Macro

Φυλή, έθνος και τάξη: Ψηλαφώντας τις συναρθρώσεις τους

Μεταξύ των κατηγοριοποιήσεων «τάξη» και «έθνος», έχω πλέον πειστεί ότι υπάρχει, πράγματι, πολύ μεγαλύτερη συμμετρία, από ό,τι τουλάχιστον εγώ θα ήμουν έτοιμος να παραδεχτώ τριάντα χρόνια πριν. Αυτό συμβαίνει διότι από μια κλασικά μαρξιστική οπτική –παρά το αλτουσεριανό μου υπόβαθρο, ήμουν εν πολλοίς ένας κλασικός μαρξιστής– ο ταξικός προσδιορισμός βαρύνει περισσότερο από τον εθνικό προσδιορισμό, θεωρείται πιο δομικός, πιο θεμελιώδης, ενώ το έθνος διαμορφώθηκε, προέκυψε ως εκ των υστέρων ή παράγωγος θεσμός. Σήμερα, θα εγκαταλείψω αυτήν την ασυμμετρία ή επιφύλαξη και θα υπερασπιστώ την ιδέα ότι στον καπιταλισμό, μια περίοδο της παγκόσμιας ιστορίας που εκτείνεται περίπου από τις απαρχές της ευρωπαϊκής επέκτασης έξω από τον αρχαίο κόσμο (στην Αμερική ή σε αυτό που στη συνέχεια θα γινόταν η Αμερική, στην Αφρική, την Ασία κ.α.) έως την κατάρρευση του κρατικού σοσιαλισμού στο τέλος της δεκαετίας του ’90, το έθνος και η τάξη είναι δύο ισόρροποι κοινωνικοί σχηματισμοί, που βρίσκονται σε ανταγωνισμό ή και σε σύγκρουση ορισμένες φορές. Υπό το φως της μαρξιστικής παράδοσης, αυτή η διαπίστωση σημαίνει ότι η τάξη είναι λιγότερο αυθόρμητος και πολύ περισσότερο θεσμικός σχηματισμός και το έθνος πολύ περισσότερο θεμελιώδης, οικονομικά και πολιτικά. Συνεπώς, ο μαρξισμός χρειάζεται να μετασχηματιστεί βαθιά, αν όχι ριζικά.
Αυτή η διαπίστωση οδηγεί στην επόμενη: οι περισσότεροι κοινωνιολόγοι, ιστορικοί και οικονομολόγοι θα παραδεχτούν ότι, προκειμένου να αναλύσουν κοινωνικά κινήματα, οικονομικές πολιτικές και κρατικούς θεσμούς, απαιτείται ταυτόχρονη αναφορά στην τάξη και το έθνος και διερεύνηση της συνάρθρώσής τους.

Η έννοια της φυλής στο κέντρο

Όμως αυτό δεν είναι αρκετό. Στο βιβλίο, λόγω της αρχικής μας βούλησης και της αφετηρίας μας, διερευνήσαμε την τάξη και το έθνος, υπό το φως των κοινών τους συνεπειών στη διαμόρφωση της φυλής, και τη συμπληρωματική τους συνάρθρωση με αυτή. Έτσι, η φυλή αναδείχθηκε ως ιδιαίτερο ζήτημα, επείγον και πολιτικά διεισδυτικό, το οποίο κατέστησε απαραίτητη την περαιτέρω διερεύνηση τις γενικές κατηγοριοποιήσεις του έθνους και της τάξης. Συγκεκριμένα, επιβεβαιώσαμε την ιδέα ότι η τάξη μπορεί να προσδιοριστεί δίχως αναφορά στη φυλή, ενώ το έθνος δεν προσδιορίζεται εγγενώς ως συναρθρωμένο με τη φυλή.
Σήμερα, θα αντιστρέψω την οπτική και θα υπερασπιστώ μια συνέπεια αυτής της ιδέας. Δηλαδή, ότι δεν υπάρχει ιστορικά συνδυασμός της τάξης και του έθνους στον καπιταλισμό, ο οποίος να μην εμπλέκει την παραγωγή και αναπαραγωγή φυλετικών σχέσεων, ιεραρχήσεων και αποκλεισμών. Συνεπώς, η μελέτη της φυλής καθιστά δυνατή τη συγκεκριμένη και διαλεκτική εξήγηση του πώς αλληλεπιδρούν οι δύο κοινωνικοί σχηματισμοί, το έθνος και η τάξη. Το ζήτημα της φυλής, μάλιστα, βρίσκεται ακριβώς στο κέντρο αυτού που αποκαλούμε επικίνδυνη συνάρθρωση των δύο. Υπό αυτήν την εννοία δεν υπάρχουν καθαρά φυλετικές σχέσεις και αυτή η αποδοχή είναι το πρώτο βήμα για την κατανόηση των μετωνυμιών και μεταμορφώσεων της φυλής ως όρου, δομής και δυναμικής. Στην ανάλυσή μου θα επικαλεστώ ακόμη και το φύλο, το οποίο στο βιβλίο μας μάλλον αμελήσαμε.

