«Βρισκόμαστε σε μία φάση επικυρίαρχου κόμματος», διαπιστώνει ο Γιάννης Τσίρμπας επίκουρος καθηγητής Κοινωνικής Θεωρίας και Κοινωνιολογίας στο ΕΚΠΑ και προσθέτει ότι αυτό «έχει συμπαρασύρει τα πάντα». Ωστόσο, η ΝΔ καταφέρνει και είναι η μόνη που έχει ιδιοκτησιακή σχέση με θέματα της ατζέντας παρότι δεν έχει κυριαρχία στην κοινωνία. «Ο χώρος της Αριστεράς βρίσκεται στην πιο αμήχανη στιγμή του σε όλη την περίοδο της μεταπολίτευσης», προσθέτει και τονίζει ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ έχει πάψει να αφορά την κοινωνία. Δεν αφορά κανέναν, παρά μόνο τον εαυτό του». «Δεν είναι μόνο η παραίτηση που παρατηρούμε στις παρέες μας, είναι και η παραίτηση των κομμάτων της Αριστεράς από τον βασικότερό τους ρόλο, που είναι να εκπροσωπούν», καταλήγει.
Η ΝΔ στην κυριολεξία αλωνίζει, χωρίς να υπόκειται σε κανέναν έλεγχο από θεσμούς, αλλά ούτε και να βρίσκει μπροστά της την αντιπολίτευση. Έχει πλέον καθιερωθεί το σύστημα κυρίαρχου κόμματος;
Βρισκόμαστε σε μία φάση επικυρίαρχου κόμματος, και αυτή είναι μια κατάσταση που πλέον χρονίζει και έχει εισχωρήσει στην δικαιοσύνη, τα ΜΜΕ, τον κοινοβουλευτισμό, τη λειτουργία των ανεξάρτητων αρχών. Το πρόβλημα του κυρίαρχου κόμματος είναι ότι έχει συμπαρασύρει τα πάντα. Έτσι, η εμπιστοσύνη στη λειτουργία των θεσμών έχει καταβαραθρωθεί. H ΝΔ δεν είναι κυρίαρχη στην κοινωνία. Για αυτό πια είμαι σχεδόν σίγουρος.
Είναι εμφανές ότι δεν έχει επαφή με την κοινωνία. Πώς μπορεί να σηκώσει αυτή την επίπλαστη κυριαρχία, μια κυριαρχία χωρίς δεσμούς;
Κανείς πια δεν ασχολείται με την κοινωνία. Η ΝΔ έχει στήσει ένα οδόφραγμα μεταξύ της κοινωνίας και της εξουσίας, με ημιθεσμικά χαρακτηριστικά, το οποίο προφυλάσσει την κυριαρχία της. Από την άλλη μεριά, η αντιπολίτευση, σε διάφορες φάσεις από την κρίση μέχρι σήμερα έχει αυτοακυρωθεί: Το ΠΑΣΟΚ έχει ταυτιστεί με αντιλαϊκές και δεξιές νεοφιλελεύθερες πολιτικές και ταυτόχρονα λειτουργεί ως δεξαμενή στελεχών για τη ΝΔ, χωρίς να μπορεί να βρει το ρόλο του αντίπαλου δέους προς τη ΝΔ. Παράλληλα, ο ΣΥΡΙΖΑ είναι υπό διάλυση, όμως το πρόβλημα ξεκινάει νωρίτερα, με την απαξίωση της κυβερνητικής του θητείας, την υπονόμευση της απλής αναλογικής, την αυτοκτονική κεντρώα στροφή και τον εγκλωβισμό στην εσωστρέφεια. Οι εσωκομματικές εκλογές που έγιναν πέρσι δεν αφορούσαν κανένα. Εδώ δίνω ευθύνη και στην πλευρά Τσακαλώτου, που επέλεξε να κατέβει για να μετρήσει τις δυνάμεις του και τελικά άνοιξε ακόμα πιο εύκολα η πόρτα για τον Στ. Κασσελάκη. Πάντως, στις εποχές του κλασικού δικομματισμού δεν θα μπορούσε να σταθεί αυτή η κυβέρνηση με τόσες αποτυχίες και σκάνδαλα.
Διατηρώ τις αμφιβολίες μου αν και τώρα μπορεί πια να σταθεί. Το μόνο που τη διασώζει είναι η απουσία αντιπάλου, διότι δεν έχει καμία πλειοψηφική εκπροσώπηση, με τα ποσοστά που καταγράφει. Πόσο μακριά μπορεί να πάει έτσι;
Μέχρι τις επόμενες εκλογές, τουλάχιστον. Ξεχνάμε ότι σε μερικά πράγματα φαίνεται επιτυχημένη η κυβέρνηση, όπως στη μείωση της ανεργίας και αυτό αποτιμάται από τους ψηφοφόρους.
