Macro

Γιώργος Σταμπουλής: Μέτρα οικοδόμησης (μετώπου λαϊκής) εμπιστοσύνης

Πρόσφατα ο Νίκος Ανδρουλάκης υποστήριξε ότι η προεκλογική σύμπραξη κομμάτων μπορεί να οδηγήσει σε εκλογικό αποτέλεσμα μικρότερο του αθροίσματος των αποτελεσμάτων που θα λάμβαναν αν κατέρχονταν σε ξεχωριστά ψηφοδέλτια. Πιθανό, όσο και το αντίθετο. Αδύνατο να αποδειχθεί ποιο είναι το σωστό. Βουλησιαρχική και η μεταφορά παραδειγμάτων από άλλα πεδία και συγκυρίες.

Όμως, δεδομένων και των δημοσκοπικών μετρήσεων –που ήταν σε γνώση του κατά το χρόνο των δηλώσεών του–, καθώς το ΠΑΣΟΚ δεν αναπτύσσει δυναμική πρώτου κόμματος με ποσοστό άνω του 25%, πολύ περισσότερο αυτοδυναμίας, το σενάριο που συνεπάγεται το σκεπτικό του είναι κατανομή εδρών με λογική απλής αναλογικής (ιδίως εφόσον κανένα κόμμα δεν πετυχαίνει άνω του 25%). Είναι αυτό μία έμμεση παραδοχή λάθος στάσης (πολύ περισσότερο εκτίμησης) στο ζήτημα του εκλογικού νόμου; Σε κάθε περίπτωση, το σενάριο αυτοδυναμίας φαίνεται να απομακρύνεται αυτή τη στιγμή. Βέβαια, βλέπουμε και μεθοδικά βήματα προγραμματικού λόγου, που όμως συχνά πατούν σε δύο βάρκες (π.χ. πολιτική στέγης με όρους αγοράς, ιδιωτικά πανεπιστήμια). Θα γίνει ελκυστική η πολιτική δημιουργικής ασάφειας του ΠΑΣΟΚ;

Η ΝΔ από τη μεριά της ελπίζει σε περισσότερα του ενός σενάρια. Οριακή αυτοδυναμία, συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ ή άλλο κεντροδεξιό σχήμα που θα αναδυθεί, ή με ακροδεξιά εφεδρεία. Σε όλα τα σενάρια, το αποτέλεσμα θα οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην αποχή. Ο επικοινωνιακός θόρυβος και η καλλιέργεια γενικευμένης δυσπιστίας στο ζήτημα των Τεμπών έχει και αυτό το στόχο. Το εκλογικό σύστημα –που χαρακτήρισε όλη τη Μεταπολίτευση– δίνει τη δυνατότητα σε μια μερική πλειοψηφία να ελέγχει ουσιαστικά όλες τις εξουσίες (εκτελεστική, νομοθετική, ελεγκτική –επιτροπές και ανεξάρτητες αρχές–, δικαστική, τον Τύπο) και να διαχειρίζεται το κράτος ως λάφυρο. Το γεγονός ότι αυτό έχει οδηγήσει στη διάβρωση και κρίση νομιμοποίησης όλων των θεσμών δεν την απασχολεί ιδιαίτερα.

Έλλειμμα εμπιστοσύνης

Το πρόβλημα των ηγεσιών των κομμάτων της (κεντρο)Αριστεράς δεν περιορίζεται στην αμοιβαία δυσπιστία. Και το στενό εκλογικό ακροατήριο τους έχει αρνητικά αντανακλαστικά, όταν οι επιλογές συνεργασίας συγκεκριμενοποιούνται. Σε πολλές περιπτώσεις, διακρίνουμε ρωγμές και στο εσωτερικό τους.

Όμως, όσο η ανάλυση γίνεται με βάση τον πολιτικό χάρτη, παραμένει μυωπική. Η κλιμάκωση της αποχής στις εκλογές έχει μόνιμα χαρακτηριστικά. Αυτό δεν σημαίνει αποπολιτικοποίηση. Το «κίνημα των Τεμπών», οι κινητοποιήσεις για την πρόσβαση στις παραλίες, για την κατοικία, για το νερό, για τη ΔΕΘ, και των εργαζόμενων στις ταχυμεταφορές, δείχνουν ότι η κοινωνία δεν είναι σε πολιτικό λήθαργο.

Η αποχή έχει σαφές μήνυμα. Τα διλήμματα δεν πιάνουν πια. Το ζήτημα δεν είναι ποιος θα αντικαταστήσει τη ΝΔ και το Μητσοτάκη, με τους ίδιους όρους πολιτικής διακυβέρνησης. Η εποχή της ανάθεσης, της αυτοδυναμίας χάριν της κυβερνησιμότητας που καταλήγει σε θεσμική αφασία, τελείωσε. Απαιτείται σοβαρότητα!

