Macro

Η μεγάλη καραντίνα δικαιωμάτων και ελευθεριών

«Εκείνη τη στιγμή ακούστηκε μια δυνατή και ξερή φωνή κάποιου που απ’ τον τόνο της φωνής του ήταν συνηθισμένος να δίνει διαταγές. […] “Η κυβέρνηση ελπίζει ότι μπορεί να βασίζεται στον πατριωτισμό και τη συνεργασία όλων των πολιτών για να σταματήσουμε τη διάδοση της μολυσματικής νόσου. […] \

Η κυβέρνηση έχει πλήρη συνείδηση των καθηκόντων της και αναμένει ότι αυτοί στους οποίους απευθύνεται το μήνυμα αυτό θα αναλάβουν επίσης, ως ευσυνείδητοι πολίτες που οφείλουν να είναι, τις ευθύνες που τους αντιστοιχούν, λαμβάνοντας υπόψη τους ότι η απομόνωση στην οποία βρίσκονται συνιστά, πέρ’ από τα προσωπικά συμφέροντα του καθενός, πράξη αλληλεγγύης προς το υπόλοιπο του έθνους μας. Η κυβέρνηση και το έθνος αναμένουν από τον καθένα σας να εκπληρώσει το χρέος του. Καληνύχτα”».

Ζοζέ Σαραμάγκου, «Περί Τυφλότητος» (1998)

Πάνω από το ένα τρίτο του παγκόσμιου πληθυσμού βρίσκεται ήδη σε συνθήκες αυτοπεριορισμού στο σπίτι, σε μια πρωτόγνωρη κατάσταση ερήμωσης εργασιακών χώρων, με μια ταυτόχρονη αναστολή της παγκόσμιας οικονομίας, που ήδη χαρακτηρίζεται ως η «Μεγάλη Επιβράδυνση».

Μια επιβράδυνση της προηγούμενης καπιταλιστικής υπερ-παραγωγικότητας, που βιώνεται ατομικά και ως επιβράδυνση του προσωπικού χρόνου. Παράλληλα όμως σε σύντομο διάστημα επιταχύνεται και μια διαδικασία αναπροσαρμογής του κοινωνικού συμβολαίου μεταξύ πολίτη και κράτους προς μια κατεύθυνση κρατικού πατερναλισμού σε βάρος των ατομικών δικαιωμάτων με ενίσχυση της κοινωνικής, εργασιακής και ιδιωτικής επιτήρησης.

Οι οικονομίες κλυδωνίζονται, στρατιές ανθρώπων βγαίνουν στην ανεργία, το νεοφιλελεύθερο δόγμα απεκδύεται τα αξιώματά του, ακόμα και ακραίοι αντικρατιστές ομνύουν σε κεϊνσιανές λογικές. Το Σύμφωνο Σταθερότητας που λειτούργησε ως ζουρλομανδύας για τα κράτη – μέλη τα προηγούμενα χρόνια έχει ανασταλεί, ενώ οι κρατικές ενισχύσεις προς δημόσιες και ιδιωτικές επιχειρήσεις είναι πρωτοφανείς. Η ίδια η Ευρωπαϊκή Ενωση βρίσκεται μπροστά στην πιο οριακή στιγμή της, με τη συζήτηση για τα «κορονο-ομόλογα» ανοιχτή και το «τελεσίγραφο» της Ιταλίας να εκπνέει σε λίγα 24ωρα.

Μια πανδημία διαρρηγνύει επίσης τον κοινωνικό ιστό, αλλάζει εκ βάθρων συνήθειες και νοοτροπίες. Υπάρχει κάτι που αφήνει ανέγγιχτο, ωστόσο, αν δεν το ενισχύει: τις σχέσεις εξουσίας. Σε περιόδους κρίσης, όπως η σημερινή, η πολιτική και ιδεολογική αντιπαράθεση, όπως και οι κοινωνικός ανταγωνισμός, μπαίνουν στην άκρη στο όνομα μιας «εθνικής υπόθεσης» και στην αντιμετώπιση του «αόρατου εχθρού». Ο ιός είναι διαταξικός, ωστόσο η αντιμετώπισή του δεν είναι χωρίς ταξικό πρόσημο.

