Την περασμένη Δευτέρα, 28 Αυγούστου, ο γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν συγκάλεσε στο Παρίσι, «μίνι» σύνοδο μεταξύ τεσσάρων ευρωπαϊκών [Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία και Ισπανία] και τριών αφρικανικών κρατών [Νίγηρας, Λιβύη και Τσαντ]. Πρόκειται για μια ύστατη προσπάθεια -είχε αποπειραθεί άλλη μια φορά τον περασμένο Ιούλιο- να αναλάβει ηγετικό ρόλο στην επίλυση της αποκαλούμενης μεταναστευτικής –πάλαι ποτέ προσφυγικής– «κρίσης» μέσω της πρόθεσης δημιουργίας «hot spot» εντός Λιβύης (σχέδιο που αποσύρθηκε την ίδια μέρα μετά από αντιδράσεις).
Η Σύνοδος χαρακτηρίστηκε από τον Εμανουέλ Μακρόν ως «η πιο επιτυχημένη συνάντηση επί του μεταναστευτικού ζητήματος των τελευταίων μηνών», οδηγώντας στη διατύπωση ενός κοινού σχεδίου δράσης. Στόχος, μεταξύ άλλων, το τέλος του δραματικού αριθμού θανάτων μεταξύ των όσων «εξαθλιωμένων της γης» προτίθενται να ρισκάρουν τα πάντα για να καταφέρουν το πολυπόθητο ταξίδι προς την Ευρώπη. «Διάσωση» των δυνητικών μεταναστών και προσφύγων θα μπορούσε να πει κανείς, μάλλον αφελώς, μέσω μιας σειράς μέτρων βέβαια, που όπως χαρακτηριστικά ανέφερε κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου η καγκελάριος Μέρκελ, αποσκοπούν στην «καταπολέμηση της παράνομης μετανάστευσης».
Σημειωτέον πως η συνάντηση έλαβε χώρα στον απόηχο μιας περιόδου αυξημένων και σταδιακά αυξανόμενων ροών προς Ιταλία και Ισπανία, αντίστοιχα, γεγονός που έχει μεταθέσει το επίκεντρο της μεταναστευτικής πολιτικής από την ανατολική στην κεντρική Μεσόγειο. Στον απόηχο μιας περιόδου, επιπλέον, που εν έτη 2017 είδε τον αριθμό πνιγμών εντός του μεσογειακού νεκροταφείου να φτάνει τους 2.400, αυξάνοντας, έτσι, το συνολικό απολογισμό, από το 2014, στους 14.000. Συνεπώς, σε άρρηκτη συνέχεια της Ευρωπαϊκής Ατζέντας για τη Μετανάστευση του 2015, όπως και της Κοινής Δήλωσης ΕΕ-Τουρκίας του Μαρτίου του 2016, το φαινομενικό μήνυμα της συνάντησης είναι πως η Ευρώπη (ή τουλάχιστον, μέρος της) δεν είναι διατεθειμένη να ρισκάρει και άλλες φωτογραφίες ανήλικων σωρών –και άλλους Αϊλάν Κουρντί– να ξεβράζονται στα μεσογειακά παράλια. Δεδομένου δε ότι οι παρευρισκόμενες στη σύνοδο αφρικανικές χώρες αποτελούν κεντρικά σημεία διέλευσης των μεικτών μεταναστευτικών ροών από χώρες όπως η Γουινέα, η Νιγηρία και η Ακτή Ελεφαντοστού προς την Ευρώπη (κυρίως Ιταλία), η διοργάνωσή της ήταν, ενδεχομένως, θέμα μόνο χρόνου να πραγματοποιηθεί. Όλα καλά μέχρι εδώ. Ή όχι;
Η αποτρεπτική ανάπτυξη
Ομολογουμένως, –αν και αναρωτιέται, κανείς, γιατί μας κάνει πλέον εντύπωση– όταν έννοιες όπως «διάσωση» (ανθρωπισμός) –δια της πλαγίας οδού– και «καταπολέμηση» (πόλεμος) συνδυάζονται στην ίδια ατζέντα, ως δια μαγείας η πλάστιγγα φαίνεται να γέρνει πάντα προς την τελευταία. Τα αποτελέσματα; Με δυο λέξεις: «αποτροπή και ανάπτυξη» (ή, πιο σωστά, «αποτρεπτική ανάπτυξη»).
Με κεντρικό πυλώνα την οικονομική ενίσχυσή των χωρών προέλευσης και διέλευσης στη λογική του «βελτίωση ευκαιριών και συνθηκών διαβίωσης ισοδυναμούν με άρση των κινήτρων τόσο της οικονομικής μετανάστευσης, όσο και της λαθρεμπορίας ανθρώπων», τα τρία αφρικανικά κράτη -πάντα με την αρμόζουσα ευρωπαϊκή υλικοτεχνική υποστήριξη– καλούνται να αναλάβουν ρόλο εξωτερικού διαχειριστή της κρίσης (το λεγόμενο «outsourcing») στη βάση τριών αξόνων: Ενδυνάμωση της περιφρούρησης των συνόρων τους («κρατείστε τους εκεί»), εντατικότερη καταπολέμηση των κυκλωμάτων λαθρεμπορίας («στην περίπτωση που σας διαφύγουν, φροντίστε να μη βρουν μεταφορικά μέσα»), και ανάληψη, υπό την επίβλεψη της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, των διαδικασιών ταυτοποίησης των «πραγματικά» ευάλωτων, ώστε αυτοί να μετεγκαθίστανται απευθείας στην Ευρώπη χωρίς να χρειαστεί να καταφύγουν σε λαθρεμπόρους («αυτούς ανησυχούμε να σας τους αφήσουμε, οπότε, τι να κάνουμε, θα τους δεχτούμε»).