Η καθημερινότητα, που είναι και ένας από τους στόχους της κυβέρνησης, είναι δυσβάσταχτη, με την ακρίβεια, την εκτόξευση των ενοικίων, τα πάγια έξοδα στα οποία δεν μπορεί να ανταποκριθεί ο κόσμος. Όταν έγινε πάλι αυτό με την επιβολή των μνημονίων, ο κόσμος αντέδρασε -και έχασε. Τώρα επικρατεί η παραίτηση. Γιατί συμβαίνει; Κουραστήκαμε τόσο πολύ;
Υπάρχει κινηματική κόπωση. Δεν μπορείς να είσαι συνεχώς στη διεκδίκηση, ειδικά όταν επικρατεί η αίσθηση χαμηλής αποτελεσματικότητας. Σε αυτό έπαιξε ρόλο, πράγματι, και η ήττα που ανέφερες. Από την άλλη, η επικοινωνιακή πλαισίωση δεν επιτρέπει την απόδοση ευθύνης. Σε αυτό το εφιαλτικό μιντιακό τοπίο που ζούμε οι ευθύνες για την ακρίβεια διαθλώνται έξω από τη χώρα («η ακρίβεια του Πούτιν» ή «η ακρίβεια του πολέμου») και παράλληλα τα διάφορα «σοσιαλιστικά» καλάθια λειτουργούν θετικά για την κυβέρνηση. Να προσθέσω δε ότι αυτό που ονομάζουμε κατ’ ευφημισμό πλέον αντιπολίτευση δεν έχει ιδιοκτησιακή σχέση με κανένα από αυτά τα θέματα.
Το ΠΑΣΟΚ επιχειρεί να το κάνει αυτό με τη στέγη…
Πράγματι, όμως έχει να αντιμετωπίσει ένα ζήτημα που είναι ανυπέρβλητο: είναι ακόμα η Νέα Δημοκρατία ΙΙ.
Δεν διαμορφώνονται κοινωνικά αιτήματα. Είναι σαν ο κόσμος να μην ασχολείται πια με την πολιτική, αν εξαιρέσει κάποια στιγμές οργής, όπως ήταν τα Τέμπη.
Υπάρχει και μία αξιακή αλλαγή, νομίζω. Υπάρχει κόσμος που νοιάζεται ακόμα για τη δημοκρατία ή για την πολιτική, που είναι σε μια στάση αναμονής. Υπάρχει ένας άλλος κόσμος που συμμετέχει εναλλακτικά πια, αφού έχει απαξιώσει τις εκλογές. Είναι προφανές ότι έχουν διαρραγεί οι σχέσεις εκπροσώπησης. Ακόμα και για το θέμα της ακρίβειας, η ΝΔ είναι αυτή που έχει ιδιοκτησιακή σχέση. Δεν είναι μόνο η παραίτηση που παρατηρούμε στις παρέες μας, είναι και η παραίτηση των κομμάτων της Αριστεράς από τον βασικότερό τους ρόλο, που είναι να εκπροσωπούν. Από την άλλη, τα ακροδεξιά κόμματα δίνουν μια ψευδαίσθηση εκπροσώπησης σε μερίδα του κόσμου, σε αντίθεση με τα κλασικά κόμματα.
Κυριαρχεί πια μόνο η επικοινωνία και οι τακτικές εντυπωσιασμού; Έχει χαθεί η πολιτική συζήτηση;
Δεν μπορείς να ξεχωρίσεις την επικοινωνία από την πολιτική ούτως ή άλλως. Το ότι πλέον πάμε σε περισσότερο προσωποκεντρικά μοντέλα είναι όμως αλήθεια. Και σε περισσότερο «γρήγορη» πολιτική. Περισσότερο ευκαιριακές ταυτίσεις και συγκυριακές ταυτότητες. Εγώ αντιστρέφω το ερώτημα: είχε ποτέ η πολιτική την εσωτερική συνοχή που νομίζουμε; Μήπως νοσταλγούμε κάτι που δεν υπήρχε ποτέ στην πραγματικότητα; Μήπως από κάτω τα θέματα παραμένουν τα ίδια; Επίσης, τι συμβαίνει με τη ζήτηση. Έχει υπάρξει αξιακή μεταβολή προς πιο ατομοκεντρικά μοντέλα. Στην πολιτική καθένας βλέπει ευκαιριακές σχέσεις. Όχι ποιος θα μου λύσει τα προβλήματα, αλλά περισσότερο με ποιον θέλω να κάνω παρέα. Είναι πάντως αμφίδρομο. Αφορά και την προσφορά (λιγότερη πολιτική ύλη) και τη ζήτηση, λιγότερη εμπιστοσύνη και προσδοκίες. Έχει χαθεί η έννοια της συλλογικής ανησυχίας για το μέλλον, έχουν πλέον όλα μια ατομική σχέση με την πολιτική.
