Ο επαπειλούμενος εμπορικός πόλεμος εκ μέρους των ΗΠΑ είναι μέρος μιας πιο σύνθετης στρατηγικής, στο φόντο της πολλαπλής κρίσης (πολυκρίσης). Είναι αφελές να υποτιμήσουμε τη στρατηγική όσο και να αξιολογήσουμε τις πολιτικές αποσπασματικά. Η επέλαση της κυβέρνησης Τραμπ στη διεθνή σκηνή δεν περιορίζεται στη δασμολογική πολιτική. Έχουν προηγηθεί ή εξελίσσονται παράλληλα άλλα επεισόδια προβολής ισχύος σε ένα επαναλαμβανόμενο παίγνιο –κυρίως– σημάτων, όπως στο μέτωπο της Ουκρανίας, της Μέσης Ανατολής, του κλίματος, της ναυτιλίας (Γροιλανδία, διώρυγα Παναμά, ΙΜΟ), στον ΠΟΥ, στον ΠΟΕ, στον ΟΗΕ.
Στο πεδίο του εμπορίου, διαγράφεται μετά από εξαγγελίες μία στρατηγική απομόνωσης της Κίνας, καθώς στους γείτονές της στην Ασία και στον υπόλοιπο κόσμο προσφέρεται ένα παράθυρο ευκαιρίας για χαμηλότερους δασμούς από τις ΗΠΑ. Στην Ευρώπη, μετά το πλήγμα από τις επιλογές της κυβέρνησης Μπάιντεν στην Ουκρανία, που είχαν αποτέλεσμα την ενεργειακή εξάρτηση από το ακριβότερο αμερικανικό φυσικό αέριο και τη στροφή στην οικονομία του πολέμου, το παιχνίδι κλιμακώνεται στο πλαίσιο της συμμαχίας, όπου η αύξηση των αμυντικών δαπανών θα πρέπει να οδηγήσει και σε περισσότερες εξαγωγές και τεχνολογική εξάρτηση από τις ΗΠΑ. Όσο η Ευρωπαϊκή Ένωση παραμένει κατακερματισμένη και διασπασμένη, θα δυσκολεύεται να απαντήσει αποτελεσματικά, οδηγώντας σε κλιμάκωση της πολιτικής κρίσης και άνοδο της φιλικής στον Τραμπ (και στον Πούτιν) Ακροδεξιάς.
Το παιχνίδι διεξάγεται και στο εσωτερικό των ΗΠΑ. Η κλιμάκωση των δασμών θα σημάνει αύξηση τιμών, μείωση αγοραστικής δύναμης, αύξηση της αβεβαιότητας, στασιμότητα στις επενδύσεις, αύξηση ανεργίας. Ο Τραμπ ήδη επενδύει στον εύκολο στόχο των μεταναστών, κυρίως των Λατινοαμερικάνων, μαζί με την επίθεση στις πιο προοδευτικές (με τα αμερικάνικα δεδομένα) κυβερνήσεις Καναδά και Μεξικού. Με συντονισμένη επίθεση στην επιστήμη, στα πανεπιστήμια και στα ερευνητικά κέντρα, στις συνταγματικές αρχές του πολιτεύματος.
Όμως, ποιος είναι ο πραγματικός στόχος της πολιτικής του Τραμπ στη διεθνή οικονομία; Ακόμη και αν επέστρεφε η μεταποίηση στις ΗΠΑ, οι επενδύσεις θα υλοποιούνταν μετά από δύο τουλάχιστον χρόνια, σε ένα περιβάλλον που λείπουν οι σχετικές ικανότητες για σχεδιασμό και λειτουργία μονάδων. Ακόμη και τότε όμως, το επίπεδο αυτοματοποίησης θα είναι τέτοιο που το αποτύπωμα στην απασχόληση θα είναι αμελητέο, ενώ το κόστος παραγωγής θα αυξηθεί. Θα πλήττονταν και οι πολυεθνικές που μέσω της εσωτερικής τιμολόγησης αξιοποιούν το διεθνές εμπόριο για μεγιστοποίηση των κερδών και αποφυγή φορολογίας. Το μεγαλύτερο, όμως, κόστος θα είναι η γεωπολιτική απομόνωση των ΗΠΑ.
Μήπως ο στόχος είναι το αντίστροφο; Δηλαδή, μετά την κλιμάκωση της απειλής των δασμών, η αποκλιμάκωση να δράσει ανακουφιστικά τόσο στο εσωτερικό όσο και στις διεθνείς σχέσεις και τις αλυσίδες αξίας; Κρατώντας μόνο την Κίνα στο στόχαστρο, η προσδοκία είναι μάλλον ότι οι άλλες χώρες θα αδράξουν την ευκαιρία να υποκαταστήσουν την Κίνα στη μεταποίηση, με υποχωρήσεις και στα ζητήματα των εργασιακών σχέσεων και των περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Αυτό όμως ήδη γίνεται, καθώς η Κίνα αναβαθμίζεται τεχνολογικά, δίχως τις αντίστοιχες υποχωρήσεις.
Η υπόθεση, με άλλα λόγια, είναι ότι επιδιώκεται η απεμπλοκή (decoupling) όχι μόνο των ΗΠΑ, αλλά και όλου του παγκόσμιου πλέγματος αξίας από την Κίνα. Το ερώτημα είναι αν αυτό θα το κρίνουν συμφέρον και αποδεκτό οι υπόλοιπες χώρες. Αν είναι γεγονός ότι οι ΗΠΑ έχουν κάψει σημαντικό γεωπολιτικό κεφάλαιο εμπιστοσύνης, είναι ερωτηματικό πόσο ακόμη θα θεωρούνται παράγοντας σταθερότητας ή αβεβαιότητας.
Από την άλλη, καθώς η κινεζική οικονομία ωριμάζει και τεχνολογικά, αποτελεί για όλους μία πιο ελκυστική αγορά και εταίρο. Ιδίως αν ληφθεί υπόψη το δημογραφικό προφίλ της και οι επενδύσεις στις υποδομές. Ήδη, τα δείγματα στο πεδίο της «Βιομηχανίας 5.0» δείχνουν ότι οι φραγμοί που τέθηκαν μέσω των εμπάργκο επέδρασαν μάλλον ευεργετικά, ως ώθηση για την αναζήτηση λύσεων που θα υπερβαίνουν τους περιορισμούς, ίσως και του τεχνολογικού παραδείγματος (π.χ. επιταχύνοντας εξελίξεις στην κβαντική υπολογιστική). Μήπως είναι πολύ αργά για τις ΗΠΑ και τη Δύση συνολικά να αποτρέψουν τον ασιατικό αιώνα, στην εποχή της έκτης βιομηχανικής επανάστασης (κύκλου Kondratiev); Θα θεωρηθεί η Κίνα και πιο αξιόπιστη, συνεπής συνομιλήτρια;