Συνεντεύξεις

Γιώργος Πλειός: Τα ριάλιτι ως (μη) πραγματικότητα #1

Τη συνέντευξη πήρε η Σοφία Ξυγκάκη

Το φαινόμενο των ριάλιτι δεν είναι καινούριο ούτε στην Ελλάδα…

Το φαινόμενο των ριάλιτι δεν είναι καινούριο αλλά η άνθησή του συμβαδίζει με την εμπορευματοποίηση και το αντίθετο: η εμπορευματοποίηση της τηλεόρασης στηρίζεται κατά πολύ στην αξιοποίηση των ριάλιτι. Το ίδιο κόνσεπτ εφαρμόζεται διαφορετικά στην κάθε χώρα γιατί κάθε παρόμοιο προϊόν, ας το πούμε πολιτιστικό, με την ευρύτερη έννοια, αντιστοιχεί στις αντιλήψεις, τις παραδόσεις, την πολιτική κουλτούρα, την αυστηρότητα των ελεγκτικών αρχών, τον ανταγωνισμό των καναλιών κ.λπ., της κάθε χώρας. Όμως, πέρα από τις παραλλαγές, τα ριάλιτι έχουν κάποια κοινά στοιχεία. Όλα εμφανίζονται ως πραγματικότητα. Τα ονόματα είναι πραγματικά όπως και οι χαρακτήρες, αλλά όλα ακολουθούν ένα σενάριο που το δημιουργούν οι παραγωγοί. Δεν υπάρχει τεκμηρίωση. Οι παίκτες επιλέγονται με κριτήρια την εμφάνιση, τον τόπο καταγωγής, ώστε να δημιουργούν μεταξύ τους μια δυναμική που να ενδιαφέρει το κοινό. Ποιο είναι το αξιακό πλαίσιο; Ο ανταγωνισμός. Μια προσπάθεια για επικράτηση, χωρίς κανόνες, όπου δεν υπάρχει το εμείς ή αυτό είναι ευκαιριακό. Αυτό το αξιακό πλαίσιο είναι η πεμπτουσία μια κοινωνίας στην οποία όλοι γίνονται μονομάχοι, όλοι εναντίον όλων κι όποιος επικρατήσει.

Ισχυρίζεστε ότι αυτό το αξιακό πλαίσιο ισχύει για όλα τα ριάλιτι; Όμως δεν είναι διαφορετικό το Big Brother, ας πούμε, από το Masterchef , από την άποψη ότι στο δεύτερο συμμετέχουν και άνθρωποι για να βρουν δουλειά και να γίνουν γνωστοί παρότι ακολουθούν τη λογική που περιγράψατε;

Ασφαλώς. Όμως ο ανταγωνισμός υφίσταται και μάλιστα ο ατομικός ανταγωνισμός. Αυτό, ακριβώς, είναι το πνεύμα του σύγχρονου καπιταλισμού, ο οποίος είναι απογυμνωμένος από κάθε αρετή. Θυμίζει λίγο εκείνη την παλιά ταινία «Σκοτώνουν τ’ άλογα όταν γεράσουν».

Ναι, εκεί βέβαια ήταν το οικονομικό κραχ και οι άνθρωποι χόρευαν κυριολεκτικά μέχρι θανάτου για ένα πιάτο φαγητό.

Ναι, βεβαίως, αλλά το αξιακό δεν αλλάζει. Οι δραστηριότητες μέσα από τις οποίες ανταγωνίζονται ανήκουν συνήθως στον ελεύθερο χρόνο, δραστηριότητες, δηλαδή, που ανήκουν στη σφαίρα της κατανάλωσης, που γνωρίζουμε όλοι. Ακόμα και στη φάση αυτή που βιώνει μια παγκόσμια κρίση ο καπιταλισμός παραμένει καταναλωτικός.

Το γιατί τα κανάλια επιλέγουν αυτές τις εκπομπές είναι σαφές: έχουν χαμηλό κόστος και μεγάλη ακροαματικότητα, η οποία ίσως εξηγείται επειδή οι θεατές ψηφίζοντας, αποκλείοντας ή κρατώντας τους παίκτες, έχουν την ψευδαίσθηση ότι αυτοί αποφασίζουν, άρα επηρεάζουν.

Στους ανθρώπους που το παρακολουθούν σταθερά αυτό προσφέρει ευχαρίστηση. Γιατί αυτό που ζουν στην καθημερινή τους ζωή τους βοηθά να καταλάβουν και τη λογική του παιχνιδιού ή, αντιστρόφως, η λογική του παιχνιδιού τους βοηθά να καταλάβουν και να αντιληφθούν με άλλο τρόπο, λιγότερο επικίνδυνο, αυτό που τους συμβαίνει καθημερινά. Αν θέλουμε να καταλάβουμε την επιτυχία των ριάλιτι, πρέπει να πάμε εκτός τηλεόρασης και εκτός των μέσων. Εδώ και δέκα και πλέον χρόνια ζούμε σε μια περίοδο όπου η Ελλάδα βιώνει αλλεπάλληλες οικονομικές κρίσεις. Είχαμε και την αναστάτωση της χώρας με το προσφυγικό. Τώρα με την πανδημία τον εγκλεισμό στο σπίτι. Και η εμπειρία του εγκλεισμού κάνει πολύ δημοφιλή αυτά τα παιχνίδια που είναι παιχνίδια εγκλεισμού.

