτώχειας στην κοιλάδα. «Καθώς εισέρχεται με ορμή σε μια σοσιαλιστική κοινωνία από εκεί που διένυε τα τελευταία στάδια μιας πρωτόγονης κοινωνίας, η Νουγιάνγκ έκανε ένα άλμα χιλιάδων χρόνων με ένα μόνο βήμα» ανέφερε περίτρανα το προωθητικό βίντεο.

Αντιδράσεις

Ωστόσο, δεν καλωσορίζουν όλοι αυτό το μεγάλο άλμα. Οι χωρικοί ανησυχούν που θα χάσουν τις κότες και τα γουρούνια τους και κυρίως τη γη τους. Σε ένα χωριό, οι κάτοικοι φάνηκαν να είναι αποκλεισμένοι σε μια αυλή καθώς περνούσε η αυτοκινητοπομπή με τους δημοσιογράφους. Ντόπιοι με τους οποίους υπήρξε επικοινωνία, έξω από το πλαίσιο της περιοδείας, λένε ότι οι γνώμες διίστανται: στους νέους αρέσει η ιδέα ενός σύγχρονου σπιτιού, αλλά η μεγαλύτερη γενιά είναι βαθύτατα απρόθυμη.

Οι Λισού επιδεικνύουν μια «ισχυρή απροθυμία» να εγκαταλείψουν τους λόφους τους και να εγκατασταθούν στα πεδινά, έγραφε ο Δανός εθνομουσικολόγος Χανς Πέτερ Λάρσεν το 1984. Όταν το κάνουν, «συνήθως αφομοιώνονται σε διάστημα μικρότερο της μιας γενιάς».

Η 70χρονη Χε Κινγκνιού περνάει το μεγαλύτερο μέρος της μέρας της μαζεύοντας ξύλα και φροντίζοντας γουρούνια. Ο αριθμός του τηλεφώνου του μικρότερου γιου της είναι γραμμένος με ορνιθοσκαλίσματα στο ψυγειάκι δίπλα στο κρεβάτι με ουρανό. Δεν ξέρει τους αριθμούς, ούτε ξέρει να διαβάζει, αλλά το νούμερο είναι εκεί σε περίπτωση που το χρειαστεί κάποιος γείτονας εάν συμβεί κάτι έκτακτο. Η κ. Χε πιστεύει ότι η μετακόμιση σε καινούργιο σπίτι θα είναι καλή για τις μελλοντικές γενιές -τα εγγόνια της ήδη φοιτούν σε οικοτροφείο κάτω στην κοιλάδα-, αλλά δεν είναι σίγουρη ότι θα ταιριάζει στην ίδια.

Για να αντιμετωπίσει τις ανησυχίες ότι η μετεγκατάσταση θα αφανίσει την κουλτούρα των Λισού, η κυβέρνηση λέει ότι θα οργανώνει χορούς κάθε βράδυ. Η κ. Χε, που δεν θα μπορεί να πάρει μέρος στον χορό γιατί τον πονάνε τα γόνατα, δεν έχει δει το σπίτι που θα τη βάλουν τον Οκτώβριο. Αλλά ο γιος της πήγε να το ελέγξει. «Μου είπε να μην ανησυχώ τόσο πολύ» λέει.

«Από την πρωτόγονη κοινωνία στον σοσιαλισμό»

Κάτω στην κοιλάδα ο ήλιος πέφτει καυτός πάνω στα καινούργια κίτρινα συγκροτήματα κατοικιών στις όχθες του ποταμού Νου. Τα εξαώροφα κτήρια δεν διαθέτουν ανελκυστήρες, αλλά έχουν συνθήματα, βαμμένα με μεγάλα κόκκινα γράμματα: «Άκου το κόμμα, ακολούθησε το κόμμα», «φύγε από τα βουνά για να έρθει πιο γρήγορα η ευημερία», «χτίσε με εργατικότητα ένα καινούργιο σπιτικό».

