Μετά την αλλαγή τακτικής από τις ΗΠΑ στο ζήτημα της Ουκρανίας, σχεδόν αμέσως η ΕΕ ανακοίνωσε δια των οργάνων της και ειδικότερα δια Ευρωπαϊκής Επιτροπής, δια σχετικής αποφάσεως του Ευρωκοινοβουλίου κ.ά., να υλοποιήσει το πρόγραμμα «ReArm Europe», ήτοι να κάνει στροφή προς την πολεμική οικονομία επενδύοντας σε βάθος μερικών χρόνων (π.χ. μέχρι το 203) το θηριώδες ποσό των 800 δισεκατομμυρίων ευρώ. Κι αυτό τη στιγμή που το 2023 94,6 άνθρωποι αντιμετώπιζαν κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού, αριθμός που ισοδυναμούσε με το 21,4 % του πληθυσμού, 3,8 % των ατόμων ηλικίας 16 ετών και άνω δεν κάλυπταν τις ανάγκες τους ιατρικής εξέτασης ή θεραπεία, υπήρχαν 895.0000 άστεγοι κοκ.
Τι κρύβεται πίσω από το «ReArm Europe»; Πολιτικοί λόγοι
Αυτοί οι αριθμοί θα είχαν μικρότερη σημασία αν ήταν ορατή η απειλή για την αποτροπή της οποίας υποτίθεται ότι γίνεται η επένδυση στην πολεμική βιομηχανία. Όμως δύσκολα μπορεί κάποιος να παραθέσει πειστικά επιχειρήματος ότι τέτοια απειλή υφίσταται. Αν σκέπτεται να επικαλεστεί την Ουκρανία τα πράγματα πλέον δείχνουν όλο και πιο ξεκάθαρα ότι εκεί ήταν η Δύση που προσπάθησε να απειλήσει τη Ρωσία, κυκλώνοντάς της εδώ και είκοσι χρόνια διαρκώς με χώρες -μέλη και βάσεις του ΝΑΤΟ, αποσκοπώντας αυτό που ομολόγησε άθελά της η Εσθονή «ΥΠΕΞ» της ΕΕ Κάλλας, δηλαδή το διαμελισμό της Ρωσίας, οργανώνοντας στο τέλος έναν πόλεμο δια αντιπροσώπου (war by proxy) όπως πλέον παραδέχονται έγκυροι Αμερικανοί αναλυτές αλλά και Αμερικανοί αξιωματούχοι.
Τι μπορεί όμως να κρύβεται πίσω από αυτή τη στροφή; Θεωρώ ότι βρίσκεται ένας συνδυασμό οικονομικών και πολιτικών λόγων, όπως άλλωστε ένας τέτοιο συνδυασμός βρίσκεται πίσω από την συνολική πορεία της ΕΕ, αλλά και της ίδρυσής της. Ας ξεκινήσουμε από το δεύτερο. Είναι πλέον ορατό δια γυμνού οφθαλμού ότι ο ρωσο-ουκρανικός πόλεμος όπως προείπαμε είναι ένας πόλεμος δια αντιπροσώπου. Πιο συγκεκριμένα, η Ουκρανία πολεμά ως αντιπρόσωπος του ΝΑΤΟ.
Είχαμε και στο παρελθόν πολέμους δι’ αντιπροσώπου, όπως λ.χ. o ελληνοτουρκικός πόλεμος (1919-1922), ο ελληνικός εμφύλιος πόλεμος, o πόλεμος της Ινδοκίνας (1947-1954), ο πόλεμος στην Κορέα, ο πόλεμος στη Νικαράγουα και πολλοί άλλοι, ιδιαίτερα κατά την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου. Όμως ήταν από τις λίγες φορές που αντιπρόσωπος υπήρχε κυρίως στη μια πλευρά της αντιπαράθεσης – αν και στην πορεία εντάχθηκαν και στρατιώτες από άλλες χώρες στη Ρωσική πλευρά.
Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφέρω κάτι που έχω ξαναγράψει και πιο παλιά. Ήταν Σάββατο 26 Μαρτίου 2022 όταν ο π. Υπουργός Άμυνας της Βουλγαρίας Στέφαν Γιάνεφ, που αποπέμφθηκε από τη θέση του από τον πρωθυπουργό της χώρας επειδή υιοθέτησε τη ρωσική αφήγηση για τον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο («Ειδική στρατιωτική επιχείρηση»), ομολόγησε σε πρωινή ενημερωτική εκπομπή της δημόσιας βουλγαρικής τηλεόρασης, ότι αμέσως μετά τον ξέσπασμα του πολέμου εκλήθησαν σε επείγουσα σύσκεψη οι υπουργοί των χωρών – μελών του ΝΑΤΟ. Εκεί, σύμφωνα με τον κ. Γιάνεφ, τους ανακοινώθηκε πως αν ο πόλεμος δεν εξελιχθεί θετικά για την Ουκρανία (και φυσικά για το ΝΑΤΟ) τότε θα πρέπει να στείλουν στρατό στην Ουκρανία οι χώρες μέλη του ΝΑΤΟ, αλλά της ανατολικής πτέρυγας του οργανισμού.
Συνεπώς, το σενάριο της στρατιωτικής εμπλοκής της ΕΕ στον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο, αν ευσταθεί η μαρτυρία του πρώην ΥΕΘΑ της Βουλγαρίας, δεν είναι νέο αλλά χρονολογείται από το έλος Φεβρουαρίου ή τις αρχές Μαρτίου 2022. Αντίθετα, έγινε πιο ευκρινές μετά την διαφαινόμενη (?) απεμπλοκή των ΗΠΑ πρόσφατα, η οποία έγινε για τους δικούς τους λόγους, που δεν είναι της παρούσης. Υπό την έννοια αυτή, η στρατηγική της ΕΕ απέναντι στον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο παραμένει και προσαρμόζεται στις νέες συνθήκες που δημιούργησαν οι ΗΠΑ. Έγινε τώρα πιο εμφανής μετά την αποχώρηση των ΗΠΑ, η οποία (ΕΕ) στοιχίζονταν πίσω τους. Άλλωστε και στο παρελθόν ήταν δυνάμεις της Δυτικής Ευρώπης που είχαν εκστρατεύσει δέκα εναντίον φορές της Ρωσίας, με αποκορύφωμα εκείνες του Ναπολέοντα και του Χίτλερ, με δυσάρεστες ή και καταστροφικές συνέπειες για αυτές.
Ούτε κι αυτή η κίνηση, δηλαδή η απεμπλοκή των ΗΠΑ και η μετατόπιση της ευθύνης για την επίλυση ενός μείζονος πολιτικού προβλήματος της Ανατολικής Ευρώπης στην Δυτική Ευρώπη είναι κάτι νέο. Ας θυμηθούμε ότι ήταν αρχές της δεκαετίας 1990 όταν σε πρωτοχρονιάτικο τεύχος του ΤΙΜΕ αναφερόταν με σαφήνεια ότι οι μεταναστευτικές ροές από την Ανατολική Ευρώπη προς τη Δύση, ήταν πρόβλημα που έπρεπε να το «φορτωθεί» και να το αντιμετωπίσει η Δ. Ευρώπη, όπως και έγινε. Τώρα το αν θα επαναληφθεί στον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο αυτό που έγινε με την διάλυση από τη Δ. Ευρώπη των οικονομιών της Ανατολικής Ευρώπης, είναι ένα άλλο ζήτημα. Κι αν επαναληφθεί, η Δυτική Ευρώπη (η ΕΕ) δεν θα είναι ίδια, όπως άλλωστε και η Ανατολική. Ίσως και να μην υπάρχει πλέον με τη μορφή που είχε μέχρι σήμερα. Σε κάθε περίπτωση δεν πρέπει να μα διαφεύγει πως αν δεν υφίσταται η απειλή την οποία επικαλείται η ΕΕ (και πρέπει να την αποδείξει) για να υλοποιήσει το πρόγραμμα «ReArm Europe» τότε η επιτιθέμενη πλευρά είναι ην ΕΕ.