Οικοδόμηση εμπιστοσύνης

Η οικοδόμηση εμπιστοσύνης δεν θα είναι εύκολη. Έχουμε καλλιεργήσει μια κουλτούρα άσπρου-μαύρου, όλα ή τίποτα, που παραλύει τον πολιτικό διάλογο. Ψάχνουμε τη διαφωνία, ενίοτε την επινοούμε. Χτίζουμε καρικατούρες της άλλης άποψης, για να την ανταγωνιστούμε. Κάνουμε συνδικαλισμό παρά πολιτική. Στο κομματικό επίπεδο, το εκλογικό σύστημα ενθαρρύνει προσδοκίες καθολικής κυριαρχίας και αλαζονικές νοοτροπίες, ακόμη και στους ηττημένους! Από την άλλη, οι εκκλήσεις ενότητας ηχούν κίβδηλες, καθώς είναι συχνά κενές περιεχομένου, ακόμη και υποκριτικές. Η κοινωνία, όμως, δεν τσιμπάει πια.

Προτού χτίσουν τη μεταξύ τους εμπιστοσύνη τα κόμματα (ιδίως της Αριστεράς) πρέπει να κερδίσουν την εμπιστοσύνη της κοινωνίας και οι ηγεσίες της βάσης. Να δείξουν ότι πραγματικά την ακούνε, την κατανοούν και την υπολογίζουν. Οι λευκές επιταγές στις ηγεσίες έχουν παρέλθει. Το «παιδιά τα βρήκαμε, τώρα (ξανα)ψηφίστε μας» δύσκολα θα πείσει, πολύ λιγότερο θα εμπνεύσει.

Η κοινωνική γείωση δεν είναι επικοινωνία, αλλά εμπεδωμένη διαδικασία. Ο πολιτικός χρόνος θα δώσει ευκαιρίες ώσμωσης, ουσιαστικού διαλόγου, με πυκνώσεις που θα δώσουν δυνατότητες επιτάχυνσης. Εκεί, η εύκολη υιοθέτηση διεκδικήσεων θα διακινδυνεύσει τη μακροπρόθεσμη συμπόρευση με τα κινήματα. Αλλά το νέο παράδειγμα δεν έχει αναδυθεί ακόμη.

«Συν Αθηνά και χείρα κίνει»

Ενώ οι πολιτικές της κυβέρνησης και η δομική κρίση παράγουν κοινωνική αντίδραση και οργάνωση, δεν αποτελούν ικανή συνθήκη για τη συγκρότηση πειστικής πρότασης. Από την άλλη, οι –από τα πάνω, αλλά απαραίτητες– πολιτικές πρωτοβουλίες παραμένουν σε ένα βαθμό επικοινωνιακές και παράγουν σύντομα παράθυρα ευκαιρίας για βαθιά κοινωνική γείωση. Η συστηματική δουλειά της Νέας Αριστεράς δείχνει ότι μπορούν να έχουν πολιτικό και κοινωνικό αποτέλεσμα. Χρειάζεται όμως υπομονή και επιμονή, και κυρίως ένα ευρύτερο πλαίσιο δράσης.

Το προσεχές προγραμματικό συνέδριο της Νέας Αριστεράς δίνει μια τέτοια ευκαιρία. Ανοίγοντας τον προσυνεδριακό διάλογο σε κινήσεις και κόμματα, στην επεξεργασία των προγραμματικών θέσεων. Ακόμη και στη διάρκεια του συνεδρίου, σε θεματικές συνεδρίες. Εξηγώντας ότι η ταύτιση δεν είναι προϋπόθεση συνεργασίας, και οικοδομώντας κουλτούρα διαλόγου και συνεργασίας στην πράξη. Δεν θα είναι κάτι εύκολο, και μάλλον τα βραχυπρόθεσμα αποτελέσματα δεν θα είναι εντυπωσιακά. Θα είναι, όμως, μια μακροπρόθεσμη επένδυση.

Στο κομματικό επίπεδο, οι ευκαιρίες σύγκλισης ή ακόμη και διαλόγου μπορεί να οδηγήσουν σε δύο σενάρια: προεκλογικής ή μετεκλογικής συνεργασίας. Το μήνυμα κοινωνίας και βάσης είναι σαφές. Πρώτον, διαφανής προγραμματική συμφωνία, όχι διαμοιρασμός θέσεων. Αυτό σημαίνει αμοιβαίους συμβιβασμούς, με πολιτικές προτεραιότητες. Δεύτερον, έγκριση της συμφωνίας από τη βάση, είτε (ιδανικά) άμεσα είτε, αν οι χρόνοι του εκλογικού νόμου δεν το επιτρέπουν, έμμεσα, σε διαρκές συνέδριο.

Σε κάθε περίπτωση, μέρος μιας προγραμματικής συμφωνίας πρέπει να είναι και η θέσπιση της απλής αναλογικής, με προοπτική συνταγματικής κατοχύρωσης. Όχι μόνο γιατί συμβάλει δομικά στην αλλαγή της πολιτικής κουλτούρας, αλλά μπορεί επίσης να αποτρέψει τη διαχείριση του κράτους ως λάφυρο από εκλογικές μειοψηφίες. Σε κυβερνήσεις συνεργασίας, όπου κανείς δεν έχει την απόλυτη πλειοψηφία, οι δυνατότητες αυθαιρεσίας δεν εξαλείφονται, όμως μειώνονται ουσιαστικά.

Σε κάθε περίπτωση, για την Αριστερά η συνεχής –και όσο πιο άμεση γίνεται– δημοκρατική λαϊκή συμμετοχή στα κοινά και στην πολιτική είναι οξυγόνο, πολιτικό και κοινωνικό κεφάλαιο.

Η ΕΠΟΧΗ