Κυβέρνηση χωρίς Βουλή

Στην Ελλάδα αυτό έγινε ορατό από τις πρώτες κιόλας μέρες. Στο όνομα της καταπολέμησης του κορονοϊού, μια σειρά από κυβερνητικές αποφάσεις σάρωσαν το αναιμικό ήδη από τα χρόνια των μνημονίων εργατικό δίκαιο. Ταυτόχρονα, ενώ οι μαχητές της πρώτης γραμμής κατεβαίνουν απροστάτευτοι στη μάχη, η κυβέρνηση κάνει μια σειρά από δώρα στους κλινικάρχες και αφήνει το δημόσιο πανεπιστήμιο εκτός παιχνιδιού, παρά την τεράστια δυνατότητα των ιατρικών σχολών να παράγουν μαζικά διαγνωστικά τεστ.

Ολα αυτά γίνονται με τη Βουλή να υπολειτουργεί και χωρίς δημόσια διαβούλευση. Η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός («Κυβερνήτης» όπως αρέσκονται να τον αποκαλούν οι οπαδοί του) αποφασίζουν και νομοθετούν με Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου – όπως εξάλλου συνέβη πολλές φορές την τελευταία δεκαετία στην Ελλάδα. Με τη διαφορά ότι σήμερα το σύνολο σχεδόν των ΜΜΕ τούς αποθεώνει, χωρίς να αμφισβητείται ευρέως η διαχείριση αυτής της ομολογουμένως πρωτοφανούς κατάστασης.

Ταυτόχρονα με την ενίσχυση της ιδέας του «κράτους γκουβερνάντα», μια σειρά από ατομικές ελευθερίες και συλλογικά δικαιώματα περιστέλλονται και η αστυνομοκρατία ενισχύεται. Ολα αυτά γίνονται στο πλαίσιο της συνταγματικής αρχής και για την προστασία της δημόσιας υγείας, δημιουργούν ωστόσο εύλογες ανησυχίες για τον «μεταπολεμικό» κόσμο στον οποίο θα κληθούμε όλοι να ζήσουμε όταν η πανδημία κλείσει τον κύκλο της.

Η δημοκρατία στην απομόνωση

Πριν από λίγες μέρες, η ουγγρική Βουλή ενέκρινε με ψήφους 137 υπέρ και 53 κατά νομοσχέδιο του πρωθυπουργού Βίκτορ Ορμπαν για παράταση των χωρίς όριο εξουσιών του ώστε ο εθνικιστής ακροδεξιός ηγέτης να μπορεί να νομοθετεί, για απροσδιόριστο διάστημα, για όλα με διατάγματα. Ακόμα πιο ανησυχητικό είναι το γεγονός πως η de jure διακοπή του Κοινοβουλίου (πολιτειακή εκτροπή) δεν έχει προκαλέσει καμία αντίδραση εκ μέρους των θεσμικών οργάνων της Ευρωπαϊκής Eνωσης.

Σοβαρές ανησυχίες για τον κίνδυνο παραβιάσεων του κράτους δικαίου, της δημοκρατίας και θεμελιωδών δικαιωμάτων, όπως η ελευθεροτυπία, διατύπωσαν προχθές 14 ευρωπαϊκά κράτη, «φωτογραφίζοντας» τον Ούγγρο πρωθυπουργό. Επιπλέον, σε ολόκληρο τον κόσμο, από τη Βολιβία, την Ινδία, τη Σρι Λάνκα, τη χώρα των Βάσκων μέχρι το Ιράκ και τουλάχιστον 12 πολιτείες των ΗΠΑ (για το χρίσμα των Δημοκρατικών) έχουν ήδη αναβληθεί προγραμματισμένες εκλογικές διαδικασίες. Φυσικά, ούτε λόγος για οποιαδήποτε δυνατότητα διαμαρτυρίας πολιτών εκτός ψηφιακού περιβάλλοντος.

Ασφυκτική πίεση

Παράλληλα σε αρκετές πόλεις της Κίνας πολλά drones αναζητούν συνεχώς ανθρώπους που δεν φοράνε μάσκες. Τα drones, που έχουν ενσωματωμένα ηχεία, όταν βρίσκουν τους παραβάτες, αναμεταδίδουν μηνύματα της Αστυνομίας. Στην ανεπτυγμένη τεχνολογικά Ταϊβάν, που αντιμετώπισε αποτελεσματικά την πανδημία, επιστρατεύτηκε και ο στρατός για να βοηθήσει την παραγωγή μασκών και αντισηπτικών.