Τι κρύβεται πίσω από το «ReArm Europe»; Οικονομικοί λόγοι
Όμως εκτός από τον πολιτικό, ή τους πολιτικούς λόγους, υπάρχουν και οικονομικοί γι’ αυτήν τη στροφή στην «πολεμική οικονομία». Ένας από αυτούς, ίσως ο σημαντικότερος, που έχει χαρακτηριστεί και ως «μιλιταριστικός κεϋνσιανισμός», είναι η ενίσχυση με ζεστό κρατικό χρήμα – εις βάρος φυσικά άλλων δημοσίων δαπανών όπως υγεία, παιδεία, κατοικία, μεταφορές κ.λπ. – των ευρρωπαϊκών επιχειρήσεων που καταρρέουν. Τα πλέον εμφανή σημάδια αυτής της κατάρρευσης εντοπίζονται στη Γερμανία. Η οικονομία της μπήκε για τρίτη χρονιά σε ύφεση, με ό,τι αυτό σημαίνει για την οικονομία μιας χώρας που έγινε ηγέτιδα δύναμη στην ΕΕ και εξασφάλιζε, όσο πλέον εξασφάλιζε, το κοινωνικό της κράτος, κυρίως με τις εξαγωγές. Και φυσικά με τον κίνδυνο ανόδου της ακροδεξιάς στην κυβέρνηση, όπως έγινε και παλιότερα με την οικονομική κατάρρευση της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης.
Αν ο στόχος ενίσχυσης των ιδιωτικών επιχειρήσεων που καταρρέουν λόγω πολλών αιτιών και φυσικά λόγω των συνεπειών του ρωσο-ουκρανικού πολέμου, είναι η μια πλευρά του μιλιταριστικού κεϋνσιανισμού, αυτή την οποία επιδιώκει το κεφάλαιο, η άλλη είναι ότι οι ελίτ της ΕΕ και κυρίως των μεγάλων χωρών – μελών της, ελπίζουν πως με τις επενδύσεις στην πολεμική οικονομία θα αναζωογονηθεί συνολικά η οικονομία. Αυτή είναι η επιδίωξη όχι πλέον του κεφαλαίου, των επιμέρους επιχειρήσεων, όσο του συλλογικού τους εκπροσώπου επί ΕΕ, του «ιερατείου» της ΕΕ (Ευρωπαϊκή Επιτροπή , Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, κ.λπ.) και των κυβερνήσεων, καθώς και των κυρίαρχων κομμάτων εξουσίας που εναλλάσσονται στις κυβερνήσεις των χωρών – μελών.
Πέρα από αυτά τα εν λόγω «ιερατεία», ελπίζουν ότι μέσα από την οικονομική αναζωογόνηση θα επανασυγκοληθεί η ΕΕ που βαδίζει σε μια πορεία διάλυσης, θα επανενωθεί, ίσως ισχυρότερα αυτή τη φορά, καθώς έχει να αντιμετωπίσει έναν εξωτερικό εχθρό. Σ’ αυτό, όπως ελπίζουν οι ελίτ της ΕΕ θα συμβάλλει καθοριστικά ένας νέος Ψυχρός Πόλεμος, αυτή τη φορά όχι με τις χώρες του «Σιδηρού Παραπετάσματος» αλλά με τις χώρες ενός νέου «Άξονα του κακού» (ούτε κι αυτή η ορολογία είναι καινούργια – καλλιεργήθηκε σε εκδόσεις της Νέας Στρατηγικής Εθνικής Ασφάλειας – NSS- των ΗΠΑ). Θεωρητικά, ελπίζουν ότι έτσι θα καταφέρουν να καταβάλλουν (με κοστοβόρο και για τη Ρωσία ανταγωνισμό εξοπλισμών και ρωσοφοβική προπαγάνδα στο εσωτερικό) και έτσι να επιτύχουν τον στρατηγικό στόχο που ομολόγησε η Κάλας.
