Ειδήσεις των τελευταίων ημερών. Μετά από εξαντλητικές βάρδιες, νεκρός από εργατικό ατύχημα ο Έλληνας εργάτης Δημήτρης Δαγκλής στο λιμάνι του Πειραιά. Νεκρός σε τροχαίο στην Καλλιθέα την ώρα που δούλευε ως ντελιβεράς ο δεκαοχτάχρονος ανασφάλιστος Πακιστανός Ανέες Μιρ. Συνελήφη στη Νιγηρία εικοσιεξάχρονος που εξαιτίας της ακραίας φτώχειας του δημοπρατούσε τον εαυτό του ζητώντας να πουληθεί ως σκλάβος.
Το «Παιχνίδι του Καλαμαριού» είναι ένα ριάλιτι όχι για τα μεγάλα πλήθη των τηλεθεατών, αλλά ένα μυστικό ριάλιτι για τους εξαιρετικά ολίγους, ένα μυστικό ριάλιτι για την τέρψη, τον στοιχηματισμό και την καταπολέμηση της αναπόφευκτης ανίας που φέρνει η έλλειψη οποιουδήποτε άγχους για την επιβίωση του 1%, της ελίτ των υπερπρονομιούχων, υπερπλουσίων του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού. Κι αφού δεν έχουν άγχος για τη δική τους επιβίωση, αγοράζουν έξαψη παρακολουθώντας το παιχνίδι της επιβίωσης των απόκληρων και των νεοαπόκληρων της κοινωνίας, σε ένα ριάλιτι ζωής και θανάτου, ποντάροντας πάνω τους σαν να ήταν άλογα ή σκύλοι.
Κάθε χρόνο εκατοντάδες άνθρωποι που δεν είχαν ποτέ ή δεν έχουν πια στον ήλιο μοίρα, θα διαγωνιστούν σε έξι παιχνίδια – παραλλαγές παλιών παιδικών παιχνιδιών, με τη διαφορά ότι το τίμημα για τους χαμένους είναι η εκτέλεση και ο θάνατος. Εδώ οι παίκτες δεν αποβάλλονται από το παιχνίδι, εδώ οι παίκτες αποβάλλονται από τη ζωή.
Το δεύτερο από τα εννέα επεισόδια της υπερεπιτυχημένης σειράς του Netflix τιτλοφορείται «Κόλαση». Δεν μιλά για τη ζωή των παικτών μέσα στο παιχνίδι, μιλά για τη ζωή τους έξω απ’ αυτό. Και αν κάπου πρέπει να εστιάσουμε την προσοχή μας είναι ακριβώς εδώ: στην ελεύθερη επιλογή. Μέχρι το πρώτο παιχνίδι μπορεί κανείς πολύ βάσιμα να ισχυριστεί ότι οι παίκτες έχουν εξαπατηθεί. Υπάρχει απόκρυψη θεμελιωδών δεδομένων του παιχνιδιού, απόκρυψη ότι σε αυτό το παιχνίδι αν χάσεις, χάνεις και τη ζωή σου.
Η φρίκη του πρώτου παιχνιδιού (κι είναι μια σκηνή ανθολογίας η σκηνή με μουσική υπόκρουση το “Fly me to the Moon”) είναι πιο παραδοσιακή, πιο μονοσήμαντη: δεν ήξεραν τι ακριβώς θα αντιμετωπίσουν, βιώνουν απρόβλεπτη συνθήκη κτηνωδίας. Αλλά από εκεί και ύστερα ξέρουν. Κι από εκεί και ύστερα επιλέγουν. Και ζορίζονται πάρα πολύ να επιλέξουν. Έχει προηγηθεί μια μαζική σφαγή και ζορίζονται να επιλέξουν. Κι όταν επιλέγουν, επιστρέφουν στην κόλαση. Που είναι ο κόσμος έξω. Και επιλέγουν να ξαναγυρίσουν στο παιχνίδι. Ελεύθερα. Μήπως και κερδίσουν τα πάρα πολλά λεφτά. Στο παιχνίδι βλέπουν τουλάχιστον μια ευκαιρία να ξελασπώσουν, οσοδήποτε μακρινή.
Τι καθιστά μια επιλογή ελεύθερη; Ποια είναι τα συστατικά αυτής της ελευθερίας; Πού αρχίζει και πού τελειώνει η ελευθερία σου όταν όλες οι επιλογές σου είναι ασφυκτικές; Η συστημική, οικονομική βία που καθιστά μια επιλογή όχι ελεύθερη, ένας κόσμος κανονικοποιημένος, θεσμοθετημένος, δημοκρατικός, ελεύθερος, νεοφιλελεύθερος, καπιταλιστικός, η κόλαση είναι έξω, στη Νότια Κορέα του τεράστιου ιδιωτικού χρέους και των τοκογλύφων περισσότερο από εμάς, δεν ξέρω τι μηχανισμοί άμυνας ενεργοποιούνται για να νιώθουμε πάντα ότι αυτά συμβαίνουν κάπου αλλού, ότι δεν αφορούν το δικό μας εδώ και τώρα, ότι η Νότια Κορέα και η Νιγηρία απέχουν πάρα πολύ από τον Πειραιά και την Καλλιθέα.