Από τις 11 Φλεβάρη όλοι οι αφιχθέντες στη χώρα υποχρεώθηκαν να συμπληρώσουν φόρμα ότι είναι υγιείς, αλλιώς έμπαιναν προληπτικά σε καραντίνα. Ολα βεβαίως με ειδικές εφαρμογές και QR codes για να καταγράφουν κατευθείαν διαδικτυακά τα ίχνη. Αρνηση συμπλήρωσης σήμαινε πρόστιμο 5.000 δολαρίων Ταϊβάν – περίπου 150 ευρώ. Ατομα που δεν τήρησαν την καραντίνα επικηρύχτηκαν από τις αρχές μέσω της τηλεόρασης ως κίνδυνοι δημόσιας υγείας! Εντοπίστηκαν και πλήρωσαν μεγάλα πρόστιμα. Επιπλέον στην Ταϊβάν η διασπορά αποδεδειγμένα ψευδών ειδήσεων τιμωρείται με πρόστιμο 100.000 δολάρια – πάνω από 3.000 ευρώ.

Στo success story της Νότιας Κορέας, εκτός από μαζικούς διαγνωστικούς ελέγχους, χρησιμοποιήθηκαν εκτεταμένα οι κάμερες καταγραφής κλειστού κυκλώματος στους δρόμους, η παρακολούθηση στοιχείων πιστωτικών-χρεωστικών καρτών για αποκάλυψη συναλλαγών κάθε «ύποπτου», παρακολούθηση των διαδρομών του μέσω καταγραφής και ανάλυσης των στοιχείων GPS από τα κινητά τηλέφωνα και τα αυτοκίνητα κ.ά.

Παράλληλα, ιστοσελίδες και εφαρμογές στα κινητά καταγράφουν ώρα με την ώρα ή ακόμη και λεπτό με λεπτό τις διαδρομές των επιβεβαιωμένων κρουσμάτων. Στη Γερμανία, στην Αυστρία, στην Ιταλία και στο Βέλγιο ήδη χρησιμοποιούνται, ανώνυμα προς το παρόν, τουλάχιστον κατά δήλωση των αρχών, δεδομένα των εταιρειών τηλεπικοινωνίας για να ιχνηλατήσουν τις κινήσεις διαγνωσμένων κρουσμάτων. Και στην Ελλάδα, κάθε πολίτης προκειμένου να μετακινηθεί -για οποιονδήποτε από τους έξι αυστηρά προβλεπόμενους λόγους- πρέπει να το δηλώσει.

Σε πιο ακραίες καταστάσεις, ο πρόεδρος των Φιλιππίνων Ροντρίγκο Ντουτέρτε έφτασε στο σημείο να απειλεί μέχρι και με θάνατο όσους παραβιάζουν τα μέτρα που έχουν ληφθεί. «Οι εντολές μου στην αστυνομία και στον στρατό […] αν υπάρχει πρόβλημα και σε περίπτωση που αντεπιτεθούν και οι ζωές σας τίθενται σε κίνδυνο, είναι να τους σκοτώνετε», είπε χαρακτηριστικά σε τηλεοπτικό του διάγγελμα. Οι (κοινοβουλευτικές) δημοκρατίες δοκιμάζονται μαζί με τις αντοχές των συστημάτων υγείας και των πολιτών.

Οι νομικοί υποστηρίζουν πως η αρχή της ισότητας και της αναλογικότητας είναι πολύ σημαντικές όταν οι ελευθερίες περιορίζονται. Ομως το «Δίκαιο της ανάγκης», που ζει σχεδόν όλος ο πλανήτης, δεν είναι μια ιστορική, αλλά μια δυναμικά εξελισσόμενη έννοια. Οι επόμενες εβδομάδες θα είναι κρίσιμες. Οχι μόνο για την πανδημία.

