Macro

Γιάννης Παπαθεοδώρου «Απατηλό παρελθόν. Ιστορίες της καβαφικής κριτικής (1933-1963)», εκδόσεις Άγρα, 2025

Σήμερα που ο Καβάφης δεν θεωρείται απλώς πολύ σημαντικός ποιητής αλλά αποτελεί διεθνοποιημένο πεδίο σπουδών, έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον να παρακολουθήσουμε πώς ήδη από τον Μεσοπόλεμο το έργο του αποτέλεσε για την κριτική προνομιακό χώρο εφαρμογής ποικίλων μεθόδων ανάγνωσης και ερμηνευτικών προσεγγίσεων.

Η σχέση του καβαφικού έργου με την ιστορία (καβαφικός ιστορισμός) προκάλεσε αντικρουόμενες απόψεις. Νέα ερμηνευτικά σχήματα, καινοτόμα διανοητικά εργαλεία και πρωτότυπες μέθοδοι ανάλυσης δοκιμάστηκαν πάνω στην καβαφική ποίηση με αμφιλεγόμενα αποτελέσματα, αλλά με κοινό άξονα τη μετατόπιση του ενδιαφέροντος από τον «ηδονικό» στον πιο βαθύ και δυσερμήνευτο «ιστορικό» Καβάφη. Η μελέτη του καθηγητή Νεοελληνικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Πατρών Γιάννη Παπαθεοδώρου, αξιοποιώντας τη μεταϊστορική προοπτική του Ηayden White, τη φουκωική προβληματική και τον σύγχρονο θεωρητικό προβληματισμό γύρω από τις έννοιες του «αρχείου» και των «καθεστώτων ιστορικότητας», ανατέμνει τη γενεαλογία της καβαφικής κριτικής μετά τον θάνατο του Αλεξανδρινού (1933-1963).

Από την πληθωρική σχετική κριτικογραφία ο συγγραφέας επιλέγει τρία παραδείγματα-σταθμούς που ορίζουν τους αναβαθμούς εξέλιξης της καβαφικής κριτικής: την «ψυχαναλυτική» πρόσληψη του Τίμου Μαλάνου, τη μοντερνιστική του Γιώργου Σεφέρη και τη «μαρξιστική» του Στρατή Τσίρκα. Ας ειπωθεί εξαρχής και χωρίς περιστροφές. Ο Γιάννης Παπαθεοδώρου, στοχαστικός νεοελληνιστής με σπάνια θεωρητική, πολιτική και ιστορική κατάρτιση, διαθέτει μοναδική ικανότητα να ανασυγκροτεί με διαύγεια τα επιχειρήματα και τη συλλογιστική των κριτικών λόγων καλύτερα ίσως και από τον δημιουργό τους. Στο παρόν βιβλίο εξετάζει το σύστημα συγκρότησης των κριτικών αφηγήσεων γύρω από τον καβαφικό ιστορισμό. Με διεισδυτική οξυδέρκεια διερευνά τις προϋποθέσεις των ερμηνευτικών στρατηγικών, συλλαμβάνει λεπτές αποχρώσεις, εντοπίζει θεωρητικά και άλλα υποστυλώματα της κριτικής αναδεικνύοντας συνέχειες και ρήξεις με το παρελθόν και τη συνδέει με το ιστορικό και κοινωνικό της πλαίσιο. Με έγνοια για την ελκυστική γραφή αφηγείται συναρπαστικά, με πλοκή και πρωταγωνιστές, τη σκυταλοδρομία των «ιστοριών της καβαφικής κριτικής».

Ο διαστροφικός, ο μοντερνιστής και ο αντιαποικιακός Καβάφης

Στο πρώτο μέρος του βιβλίου («Η γνώση των ηδονών») διερευνώνται οι κριτικοί λόγοι που κατασκεύασαν ένα πεδίο ψυχοβιογραφικών και σεξουαλικών ερμηνειών του καβαφικού ιστορισμού. Η ψυχοπαθολογική, παρεκκλίνουσα και απόκρυφη σεξουαλικότητα του Καβάφη (μονήρεις απολαύσεις, ιδιωτικές διαστροφές) αναδείχτηκε σε κεντρικό εργαλείο μιας απλουστευτικής και ιδιάζουσας ψυχαναλυτικής κριτικής. Με αφετηρία το αφιέρωμα του περιοδικού Κύκλος (1932) παρουσιάζονται οι ποικίλες ψυχαναλυτικές ή ψυχολογίζουσες ερμηνείες (Παπατσώνης, Κ.Θ. Δημαράς, Κάλας κ.ά) που φτάνουν σε ακραίες παραλλαγές (ψυχ)ιατρικοποίησης του κριτικού λόγου (σχιζοφρενής, νάρκισσος, συμπλεγματικός, νευρωσικός Καβάφης). Κορυφαίο και πιο επιδραστικό παράδειγμα υπήρξε το πολύκροτο βιβλίο του Μαλάνου (1933) με κεντρική τη θέση ότι ο Καβάφης «ταξίδεψε τη διαστροφή του στην ιστορία». Τα ιστορικά του ποιήματα δεν είναι παρά συγκαλυμμένα αισθησιακά και η ιστορία καταφύγιο απωθημένης σεξουαλικότητας. Ο Παπαθεοδώρου δείχνει πώς η εισαγωγή πολλαπλών εκδοχών ψυχανάλυσης στη νεοελληνική κριτική, παρά την επιπολαιότητά τους, έστρεψε καθοριστικά το βλέμμα στον «ιστορικό» Καβάφη, ενώ ταυτόχρονα εκσυγχρόνισε τα διανοητικά εργαλεία και αποτέλεσε προκάλυμμα για να εισαχθεί στα καθ’ ημάς ένα καινοφανές σύστημα γνώσεων περί σεξουαλικότητας.