Η 22χρονη Μι Τσιουνμέι, πωλήτρια σε κατάστημα, βρίσκει το νέο της διαμέρισμα «φανταστικό». Παράτησε το γυμνάσιο γιατί τα δίδακτρα ήταν πολύ ακριβά. Ωστόσο τα χρήματα που κέρδισε δουλεύοντας σε ένα υφαντουργείο στα ανατολικά ήταν αρκετά για να στείλουν τον νεότερο αδελφό της να σπουδάσει σε ένα κολέγιο. Η κ. Μι και ο αδερφός της ελπίζουν να ανοίξουν το δικό τους κατάστημα, ώστε ο πατέρας τους, ένας αγράμματος σοβατζής, να μπορέσει να βγει στη σύνταξη.

«Θέλουμε οι γονείς μας να ζήσουν καλύτερα» λέει. Ο πατέρας της είναι περήφανος για το νέο διαμέρισμα, αλλά η γιαγιά της -όπως πολλοί από την παλιότερη γενιά- δε χαίρεται με τη μετακόμιση.

Η κ. Μι και ο αδερφός της «θέλουν να ξεφύγουν από τη φτώχεια αλλά δεν θέλουν να αφήσουν πίσω την κουλτούρα τους», όπως λέει η ίδια. Θεωρεί πολύτιμες τις μακρόσυρτες baishi, τις παραδοσιακές μπαλάντες που τραγουδάνε η μητέρα και η θεία της, αλλά η ίδια δεν είχε ποτέ την ευκαιρία να τις μάθει.

Στη διπλανή πόρτα οι γυμνοί τσιμεντένιοι τοίχοι έχουν ασβεστωθεί άτσαλα. «Είναι ωραία εδώ, το Κομμουνιστικό Κόμμα είναι καλό», λέει ο Λι Τσανγκ-ξίν, με ένα πλατύ χαμόγελο μπροστά από τις ροζ κουρτίνες. «Το πρώτο που αισθανθήκαμε ήταν ενθουσιασμός. Χωρίς να χρειαστεί να πληρώσουμε, ούτε μια δεκάρα, πήραμε ένα τόσο όμορφο σπίτι». Τα παιδιά του, 7 και 9 ετών, νοσταλγούν το σπίτι. Το σχολείο τους απέχει μόλις 20 λεπτά από τον οικισμό, αλλά μπορούν να γυρίσουν σπίτι μόνο δύο φορές τον μήνα.

Τα οικοτροφεία είναι ένα αναγκαίο κομμάτι του άλματος «από την πρωτόγονη κοινωνία στο σοσιαλισμό», επιμένουν οι αξιωματούχοι, όταν ερωτώνται γιατί ο προϋπολογισμός των 1,5 δισ. δολαρίων για τη μετεγκατάσταση δεν περιλαμβάνει τα σχολικά λεωφορεία. «Αυτά τα παιδιά δεν μπορούν να διδαχθούν τίποτα από τους γονείς τους, η ποιότητά τους είναι πολύ χαμηλή» λέει ο Λιου Ντεχουά, ένας αξιωματούχος του νομού της Νουγιάνγκ. «Στην πραγματικότητα είναι καλό που είναι όλα μαζί στο σχολείο. Τα εκπαιδεύει να ζουν σε ένα συλλογικό περιβάλλον και αφήνει περισσότερο χρόνο στους γονείς για να πάνε να εργαστούν».

Είτε διστακτικά, όπως η κ. Λι, είτε ενθουσιωδώς όπως η κ. Μι, οι περισσότεροι άνθρωποι με τους οποίους μιλήσαμε στη διάρκεια της περιοδείας είχαν ήδη βρει δουλειά σε εργοστάσια σε πόλεις ακόμη πιο ανατολικά. Ωστόσο, για να επιτευχθούν οι στόχοι για το εισόδημα των κατοίκων της Νουγιάνγκ, η πλειονότητα των αγροτών που έχουν μετεγκατασταθεί θα πρέπει να γίνουν ένα με το μεγάλο ποτάμι όσων φεύγουν από τις αγροτικές περιοχές της Κίνας με προορισμό τα παράκτια εργοστάσια – αναγκασμένοι να αφήσουν πίσω τους τα παιδιά και τους ηλικιωμένους τους.

