Μέσα στον ασφυκτικό περιορισμό που ζουν οι κάτοικοι της Γάζας, βάζουν τον θεατή ο Γκάρι Κιν και ο Άντριου ΜακΚόνελ με το εξαιρετικό ντοκιμαντέρ «Γάζα» (Gaza) που ολοκλήρωσαν το 2019. Ταινία η οποία έγινε τραγικά επίκαιρη μετά την ανηλεή στρατιωτική επιχείρηση του Ισραήλ στην περιοχή που ακολούθησε την ανόητη (και προβοκατόρικη) τρομοκρατική επίθεση της Χαμάς.
Αλήθεια, πώς ζουν οι άνθρωποι στη Γάζα την καθημερινότητά τους, πώς βιώνουν τη συνεχή εναλλαγή πολέμου και περιόδων ειρήνης; Μέσα από τα μάτια δύο νέων παιδιών από διαφορετικές κοινωνικές τάξεις, του 14χρονου Αχμέντ Τζαμάλ και της σχεδόν συνομήλικής της Κάρμα, βλέπουμε τα όνειρα και τις ελπίδες της νέας γενιάς που μεγάλωσε σε ένα περιβάλλον ανασφάλειας και τρόμου. Ο Αχμέντ ζει σε ένα φτωχόσπιτο με τον πατέρα του, που έχει τρεις συζύγους, τους 14 αδελφούς του και τις 22 αδελφές του. Τα όνειρά του είναι περιορισμένα, ονειρεύεται να γίνει ψαράς, με δικό του καΐκι και να αρμενίζει στη θάλασσα, αν και ο ισραηλινός αποκλεισμός δεν του επιτρέπουν να φύγει μακρύτερα από τα 3 μίλια. Η Κάρμα προέρχεται από πλούσια οικογένεια, με προοδευτική μητέρα και σπουδάζει μουσική. Γι’ αυτήν η θάλασσα αντιπροσωπεύει την ελευθερία, την απόδραση και πονάει καθώς σκέφτεται τη ζωή που υπάρχει πέρα από τα 3 μίλια.
Μέσα από τα μάτια τους, λοιπόν, γνωρίζουμε καλύτερα τους ανθρώπους που ζουν στη στενή λωρίδα γης, σε αυτήν τη μεγάλη, υπαίθρια φυλακή. Αλλά και μέσα από τα μάτια κάποιων ακόμη, όπως ενός ταξιτζή, ενός σκηνοθέτη, μιας σχεδιάστριας κ.ά. Έτσι ερχόμαστε κοντά στον πολύπαθο λαό, στις ταξικές αντιθέσεις που υπάρχουν και εκεί, ακούμε να μιλούν για τους φόβους αλλά και τα όνειρά τους. Με λίγα λόγια βλέπουμε ανθρώπους που ζουν και ελπίζουν, που τη μια στιγμή τρέχουν να κρυφτούν από τις βόμβες που πέφτουν και την άλλη εργάζονται, γελούν, τραγουδούν, τρώνε, δημιουργούν. Βλέπουμε τη ζωή να συνεχίζεται παρά τις συνεχείς απειλές και την ανασφάλεια, βλέπουμε έναν λαό περήφανο και πεισματάρη. Και τους ακούμε να μιλούν. Άλλοι να μισούν και να ονειρεύονται πως σκοτώνουν ισραηλινούς στρατιώτες, άλλους να ρίχνουν τις ευθύνες στη Χαμάς και να υποστηρίζουν πως, αν δεν υπήρχε, το πρόβλημα θα είχε λυθεί, άλλους να θεωρούν πως το μίσος δεν οδηγεί πουθενά.
Το συγκινητικό, αληθινό, δυνατό αυτό ντοκιμαντέρ επιχειρεί να διεισδύσει πίσω από το προφανές. Να «τρυπήσει» την πρώτη εικόνα, να κοιτάξει τους ανθρώπους και τις ζωές τους, τις ανάγκες και τα συναισθήματά τους. Μια τίμια αντιπολεμική κατάθεση με πολλαπλούς αποδέκτες.
Μια ταινία σαν τραγούδι
Η Ταέκο ζει με τον σύζυγό της Τζίρο και τον γιο της από προηγούμενο γάμο, Κέιτα. Ο πατέρας του Τζίρο ποτέ δεν συμφώνησε με τον γάμο του γιου του με τη χωρισμένη Ταέκο, αλλά ένα τραγικό δυστύχημα θα φέρει μεγάλες ανακατατάξεις στις σχέσεις όλων αυτών των ανθρώπων. Σε αυτό θα συμβάλλει και η ξαφνική εμφάνιση του Παρκ, του κορεάτη φυσικού πατέρα του Κέιτα, που είναι κωφάλαλος και άστεγος. Η Ταέκο, που εργάζεται στην κοινωνική υπηρεσία, αναλαμβάνει να βοηθήσει τον πρώην άνδρα της. Ο δε Τζίρο θα ταξιδέψει στη γενέτειρά του όπου θα συναντήσει την παλιά του αγαπημένη. Η πρώτη μικρή αποσταθεροποίηση έχει επέλθει και σιγά-σιγά θα μεγαλώσει. Αλήθεια, που βρίσκεται η αγάπη τους;
Η ταινία του Κότζι Φουκάντα «Αγάπη, Ζωή» (Rabu, Raifu) είναι ένα τρυφερό δράμα χαρακτήρων. Τελικά, με έντονο το δραματικό στοιχείο, η ταινία, όσο περνάει η ώρα, μοιάζει με φάρσα. Στο φινάλε αποκαλύπτεται η μεγάλη εξαπάτηση, αλλά αυτό που τελικά μένει ως απαύγασμα είναι η ίδια η ουσία της αγάπης και της τρυφερότητας.
Χαμηλών τόνων ταινία, με διακριτικές πινελιές χιούμορ, μια ταινία για τις ανατροπές της ζωής και για την αληθινή αγάπη. Είναι βασισμένη στο ομότιτλο τραγούδι της Ακίκο Γιάνο και, όπως λέει ο σκηνοθέτης, «το πρωτοάκουσα όταν ήμουν 20 χρονών και επί χρόνια αναζητούσα έναν τρόπο να το μετουσιώσω σε σινεμά. Γιατί δεν είναι το τραγούδι που “υπηρετεί” την ταινία, αλλά η ταινία που “υπηρετεί” το τραγούδι».
Στράτος Κερσανίδης