Ρατσισμός δίχως φυλή;

Μια πρώτη σειρά αρχικών υποθέσεων εργασίας αφορά τη σημασιολογία και την ιστορικότητα της φυλής ως όρου, κοινωνικο-πολιτικής κατηγοριοποίησης και διακυβεύματος στην ιδεολογική διαπάλη. Σε αυτήν την κατεύθυνση με ωθεί η επικυριαρχία και η υπολειπόμενη ασάφεια και αμφισημία της έκφρασης «ρατσισμός δίχως φυλή», που αρκετοί από εμάς χρησιμοποιούμε και η οποία μοιάζει να υπονοεί ότι ίσως ο ρατσισμός μπορεί να επιβίωσει πέρα από αυτό που έχει αποκαλεστεί ως φθίνουσα σημασία της φυλής. Ακόμα, εναλλακτικά ίσως υπονοεί ότι ο ρατσισμός δεν υπήρξε ποτέ απότοκο της ύπαρξης φυλών ή φυλετικών σχέσεων αλλά πιθανώς θα μπορούσε να τις έχει παράξει ως μια σειρά αναπαραστάσεων που στη συνέχεια προβλήθηκαν και πραγματώθηκαν στην κοινωνία και τους θεσμούς.
Η σημερινή επικίνδυνη συγκυρία μας καλεί να επιλέξουμε μία από τις δύο ακόλουθες υποθέσεις: Είτε ότι, με την εντατικοποίηση διαδικασιών μετακίνησης ατόμων με ποικίλες καταγωγές στο μετααποικιακό κόσμο, είναι ακόμα περισσότερο πιθανό σήμερα η κυρίαρχη εκδοχή του ρατσισμού να είναι πολιτιστική και κοινωνική παρά βιολογική. Είτε ότι εισερχόμαστε σε μια νέα φάση του παγκόσμιου συστήματος που άλλοι την προσδιόριζουν ως κρίση, άλλοι ως ανάδυση ενός νέου τύπου καπιταλισμού –μπορεί να είναι και τα δύο. Είναι, όμως, ακόλουθα και μια νέα φάση για την ιστορία του ρατσισμού και του φυλετικού ζητήματος, στην οποία δεν είναι διόλου βέβαιο ότι ο «ρατσισμός δίχως φυλή» ή ο «πολιτιστικός ρατσισμός» παραμένει ο καλύτερος δυνατός προσδιορισμός. Και αυτό γιατί ζητήματα πληθυσμών, δημογραφίας και βιοπολιτικής των πληθυσμών επιστρέφουν στο επίκεντρο με ιδιαίτερα βίαιο τρόπο.