Την Ιστορία θα γράψουν οι νικητές του «νέου κόσμου»

Εκατοντάδες άρθρα διεθνών αναλυτών τις τελευταίες μέρες συγκλίνουν σε μερικά πρώτα σενάρια για την επόμενη μέρα: υποχώρηση της παγκοσμιοποίησης, υποχώρηση της μετακίνησης πληθυσμών, μείωση του τουρισμού, επιστροφή στο εθνικό κράτος, αμφισβήτηση υπερεθνικών δομών, αύξηση ρατσισμού, περαιτέρω ύφεση, επισιτιστικό πρόβλημα, περισσότερα χρεοκοπημένα κράτη, ανάδυση της τηλεϊατρικής και της τηλε-εργασίας και μεγαλύτερη πίεση στους πρόσφυγες και στους ευάλωτους πολίτες

Η δυστοπική ταινία The Platform δεν είναι τυχαία η δημοφιλέστερη τις τελευταίες μέρες στο Netflix. Μια αμφιλεγόμενη εφιαλτική κοινωνικοπολιτική αλληγορία για το πώς η αποστέρηση βασικών αγαθών αναδεικνύει τα πιο πρωτόγονα ένστικτα και ορμές του ατόμου ειδικά όταν αυτό βρίσκεται σε συνθήκες εγκλεισμού. Φυσικά, μπορεί να απέχουμε, στις περισσότερες δυτικές χώρες, από ένα τέτοιο σενάριο.

Ωστόσο θεωρείται δεδομένο πως, όπως εξηγεί ο Ισραηλινός ιστορικός και συγγραφέας Γιουβάλ Χαράρι, «η ανθρωπότητα βρίσκεται αντιμέτωπη με μια παγκόσμια κρίση, ίσως τη μεγαλύτερη της γενιάς μας. Οι αποφάσεις που θα λάβουν οι πολίτες και οι κυβερνήσεις τις επόμενες εβδομάδες θα διαμορφώσουν πιθανώς τον κόσμο για τα επόμενα χρόνια. Οχι μόνον τα συστήματα υγειονομικής περίθαλψης και την οικονομία μας, αλλά την πολιτική και τον πολιτισμό».

«Την ιστορία του κορονοϊού θα τη γράψουν οι νικητές», ισχυρίζεται ο Αμερικάνος ΝΑΤΟϊκός στρατηγός Τζον Αλεν στο Foreign Policy: «Για κάποιους θα είναι ο απόλυτος θρίαμβος της δημοκρατίας, ενώ άλλοι θα εστιάσουν στα “πλεονεκτήματα” ολοκληρωτικών καθεστώτων στην αντιμετώπιση της κρίσης».

Την ώρα που στις ΗΠΑ στοχαστές σαν τον Μάικ Ντέιβις μιλούν για έναν νέο «τυφώνα Κατρίνα στον χώρο της Υγείας», κατακρίνοντας την πολιτική Τραμπ, πληθαίνουν οι φωνές από διάφορα μέρη του πλανήτη για το πώς η εμπειρία της Κίνας και το γεγονός της ανάσχεσης της επιδημίας ήδη αποδίδεται και στη δυνατότητα μιας ιδιαίτερα αυταρχικής εκδοχής βιοπολιτικής.

Εκατοντάδες άρθρα διεθνών αναλυτών τις τελευταίες μέρες συγκλίνουν σε μερικά πρώτα σενάρια για την επόμενη μέρα: Υποχώρηση της παγκοσμιοποίησης όπως την ξέραμε μέχρι σήμερα, υποχώρηση της μετακίνησης πληθυσμών, μείωση του τουρισμού, επιστροφή στο εθνικό κράτος και στον προστατευτισμό, αμφισβήτηση υπερεθνικών δομών, αύξηση ρατσισμού, περαιτέρω ύφεση σε αδύναμες οικονομίες, επισιτιστικό πρόβλημα, περισσότερα χρεοκοπημένα κράτη, ανάδυση της τηλεϊατρικής και της τηλε-εργασίας και, μετά την άρση των περιορισμών, μεγαλύτερη πίεση στους πρόσφυγες και στους ευάλωτους πολίτες.

