Macro

Γυναικοκτονία: Η λέξη που φοβάται η Alt Right

Μία μέρα μετά τη δημοσιοποίηση της γυναικοκτονίας στη Φολέγανδρο, ο Κωνσταντίνος Μπογδάνος αποφάσισε ότι είχε έρθει η στιγμή να σπάσει ξανά τη σιωπή του και να χαρίσει μια ακόμα βαρυσήμαντη παρέμβαση στον δημόσιο διάλογο. Μέσω του λογαριασμού του στο Τwitter λοιπόν, αποφάνθηκε ότι επειδή ο δράστης στη Φολέγανδρο «ήταν αναρχικός», οι αντιδράσεις των «συντρόφων» ήταν «υποτονικές» και η χρήση της λέξης «γυναικοκτονία» γινόταν «με φειδώ στο αριστερό timeline».

Το γεγονός που κατήγγειλε, βέβαια ο πολυπράγμων βουλευτής Αθήνας υπήρχε κυρίως στο κεφάλι του ή κινούνταν στη σφαίρα της υποσυνείδητης επιθυμίας. Στην πραγματικότητα, η δολοφονία της 26χρονης Γαρουφαλλιάς από τον σύντροφό της Δημήτρη Βέργο ήταν, όπως και οι υπόλοιπες γυναικοκτονίες και τα περιστατικά κακοποίησης γυναικών σαν αυτό της Ηλιούπολης, πρώτο trend στο Τwitter για μεγάλο χρονικό διάστημα. Το αποτέλεσμα ήταν ο γαλάζιος πολιτευτής να γίνει στόχος αρκετών ειρωνικών σχολίων.

Ωστόσο, ανάμεσα στα βέλη που δέχτηκε ο Μπογδάνος, ένα έμοιαζε ξεχωριστό. Δεν προερχόταν από το στρώμα αυτών που αποκαλούσε ειρωνικά «συντρόφους», αλλά από την παράταξή του, ήταν από γυναίκα και -το χειρότερο από όλα για τον ίδιο- του την έβγαινε από τα δεξιά: «Αναρχικός ο δράστης της δολοφονίας στη Φολέγανδρο. Οι αριστεροί εξαφανισμένοι αλλά κάποιοι δικοί μας επάξια πήραν τον ρόλο τους βαφτίζοντας γυναικοκτονία μια στυγερή ανθρωποκτονία. Μιλούν για τις γυναίκες σαν να είναι ξεχωριστή, κατώτερη κατηγορία ανθρώπων. Απογοήτευση». Η γνωστή από ανάλογες παρεμβάσεις της ενάντια στη γυναικεία τριχοφυΐα και την κυτταρίτιδα πολιτεύτρια της Νέας Δημοκρατίας Αφροδίτη Λατινοπούλου δεν συγχώρεσε στον ομοϊδεάτη της την προδοσία της χρήσης μιας έννοιας που, κατά τη γνώμη της, θα έπρεπε να τη χρησιμοποιούν μόνο αξύριστες και άπλυτοι.

Κόκκινο πανί για το νεο-συντηρητικό ρεύμα

Η αλήθεια είναι ότι, υπό κανονικές συνθήκες, ο όρος γυναικοκτονία αποτελεί κόκκινο πανί σε όλον τον κόσμο για όλους τους εκπροσώπους της Alt Right, άνδρες και γυναίκες. Άλλοτε με την πρόφαση ότι ο όρος αυτός είναι «μειωτικός» για τη γυναίκα, γιατί τάχα δεν την αναγνωρίζει ως άνθρωπο (sic) εφόσον δεν αναγνωρίζει ως ανθρωποκτονία τον φόνο της, άλλοτε γιατί -με μεγαλύτερη ειλικρίνεια- αμφισβητούν συνολικά την ύπαρξη οποιασδήποτε πατριαρχικής δομής στις ανθρώπινες κοινωνίες, θεωρούν ότι η χρήση του εντάσσεται σε μια από τις κορυφαίες φιλελεύθερες συνωμοσίες, αυτή της «αλλαγής της γλώσσας». Σε αυτό το πλαίσιο, η αντίδραση στην απόπειρα μετασχηματισμού του λόγου βρίσκει έδαφος σε όλο το πλέγμα του νέο-συντηρητικού ρεύματος, κυρίως στις ΗΠΑ, όπου δραστηριοποιούνται και γυναικείες… αντιφεμινιστικές οργανώσεις όπως η Women Against Feminism.

