Συνεντεύξεις

Φατίχ Ακίν: Η πατρίδα είναι στο μυαλό μας, όλα τα άλλα είναι αφήγημα

Ο Τουρκο-Γερμανός σκηνοθέτης, σεναριογράφος παραγωγός και αγαπημένος του ελληνικού κοινού, Φατίχ Ακίν (Χρυσή Άρκτος (για το «Μαζί, Ποτέ», βραβεία Καλύτερου Σεναρίου για την « Άκρη του Ουρανού», Χρυσή Σφαίρα Ξενόγλωσσης ταινίας για το «Μαζί ή Τίποτα») επιστρέφει με μια διαφορετική, απ ότι μας έχει συνηθίσει, ταινία.
 
Η Ληστεία του Ρήνου (Rheingold) πρώτη βιογραφία του Φατίχ Ακιν, βασίζεται στην αυτοβιογραφία του Τζιγουάρ Χατζάμπι, πρόσφυγα, γκάγκστερ και τέλος διάσημου ράπερ, γνωστού ως Xatar.
 
Ο ήρωας μεγάλωσε στο γκέτο της Βόννης και στράφηκε στο έγκλημα από μικρή ηλικία. Έγινε διάσημος για τη συμμετοχή του σε μια αποστολή χρυσού μετά από την οποία κηρύχτηκε καταζητούμενος διεθνώς. Έπειτα από την έκδοσή του στη Γερμανία και την έκτιση της ποινής του, έκανε καριέρα ως πετυχημένος μουσικός και ράπερ.
 
H ταινία προβάλλεται το Σάββατο 5 Νοεμβρίου στο φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης και ακολουθεί η πορεία στις αίθουσες.
 
Μιλήσαμε με τον Φατίχ Ακιν λίγο πριν πετάξει για την Ελλάδα, που χρόνια τώρα θεωρεί πατρίδα του, όπως την Τουρκία και τη Γερμανία, για διαφορετικούς λόγους την καθεμία.
 
Τι είναι αυτό που σας γοήτευσε στην ιστορία;
 
Ότι είναι η ιστορία της τρελής, απίστευτης ζωής ενός ανθρώπου. Η ιστορία ενός παιδιού πρόσφυγα που έρχεται στη Γερμανία και προσπαθεί να εκφραστεί. Το να μεταφέρεις αυτή τη ζωή σε μια ταινία ήταν ένα παρανοικό, γενναιόδωρο, πλούσιο, διασκεδαστικό παράδειγμα κινηματογράφου.
 
Ποια ήταν η μεγαλύτερη δυσκολία;
 
Η ταινία έπρεπε να γίνει πολύ γρήγορα, λόγω του covid. Είχε πάντα κίνδυνο σε κάθε διαδικασία της κινηματογράφησης. Κόστισε πολλά χρήματα με όλα τα ταξίδια της σε όλο τον κόσμο. Στην τεχνητή πλευρά ήταν δύσκολο να κρατήσουμε την ισορροπία με όλα τα στοιχεία της ιστορίας και του είδους.
 
Ποιος είναι ο αγαπημένος σας στίχος του Xatar;
 
“Wir Kanaken landen immer im Gerichtssaaal…” Σημαίνει: “Εμεις οι μαυροκέφαλοι πάντα καταλήγουμε μπροστά στο δικαστήριο.”
 
Πιστεύετε ότι η ραπ ασκεί μεγάλη δύναμη στους νέους;
 
Η ραπ είναι προφορική ιστορία. Είναι η αφήγηση της ιστορίας της φτώχειας στις αστικές κουλτούρες σε όλο τoν κόσμο. Η ραπ είναι ένας αγγελιοφόρος. Σε πολλούς ανθρώπους δεν αρέσει, αλλά αυτό που δεν τους αρέσει στην πραγματικότητα είναι το ίδιο το μήνυμα. Οι νέοι σε όλο τον κόσμο την εκτιμούν. Ο κινηματογράφος πρέπει να προσέχει να μη χάσει το νεανικό κοινό. Να μην τους αγνοεί. Ο κινηματογράφος δεν πρέπει να είναι μια σνομπ αστική ελίτ μακριά από την πραγματικότητα. Φοβάμαι ότι αυτό μπορεί να συμβεί. Οι γενιές αλλάζουν και αν ο κινηματογράφος δεν αντανακλά αυτή την αλλαγή, θα χάσει.
 
Αυτή είναι η πρώτη σας κινηματογραφική βιογραφία. Έχετε σκεφθεί την επόμενη;
 
Εργάζομαι σε μια βιογραφία για τη Mάρλεν Ντίτριχ εδώ και πολλά χρόνια. Είναι η απόλυτη ιστορία μετανάστευσης. Πρόκειται για μια γυναίκα στην εξορία. Αλλά είναι επίσης μια αντανάκλαση του bling bling και της μαλακίας του τζετ-σετ. Δημιουργείς μια εικόνα, ένα είδωλο και στη συνέχεια μετατρέπεσαι σε αυτό που δημιούργησες. Κατά κάποιο τρόπο είναι σαν τον Φρανκενστάιν.
 