Η γενεαλογία

Πρώτον, είτε ο ρατσισμός γίνεται αντιληπτός με ή χωρίς φυλετική βάση παραμένει μια αμετάβλητη παράμετρος ή ένα διαρκές γνώρισμα που λειτουργεί δομικά σε κάθε ρατσιστική κουβέντα και σε κάθε θεσμό ή σύστημα που παράγει κοινωνικές διακρίσεις: η γενεαλογία. Δεύτερον, η φυλή και κάθε ιστορικό ανάλογο ή υποκατάστατο είναι μεταβατικές κατηγορίες μιας μεταβατικής φάσης, ιστορικά και γεωγραφικά, την οποία βιώνουμε. Πρόκειται για μια πολύ μακρά μετάβαση σε ένα ευρωκεντρικό κόσμο. Επομένως, η φυλή, και ο ρατσισμός ως συνέπεια, είναι μια κατηγοριοποίηση που κυρίως προβλήθηκε από τον ευρωπαϊκό τρόπο σκέψης για να περιγράψει την ποικιλότητα τις ανθρωπολογικές διαφοροποιήσεις ανά τον κόσμο. Όταν η βάση ισχύος αυτής της προβολής καταρρέει ή αποδομείται, η ίδια η προβολή βρίσκεται σε αστάθεια, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε εξεγερτικές ή βίαιες εξελίξεις. Τρίτον, ως συνέπεια των παραπάνω, ο ορισμός του ρατσισμού μέσω της φυλής ή αντίστροφα θα μπορούσε να αναχθεί στη δυναμική ανάλυση των διαδικασιών φυλετικοποίησης.

Οι δύο όψεις του ατομικού – συλλογικού συσχετισμού

Η λέξη «φυλή» είναι κατ’ εξοχήν ένα σημαίνον που ποικίλει, τα νοήματα τα οποία αποδίδονται σε αυτό διαρκώς αλλάζουν και χρησιμοποιούνται για νέες καταστάσεις και ομάδες. Έχει ενδιαφέρον το γεγονός ότι ο όρος παραμένει σε χρήση παρά τα παράγωγα, όπως ρατσισμός ή φυλετικοποίηση (σμτ. στα αγγλικά πρόκειται όντως για παράγωγα από τη ρίζα race=φυλή), και παρά την αστάθεια των σημαινόμενων πρακτικών. Στο πλαίσιο αυτής της προσέγγισης, έχει ιδιαίτερη σημασία αυτό που αποκαλείται γενεαλογικό σχήμα, εννοώντας τον ντετερμινιστικό μηχανισμό, βιολογικό, κοινωνικό ή και τα δύο, που αποδίδει συλλογικά χαρακτηριστικά σε άτομα, τα οποία θεωρούνται κληρονομημένα από προγόνους και κληρονομήσιμα στους απογόνους. Ο πυρήνας αυτού του σχήματος είναι η σύνδεση μεταξύ δύο αναπαραστάσεων, της σταθερότητας και της μεταβίβασης. Εδώ αποδίδεται ο ρόλος της οικογένειας, σε όλες τις ιστορικές της εκδοχές, και του αντίστοιχού της, της ιδιαίτερης εμμονής του φυλετικού φαντασιακού στις έμφυλες και τις σεξουαλικές σχέσεις, στη διατήρηση ή την απειλή της φυλετικής ταυτότητας. Η φυλή είναι ο μοχλός που απλοποιεί, ταξινομεί, επιλέγει και ιεραρχεί τις διαφοροποιήσεις. Αυτή που αποδίδει την απλοποιητική αναπαράσταση της καταγωγής, της ρίζας, που και για τα άτομα και για τις κοινότητες μπορεί να γίνει κατάρα και φυλακή, ενώ σαφώς αγγίζει τον πυρήνα των ταυτοποιητικών διαδικασιών.
Αν παρατηρήσουμε τον τρόπο με τον οποίο ένα φυλετικό γενεαλογικό σχήμα δουλεύει και από τις δύο όψεις του ατομικού – συλλογικού συσχετισμού, ταυτοποιεί ή διακρίνει τα άτομα, στοχοποιώντας τα μέσω γνωρισμάτων όπως χρώμα, συνήθειες, πολιτιστικές πρακτικές, σε εκπρόσωπους συγκεκριμένων και σταθερών τύπων στους οποίους οι άνθρωποι διαχωρίζονται. Ταυτόχρονα, αυτός ο τρόπος συλλογικοποιεί την ανθρώπινη ποικιλότητα ορίζοντας ομάδες που χρήζονται αμετάβλητες και αυτοαναπαραγόμενες, ομάδες που λειτουργούν ως είδη μεταξύ των ειδών. Οι δύο όψεις της ταυτόχρονης διαδικασίας συλλογικοποίησης και διάκρισης χαρακτηρίζονται πάντα από σχέσεις εξουσίας. Αυτό εξηγεί, για παράδειγμα, γιατί η αναπαράσταση της «επικίνδυνης τάξης» που ήταν διεισδυτικότατη την περίοδο μετά τη βιομηχανική επανάσταση στην Ευρώπη είναι στην πραγματικότητα δυσδιάκριτη από τη φυλετική κατασκευή. (…)