Στην Ελλάδα, ο όρος γυναικοκτονία άρχισε να γίνεται ευρύτερα γνωστός τα τελευταία χρόνια, ιδίως καθώς μια σειρά από τέτοιες δολοφονίες άρχισαν να προσελκύουν το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης, αλλά και την ιδιαίτερη δράση των γυναικείων και φεμινιστικών οργανώσεων. Από τη στυγερή δολοφονία -που ακολούθησε τον βιασμό- της Ελένης Τοπαλούδη στη Ρόδο μέχρι τη δολοφονία της Γαρουφαλλιάς στη Φολέγανδρο, περνώντας από τις δολοφονίες της Σούζαν Ίτον στα Χανιά, της Κωνσταντίνας Τσάπα από τον πρώην άντρα της στη Μακρυνίτσα, της Καρολάιν Κράουτς από τον άνδρα της στα Γλυκά Νερά, δεν μπορούμε με βεβαιότητα να πούμε αν ο αριθμός των γυναικών που δολοφονούνται λόγω του φύλου τους από άνδρες (κατά κανόνα πρώην ή νυν συντρόφους τους) έχει πραγματικά αυξηθεί ή αυτό που έχει αυξηθεί είναι η αντίδραση σε αυτού του τύπου τους φόνους από φεμινιστικές και γυναικείες οργανώσεις και η αναγνώρισή τους ως αυτό που είναι: γυναικοκτονίες.

Το μυστικό τραύμα

Ο σκεπτικισμός για την έννοια δεν αγγίζει μόνο την Alt Right. Και ένα συντηρητικό τμήμα της Αριστεράς δυσκολεύεται να κατανοήσει τη σημασία της λέξης, η οποία ωστόσο υπάρχει στο φεμινιστικό -αρχικά- λεξιλόγιο από αρκετά παλιά, από το 1976, όταν την εισήγαγε η Νοτιο-αφρικανή φεμινίστρια Νταϊάνα Ράσελ, η οποία έφυγε από τη ζωή ακριβώς πριν έναν χρόνο, συγγραφέας του βιβλίου «Το μυστικό τραύμα», που μιλά ακριβώς για τη βία εναντίον των γυναικών. Η Ράσελ ορίζει τη γυναικοκτονία ως τον «φόνο μιας γυναίκας από έναν άνδρα, επειδή είναι γυναίκα» – κάτι το οποίο απαντά σε όσους αναρωτιούνται γιατί να υπάρξει ένας ειδικός όρος, διαφορετικός από την ανθρωποκτονία. Τα στοιχεία παγκόσμια δείχνουν ότι ο όρος κάθε άλλο παρά αναφέρεται σε ένα περιθωριακό φαινόμενο. Από τις γυναίκες που δολοφονούνται σε όλον τον κόσμο, το 58% δολοφονείται από τον νυν ή τον πρώην σύντροφό της ή κάποιο άτομο του στενού οικογενειακού της κύκλου για λόγους «τιμής» που σχετίζονται με το φύλο της. Τέτοιοι φόνοι συμβαίνουν, σύμφωνα με στοιχεία που επιβεβαιώνονται από διεθνείς οργανισμούς, κατά μέσο όρο 137 τη μέρα, σε όλον τον κόσμο.

Ο όρος έχει γενικευτεί πλέον, από κοινωνιολογική σκοπιά, από τους περισσότερους διεθνείς οργανισμούς, ανάμεσά τους και τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας. Όχι όμως νομικά. Η έννοια της γυναικοκτονίας αναγνωρίζεται ως ξεχωριστό ποινικά είδος ανθρωποκτονίας σε λίγους ποινικούς κώδικες. Αυτή είναι μια μάχη που δίνουν οι γυναικείες οργανώσεις, στην Ελλάδα, την Ευρώπη και όλον τον κόσμο, σήμερα. Ιδιαίτερα στην Ελλάδα, όπου ούτε ο αντιρατσιστικός νόμος αφήνει ανοιχτή τη δυνατότητα να καταγραφεί η γυναικοκτονία ως έγκλημα με ρατσιστικό κίνητρο, τα «εγκλήματα πάθους» κατέληγαν συχνά στα δικαστήρια με την απόδοση ελαφρυντικών στον δολοφόνο.

Ίσως γιατί, παρά την περί του αντιθέτου θορυβώδη φλυαρία, η αντίληψη ότι το «πάθος» και η «τιμή» αποτελούν τους πιο «ευγενικούς» λόγους για να σκοτώσει κανείς μοιάζει να αντέχει ακόμα σε μεγάλα τμήματα της ελληνικής κοινωνίας, που παραμένει πολύ πιο πατριαρχική από όσο νομίζει.

Γιάννης Ανδρουλιδάκης

Πηγή: Η Αυγή