«Ο πατριωτισμός καταστρέφει την ιστορία».. είπε ο Βόλφγκανγκ Γκαίτε. «Αγαπώ βαθιά τη χώρα μου για να είμαι εθνικιστής»… είπε ο Αλμπέρ Καμύ. Με ποια θέση βρίσκεστε πιο κοντά;
 
Ο πατριωτισμός είναι μια αφήγηση. Δεν είναι η δική μου αφήγηση. Αλλά πρέπει να σέβομαι τους ανθρώπους που πιστεύουν σ’ αυτόν, γιατί είναι πάρα πολλοί.
 
Από προηγούμενη συνέντευξή σας διαβάζω “Είμαι θαυμαστής του Yilmaz Guney, αλλά ήταν μαοϊκός. Θα ήταν καλύτερα αν είχε περάσει τα όρια που ο ίδιος έθεσε στον εαυτό του. Γιατί χρησιμοποιείτε το αλλά;
 
Επειδή δεν πιστεύω στα όρια. Τα όρια σταματούν κάθε καλλιτέχνη από το να εκφράζεται αληθινά.
 
Πόσο εύκολα ξεπερνιούνται τα όρια;
 
Τα όρια είναι πάντα πρόκληση. Γι’ αυτό ονομάζονται όρια. Περιορίζουν τον εαυτό σου. Κάθε μέρα προσπαθώ να τα ξεπεράσω. Είναι ο μόνιμος αγώνας μου στη ζωή. Οι ψευδαισθήσεις είναι αμέτρητες, πρέπει να τις ξεπεράσω όλες. Τα μαθήματα είναι ατελείωτα πρέπει να τα μάθω όλα.
 
Σε μια άλλη συνέντευξή σας πριν από μερικά χρόνια είχατε πει “Η σχέση μου με την Τουρκία είναι όπως ένας κακός γάμος. Ήρθε η ώρα να πάρουμε διαζύγιο”. Θα το λέγατε και σήμερα;
 
Δεδομένου ότι δεν έχω πάει στην Τουρκία για πολλά χρόνια, μου λείπει οδυνηρά. Είναι σαν το τραγούδι των Cure How ever far away… I will always love you.
 
Υπήρξατε, όπως έχετε πει, θαυμαστής του Κλιντ Ίστγουντ μέχρι που μια ομιλία του (απευθυνόμενος στον Ομπάμα) σας απογοήτευσε. Σας έχει συμβεί και με άλλα πρόσωπα να σας απογοητεύσει η στάση ζωής τους;
 
Μου αρέσουν μερικές από τις ταινίες του Ίστγουντ. Το ‘High Plain Drifter’ (Περιπλανώμενος πιστολέρο) είναι ένα αριστούργημα. Το ίδιο και το ‘Gran Torino’.
 
Μου αρέσει η μουσική του Βάγκνερ, αλλά το ίδιο έκανε και ο Χίτλερ. Πρέπει να αποφεύγω τον Βάγκνερ τώρα; Μου αρέσει ο Πολάνσκι αλλά δεν λέω ότι είναι αθώος. Μου αρέσει η μουσική του Μάικλ Τζάκσον, αλλά ίσως να κακοποιούσε παιδιά… Αυτό που προσπαθώ να πω είναι: Προσπαθώ να διαχωρίσω την τέχνη από τον καλλιτέχνη. Είναι πολύπλοκο και όχι εύκολο, αλλά μερικές φορές η τέχνη και το πρόσωπο δεν είναι πια το ίδιο.
 
Ποια είναι η πιο προσωπική σας ταινία ;
 
Το “The Cut” (Η μαχαιριά).
 
Και ποια είναι τα μελλοντικά σας σχέδια;
 
Έχω 99 σχέδια, είτε το πιστεύετε είτε όχι.
 
Τι είναι αυτό που σας ενώνει περισσότερο με τους Έλληνες;
 
Ο καλύτερός μου φίλος είναι Έλληνας. Μεγάλωσα μαζί του. Μοιράστηκα τόσες πολλές περιπέτειες και στιγμές με τον Αδάμ Μπουσδούκο. Για μένα είναι η Ελλάδα. Τον αγαπώ, γι’ αυτό αγαπώ και την πατρίδα του.
 
Πατρίδα για εσάς είναι εκεί που γεννιέται κάποιος; Εκεί που έχει ρίζες; Αγαπημένα πρόσωπα; Εκεί όπου μπορεί να ζήσει και να εκφραστεί ελεύθερα;
 
Η πατρίδα είναι στο μυαλό. Όλα τα άλλα είναι μια αφήγηση.
 