Κρίσιμα ερωτήματα

Από αυτό το σημείο, θα ήθελα να κινηθώ προς δύο κατευθύνσεις. Η πρώτη αφορά τον κοινωνικό χαρακτήρα της φυλής. Είναι κρίσιμο να εξηγήσουμε ότι κάθε αναπαράσταση της φυλετικής ταυτότητας αποτελεί κοινωνική κατασκευή, κυρίως όταν το σημείο ταυτοποίησης είναι βιολογικό. Με άλλα λόγια, υπάρχει μόνο κοινωνικός ρατσισμός, που χρησιμοποιεί χαρακτηριστικά για να καταστήσει ορατή τη φυλετική διαφοροποίηση. Η ορατότητα της γενεαλογίας είναι πάντα σημαντική και επικαλούμενη, όπως στην περίπτωση της έκφρασης «ορατές μειοψηφίες». Η διαδικασία της φυλετικοποίησης συμπεριλαμβάνει πολλές συσχετιζόμενες δομικά όψεις. Σταθεροποιεί και ταξινομεί τις ανθρωπολογικές διαφοροποιήσεις, μέσω των οποίων τα άτομα γίνονται εκπρόσωποι συγκεκριμένων τύπων, παρότι οι τύποι αυτοί δεν είναι απολύτως σταθεροί. Επίσης, αυτή η διαδικασία αντιστοιχεί σε ένα βίωμα σχέσεων εξουσίας, που συνδυάζουν το στιγματισμό και τη βία και διαπερνούν την καθημερινή ζωή, τις συναισθηματικές σχέσεις έως και τις βασικές κοινωνικές λειτουργίες. Εν ολίγοις δημιουργεί μια συνθήκη που αντικαθιστά ή επικαθορίζει την ίδια την ανθρώπινη συνθήκη. Το θεμελιώδες φιλοσοφικό και πολιτικό ερώτημα είναι: σε ποιο βαθμό, σε μια συγκεκριμένη ιστορική συγκυρία, μπορούμε να πούμε ότι δεν υπάρχει βίωμα της ανθρώπινης συνθήκης που να παραμένει αλώβητο, έξω από φυλετική ή φυλετικοποιητική διαδικασία, μέσω της οποίας ο ρατσισμός και η φυλή αναπαράγουν το ένα το άλλο σε άπειρες εκδοχές. Επίσης, ποια είναι τα όρια μιας τέτοιας φυλετικοποίησης της ανθρώπινης συνθήκης, και από γεωγραφική και ιστορική άποψη, αλλά και από την άποψη της ταυτοποίησης και της απελευθέρωσης από τέτοιους κώδικες.
Και τα δύο αυτά ερωτήματα οδηγούν στη δεύτερη κατεύθυνση στην οποία ήθελα να αναφερθώ. Κατά μία έννοια, δεν θα καταστεί ποτέ δυνατό να αποφασίσουμε εάν μια φυλετική τυπολογία, ένα σύστημα δηλαδή ρατσιστικών διακρίσεων, που ωθεί στο προσκήνιο εξεγέρσεις ενάντια σε λογής λογής καταπιέσεις, αγώνες για την απελευθέρωση της φυλής και από τη φυλή, εάν το πλέον περίκλειστο σύστημα αποξένωσης, όπου μπορούν να εντοπιστούν διαφορετικού είδους διακρίσεις, είναι η φυλή. Ή μήπως η φυλή είναι απλώς μια συγκεκριμένη εκδοχή διάκρισης, η οποία συναρθρώνεται με εθνικισμό, ξενοφοβία, ταξική ιεραρχία, προκαταλήψεις, επικυριαρχία των φύλων, θρησκευτικούς αποκλεισμούς; Αυτό, βέβαια, θα σήμαινε ότι η λέξη «φυλή» περιορίζεται στην πιο άμεση και θεσμική πραγμάτωσή της.