Να θυμίσουμε εδώ ότι αυτή η μορφή διεξαγωγής Ψυχρού Πολέμου η οποία εστιάζει στον εκφοβισμό του πληθυσμού στο εσωτερικό επικαλούμενη τον απειλητικό ισχυρό εχθρό στο εξωτερικό (όπως έκανε ο μακαρθισμός τη δεκαετία ’50 στις ΗΠΑ) δεν είχε και πολλή τύχη. Γι’ αυτό γρήγορα άλλαξαν τη στρατηγική της προπαγάνδας και αντί να εισάγουν φόβο στο εσωτερικό ξεκίνησαν να εξάγουν εικόνες καταναλωτισμού και ευδαιμονίας, δημοκρατίας και πολιτικών ελευθεριών κοκ στις χώρες των αντιπάλων.
Ωστόσο, για επιτευχθούν όλα τα πιο πάνω, η επένδυση στην πολεμική οικονομία και τον Ψυχρό Πόλεμο, που είναι άρρηκτα συνδεδεμένα, θα πρέπει να πραγματοποιηθεί μεταφορά τεράστιων πόρων από τον κοινωνικό τομέα στις ιδιωτικές επιχειρήσεις (που βάφοντάς τον με τα χρώματα του πολέμου τον βαφτίζουν κοινωνικό) σε μια εποχή που μεγάλο μέρος της ΕΕ οικονομίας βρίσκεται σε ύφεση.
Από το «ReArm Europe» στην προπαγάνδα των λόγων και την προπαγάνδα των έργων;
Η αδήριτη ανάγκη για απόσπαση της συναίνεσης γίνεται ακόμα πιο επιτακτική καθώς οι χώρες της ΕΕ διαθέτουν την πρόθεση να διαθέσουν χρήματα στην πολεμική οικονομία αλλά δεν διαθέτουν άλλες παραμέτρους που απαιτούνται. Πρώτο δεν διαθέτουν στρατό κληρωτών και μάλιστα σε μεγάλους αριθμούς, όπως δείχνουν τα στρατιωτικά δεδομένα στον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο. Η ανάπτυξη επαγγελματικού στρατού έχει όρια τόσο οικονομικά, όσο και προθυμίας των νέων να ανταποκριθούν, έχοντας συνηθίζει εδώ και 80 περίπου χρόνια να ζουν χωρίς πολέμους. Δεύτερο δεν διαθέτουν όχι μόνο την προθυμία των πληθυσμών της ΕΕ να πάνε τα παιδιά τους στο μέτωπο για μια υπόθεση που ούτε καν την καταλαβαίνουν, αλλά επιπλέον δεν θα ήθελαν να δουν το βιοτικό τους επίπεδο να γκρεμίζεται κι άλλο ακόμα κι αν δεν πάνε τα παιδιά τους στο μέτωπο. Τρίτο, οι ελίτ που κάνουν αυτούς τους σχεδιασμούς δεν έχουν νομιμοποίηση. Είναι επιδερμική η εξουσία τους στους λαούς των κρατών και μπορεί να αμφισβητηθεί εύκολα και έντονα μπροστά στην προοπτική ενός καταστροφικού πολέμου ή να αρχίσει να πετάει ο ένας «τη μπάλα» στην αυλή του άλλου για τη διαχείριση του «ουκρανικού», όπως έγινε με τη διαχείριση του μεταναστευτικού πρόσφατα. Τέταρτο, δεν διαθέτουν τον έλεγχο πάνω στα κινήματα ειρήνης που θα αναπτυχθούν. Μπορεί να έχουν περάσει αρκετά χρόνια από τις δεκαετίες ’80 και’90 που αναπτύχθηκαν τα τελευταία σφριγηλά κινήματα ειρήνης, αλλά αν απαιτηθεί δεν θα είναι δύσκολο να επανεμφανισθούν. Ιδίως όταν πολλοί σκέπτονται τη σκηνή αμέτρητα φέρετρα να επιστρέφουν από το μέτωπο της Ουκρανίας.