Στο δεύτερο μέρος («Η αίσθηση της ιστορίας») έρχεται στο προσκήνιο η καταλυτική πρόσληψη του Καβάφη από τον Σεφέρη. Στην περίφημη διάλεξή του για τον Καβάφη (1946), δανειζόμενος την ελιοτική έννοια της «ιστορικής αίσθησης» και αναζητώντας κοινά θεματικά μοτίβα με τον Έλιοτ, ο «φιλόλογος-ποιητής» παρουσιάζει έναν καινούργιο Καβάφη, με κειμενοκεντρική ανάγνωση, απεγκλωβίζοντάς τον από τον βιογραφισμό του Μαλάνου. Η κατασκευή ενός ελιοτικού Καβάφη αποτελεί μια μείζονα αλλαγή κριτικού παραδείγματος που, παρά τις επιφυλάξεις που γεννά σήμερα, σηματοδοτεί την αφομοίωση της μοντερνιστικής ευαισθησίας από τη νεοελληνική κριτική. Ο Σεφέρης εφαρμόζει στον Καβάφη τις ιδέες του μοντερνιστικού ιστορισμού. Αναφέρεται στη διαισθητική πρόσληψη του παρελθόντος από την προοπτική του παρόντος και στη «μυθιστορική» αντίληψη του Καβάφη για την ιστορία, περιγράφοντας ίσως περισσότερο τη δική του ποιητική. Με εύστοχο τρόπο ο Παπαθεοδώρου δείχνει πως τα ερμηνευτικά σχήματα δεν είναι ξεκομμένα από το ιστορικό πλαίσιο και το παροντικό καθεστώς ιστορικότητας –την εμπειρία του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου– εξηγώντας τη στροφή του Σεφέρη στον «ιστορικό» Καβάφη στα χρόνια της Μέσης Ανατολής.

Από τον αντιιμπεριαλισμό στον «ιστορικό συμβιβασμό»

Στο τρίτο μέρος («Η επιστροφή των βαρβάρων») παρουσιάζεται η (αγοραία και ντετερμινιστική) «μαρξιστική» ερμηνευτική στρατηγική του Τσίρκα στη μελέτη του Ο Καβάφης και η εποχή του (1958) όπου με ερμηνευτικό κλειδί τις «περιστάσεις» στα αιγυπτιακά συμφραζόμενα και μέθοδο τον διαλεκτικό υλισμό οδηγείται στην ανάδυση του «κοινωνικού» Καβάφη. Ο Τσίρκας αναλύοντας ποιήματα όπως το «Περιμένοντας του βαρβάρους» και αξιοποιώντας τεκμήρια από το αρχείο του ποιητή επινοεί έναν Καβάφη αντιιμπεριαλιστή και αντιαποικιοκράτη, σχήμα που νομιμοποιείται στις αριστερές ευαισθησίες. Περιγράφοντας τη γενεαλογία της σύλληψης του βιβλίου, στα συμφραζόμενα της αποσταλινοποίησης (1956) αλλά και της συζήτησης για τα φαινόμενα παρακμής στη νεοελληνική ποίηση (1955), ο Παπαθεοδώρου αναδεικνύει τον διμέτωπο αγώνα του Τσίρκα τόσο απέναντι στον Μαλάνο όσο και στον αριστερό δογματισμό. Το πλούσιο υλικό από το επιστολικό αρχείο του Τσίρκα στο ΕΛΙΑ/ΜΙΕΤ δείχνει τις διαδρομές ρηγμάτωσης της παλαιότερης κριτικής και την αμφισβήτηση του δογματισμού προετοιμάζοντας το έδαφος για την ανοιχτή αναμέτρηση που θα ακολουθήσει στις Ακυβέρνητες Πολιτείες. Λίγα χρόνια αργότερα η ανακάλυψη από τον Σαββίδη ενός ανέκδοτου καβαφικού ποιήματος με θέμα τις εκτελέσεις στο Ντενσουάι της Αιγύπτου από τους Βρετανούς θα μετατοπίσει το ενδιαφέρον του Τσίρκα στην «πολιτική αίσθηση» του Καβάφη, που θα τον απασχολήσει στη δεύτερη μελέτη του (Ο πολιτικός Καβάφης, 1971).