Υπερβολές και κακεντρέχειες, θα μπορούσε να πει κανείς. Η Συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας, εξάλλου, τη λογική της οποίας ακολουθεί κατά γράμμα το Σχέδιο Δράσης της Δευτέρας, έφερε σημαντικά αποτελέσματα. Και πράγματι, κανείς δεν αμφισβητεί πως ο αριθμός των ανθρώπινων «ροών» και συνεπώς των χαμών μειώθηκε δραματικά, καθιστώντας το ζήτημα σαφώς πιο διαχειρίσιμο συγκριτικά με το 2015. Ωστόσο, ο χαρακτηρισμός της Συμφωνίας ως επιτυχούς προσπερνά μετά βιαστικής ευλάβειας, και μεταξύ πολλών άλλων, το πλήθος αναφορών που θέλουν πολλούς Σύρους –αυτούς τους μόνους, «τυχερούς», θα έλεγε κανείς, που χαίρουν ενός προσομοιάζοντως, του προσφυγικού, καθεστώτος, στη γείτονα χώρα– να απολαμβάνουν τα, κατά τα άλλα επιβεβλημένα, δικαιώματά τους μόνο κατ’ όνομα. Και αυτό ακριβώς είναι το ζήτημα.
Η κενή «αλληλεγγύη»
Αναλογιζόμενος τη Σύνοδο της Δευτέρας, όπως και τις προγενέστερες τακτικές διαχείρισης της παράτυπης μετανάστευσης, μπορεί κανείς να μιλήσει για τις πιθανότητες επιτυχίας του απορρέοντος Σχεδίου σε κράτη που είτε, σύμφωνα με δημοσιεύματα, μαστίζονται από χρόνια προβλήματα διαφθοράς (Τσαντ, Νίγηρας), ή όπως, είναι γνωστό, διαθέτουν ασταθείς κυβερνήσεις, οι οποίες αδυνατούν να ελέγξουν το σύνολο της, κατά ζώνες, εμπόλεμης, επικράτειάς τους (Λιβύη). Μπορεί, επίσης, να μιλήσει για τη φαινομενική πτώση της δημοφιλίας του Μακρόν, κατόπιν εκλογής στο προεδρικό αξίωμα, και τις επικείμενες γερμανικές εκλογές, θέτοντας το ζήτημα με ψηφοθηρικούς όρους. Και, βεβαίως, η λίστα συνεχίζεται, με έννοιες, όπως η πολιτισμική ομοιογένεια (που «κινδυνεύει»), η τρομοκρατία (που μας «απειλεί») ή η ανεργία (που καθιστά αδύνατο να «βοηθήσουμε» και άλλους) να είναι πλήρως εναλλασσόμενες (και επικαλυπτόμενες) ως πρίσματα ερμηνείας του φαινομένου. Μπορεί, ακόμη, σε μια απόπειρα αντιλόγου έναντι της εντεινόμενης εγκαθίδρυσης της Ευρώπης Φρουρίου να αναφερθεί κάποιος στο θετικό αντίκτυπο της μετανάστευσης, τόσο πολιτισμικά, όσο και οικονομικά, ή, όπως ο γάλλος πρόεδρος και τόσοι άλλοι εκ των πρωτεργατών της τρέχουσας πολιτικής αποτροπής, να κάνει επίκληση σε αυτή τη μεταναστευτική «πρόκληση», η αντιμετώπιση της οποίας θα πρέπει να στηρίζεται στις αρχές της «αλληλεγγύης, της ανθρωπιάς και της αποδοτικότητας». Ή μπορεί, απλά, να δώσει βάρος στις δηλώσεις της ομολόγου του, καγκελαρίου Μέρκελ (αμφότερες την ίδια μέρα), περί της ανάγκης «καθορισμού», από πλευράς ευρωπαϊκών κρατών, του «ποιοι αιτούντες άσυλο έχουν δικαιολογημένες ανθρωπιστικές ανάγκες και ποιοι φεύγουν από τη φτώχεια», προκειμένου, οι μεν, να λάβουν το δώρο της ευρωπαϊκής φιλοξενίας, και οι δε το εισιτήριο επιστροφής προς τα πάτρια εδάφη (αν καταφέρουν να τα προσπελάσουν).
Η αναφορά στις έννοιες της «αλληλεγγύης» και του «ανθρωπισμού» είναι τουλάχιστον οξύμωρη όταν η φυγή από τη φτώχεια –η ανάγκη, δηλαδή, ανεύρεσης (καλύτερης) ζωής– καθίσταται κολάσιμο αδίκημα, διότι οι διαφεύγοντες δεν αποτελούν άμεσα θύματα της κάθε λογής διωγμού που τους εξυψώνει στα μάτια του πεφωτισμένου «σωτήρα» τους. Αυτό που μένει, άρα, από την ως άνω δήλωση του γάλλου προέδρου, είναι η αποδοτικότητα της καταστολής και της αποτροπής. Σε μια Ευρώπη που, λίγο-πολύ, τόσο την πρακτική πτυχή της ταυτοποίησης των «γνήσια» ευάλωτων, όσο και τις ηθικές προσταγές, που τόσο υπερηφανεύεται πως μεταλαμπάδευσε ανά την υφήλιο, τις αναθέτει λίγο-λίγο σε τρίτους.
Το αποτέλεσμα; «Αναζητώντας την ηθική ή: πώς έμαθα να αγαπάω τον Νίτσε» … κάποια/ος θα έπρεπε να γράψει ένα μυθιστόρημα επί αυτού…
Ο Σπύρος Βλαντ Οικονόμου είναι πολιτικός επιστήμονας με ειδίκευση στις Διεθνείς Σπουδές Πολέμου
Πηγή: Η Αυγή