Θα χρειαστούν λοιπόν τόνοι προπαγάνδας για αποσπάσουν τη συναίνεση οι ελίτ της ΕΕ και οι κυβερνήσεις των χωρών – μελών. Αυτό συνεπάγεται πως αν η Ρωσία δεν διατυπώσει κάποιες ρητές και αδιαμφισβήτητες απειλές εναντίον της ΕΕ ή γενικότερα δεν δώσει κάποια σοβαρή αφορμή ώστε οι ελίτ της ΕΕ να ενισχύσουν τη στρατηγική της πολεμικής οικονομίας, τότε είναι αναμενόμενο να προσπαθήσουν να τις δημιουργήσουν οι ίδιες οι ελίτ της ΕΕ. Πώς μπορούν να το κάνουν αυτό; Με τον κλασσικό τρόπο. Με παραποιημένες και ψευδείς ειδήσεις ή και με έμπρακτες προκλήσεις, προκειμένου να προκαλέσουν ρωσικές αντιδράσεις τις οποίες στη συνέχεια θα επικαλεστούν. Ήδη σε πολλά ΜΜΕ (The Telegraph, NBC, New York Post κ.ά.) διατυπώθηκαν υπόνοιες ή και ευθείες κατηγορίες ότι η Ρωσία βρίσκεται πίσω από τις πρόσφατες εκρήξεις στο αεροδρόμιο Heathrow. Κάποια μάλιστα Μέσα δημοσίευσαν φωτογραφίες ρωσικού διαβατηρίου που θεωρείται πως βρέθηκε στην περιοχή, χωρίς να αποδεικνύεται η σύνδεσή του με τις εκρήξεις.
Στο πλαίσιο αυτής της στρατηγικής δεν θα μπορούσε να αποκλειστεί και η πιθανότητα εξωτερικών προκλήσεων προς τη Ρωσία, την Κίνα ή άλλη χώρα του θεωρούμενου νέου «Άξονα του κακού» ή ακόμα και η προσπάθεια δημιουργίας στο εσωτερικό αυτών των χωρών ομάδων των οποίων η δράση και ακόμα περισσότερο θα έδινε την αφορμή για επέμβαση από εξωτερικές δυνάμεις – αυτές της Δύσης. Άλλωστε, το σενάριο αυτό το ακολούθησαν οι δυτικές δυνάμεις, κυρίως οι ΗΠΑ, στη Συρία, στη Λιβύη και αλλού. Επίσης για πολλά χρόνια το ίδιο επιχειρούσαν και στην ίδια την Ουκρανία όταν ακόμα ήταν μια από τις Σοβιετικές Δημοκρατίες στο πλαίσιο της ΕΣΣΔ και φυσικά το έκαναν στα γνωστά γεγονότα της Μαϊντάν το 2014. Το επιχείρησαν ακόμα στη Γεωργία και άλλες περιπτώσεις.
Στην περίπτωση που κάτι τέτοιο συμβεί είναι αναμενόμενη η ένταση του αυταρχισμού στη Ρωσία ή και άλλη από αυτές τις χώρες, προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι προκλήσεις και οι κίνδυνοι. Κάτι τέτοιο όχι μόνο θα λειτουργήσει ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία της ΕΕ, αλλά είναι πολύ πιθανό να δώσει την αφορμή για ένταση του αυταρχισμού και ακόμα μεγαλύτερη περιστολή της Δημοκρατίας και στην ίδια την ΕΕ. Άλλωστε αυτή η διαδικασία βρίσκεται σε εξέλιξη με τη χρήση του στρατού για την εξασφάλιση της εσωτερικής τάξης υπό τον κίνδυνο της δράσης τρομοκρατικών οργανώσεων (π.χ. Αλ Κάϊντα), με τον περιορισμό του δικαιώματος της ελεύθερης έκφρασης και την ανοιχτή ή κρυφή λογοκρισία με πρόσχημα τον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο, με τον περιορισμό του δικαιώματος της ελεύθερης μετακίνησης προσφύγων, με τη χρήση πλέον αλόγιστης αστυνομικής βίας (ακόμα και εναντίον αναπήρων, όπως έγινε πρόσφατα στη γαλλική πόλη Clermont-Ferrand ή παλιότερα εναντίον των κίτρινων γιλέκων στη Γαλλία – για να μην πούμε για την Ελλάδα) κ.ά.