«Η πανδημία θα οδηγήσει σε έναν κόσμο λιγότερο ανοιχτό, με λιγότερες ελευθερίες και μικρότερη ευδαιμονία» φοβάται ο Στίβεν Γουόλτ, καθηγητής Δημοσίων Σχέσεων στο Χάρβαρντ. «Είναι πολύ πιθανό μετά την πανδημία πολλά Κοινοβούλια, ακόμα και το Κογκρέσο των ΗΠΑ, να υιοθετήσουν τις τηλεδιασκέψεις για τη λήψη αποφάσεων» υποστηρίζει ο Ιθαν Ζούκερμαν, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο MIT και πρόεδρος του Center for Civic Media.

Για μια επιστροφή στην «πίστη στους ειδικούς» και στην επιστήμη κάνει λόγο ο συγγραφέας του βιβλίου «Ο θάνατος των ειδικών», καθηγητής Τομ Νίκολς στο περιοδικό Politico. Οι πιο αισιόδοξοι αναλυτές θεωρούν πως θα υπάρξει μια υποχώρηση του ατομισμού σε σχέση με τη συλλογική ωφέλεια, υπογραμμίζουν τον προσωρινό (;) θετικό αντίκτυπο της πανδημίας στο περιβάλλον, ενώ αρκετοί θυμίζουν πως μετά τη φονική Ισπανική γρίπη του 1918, σε πολλά κράτη δημιουργήθηκαν εθνικά συστήματα υγείας και αυξήθηκε η κρατική πρόνοια.

Η ζωή έχει μειωθεί στο επίπεδο μιας καθαρά βιολογικής συνθήκης

Το καμπανάκι του κινδύνου ότι βαδίζουμε σε κράτος «εκτάκτου ανάγκης» που πλήττει δυσανάλογα τις ελευθερίες χτύπησε από τους πρώτους, ίσως άκαιρα και υπερβολικά, ο Ιταλός φιλόσοφος Τζόρτζιο Αγκάμπεν, με άρθρο του στην «Ιl Manifesto» στις 26 Φεβρουαρίου.

Πριν αλέκτορα φωνήσαι, η πραγματικότητα τον διέψευσε οικτρά. Τα περιοριστικά μέτρα, που ο ριζοσπάστης διανοητής βάφτισε «εξόφθαλμα ακραία» για κάτι που κατά τη γνώμη του ήταν λίγο πιο σοβαρό από «μια απλή γρίπη», αποδείχτηκαν ανεπαρκή για να αναχαιτίσουν τα χιλιάδες κρούσματα και τις εκατόμβες των νεκρών.

Τον Αγκάμπεν «άδειασαν», κομψά ή λιγότερο κομψά, εχθροί και φίλοι, αριστεροί και δεξιοί. Σκληρότερα όλων ήταν τα φίλια πυρά: «Αν άκουγα τον παλιόφιλο Τζόρτζιο, μάλλον θα ήμουν νεκρός τώρα», του απάντησε ο Γάλλος φιλόσοφος και προσωπικός του φίλος Ζαν-Λικ Νανσί, επιπλήττοντάς τον ότι υποβαθμίζει τον κίνδυνο της πανδημίας, θυμίζοντας ότι και στο παρελθόν τού είχε δώσει λανθασμένη συμβουλή για την υγεία του.

Ωστόσο η γκάφα του Αγκάμπεν δεν πρέπει να μας κάνει να πετάμε το μωρό -τον πυρήνα της θεωρίας του για την «κατάσταση εξαίρεσης»- μαζί με τα απόνερα της σκάφης – τη λανθασμένη εκτίμηση της συγκυρίας. Ο Αγκάμπεν επανήλθε αρθρογραφώντας στο προσωπικό του μπλογκ στον εκδοτικό οίκο quodlibet.it και δίνοντας διευκρινίσεις.

Σε πρόσφατη συνέντευξή του στη Le Monde δικαιολογήθηκε λέγοντας ότι «δεν είμαι γιατρός, ούτε λοιμωξιολόγος» και ότι δεν τον ενδιαφέρει να μπει στα χωράφια των επιστημόνων. «Αυτό που με ενδιαφέρει είναι οι εξαιρετικά σοβαρές ηθικές και πολιτικές επιπτώσεις που προκύπτουν», επέμεινε και υπεραμύνθηκε της βασικής του θέσης: «Αυτό που η επιδημία δείχνει ξεκάθαρα είναι ότι η κατάσταση εξαίρεσης, στην οποία οι κυβερνήσεις για πολύ καιρό μάς έχουν συνηθίσει, έχει γίνει η κανονική συνθήκη.

