Με άξονα την εξυπηρέτηση των εφήμερων αναγκών της οικονομικής ολιγαρχίας και της αγοράς η κ. Νίκη Κεραμέως, υπουργός που στοχεύει στη μείωση του μαθητικού πληθυσμού μέσω της επαναφοράς της εξοντωτικής τράπεζας θεμάτων, εξοστρακίζει -αντί να αναβαθμίζει- από το νέο αναλυτικό πρόγραμμα του Γυμνασίου και του Λυκείου τις κοινωνικές επιστήμες, τις ξένες γλώσσες, την καλλιτεχνική και μουσική παιδεία, τη βιολογία. Περιορίζει έτσι δραστικά τη γενική παιδεία και, επομένως, καταδικάζει τις επόμενες γενιές των μαθητών της πατρίδας μας στην απόλυτη εξειδίκευση, στην ημιμάθεια και τελικά στην εύκολη χειραγώγησή τους από την πολιτική και εργοδοτική εξουσία.
Απομακρύνει τον έφηβο από «[…] το κοινό ταμείο του πολιτισμού μας από το οποίο ο οιοσδήποτε πρέπει να έχει τη δυνατότητα να εκταμιεύει τα αγαθά της αποθησαυρισμένης ευαισθησίας και της συσσωρευμένης γνώσης». (Α. Ελεφάντης, «Αυγή», 13.10.2006).
Αυτή τη γενική παιδεία το σχολείο οφείλει να σεβαστεί και να καλλιεργήσει ως την κύρια αποστολή του, γιατί ποτέ ξανά, συντεταγμένα και μεθοδικά, δεν θα δοθεί η δυνατότητα στον άνθρωπο να κατακτήσει αυτό το αγαθό και να μπορέσει να ανοιχθεί στον κόσμο της κοινωνικής, της φυσικής και της καλλιτεχνικής πραγματικότητας.
Η καλλιτεχνική παιδεία, όπως ίσως υπαινικτικά φάνηκε από τα προαναφερθέντα, αποτελεί προϋπόθεση αλλά και συστατικό στοιχείο της γενικής παιδείας. Δεν είναι δυνατόν να υπάρξει η μία χωρίς την άλλη.
Σύμφωνα με την εικαστικό Χριστίνα Σγουρομύτη, η τέχνη στο εκπαιδευτικό σύστημα επιφορτίζεται με την ευθύνη της διανοητικής απελευθέρωσης του ατόμου, μέσα από την προώθηση θέσεων όπως είναι η ελευθερία της έκφρασης και η απελευθέρωση της φόρμας. «Η ελευθερία αυτή συνδέεται βαθειά με μια διεργασία προάσπισης της έννοιας της διαφορετικότητας στην κοινωνία. Η αποδοχή της διαφορετικότητας του παιδιού, οδηγεί στην αποδοχή της διαφορετικότητας του μελλοντικού ενήλικα και συμβάλλει στην εδραίωση μιας υπέρ-εθνικής κοινωνικής αντίληψης. Όπως η κοινωνία μιας ιστορικά εξελιγμένης εποχής δεν μπορεί να είναι ομοιογενής, έτσι και η τέχνη-στο σύνολό της- λειτουργεί ως καθρέφτης αυτής της ανομοιογένειας, εγκολπώνοντας πολλές, ήδη εδραιωμένες, διαφορετικές τάσεις και ανιχνεύοντας νέες». (Παιδεία και Κοινωνία, τεύχος 70, 1η Ιανουαρίου 2012)
Ταυτόχρονα η Έφη Αβδελά και η Αγγέλικα Ψαρρά σημειώνουν ότι, «τα προβλήματα της κρίσης έχουν εντείνει την από καιρό διαπιστωμένη έλλειψη ανοχής της ελληνικής κοινωνίας στην ετερότητα. Ούτως ή άλλως, η φαντασιακή μετάθεση των προβλημάτων μέσα από την ανακάλυψη εσωτερικών ή/και εξωτερικών εχθρών –αποδιοπομπαίων τράγων– συνιστά παμπάλαια καταφυγή σε περιόδους οικονομικής δυσπραγίας, ψυχικής ανασφάλειας και φόβου για το μέλλον». (Αυγή, «Ενθέματα», 1η Ιουλίου 2012)
Η υφέρπουσα έλλειψη ανοχής που διακατέχει ένα, όχι ευκαταφρόνητο, μέρος της ελληνικής κοινωνίας στη διαφορετικότητα, παρά τις όποιες, ατομικές ή συλλογικές, διακηρυκτικές δηλώσεις καταδίκης του ρατσισμού και, πολύ περισσότερο, του ναζισμού, με την ανάπτυξη της οικονομική κρίσης βρήκε, μάλλον νομοτελειακά, και την πολιτική της έκφραση στο αποκρουστικό πρόσωπο της Χρυσής Αυγής.