Έτσι, αν η προπαγάνδα δεν αρκέσει για την απόσπαση της συναίνεσης στην «πολεμική οικονομία» και το «ReArm Europe», η ΕΕ δεν έχει άλλη επιλογή από το να εντείνει τον αυταρχικό και έτι περαιτέρω τον αντιδημοκρατικό της χαρακτήρα – έτσι κι αλλιώς δεν διαθέτει δημοκρατική νομιμοποίηση, συνεπώς η ένταση του αυταρχισμού και η περιστολή της Δημοκρατίας είναι ποσοτικό πλέον ζήτημα για την ηγεσία και τις ελίτ της ΕΕ και όχι ποιοτικό. Τι μπορεί να σημάνει αυτό; Για παράδειγμα ένα μέτρο θα ήταν η απαγόρευση λειτουργίας ΜΜΕ ευρωπαϊκών πλέον χωρών και όχι ρωσικών όπως κάνουν μέχρι τώρα, με το πρόσχημα της καταπολέμησης της ρωσικής παραπληροφόρησης και εν γένει της παραπληροφόρησης. Ένα άλλο μέτρο θα μπορούσε να είναι ακόμα και η απαγόρευση λειτουργίας ορισμένων πολιτικών φορέων (λ.χ. κινημάτων ή και κομμάτων με το ίδιο επιχείρημα).
«ReArm Europe»: Το «κύκνειο άσμα» της ΕΕ όπως την ξέρουμε μέχρι σήμερα;
Στην περίπτωση αυτή, επικαλούμενη ή όχι η ΕΕ τον ρωσικό κίνδυνο, είναι σχεδόν βέβαιο ότι πέρα από τις δυνάμεις που αντιδρούν ως τώρα στη στάση της στον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο και την πρόθεσή της να εμπλακεί και στρατιωτικά (π.χ. Σλοβακία, Ουγγαρία, Κροατία κ.ά.) είναι εξαιρετικά πιθανό να εμφανισθούν ή ενισχυθούν μείζονες αντιδράσεις στο εσωτερικό και άλλων χωρών μελών της ΕΕ, όπως ήδη διαφάνηκε μετά την γνωστοποίηση παρόμοιων προθέσεων από την πλευρά της Γαλλίας και της Μ. Βρετανίας. Πολύ δε περισσότερο αν ληφθούν υπόψη και οι κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες αυτού του σχεδίου. Με άλλα λόγια, η ΕΕ δεν μπορεί να επιμένει στο σχέδιο «ReArm Europe» χωρίς να διατρέχει τον κίνδυνο να εξασθενίσει ή και να διαλυθεί με τη μορφή που έχει σήμερα. Το «ReArm Europe» μπορεί να γίνει το «κύκνειο άσμα» της ΕΕ, όπως και αν αυτό «πουληθεί» στο εσωτερικό των χωρών – μελών. Το τελικό αποτέλεσμα αυτής της διεργασίας θα κριθεί φυσικά τόσο από τις εσωτερικές εξελίξεις στην ΕΕ, όσο και από τη δράση των άλλων «παικτών» όπως οι ΗΠΑ. η Ρωσία, η Κίνα κ.ά.
Σε κάθε περίπτωση, ο πόλεμος των δασμών (και εναντίον της ΕΕ), το «άδειασμα» της ΕΕ από τον ίδιο τον Τραμπ αποδεικνύει πόσο αδύναμος παίκτης είναι στη διεθνή γεω-πολιτική σκηνή η ΕΕ. Κι αν το «άδειασμα» συνεχιστεί, τότε ενδέχεται να κάνει ακόμα πιο γρήγορο το «κύκνειο άσμα» της ΕΕ.
O Γιώργος Πλειός είναι Καθηγητής στο Τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ του ΕΚΠΑ