Συρία, 2010. Ο Τζιγουάρ Χατζάμπι, μετέπειτα διάσημος και ως ράπερ Xatar, υπόκειται σε βασανιστήρια για να αποκαλύψει την τοποθεσία ενός αποθέματος κλεμμένου χρυσού μετά από μια μεγάλη ληστεία. Η παραμονή του στο συνωστισμένο κελί θα τον κάνει να ανατρέξει στη ζωή του, ξεκινώντας από την παιδική του ηλικία όταν η οικογένειά του χρειάστηκε να διαφύγει από το Ιράν και να καταλήξει τελικά στη Γερμανία.
 
Ήταν τα μέσα της δεκαετίας του ‘80 και η οικογένεια προσγειώνεται στο περιθώριο και την ανέχεια, όπως συμβαίνει συχνά με τις προσφυγικές ζωές. Βρίσκουν μπροστά τους ευκαιρίες, αλλά και ακόμη περισσότερα εμπόδια. Σύντομα, ο Τζιγουάρ εξελίσσεται από μικροκακοποιό σε μεγαλο-ντίλερ. Για να ρυθμίσει τα συσσωρευμένα χρέη του με ένα καρτέλ, ο Τζιγουάρ καταστρώνει ένα σχέδιο για μια θρυλική ληστεία χρυσού, που όμως δεν κυλάει ομαλά…
 
Συντελεστές:
 
Σκηνοθεσία: Φατίχ Ακίν
Σενάριο: Φατίχ Ακίν
Ηθοποιοί: Εμίλιο Σακράγια, Κάρντο Ραζάζι, Μόνα Πιρζάντ, Αρμάν Κασάνι,
Χουσεγίν Τοπ, Σογκόλ Φαγκάνι
Διάρκεια: 138 λεπτά
Διανομή: Rosebud .21
 
O Φατίχ Ακίν για την ταινία
 
Έχουμε πολλούς κοινούς φίλους και γνωστούς με τον Xatar, οπότε γνωρίζαμε ο ένας για τον άλλον από πολύ καιρό. Ήταν θέμα χρόνου μέχρι να συναντηθούμε. Όταν συνέβη, ήθελα να μάθω περισσότερα για εκείνον, οπότε πήρα την αυτοβιογραφία του. Στο βιβλίο αυτό είδα για πρώτη φορά την προοπτική για μια πολύ δυνατή ταινία.
 
Η ιστορία του συνδυάζει πολλά κινηματογραφικά είδη: ταινία πολέμου, ιστορία ενηλικίωσης, ταινία με γκάνγκστερ, μιούζικαλ… Μου αρέσει πολύ όταν μια ταινία δε μπορεί να μπει σε μόνο μια κατηγορία – μου αρέσει αυτή η πρόκληση. Η ιστορία πρέπει να λειτουργεί και για τους θεατές που δε γνωρίζουν τίποτα για τον Xatar ή δε νοιάζονται καθόλου για τη γερμανική χιπ-χοπ. Η ταινία πρέπει να στέκεται ανεξάρτητη, χωρίς πρότερη γνώση της ιστορίας στην οποία βασίζεται. Ταυτόχρονα, έπρεπε να είμαι προσεκτικός: δεν ήθελα να αποξενώσω τους φαν του Xatar. Αυτή ήταν η καρδιά, η πρόκληση της αφηγηματικής προσέγγισης.
 
Ήταν πολύ βοηθητικό για μένα το να δουλεύω με τον Τζιγουάρ Χατζάμπι. Παρόλο που κατάγομαι από υποβαθμισμένη περιοχή, δε γνωρίζω τίποτα για τη σλανγκ της Βόννης, το ντιλάρισμα της κοκαΐνης, τις πόρτες στα κλαμπ, τους Κούρδους, τη γερμανική ραπ. Απολύτως τίποτα! Γι’ αυτό και ήταν απαραίτητο να έχω τον Τζι στο σετ. Με βοήθησε να δημιουργήσω μια απίστευτη αίσθηση αυθεντικότητας. Το κοινό μπαίνει στον κόσμο αυτό, γιατί μπόρεσα να μπω κι εγώ – και μάλιστα βαθιά!
 
Ήθελα να πω σωστά την ιστορία. Όσο πιο πειστική είναι, τόσο περισσότερο θα φανεί πειστικός και ο χαρακτήρας. Ο Τζι ήταν όντως εγκληματίας. Αυτό
σημαίνει ότι άφησε πίσω την ηθική του ξανά και ξανά για το δικό του συμφέρον. Προκάλεσε πόνο σε πολύ κόσμο. Σήμερα, όμως, είναι ένας άνθρωπος που αναστοχάζεται τη ζωή και τις πράξεις του. Ένας άνθρωπος που βγάζει τα προς το ζην πια από τον αναστοχασμό αυτό. Κι έτσι ταιριάζουμε: κάνω ταινίες για μη ηθικούς ανθρώπους γιατί δεν είναι βαρετοί χαρακτήρες. Δουλεύω, εξάλλου, στη βιομηχανία ψυχαγωγίας.
 
Εύη Φιαμέγκου