«Κατεβάζοντας τους ανθρώπους από τα βουνά στα πεδινά, μπορούμε να διασφαλίσουμε ότι τουλάχιστον ένας άνθρωπος ανά οικογένεια έχει δουλειά» λέει ο κ. Να, γραμματέας του κόμματος.

Η Νουγιάνγκ είναι συνδεδεμένη με τη Ζουχάι, μια βιομηχανική πόλη στο δέλτα του ποταμού Περλ. Εταιρείες, ανάμεσά τους η Gree, που κατασκευάζει κλιματιστικά, έχουν συμβόλαιο να προσλαμβάνουν εργαζόμενους από τη Νουγιάνγκ έναντι 3.500 γουάν το μήνα (περίπου 500 δολάρια). Τα χρήματα είναι πολύ περισσότερα σε σχέση με το αγροτικό εισόδημα στη Γιουνάν, αλλά σχεδόν το μισό από τον μέσο μισθό στη Ζουχάι, που αγγίζει τα 6.390 γουάν (περίπου 925 δολάρια). Περίπου έξι χιλιάδες νέοι εργαζόμενοι έχουν ήδη φύγει για τη Ζουχάι.

Στα νότια της πόλης Λουσούι στην επαρχία Γιουνάν, ένα δεκαώροφο κέντρο επαγγελματικής εκπαίδευσης δεσπόζει πάνω από τον ποταμό Νου. Δίπλα στο κέντρο εκπαίδευσης υπάρχει ένα εξίσου μεγάλο και άδειο «κέντρο αιμοδοσίας», όπου νοσοκόμες θα εκπαιδευτούν να κάνουν αιμοληψίες, όπως λένε οι αξιωματούχοι, χωρίς να είναι σαφείς για το πού προορίζεται το αίμα αυτό.

Πού είναι όμως οι σπουδαστές; Έπειτα από μια σειρά αντικρουόμενες απαντήσεις (π.χ.: «οι σπουδαστές δεν είναι εδώ γιατί είναι Κυριακή»), οι δημοσιογράφοι οδηγήθηκαν σε ένα μεγάλο δωμάτιο, δίπλα στο τοπικό αστυνομικό τμήμα. Εκεί, δεκάδες άνθρωποι έραβαν μπλε γιλέκα για τις στολές του ναυτικού και στρατιωτικά πανωφόρια παραλλαγής.

Ένας αγρότης, που είχε πρόσφατα μετεγκατασταθεί, είπε στους FT ότι χαιρόταν που μάθαινε μια τέχνη όπως το ράψιμο, αλλά, όντας πατέρας ενός 7χρονου παιδιού, δεν είχε καμία πρόθεση να μεταναστεύσει για να βρει δουλειά. «Πρέπει να φροντίσω την ηλικιωμένη μητέρα μου και το παιδί μου» λέει. «Δεν μπορώ να φύγω».

Οι στολές παραλλαγής προορίζονται για τις περιπόλους πρόληψης δασικών πυρκαγιών, όπου θα προσληφθούν 13 χιλιάδες άνθρωποι, στο πλαίσιο του προγράμματος δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας, λένε οι αξιωματούχοι.

Μεταμόρφωση

Η εξάλειψη της φτώχειας στην Κίνα είναι ένα μεγαλεπήβολο σχέδιο. Στο πλαίσιο του προγράμματος «τρεις περιοχές, τρεις νομαρχίες» έχουν δαπανηθεί 89,79 δισ. γουάν (σχεδόν 13 δισ. δολάρια) μέσα στο 2018, σύμφωνα με έρευνα των FT. Άλλες περιφέρειες έχουν τα δικά τους προγράμματα.

Την ίδια ώρα, κάθε σχετικά πλούσια πόλη, κρατική εταιρεία και κυβερνητική μονάδα έχει αναλάβει να αναβαθμίσει μια φτωχή περιοχή. Σε εθνική κλίμακα μόνο εφέτος αναμένεται να μετεγκατασταθούν περίπου 2 εκατομμύρια άνθρωποι.