Οι άνθρωποι έχουν τόσο πολύ εξοικειωθεί να ζουν σε μια κατάσταση μόνιμης κρίσης, που δεν φαίνεται να αντιλαμβάνονται ότι η ζωή τους έχει μειωθεί στο επίπεδο μιας καθαρά βιολογικής συνθήκης και ότι έχει χάσει όχι μόνο την πολιτική της διάσταση, αλλά και οποιαδήποτε ανθρώπινη διάσταση. Μια κοινωνία, η οποία ζει σε μια μόνιμη κατάσταση έκτακτης ανάγκης, δεν μπορεί να αποτελεί μια ελεύθερη κοινωνία».

Το «Μένουμε σπίτι» δεν σημαίνει «Μένουμε δούλοι». Για να το πετύχουμε δεν χρειάζεται να καταφεύγουμε σε θεωρίες συνωμοσίας ούτε να αμφισβητούμε τα επιστημονικά μέτρα προφύλαξης από έναν πολύ υπαρκτό κίνδυνο. Αρκεί να είμαστε σε κριτική επαγρύπνηση.

«Πρέπει να κρατάμε τις κυβερνήσεις υπόλογες. Πρέπει να έχουμε γερή μνήμη»

Η Τζένιφερ Κουκ είναι ακαδημαϊκός, ποιήτρια και επίκουρη καθηγήτρια Λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο του Λάφμπορο του Λονδίνου. Η διδακτορική της έρευνα «The legacies of plague» («Oι κληρονομιές της Πανούκλας»), για τις πολιτιστικές αναπαραστάσεις των επιδημιών διαχρονικά, κυκλοφόρησε το 2009 από τις εκδόσεις Palgrave-Macmillan. Μιλάει στην «Εφ.Συν.» για τις ομοιότητες και τις διαφορές όσων ζούμε σήμερα με τους ιστορικούς «χρόνους της πανούκλας» και επιδημίες του πρόσφατου παρελθόντος.

• Στο βιβλίο σας γράφετε για το μεγάλο ξέσπασμα βουβωνικής πανώλης στην Ευρώπη το 1665. Υπάρχουν παραλληλισμοί με όσα συμβαίνουν σήμερα;

Υπάρχουν. Οπως τότε, έτσι και εμείς σήμερα δεν έχουμε θεραπεία για τον Covid-19. Oπως η πανούκλα τότε, έτσι και ο Covid-19 έχει υψηλή μεταδοτικότητα και μπορεί να αποβεί μοιραίος. Παρομοίως στο παρελθόν έχουν χρησιμοποιηθεί μέτρα καραντίνας για να ελεγχθούν επιδημίες. Δελτία Θνησιμότητας τοιχοκολλούνταν τακτικά και ο κόσμος παρακολουθούσε την πορεία της ασθένειας με εβδομαδιαία καταμέτρηση θανάτων, όπως σήμερα παρακολουθούμε καθημερινά τον αριθμό των κρουσμάτων και των νεκρών.

Συμβούλευαν τον κόσμο να αποθηκεύει προμήθειες σπίτι του και πρόσφατα είδαμε αντίστοιχες πρακτικές, που άδειασαν τα ράφια των σούπερ μάρκετ. Υπάρχουν όμως και πολλές διαφορές: σήμερα έχουμε πολύ μεγαλύτερες ιατρικές γνώσεις, ελπίζουμε στην εύρεση εμβολίου και νοσηλεύουμε τα σοβαρά κρούσματα με αναπνευστήρες. Επιπλέον, οι κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο λαμβάνουν περισσότερα μέτρα για τους πολίτες, σε επίπεδο οικονομικής βοήθειας, από ό,τι είχε γίνει σε περιόδους επιδημιών στο παρελθόν.

