Επί προεδρίας Τραμπ, όλοι θεωρούσαν ότι η Τουρκία του Ερντογάν έχει απομακρυνθεί οριστικά από το δυτικό στρατόπεδο και ότι η καλή προσωπική χημεία των δύο και μόνο ήταν αυτή που απέτρεπε την επισημοποίηση του διαζυγίου, κάτι που προεξοφλούνταν με την έλευση του Μπάιντεν στον Λευκό Οίκο. Η απόφαση του Ερντογάν να αγοράσει ρωσικά αντιαεροπορικά συστήματα S-400 και η εμμονή σε αυτήν ακόμα και όταν η Τουρκία αποκλείστηκε από τα F-35 που είχε ήδη αγοράσει είχε θεωρηθεί έγκλημα καθοσιώσεως ή το κερασάκι στην τούρτα της αυτονόμησης του Τούρκου Προέδρου.
Ο Τραμπ έφυγε, ήρθε ο Μπάιντεν, αλλά ήρθε και η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, και ο Ερντογάν μεταβλήθηκε ξανά από παρίας σε βασικό παίκτη και asset, που ΗΠΑ και ΝΑΤΟ θέλουν δίπλα τους και σε καμία περίπτωση απέναντί τους. Δεν χρειάζεται άλλωστε να είναι κανείς βαθύς γνώστης της Ιστορίας για να καταλαβαίνει ότι η Τουρκία λόγω γεωγραφίας και μεγέθους αποκτά τεράστια σημασία όταν υπάρχει θέμα με τη Ρωσία. Και μάλιστα στη γεωγραφική σημασία που είχε για τη Δύση η παλιά Τουρκία, αυτή που μπήκε στο ΝΑΤΟ το 1952 μαζί με την Ελλάδα, προστίθεται τώρα η σημασία της Τουρκίας ως στρατιωτικής υπερδύναμης και πρωτοπόρου στη στρατιωτική επανάσταση των drones.
Όλα αυτά ο Ερντογάν τα γνωρίζει καλύτερα από μας και θεωρεί πως σε αυτή τη φάση έχει το πράσινο φως να ξεδιπλώσει ολόκληρη την ατζέντα του. Και το κάνει: βομβαρδίζει τους Κούρδους στο βόρειο Ιράκ, προσπαθεί να αποκλείσει τους Ρώσους από τη Συρία και ταυτόχρονα κάνει επιδεικτική προβολή ισχύος έναντι της Ελλάδας μέσω μιας φρενήρους αεροπορικής δραστηριότητας στο Αιγαίο με συνεχείς υπερπτήσεις πάνω από ελληνικά νησιά.
Aπέναντι σ’ αυτή την κατάσταση και με δεδομένο ότι η Τουρκία δεν άλλαξε στάση, παρά μόνο αυξάνει σήμερα την ένταση της πίεσης, η κυβέρνηση Μητσοτάκη φρόντισε να έχει τα χέρια της δεμένα.
Στο επίπεδο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο Μητσοτάκης δεν άκουσε την πρόταση Τσίπρα -στην οποία συμφώνησε και η Φ. Γεννηματά- να συνδεθεί η Τελωνειακή Ένωση Ε.Ε.-Τουρκίας με την προσφυγή στη Χάγη για τις θαλάσσιες ζώνες. Η συμφωνία είναι κρίσιμη και για τις δύο πλευρές, άρα η Αθήνα μπορούσε να πατήσει πόδι και να πάρει ανταλλάγματα. Αντ’ αυτού, ο Μητσοτάκης προτίμησε να σεβαστεί την απαίτηση Μέρκελ για σπρώξιμο των προβλημάτων κάτω από το χαλί και να κοροϊδεύεται ο ίδιος και να κοροϊδεύει και τον ελληνικό λαό με τον κατάλογο κυρώσεων τον οποίο η Ε.Ε. ήταν έτοιμη να εξετάσει… το ενδεχόμενο να καταρτίσει.
Η συμφωνία με τη Γαλλία ήταν καλή για να πληρώσουμε έναν σκασμό λεφτά σε φρεγάτες και Ραφάλ, αλλά η γαλλική Total αποχώρησε ήδη από τις έρευνες δυτικά της Κρήτης. Το να κάνει μια άσκηση το αεροπλανοφόρο “Σαρλ Ντε Γκολ” στο Αιγαίο δεν σημαίνει πολλά πράγματα. Για την ακρίβεια, τίποτα.
Στο επίπεδο των ελληνοαμερικανικών σχέσεων, ο Μητσοτάκης φρόντισε να δέσει τη χώρα ακόμα περισσότερο χειροπόδαρα. Αφού πρώτα δήλωσε στη συνάντησή του με τον Τραμπ ότι οι ΗΠΑ μπορούν να θεωρούν την Ελλάδα δεδομένη, στη συνέχεια φρόντισε να ικανοποιήσει άνευ ανταλλάγματος τις αμερικανικές απαιτήσεις: έστειλε Patriot στη Σαουδική Αραβία, υπέγραψε μια ονειρική για τις ΗΠΑ ελληνοαμερικανική αμυντική συμφωνία, παραχώρησε το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης στις Ένοπλες Δυνάμεις των ΗΠΑ και κάνει επίδειξη ατλαντισμού εναντίον της Ρωσίας, αποφεύγοντας να τηρήσει την παραμικρή ισορροπία ή πισινή.
Σε δύο εβδομάδες ο Μητσοτάκης θα διαβεί για δεύτερη φορά την πόρτα του Λευκού Οίκου. Οι πιθανότητες να εμφανιστεί λιγότερο «δεδομένος» είναι μηδενικές. Με αγωνία περιμένουμε τι νέα βάρη για τη χώρα θα έχουν οι αποσκευές του στον γυρισμό. Πιθανόν, μεταξύ άλλων, και μια παραγγελία F-35.
Γιώργος Κυρίτσης