Περισσότερο από το 1/3 των κονδυλίων έχει κατευθυνθεί προς την Ξινγιάνγκ, όπου ο μουσουλμανικός πληθυσμός αντιδρά στους περιορισμούς που θέτει το Πεκίνο στη γλώσσα, τη θρησκεία και την απασχόληση. Πάνω από ένα εκατομμύριο Ουιγούροι και Καζάκοι έχουν εξαναγκαστεί να πάνε στα «στρατόπεδα μετεκπαίδευσης» στην Ξινγιάνγκ – ανάμεσά τους ένας δημοφιλής ποδοσφαιριστής, μουσικοί και καθηγητές πανεπιστημίων καθώς και όποιος έχει ταξιδέψει στο εξωτερικό.

Ενοχλημένη από τη διεθνή κριτική, η Κίνα λέει ότι τα στρατόπεδα είναι κέντρα επαγγελματικής εκπαίδευσης όπου «αποριζοσπαστικοποιημένοι» σπουδαστές μαθαίνουν τα μανδαρίνικα, την επίσημη κινεζική γλώσσα, και αποκτούν δεξιότητες όπως το ράψιμο.

Ακόμη και στη Νουγιάνγκ, το πρόγραμμα για την εξάλειψη της φτώχειας περιλαμβάνει μια ολοκληρωτική πολιτιστική μεταμόρφωση που έρχεται μαζί με το νέο περιβάλλον. Όσοι ενήλικες έχουν μετεγκατασταθεί θα πρέπει να παρακολουθήσουν μαθήματα μανδαρίνικων και απόκτησης δεξιοτήτων.

«Με την πρώτη ευκαιρία, προσπαθούμε να αγγίξουμε την καρδιά τους» λέει ο Σου Γισένγκ, που έχει αναλάβει να διδάξει στους αγρότες «τη σκέψη του Σι Τζινπίνγκ». «Όπως είπε ο πρόεδρος Μάο «μια μικρή σπίθα μπορεί να ανάψει ολόκληρη φωτιά». Μπορούμε να διαφωτίσουμε όλη την περιφέρεια» πρόσθεσε.

Στα μέσα Απριλίου η εκστρατεία για την εξάλειψη της φτώχειας στη Νουγιάνγκ κατέγραψε την πρώτη της νίκη. Η εθνότητα των Drung, στην αραιοκατοικημένη κοιλάδα του ποταμού Ντουλόνγκ, έπιασε επισήμως τους στόχους της για την εξάλειψη της φτώχειας, γεγονός στο οποίο συνέβαλε η κατασκευή νέων φραγμάτων, δρόμων και μιας σήραγγας. Ωστόσο η επιτυχία είχε συνέπειες στην αναδυόμενη βιομηχανία του οικοτουρισμού: αυτό το καλοκαίρι η κοιλάδα θα παραμείνει κλειστή για όλους τους επισκέπτες.

Την ίδια ώρα η τοπική κυβέρνηση της Νουγιάνγκ ονειρεύεται να μετατρέψει τον ποταμό Νου σε «Γκραντ Κάνιον» και να ξεκινήσει ένα παγκόσμιο κύπελλο ράφτινγκ στα αφρισμένα του νερά. Εν μέρει χάρη στις προηγούμενες εκστρατείες των περιβαλλοντολόγων, ο Νου είναι ο μοναδικός ποταμός που κυλάει ελεύθερα στην Κίνα. Η κυβέρνηση ανατινάζει λόφους για να κατασκευάσει έναν «όμορφο αυτοκινητόδρομο» κατά μήκος του ποταμού δημιουργώντας παρτέρια λουλουδιών και φτιάχνοντας 30 σταθμούς ξεκούρασης. Κάθε στάση θα έχει διαφορετικό εθνοτικό θέμα.

«Σε δύο χρόνια ο αυτοκινητόδρομος θα έχει κατασκευαστεί και η προσπάθεια για την εξάλειψη της φτώχειας θα έχει ολοκληρωθεί» λέει ο Γκουό Γουέιμινγκ, υφυπουργός στο Κρατικό Γραφείο Ενημέρωσης στο Πεκίνο, που περιόδευσε στη Νουγιάνγκ. «Δεν θα πιστεύετε ότι αυτή η περιοχή ήταν κάποτε φτωχή».

Lucy Hornby

Πηγή: Η Αυγή από Financial Times