• Στην Ευρώπη αναπτύσσεται έντονος διάλογος για το κατά πόσο τα περιοριστικά μέτρα που λαμβάνονται στο όνομα της καταπολέμησης της πανδημίας μπορεί να οδηγήσουν σε νέες μορφές κρατικού ολοκληρωτισμού και επιτήρησης. Συμμερίζεστε τέτοιους φόβους; Συνέβη κάτι αντίστοιχο στο παρελθόν;

Η καραντίνα της πανώλης ήταν αυστηρή και κουβαλούσε στίγμα: τα νοικοκυριά που είχαν χτυπηθεί από τη νόσο είχαν έναν σταυρό ζωγραφισμένο στις πόρτες τους, οι άνθρωποι παρακολουθούνταν και οι μολύνσεις τους καταγράφονταν.

Βλέπουμε παρόμοια μέτρα σήμερα, με την αστυνομία να αναλαμβάνει επιπλέον εξουσίες, νομοθετήματα ανάγκης που επισφραγίζουν τον έκτακτο κρατικό έλεγχο πάνω στις ζωές μας, σε κάποιες χώρες βλέπουμε ήδη τον στρατό στους δρόμους. Αυτά τα μέτρα δεν είναι καθόλου ασυνήθιστα κατά τη διάρκεια επιδημιών. Ωστόσο, πρέπει να είμαστε όλοι σε επαγρύπνηση.

Οταν εκχωρούνται πολιτικές ελευθερίες, μπορεί να χρειαστεί μεγάλος δρόμος να ξανακερδηθούν. Πρέπει να θεωρούμε τις κυβερνήσεις υπόλογες αν δεν επαναφέρουν αμέσως όλα μας τα δικαιώματα και αν δεν απεκδυθούν τις πρόσφατες υπερ-εξουσίες που χάρισαν στον εαυτό τους και στην αστυνομία όταν ο ιός τεθεί υπό έλεγχο. Πρέπει να έχουμε γερή μνήμη.

Η πιο επικίνδυνη είναι η ψηφιακή παρακολούθηση. Στη Μεγάλη Βρετανία αναπτύσσεται μια νέα ψηφιακή εφαρμογή που μπορεί να «ιχνηλατήσει» τους φορείς του ιού κι όσους έχουν έρθει σε επαφή μαζί τους. Αυτό από την άποψη της δημόσιας υγείας μπορεί να αποδειχθεί εξαιρετικά αποτελεσματικό, είναι όμως πάρα πολύ επίφοβο όσον αφορά την πρόσβαση σε ιατρικά δεδομένα, τη γεωγραφική παρακολούθηση και, εν δυνάμει, τη στοχοποίηση των πιο ευάλωτων.

• Ποιες ήταν οι πιο συνηθισμένες επιπτώσεις μεγάλων επιδημιών στο παρελθόν;

Στην Κίνα έχουν γεμίσει με ζωάκια που τα εγκαταλείπουν οι ιδιοκτήτες τους. Σε όλο τον κόσμο, καθώς οι γυναίκες κλείνονται σπίτι με συντρόφους που τις κακοποιούν, η ενδο-οικογενειακή βία έχει εκτοξευτεί. Στη Μεγάλη Βρετανία οι νοσηλεύτριες και νοσηλευτές του Eθνικού Συστήματος Υγείας δέχονται κακοποίηση από κόσμο που φοβάται ότι θα μεταφέρουν τον ιό από τον χώρο εργασίας τους στην κοινότητα.

Αντίστοιχη δυσπιστία προς τους υγειονομικούς, που τους θεωρούσαν ξενιστές του ιού, είχε διαπιστωθεί και στο Κονγκό κατά τη διάρκεια της επιδημίας του Εμπολα. Ο κόσμος αντιδρά στις επιδημίες και στα μέτρα που φέρνουν με ένα ποικίλο φάσμα συμπεριφορών, από την απόγνωση μέχρι τα βακχικά όργια.

• Σε πρόσφατο άρθρο σας αναφέρεστε και σε θετικές αντιδράσεις, όπως η ευγένεια μεταξύ μας, η ενδυνάμωση των κοινοτικών δικτύων, πρωτοβουλίες αλληλεγγύης.

Βλέπουμε τις πρωτοβουλίες κοινωνικής αλληλεγγύης να ανθούν. Στο Ανατολικό Λονδίνο, όπου ζω, λειτουργούν ομάδες στο WhatsApp και στο Facebook όπου μπορείς να απευθυνθείς για βοήθεια. Μέχρι τώρα δεν έχω δει ούτε ένα αίτημα να μένει αναπάντητο.