Το πιο ερεθιστικό ίσως κεφάλαιο του βιβλίου είναι το επιλογικό spoiler για τον καβαφικό ιστορισμό στη Μεταπολίτευση, όταν έχει έλθει πια η ώρα της πανεπιστημιακής κριτικής. Ο ευρηματικός Γ.Π. Σαββίδης τοποθετεί την επεξεργασία του αρχείου στο κέντρο μιας νέας φιλολογικής μεθόδου και διατυπώνει ένα ευρύχωρο σχήμα όπου η ιστορική αίσθηση (Σεφέρης) με την πολιτική (Τσίρκας) ταυτίζονται, διευρύνοντας το πλαίσιο του «πολιτικού Καβάφη». Ο Μαρωνίτης στην περίφημη καβαφική μελέτη του στα Δεκαοχτώ Κείμενα, όπως και ο Δάλλας, υπονοεί αντιστοιχίες με το παρόν. Ο Σαββίδης όμως δεν θα διστάσει να συσχετίσει τις περίφημες καβαφικές «στοχαστικές προσαρμογές» με τον πολιτικό ρεαλισμό του ευρωκομμουνισμού και του «ιστορικού συμβιβασμού» φέρνοντας για τον Καβάφη στο προσκήνιο την έννοια της πολιτειακής ηθικής ευθύνης και του «εθνικού» ποιητή του μείζονος ελληνισμού. Το πολιτικό ασυνείδητο της κριτικής μπορεί πια να ενσωματώνει την παροντική διάσταση των ιδεολογικών αιτημάτων. Και ο Καβάφης να «συναντά» τον Μπερλινγκουέρ.

Προς μια αναθεμελίωση της κριτικής

Από την πραγμάτευση του θέματος προκύπτει ένα ενδιαφέρον εξελικτικό σχήμα που αφορά την πορεία της καβαφικής κριτικής από την επίφαση επιστημονικότητας προς τη συγκροτημένη πανεπιστημιακή κριτική. Όλα τα ερμηνευτικά σχήματα που αναλύει ο Παπαθεοδώρου έχουν ασφαλώς προβλήματα. Ωστόσο, ο συγγραφέας δεν καταγγέλλει τις μονομέρειες, τις υπερβολές, τις αυθαιρεσίες, τις υπερερμηνείες, τις ακαμψίες, τους δογματισμούς και τις αστοχίες της κριτικής αλλά ενδιαφέρεται να κατανοήσει τους όρους και τις προϋποθέσεις συγκρότησης των κριτικών αφηγήσεων και τα βαθύτερα επίπεδα των σημασιών τους.

Διευρύνοντας τον δρόμο που άνοιξε ο Μουλλάς (Δέκατη Μούσα, 2001), η μελέτη του Παπαθεοδώρου δίνει νέες κατευθύνσεις στο πεδίο της «κριτικής της κριτικής». Στην πραγματικότητα προτείνει την αναθεμελίωση της κριτικής ως αντικειμένου μελέτης στη βάση νέων ερευνητικών ερωτημάτων. Προκρίνει μάλιστα τη μετατόπιση του κέντρου βάρους από την ιστορία της κριτικής στην ιστορία των κριτικών πρακτικών και των ερμηνευτικών στρατηγικών χαρτογραφώντας ακροθιγώς το πεδίο μιας διανοητικής και αναστοχαστικής ιστορίας των κριτικών αφηγήσεων. Σύμφωνα με αυτή την αντίληψη, η κριτική δεν είναι ετεροκαθορισμένη από την καλλιτεχνική δημιουργία, ο ρόλος της δεν είναι απλώς να ερμηνεύει ή να αξιολογεί τα έργα, αλλά έχει τη δική της αυτοδυναμία. Είναι κοινωνικός θεσμός με πολιτισμική διαμεσολάβηση και κρίσιμο επικοινωνιακό ρόλο στη δημόσια σφαίρα συγκροτώντας λόγους (discourses) που συνδέονται με ευρύτερες κοσμοθεωρήσεις και ιδεολογικά ζητήματα.

Το βιβλίο συνιστά σημαντική συμβολή στην κατανόηση της ιστορικής ματιάς του Καβάφη, αλλά και των ανταποκρίσεων της κριτικής που συχνά μας διαφωτίζει περισσότερο για την ίδια και την εποχή της παρά για τα έργα που σχολιάζει.

Κώστας Καραβίδας

Η ΕΠΟΧΗ