Έχουν επισημανθεί ομοιότητες στη θεματική του «Παιχνίδι του Καλαμαριού» με ταινίες όπως το “Βattle Royale” ή τα “Hunger Games”. Θα ρίξω μερικά πολύ πιο βαριά ονόματα στο τραπέζι, χωρίς να προβαίνω σε άλλου τύπου συγκρίσεις, χωρίς να παραγνωρίζω ότι στο «Καλαμάρι» και σεναριακά απιθανότητες που είναι πολύ δύσκολο να τις χωνέψεις υπάρχουν και χαρακτήρες που λειτουργούν σαν ενοχλητικές καρικατούρες υπάρχουν και γενικότερα δεν μπορείς να το πεις διακριτικό και υπαινικτικό, αλλά αβανταδόρικα εντυπωσιακό. Ε και; Έχει ταυτόχρονα και μια πρωτογενή θα έλεγε κανείς δύναμη, αναντίρρητα σαρωτική, χωρίς την οποία δεν θα είχε κάνει το μπαμ που έκανε. Και κυρίως, όλη η σαρωτική του δύναμη, στοχεύει κάπου, δείχνει κάπου και δεν ξέρω σε τι εξυπηρετεί να το προσπερνάμε αυτο με σηκωμένο φρύδι, επειδή η στόχευση γίνεται με όρους ποπ κουλτούρας.
Για να έρθουμε λοιπόν στα πιο βαριά ονόματα, η επιστροφή στην παιδική ηλικία, την ανεμελιά της και την αθωότητά της ως ανάμνηση και κεντρί που μένει πιο ζωντανό απ’ όλα, φέρνει στο μυαλό το Rosebud του «Πολίτη Κέιν», όσο κι αν εδώ έχουμε να κάνουμε με τη διαστροφή της μετατροπής των παιδικών αθώων μνημών σε αιματοβαμμένα πεδία. Μάλλον δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι η πιο αιχμηρή κριτική στον υπαρκτό καπιταλισμό τα τελευταία χρόνια ήρθε πάλι απ’ τη Νότια Κορέα και τα αριστουργηματικά «Παράσιτα», ενώ το επίσης σπουδαίο «Σκοτώνουν τα Άλογα Όταν Γεράσουν» που μιλούσε για παλιότερες εποχές του υπαρκτού καπιταλισμού έχει πολλές αναλογίες με την κεντρική ιδέα του «Καλαμαριού».
Και για να πω και κάτι πολύ πιο ακραίο -και τηρουμένων πάντα όλων των αισθητικών και καλλιτεχνικών αναλογιών- όπως το “Salo” μιλά για τον φασισμό εικονοποιώντας την απανθρωποποίηση που επιβάλλει, έτσι και το «Παιχνίδι του Καλαμαριού», μιλά για τον υπαρκτό καπιταλισμό εικονοποιώντας την απανθρωποποίηση που επιβάλλει. Κι αν στο “Salo” το σώμα ήταν πεδίο εξουσίας και διαστροφής, εδώ το σώμα είναι εμπορεύσιμο προϊόν και κιβωτός οργάνων. Αν για τον φασισμό το σώμα σου και η ψυχή σου έπρεπε να τσακιστούν για να επιβάλει πάνω τους την εξουσία ο φασίστας, για τον υπαρκτό καπιταλισμό το σώμα σου έχει την αξία που έχει ανάλογα με το που βρίσκεσαι στην τροφική αλυσίδα, ανάλογα με το ποια είναι η οικονομική σου δύναμη: όσο πιο μικρή είναι, τόσο περισσότερο φτηναίνει η αξία της ζωής σου.
Και πέραν του καπιταλισμού ως συστήματος, πέραν της κοινωνικής, κρατικής και οικονομικής οργάνωσης που είναι σαφώς πρωταρχικής σημασίας, θα υπάρχει πάντα και το ζήτημα της προσωπικής στάσης του καθενός μας απέναντι στην αδυναμία του άλλου, το πώς παίζουμε το παιχνίδι ζωής και θανάτου καθημερινά και χωρίς τύψεις, αποδεχόμενοι ως φυσικές τις ανισότητες και τις βάναυσες συνέπειές τους. Σε καίριο σημείο της σειράς μπαίνει το ερώτημα αν θα ζητήσει κανείς βοήθεια για έναν άνθρωπο που είναι σωριασμένος στον δρόμο. Βγαίνω προχθές από το σούπερ μάρκετ και ένας άλλος άνθρωπος μου ζητάει σχεδόν επιτακτικά να του δώσω βοήθεια. Δεν του δίνω τίποτα. Ασκώ μια εξουσία επάνω του για την οποία δεν μου φταίει εκείνη την ώρα κανένας καπιταλισμός.
Old Boy
Πηγή: elculture