Τα φαινόμενα βίας στους σχολικούς χώρους καθημερινά πληθαίνουν και απλώνονται. Δεν αφορούν πλέον μόνο τα Επαγγελματικά Λύκεια και τα Νυκτερινά σχολεία, αλλά και τα Γενικά Λύκεια, ακόμα και τα Γυμνάσια. Πρόσφατα μάλιστα έκαναν την εμφάνιση τους στα ΜΜΕ φαινόμενα σκληρής βίας και σε ιδιωτικό σχολείο της συμπρωτεύουσας με μακρά παράδοση στον εκπαιδευτικό χώρο της Θεσσαλονίκης.
Η αντιμετώπιση της ενδοσχολικής βίας απαιτεί σχέδιο και χρήματα από την πολιτεία. Χρειάζεται να παρθούν άμεσα μέτρα. Το πρώτο ως -εκ των ων ουκ άνευ- είναι η καθημερινή παρουσία ψυχολόγων σε κάθε σχολείο. Το δεύτερο, με δεδομένο ότι οι εργασιακές συνθήκες των εκπαιδευτικών είναι και συνθήκες μάθησης των μαθητών, είναι η αντιμετώπιση του εργασιακού burn out των εκπαιδευτικών.
Η μείωση του ωραρίου διδασκαλίας, ο περιορισμός της σχολικής γραφειοκρατίας, η κατάργηση της τιμωρητικής και άνευ νοήματος σημερινής αξιολόγησης, η άρση της μισθολογικής καθήλωσης των εκπαιδευτικών, η μείωση του αριθμού των μαθητών ανά τμήμα, η επαναφορά των εκπαιδευτικών αδειών για την εντελώς απαραίτητη επιστημονική τους επιμόρφωση, είναι κάποια από τα μέτρα που μια κυβέρνηση με προοδευτική κατεύθυνση θα πρέπει να εντάξει στην ατζέντα της, αν θέλει να συμβάλει στην εξάλειψη της αγριότητας που επικρατεί σε σημαντικό αριθμό σχολείων της επικράτειας.
Ταυτόχρονα είναι ανάγκη να μειωθεί ο υπερβολικός φόρτος της διδακτέας ύλης . Μια ύλη που δεν εξοντώνει μόνο τα παιδιά, αλλά και τους εκπαιδευτικούς, οι οποίοι οφείλουν να την ολοκληρώσουν παρά το πανθομολογούμενο γεγονός ότι επιβαρύνει δυσανάλογα προς τη βιολογική τους ανάπτυξη τους μαθητές και τις μαθήτριες και την ίδια στιγμή επικρέμεται πάνω από το κεφάλι όλων των συμμετεχόντων στη σχολική διαδικασία η τράπεζα θεμάτων ως κριτήριο αξιολόγησης των παιδιών, των εκπαιδευτικών και της σχολικής μονάδας.
Η αντιμετώπιση της ακραίας φτώχειας προφανώς εντάσσεται και αυτή στα αναγκαία μέτρα ομαλοποίησης της σχολικής ζωής. Γιατί βία είναι η πείνα, η ανέχεια και το χαρτί της απόλυσης ενός ή και των δύο γονέων. Και αυτή η βία γεννά τυφλές αντιδράσεις, κυρίως όταν τα ίδια τα παιδιά που πέφτουν θύματά της, πιστεύουν ότι μεγάλο μέρος της κοινωνίας και των θεσμών της-όπως είναι και το σχολείο- αντιμάχονται την οικογενειακή αλλά και την προσωπική τους ευτυχία. Γίνεται μάλιστα ακόμα πιο έντονη όταν συνοδεύεται από την κρατική κοροϊδία, τη στιγμή που γνωστοποιείται για παράδειγμα πως τράπεζα πούλησε τα κόκκινα δάνεια της σε βουλευτή στο 15% της αξίας τους για να τα εισπράξει αυτός στο 100% του ποσού που χρωστούν οι δύσμοιροι στη συντριπτική πλειοψηφία τους οφειλέτες.
Επιπλέον, η εμφάνιση φαινομένων βίας και σε ιδιωτικά σχολεία, δηλώνει ότι το φαινόμενο έχει πάρει διαταξικό χαρακτήρα, η πλήρης ερμηνεία του οποίου ξεφεύγει από τους ορίζοντες ενός άρθρου. Ο ρόλος του διαδικτύου, της τηλεόρασης, της σύγχρονης “δημοσιογραφίας”, των υβριστικών σχολίων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αλλά και του επιπέδου της δημόσιας πολιτικής και κομματικής αντιπαράθεσης είναι κάποιοι από τους παράγοντες που ως κοινωνικά υποδείγματα συμβάλλουν στην έκρηξη του ενδοσχολικού bulling σε αρμονία με την κοινωνική δυσωδία που καθημερινά μας πνίγει.
Δεν είναι τυχαία η αυστηρή παραίνεση σε ημίγυμνες πανικοβλημένες κοπελίτσες απο την “παιδαγωγό” μιας υποτιθέμενης “ακαδημίας μόδας”, που παρουσιάζεται στους τηλεοπτικούς μας δέκτες με τη μορφή reality show, και είναι σαφώς δηλωτική των αξιών που μεταλαμπαδεύονται σε νεαρά κορίτσια: “Θα είσαι πάντα μια μελαχρινή γλυκιά κοπελίτσα, που κάνεις λίγο σέξι. Ή θα γίνεις μοντέλο ή θα παραμείνεις η ωραία της γειτονιάς…”.
Όταν τροφοδοτούμε με τέτοια πρότυπα τη νεολαία, αξίζει τον κόπο να ξαναδούμε ως κοινωνία τι δίνουμε στους νέους και στις νέες μας και να αναλογιστούμε τις πελώριες δικές μας ευθύνες για τη βία, τον σεξισμό, τις γυναικοκτονίες και την τοξικότητα που μας έχουν πνίξει.
Διαφορετικά η επιστροφή μας στα στρατόπεδα συγκέντρωσης και στα ποικιλόχρωμα τριγωνάκια των στολών “εργασίας” είναι δεδομένη.
Ο Γιώργος Μπουγελέκας είναι εκπαιδευτικός, συγγραφέας.