Τα τελευταία χρόνια υπάρχει, επίσης, μεγάλη αύξηση του βίαιου και του σεξιστικού λόγου, ουσιαστικά χωρίς τιμωρία.

Βεβαίως, εδώ και χρόνια ζούμε κύματα κρίσεων τα οποία διαπλέκονται μεταξύ τους, μαζί με τα προβλήματα που δημιουργήθηκαν με τις μεταναστευτικές ροές. Υπάρχει έξαρση των σεξιστικών, ρατσιστικών, και ναζιστικών φωνών στη χώρα. Στην πανδημία έχουμε οικονομική κρίση, τα έσοδα των ανθρώπων έχουν περιοριστεί δραματικά, είναι μια κρίση των κοινωνικών μας σχέσεων, μια πολιτική κρίση, δύσκολη στη διαχείρισή της, υπάρχει αμηχανία στο πολιτικό επίπεδο. Γι’ αυτό και οι πολιτικοί φοβούνται να πολιτικοποιήσουν την πανδημία.

Τι εννοείτε πολιτικοποίηση της πανδημίας;

Εννοώ μια στρατηγική για την πανδημία. Όλα αυτά μαζί έχουν σαν αποτέλεσμα την αποδιοργάνωση των κοινωνικών μας σχέσεων και τη δημιουργία αντανακλαστικών του παρελθόντος. Δηλαδή οι κρίσεις αυτές οδηγούν με μεγάλη ταχύτητα σε μια συντηρητικοποίηση των αντιλήψεων και των συμπεριφορών μας, σε όλους τους τομείς. Στην εργασία, για παράδειγμα, έχουμε την εμφάνιση άνισης αμοιβής ξανά. Η ανισότητα στην αμοιβή ανάμεσα σε άντρες και γυναίκες είναι 25%, η μεγαλύτερη από οποιαδήποτε άλλη στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Θα επιμείνω ότι ο σεξιστικός λόγος τα τελευταία χρόνια έχει αυξηθεί κατακόρυφα και στην τηλεόραση και στα μέσα δικτύωσης όπου αναπαράγεται και διαδίδεται. 

Γιατί πουλάει. Υπήρχε και πριν αλλά δεν είχε τη χυδαία και επιθετική μορφή που έχει σήμερα. Σήμερα, αυτές οι ρατσιστικές, σεξιστικές συμπεριφορές, είναι απογυμνωμένες από το πέπλο του μυστηρίου που τις κάλυπτε, που είχε να κάνει με τους προγόνους, με τη θρησκεία, με το κλέος της αρχαιότητας κτλ. Σήμερα είναι ωμές και, μάλιστα, νέοι άνθρωποι έχουν τέτοιες αποστεωμένες αντιλήψεις, σεξιστικές κι ρατσιστικές, περισσότερο κι απ’ τους παππούδες τους.

Αυτό μπορεί να το βλέπουμε επειδή πολλοί περισσότεροι νέοι εκφράζονται δημόσια, ακούμε πολύ περισσότερο λόγο…

Βέβαια. Αυτό είναι πολύ σημαντικό. Σήμερα έχουμε τη δυνατότητα να εκφραζόμαστε όλοι, ελεύθερα, στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, δεν μας βάζει κανείς φρένο. Αυτή λοιπόν η κρίση που υπάρχει και στις κοινωνικές μας σχέσεις, απέναντι στους θεσμούς, οδηγεί τους ανθρώπους προς τα πίσω. Έτσι, υιοθετούνται τέτοιες, ας πούμε, αρχαϊκές αντιλήψεις και για τα φύλα, τις ηλικίες…. Και δεν είναι τυχαίο ότι υπάρχει επικοινωνία τέτοιων αντιλήψεων με τους ακροδεξιούς οι οποίοι θεωρούν ότι πρέπει η γυναίκα να κάθεται στο σπίτι.

Το σοβαρό όμως είναι ότι υπάρχει τεράστια ανοχή που οδηγεί στην αμνησία. Να αναφέρω, για παράδειγμα, την εκπομπή Λιάγκα – Γκαγκάκη. Οι καταγγελίες δεν αρκούν, ο κόσμος εθίζεται και αναισθητοποιείται, τα κανάλια δεν διαφοροποιούν στο ελάχιστο την πολιτική τους… 

Αυτό προσπαθώ να σας πω. Για να καταλάβουμε την τηλεόραση πρέπει να βγούμε έξω από αυτή και να δούμε την κοινωνία, τις οικογένειες, τα σχολεία, τους χώρους εργασίας. Ο κόσμος δεν αντιδρά γιατί έχει δεχτεί σωρεία τέτοιων περιστατικών, δεν πιστεύει ότι είναι εύκολο να αλλάξουμε γιατί κανείς δεν προσπάθησε σοβαρά να αλλάξουμε.

Υπάρχει ένα δια ταύτα σε όλο αυτό;

Ουσιαστικά εκεί κατατείνει ο σεξισμός και ο ρατσισμός. Στην ανισότητα των δικαιωμάτων. Υπάρχει μια οπισθοδρόμηση. Ο σεξισμός και ο ρατσισμός είναι ιδεολογικά όπλα που νομιμοποιούν και δικαιολογούν την εκμετάλλευση. Έχει να κάνει με την ισορροπία του κοινωνικού συστήματος. Δεν υπάρχει όραμα και γι’ αυτό προσπαθούμε να κρατηθούμε από κάτι που στο παρελθόν έδινε νόημα στη ζωή μας.

Πηγή: Η Εποχή