Αυτή η έλλειψη ανοχής προς τον άλλο, τον όποιον άλλο, αποτελεί συστατικό στοιχείο των απαρχών της ναζιστικής «ιδεολογίας». Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η περίπτωση του ΓκιοργκΛαντς φον Λίμπενφελς, αριοσοφιστή της Βιέννης, που εξέδιδε το ρατσιστικό περιοδικό Οstara, μανιώδης αναγνώστης, του οποίου υπήρξε τη δεκαετία του 1920 ο Χίτλερ. Συγκεκριμένα στο βιβλίο του «Θεοζωολογία» (1905) διατύπωσε μια ρατσιστική ερμηνεία της Bίβλου. Κατά τον Λίμπενφελς η έκπτωση των Πρωτοπλάστων είναι έκπτωση της αρίας φυλής. Οι Άριοι, δημιουργημένοι καθ’ ομοίωσιν του Θεού, ορίζονται ως θεόζωα. Αντίθετα οι Πυγμαίοι είναι τα ανθρωπόζωα. Τα θεόζωα εξέπεσαν επειδή ήλθαν σε επιμειξία με τους Πυγμαίους. O πρώτος Πυγμαίος ήταν ο Aδάμ. Κατά συνέπεια, αν σταματήσουν οι φυλετικές επιμειξίες, οι Άριοι θα ανακτήσουν τις δυνάμεις τους και θα κυβερνήσουν ξανά τον κόσμο. (Αναστάσης Βιστωνίτης, Βήμα, 28η Απριλίου 2013)
O Λαντς φον Λίμπενφελς είχε προτείνει, μάλιστα, τις εξής λύσεις για τις κατώτερες φυλές: Εξορία στη Mαδαγασκάρη, σκλαβιά, αποτέφρωση ως θυσία στον Θεό, χρησιμοποίηση τους ως υποζύγια. Αυτά τα μέτρα θα έπρεπε, σύμφωνα με τον γκουρού του ναζισμού, να συνδυαστούν και με προτάσεις ευγονικής, όπως ο ευνουχισμός και η στείρωση. Όπως, δυστυχώς, γνώρισε η ανθρωπότητα, τα περισσότερα από αυτά τα συστατικά της τελικής λύσης εφαρμόστηκαν από το Γ’ Ράιχ.
Όμως στην καλλιτεχνική δημιουργία δεν χωρούν μονομέρειες, κατατάξεις των μορφών της τέχνης σε ανώτερες και κατώτερες, εξοντώσεις των διαφορετικών. Αυτά είναι δουλειές των ολοκληρωτισμών. Η ποικιλότητα στην Τέχνη μοιάζει να είναι ανάλογη της ίδιας της βιοποικιλότητας. Όλα, ανεξαιρέτως, τα καλλιτεχνικά ρεύματα παρουσίασαν, παρά τις τεράστιες διαφορές τους στη φόρμα και στη φιλοσοφία τους, αξεπέραστα καλλιτεχνικά δημιουργήματα. Αν ρίξουμε μια ματιά μόνο στα ρεύματα της ζωγραφικής, θα διαπιστώσουμε, αβίαστα θαρρώ, τόσο τις διαφορές όσο και τα διαχρονικά αριστουργήματα που μας άφησαν κληρονομιά.
Αλήθεια τι σχέση έχει η Αναγεννησιακή Τέχνη και ο Botticelli με τον Ιμπρεσιονισμό και τον Toulouse-Lautrec; Πόσο αταίριαστος μοιάζει να είναι ο Εξπρεσιονισμός και ο Wassily Kandinsky με την Ποπ Αρτ και τον Andy Warhol;
Αν ατενίσει κανείς, με το βλέμμα του νου, όλα αυτά τα ρεύματα και όλους αυτούς τους σπουδαίους καλλιτέχνες, θα διαπιστώσει, εκτός από το τεράστιο μέγεθός τους και τις χαώδεις διαφορές τους, στο τρόπο που αντιλαμβάνονται την καλλιτεχνική έκφραση∙ ακόμα και αν ανήκουν στο ίδιο ζωγραφικό στυλ.
Θα άξιζε, νομίζω, σε αυτό το σημείο, να αναφερθεί και το γεγονός ότι η καλλιτεχνική αξία και έμπνευση αρκετών σπουδαίων εικαστικών καλλιτεχνών προέρχεται από ρεύματα και καλλιτεχνικές αντιλήψεις που συναντώνται εκτός Ευρώπης και ανήκουν σε πολιτισμούς, που οι οπαδοί του φασισμού χαρακτηρίζουν ως υποδεέστερους. Για παράδειγμα η Αρ Ντεκό τέχνη άντλησε από πολλές εποχές και αποτελεί μείγμα επιδράσεων πολλών και διαφορετικών καλλιτεχνικών κινημάτων του 20ου αιώνα. Πηγή έμπνευσης της ήταν εκτός από τα σύγχρονα της καλλιτεχνικά ρεύματα και η αιγυπτιακή και αφρικανική τέχνη, η κινέζικη καλλιγραφία καθώς και ο λαϊκός πολιτισμός της Ρωσίας. Ενώ ο Πωλ Γκωγκέν, λίγο πριν την αναχώρησή του στην Ταϊτή, δήλωνε απογοητευμένος από τον ιμπρεσιονισμό και μετά από μια κρίση κατάθλιψης στέφεται περισσότερο στην Αφρικανική και Ασιατική τέχνη.
Αυτή η οπτική, στη σημερινή πραγματικότητα της ανόδου του φασισμού, πολλαπλασιάζει την αξία και τα οφέλη από την ουσιαστική ένταξη της καλλιτεχνικής παιδείας σε ένα Ενιαίο Σχολείο Θεωρίας και Πράξης, αφού η αποδοχή της διαφορετικότητας είναι επί της ουσίας ο μεγαλύτερος εχθρός του νεοναζισμού. Δεν είναι, κατά συνέπεια, η καλλιτεχνική παιδεία μια πολυτέλεια, μια σχεδόν περιττή δραστηριότητα, μια άσκοπη δαπάνη σε μια χειμαζόμενη οικονομικά εκπαίδευση. Είναι αναγκαιότητα, είναι ασπίδα απέναντι στον ναζισμό, είναι προϋπόθεση ελπίδας για μια αυριανή κοινωνία, που θέλει να παραμείνει ανθρώπινη.
Ο Γιώργος Μπουγελέκας είναι εκπαιδευτικός, συγγραφέας.
Πηγή: Independent News