Τοπικά δίκτυα φροντίζουν ευπαθή άτομα ή όσους είναι σε αυτοπεριορισμό. Μαθαίνουμε για μικρές ιστορίες καλοσύνης, όπως για τον άνθρωπο που άφηνε κουτιά με προμήθειες στις οροφές των αυτοκινήτων στο πάρκινγκ του τοπικού νοσοκομείου, για τους εργαζόμενους εκεί. Πολλές επιχειρήσεις προσφέρουν δωρεάν υπηρεσίες ή εκπτώσεις σε υγειονομικούς. Η πρόκληση για το μέλλον είναι να κρατήσουμε τους κοινοτικούς δεσμούς ζωντανούς κι όταν επιστρέψουμε στην καθημερινότητα να θυμόμαστε να φροντίζουμε τα ευάλωτα μέλη στις κοινότητές μας.

• Είναι όντως το «τέλος του κόσμου όπως τον ξέρουμε»;

Οι επιδημίες ευνοούν τα αποκαλυπτικά και μετα-αποκαλυπτικά οράματα. Αυτό συμβαίνει εν μέρει επειδή η εικόνα της πανδημίας είναι από μόνη της πολύ δυνατή αισθητικά: άδειοι δρόμοι, στόλοι περιπολικών και ασθενοφόρων, μεγάλα συνεδριακά κέντρα που μετατρέπονται σε νοσοκομεία, πρόχειρα νεκροτομεία και ψυγεία για τα πτώματα, ειδικές στολές προστασίας, στρατός και αστυνομία σε κάθε γωνία. Αλλά δεν νομίζω ότι έρχεται το τέλος του κόσμου όπως τον ξέρουμε.

Οι πανδημίες έχουν έρθει και έχουν φύγει ξανά στο παρελθόν, και ο κόσμος τις ξεπέρασε. Ομως είναι ξεκάθαρο ότι αυτό που έχει αποτύχει είναι τα σημερινά συστήματα διακυβέρνησης.

Δεν κατάφεραν ποτέ στο παρελθόν ούτε να προστατεύσουν τους πιο ευάλωτους, ούτε να πληρώνουν τους ανθρώπους αξιοπρεπή μισθό για τη δουλειά που κάνουν, ούτε να επενδύσουν σε ένα θωρακισμένο σύστημα υγείας, ούτε να χρηματοδοτήσουν επαρκώς την κοινωνική πρόνοια. Αυτό που μετράει ως «πολύτιμη» εργασία αναθεωρείται πολύ έντονα σε μια επιδημία. Αυτό δεν πρέπει να το ξεχνάμε.

Είναι καιρός να επαναξιολογήσουμε τι είναι σημαντικό – και ως προσωπικότητες και ως κοινωνία. Αξίζει να τα σκεφτούμε όλα αυτά τώρα, πριν γίνουν ορατές σε όλη τους την έκταση οι χρηματοπιστωτικές επιπτώσεις όσων έχουν συμβεί στην οικονομία. Επειδή δανειζόμαστε χρήματα από το μέλλον για να καλύψουμε τα τωρινά μέτρα, πρέπει να σκεφτούμε πολύ προσεκτικά πώς θα εξισορροπηθεί αυτός ο λογαριασμός και ποιοι είναι ηθικά σωστό να επωμιστούν το περισσότερο βάρος.

Τα μέτρα λιτότητας που επιβλήθηκαν σε όλη την Ευρώπη, ως απάντηση στη χρηματοπιστωτική κρίση του 2007-2008, έπληξαν πιο σκληρά από όλους τούς πιο φτωχούς. Αυτό δεν πρέπει να επιτρέψουμε να συμβεί ξανά, στον αντίκτυπο του Covid-19. Πρέπει να σκεφτούμε πώς οργανώνουμε τις κοινωνίες μας, πώς πληρώνουμε συλλογικά για τις πραγματικές μας ανάγκες, πώς μπορούμε να καταπολεμήσουμε τη φτώχεια και να υπερασπιζόμαστε τους πιο ευάλωτους, πώς διανέμουμε τον πλούτο και τα αγαθά.