Έχει ευθύνες ο ΣΥΡΙΖΑ για την κατάσταση που επικρατεί στον χώρο της Αριστεράς;
Προφανώς. Θεωρώ θετική την πορεία του ΣΥΡΙΖΑ στην πολιτική, αλλά είναι το κόμμα που απαξίωσε (μετά το ΠΑΣΟΚ του Γ. Παπανδρέου) το κόμμα ως μηχανισμό εκπροσώπησης και αυτό ήταν ένα σημείο καμπής. Με τον τρόπο που επέλεξε, για παράδειγμα, να εκλέξει αρχηγό διέλυσε τις εσωκομματικές δομές. Μπορεί κάποιος να είναι ή αρχηγός ή ψηφοφόρος. Δεν υπάρχουν μεσαία στελέχη. Και επομένως, πως θα λειτουργήσει το κόμμα;
Πιστεύεις ότι βρίσκεται σε φάση συριζοποίησης, κατά το πασοκοποίηση;
Νομίζω ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει πάψει να αφορά την κοινωνία. Δεν αφορά κανέναν, παρά μόνο τον εαυτό του. Ελπίζω να αλλάξει αυτό, αλλά σήμερα δεν φαίνεται να έχει καμία σχέση με την πολιτική ούτε να παίρνει μία ξεκάθαρη θέση και να διαμορφώνει ένα στίγμα.
Η Νέα Αριστερά και το ΜέΡΑ25 που προέρχονται από τον ΣΥΡΙΖΑ δεν έχουν καταφέρει να παίξουν έναν ρόλο για να ανακάμψει η Αριστερά και φαίνεται να ενισχύεται μόνο το ΚΚΕ, χωρίς όμως να παρεμβαίνει ουσιαστικά. Μπορεί η Αριστερά να ανακάμψει ή έχει ηττηθεί αξιακά;
Νομίζω ότι ο χώρος της Αριστεράς βρίσκεται στην πιο αμήχανη στιγμή του σε όλη την περίοδο της μεταπολίτευσης. Η Νέα Αριστερά, σε ένα βαθμό δίκαια αλλά σε μεγάλο βαθμό άδικα, φαίνεται να κληρονόμησε τον μουτζούρη, δηλαδή το αντιΣΥΡΙΖΑ αίσθημα και την αίσθηση αναξιοπιστίας του κυβερνητικού ΣΥΡΙΖΑ. Ακόμα και αυτοί που την ψήφισαν περισσότερο το έκαναν γιατί έπρεπε. Θεωρώ ότι έχει να προσφέρει η Νέα Αριστερά, παρότι δεν έχει καταφέρει ούτε αυτή να αποκτήσει ιδιοκτησιακή σχέση με ούτε ένα θέμα της ατζέντας. Το ΚΚΕ βρίσκεται περιχαρακωμένο, αγχωμένο για τη διαιώνιση της κρατικής επιχορήγησης και τη διατήρηση της υγειονομικής ζώνης γύρω του, προσφέρει κάποια πράγματα, κυρίως στα συνδικαλιστικά, αλλά περιορισμένα. Το ΜέΡΑ25 είναι καθηλωμένο στο 2015 και δεν έχει καταφέρει να συγχρονιστεί με όσα συμβαίνουν σήμερα. Σε κάθε περίπτωση, δεν νομίζω ότι οι ιδέες της ισότητας, της δικαιοσύνης, της κοινωνικής προστασίας μπορούν να ηττηθούν. Οι πολιτικές, οι τρόποι εφαρμογής όμως μπορούν. Ας μην ξεχνάμε ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη κάνει πολύ επιτυχημένες τριγωνοποιήσεις: εμφανίζεται και προοδευτική και συντηρητική ταυτόχρονα, παίρνει χωρίς πρόβλημα σοσιαλιστικά, σοβιετικού τύπου μέτρα, ευνοεί τους ολιγάρχες και χαϊδεύει και το αντιμεταναστευτικό αίτημα, σε έναν ενιαίο μέτωπο. Και δεν υπάρχει κανείς να της αντιπαρατεθεί.
Μπορεί να ξαναέρθει μπροστά το συλλογικό; Τα κινήματα είναι σε κάμψη, μπορεί να τα δούμε να αναζωπυρώνουν, ακόμα και με μια ισχνή αριστερά;
Ο τρόπος που ανακάμπτει πια η πολιτική είναι λίγο πιο ευκαιριακός, πιο ταυτοτικός. Υπάρχουν ζητήματα και ταυτότητες που μπορεί να αναδειχθούν σε μια ορισμένη περίοδο και αυτό να φτιάξει ένα κίνημα. Τα κινήματα δεν γιγαντώνονται εξαιτίας των κομμάτων, αλλά παρά αυτά. Θεωρώ πάντως ότι η κινηματική κόπωση δεν έχει ακόμα παρέλθει, ενώ η κατάσταση στην κοινωνία είναι αντικειμενικά καλύτερη από ότι το 2012, για παράδειγμα. Το ερώτημα είναι η αριστερά θέλει να μας εκπροσωπήσει;
Ιωάννα Δρόσου, Βασίλης Ρόγγας