Η δομική κρίση επιταχύνεται από τις εξελίξεις στη Βιομηχανία 5.0 (νέα version), με την τεχνητή νοημοσύνη στο επίκεντρο των ανταγωνιστικών πλατφορμών. Καθώς το νέο παράδειγμα θα διαχέεται, η δημιουργική καταστροφή θα επιταχύνεται. Η εύκολη λύση είναι η επίκληση του εξωτερικού εχθρού.
Στην οικονομία, τη γεωπολιτική, την τεχνολογία, τα μέτωπα ανοίγουν κατά συρροή. Κάθιδρες ηγεσίες υπόσχονται μικρές ή μεγάλες νίκες, ενώ η εκφώνηση των διαδοχικών εκδοχών των σχεδιασμών προδίδει την ανεπάρκειά τους απέναντι στην πολυδιάστατη δομική κρίση. Θα ήταν δε εφιαλτική η απουσία ιστορική μνήμης, ιδίως στην Ευρώπη.
Στο εσωτερικό, η κυβέρνηση επισπεύδει τα ράλι εξοπλισμών. Ένα από τα παραπλανητικά επιχειρήματα είναι ότι για τους εξοπλισμούς υπάρχει δημοσιονομική χαλαρότητα («χώρο» τον ονομάζουν). Στην πραγματικότητα, πρόκειται για επιπλέον χρέος που, όταν «χρειαστεί», θα λειτουργήσει σε βάρος της χώρας.
Αντίθετα με άλλες επενδύσεις, αυτή δεν ενισχύει την αναπτυξιακή προοπτική της χώρας, δεν αποτελεί υποδομή οποιασδήποτε ανάπτυξης. Θα στερήσει πόρους από πραγματικά κοινωνικά παραγωγικές επενδύσεις. Ακόμη χειρότερα, οι δυνατότητες εγχώριας προστιθέμενης αξίας είναι ελάχιστες, χάρη και στην απραξία των τελευταίων ετών (με χαρακτηριστική την εγκατάλειψη της ΕΑΒ).
Τα νέα οπλικά συστήματα είναι πλέον πολύπλοκες πλατφόρμες, με δεσμευτικά τεχνολογικά πρωτόκολλα, που περιορίζουν τις δυνατότητες αυτόνομης αξιοποίησης και βελτίωσης. Απορεί κανείς ποιο θα είναι το πλεονέκτημα απέναντι σε έναν αντίπαλο που αγοράζει από τον ίδιο προμηθευτή, ο οποίος κρατά τα ψηφιακά κλειδιά και των δύο. Ρόλοι, σε ένα υβριδικό video game, με απροσδιόριστο κόστος συνδρομής και συντήρησης.
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η κατακερματισμένη «αμυντική» βιομηχανία κοστίζει υπερβολικά δίχως λόγο. Με πολλαπλά «μοντέλα» για κάθε τύπο όπλου, η βιωσιμότητά της βασίζεται στις εξαγωγές. Όταν όμως σπέρνεις όπλα (και εξορυκτικές επενδύσεις), θερίζεις πρόσφυγες.
Στην παγκόσμια οικονομία, ο ακήρυκτος οικονομικός πόλεμος προσκρούει στην πραγματικότητα της πλανητικής αλληλένδεσης. Οχήματα, ηλεκτρονικά προϊόντα και υπηρεσίες, ακόμη και τρόφιμα, είναι πλέον προϊόντα-πλατφόρμες δικτύων αξίας που χαρακτηρίζονται από συν-ανταγωνιστικές σχέσεις. Το ντόμινο των αλληλεπιδράσεων πολλαπλασιάζει τις συνέπειες, συχνά εκθετικά, επιστρέφοντας στους συμμετέχοντες απροσδόκητες συνέπειες. Οι δασμοί στα οχήματα θα επηρεάσουν την παραγωγή πέρα από σύνορα και, αν και όταν «επαναπατριστούν» γραμμές παραγωγής, θα ανακαλύψουν ότι θα χρειάζονται ελάχιστους εργαζόμενους, με μεγαλύτερο κόστος και μικρότερη αγορά, επιμηκύνοντας την ύφεση. Στα τρόφιμα, οι δασμοί θα πλήξουν τους αδύναμους, στερώντας εισόδημα για την κάλυψη άλλων αναγκών. Δεν θα πτοηθούν από την τιμή της σαμπάνιας στα πάρτι (και τις κηδείες) της Wall Street. Ούτε οι δασμοί θα ακυρώσουν την εποχικότητα της παραγωγής που απαιτεί εισαγωγές από το άλλο ημισφαίριο.
Καθώς οι προσδοκίες θα ακυρώνονται, η δυσαρέσκεια θα διοχετεύεται σε νέους εχθρούς και ο αυταρχισμός θα εντείνεται. Το πολιτικό σύστημα εφησυχάζει απονομιμοποιούμενο, απουσία προφανούς εναλλακτικής. Είμαστε εγκλωβισμένοι σε ένα αναπτυξιακό υπόδειγμα που βασίζεται στη μεγέθυνση και φθάνει σε πολλαπλά όρια – των αντιφάσεων του μοντέλου παραγωγής που καταλήγει στην κρίση υπερσυσσώρευσης και της φέρουσας ικανότητας του πλανήτη.
Η τεχνολογική αλλαγή είναι ρηξικέλευθη και μετασχηματιστική, όχι όμως νομοτελειακά. Είναι πεδίο σύγκρουσης για την κατεύθυνση του νέου παραδείγματος, για το πώς θα λυθούν οι αντιφάσεις του παλιού, εντός των σχέσεων παραγωγής και ως προς τη σχέση οικονομίας-φύσης. Στον πυρήνα της απάντησης μπορούν να είναι νέα παραδείγματα που θα βασίζονται στο διαμοιρασμό και την κυκλικότητα, με θεμέλιο νέες κοινωνικές αξίες. Οι δασμοί στα οχήματα δεν θα λύσουν το πρόβλημα της μετακίνησης και της ρύπανσης στις πόλεις μας. Ούτε οι πόλεμοι για τον έλεγχο των πρώτων υλών.
Θα το λύσουν όμως πλατφόρμες δημόσιων μεταφορών, που θα αξιοποιούν τις νέες τεχνολογίες σε μοντέλα μετακίνησης-ως-υπηρεσία (αντί ΙΧ ως αγαθό), με μικρότερη παραγωγή οχημάτων και χώρων στάθμευσης, λιγότερη ενέργεια από ενεργειακές κοινότητες, λιγότερα κέρδη, μικρότερο χρόνο πλήρους απασχόλησης, αλλά περισσότερο δημόσιο χώρο και ελεύθερο χρόνο – και καλύτερη ζωή.