Εξευρωπαϊσμός και φυλετικοποίηση

Το γεγονός ότι αυτό που περιγράφηκε παραπάνω αποτελεί μια δύσκολη απόφαση μάλλον σχετίζεται με το μεταβατικό χαρακτήρα της φυλετικής ταυτότητας. Αυτό μοιάζει αντιφατικό με την ιδέα ότι η φυλή είναι μια κατηγοριοποίηση που χρησιμοποιείται για να παγιώσει, να σταθεροποιήσει διαφορές. Στην πραγματικότητα, ισχύει το αντίθετο. Στη ροή της ιστορίας, η φυλή ήταν και είναι ένας μεταβατικός τρόπος για να διορθωθούν και να εσωτερικευθούν διαφορές, που εγκολπώνουν παράγωγα των σχέσεων εξουσίας. Αυτός ο μεταβατικός τρόπος έχει επιδείξει θαυμαστή ευελιξία και διάρκεια. Στον καπιταλισμό, που ξεκίνησε ως ευρωκεντρικός και τώρα έχει γίνει πολυκεντρικός και άρα έχει χάσει την ιστορική του διάταξη, κέντρο έναντι περιφέρειας, η ικανότητα της φυλής να εγκολπώνει διαφορετικές τυπολογίες και να συναρθρώνεται με αυτές, συντονίζεται με τον εξευρωπαϊσμό του κόσμου.
Είτε η λέξη «φυλή» προέρχεται από τα λατινικά είτε αποτελεί δάνειο από τα αραβικά, αποτελεί εξέχον σημαίνον για την κυριαρχία του ευρωπαϊκού καπιταλισμού και τον ιμπεριαλισμό που επέδειξε καθώς και τα εμπόδια που συνάντησε. Σε αντίθεση με αυτό που ο Μαρξ είχε υποστηρίξει, ο καπιταλισμός δεν επιβάλλει παντού και σε κάθε περίπτωση τις ίδιες μορφές εκμετάλλευσης, τις ίδιες μορφές παραγωγής και αναπαραγωγής του εργατικού δυναμικού. Αντίθετα, βασίζεται στην άνιση κατανομή των εργατών στο κέντρο και την περιφέρεια ή αλλιώς στο Βορρά και το Νότο. Εν γένει, η φυλή υποδηλώνει το γεγονός ότι έξω από τη μητρόπολη ο καπιταλισμός δεν διακρίνει σε εθνικότητες αλλά τις συνδυάζει, ειδικά στην περίπτωση της παραγωγής εργατικού δυναμικού, με διάφορες μορφές ανελεύθερων εργατών.

Ο Ετιέν Μπαλιμπάρ έδωσε διάλεξη με θέμα τον τίτλο του σημερινού άρθρου, ως συνέχεια του σκεπτικού που εξέθεσε στο βιβλίο, το οποίο συνέγραψε με τον Ιμάνουελ Βαλερστάιν, έχει μεταφραστεί στα ελληνικά με τον τίτλο «Φυλή, έθνος, τάξη: οι διφορούμενες ταυτότητες» και επανεκδόθηκε πρόσφατα.

Μετάφραση: Ζωή Γεωργούλα

Πηγή: Η Εποχή