Ο όρος fake news, σε σύντομο χρονικό διάστημα, έφτασε να χρησιμοποιείται ευρέως στη δημοσιογραφική και πολιτική ορολογία, συχνά για να χαρακτηρισθεί ως ψευδής μια είδηση ή ένα σχόλιο· χρησιμοποιείται δηλαδή με την αρνητική σημασία του όρου προπαγάνδα. Το φαινόμενο δεν είναι νέο. Fake news υπάρχουν από την αρχή της εμφάνισης των ενημερωτικών ΜΜΕ. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τα δημοσιεύματα της Νεοϋορκέζικης εφημερίδας The Sun το 1835 που χαρακτηρίστηκαν ως Great Moon Hoax. Εντούτοις, η δημοτικότητα του όρου σήμερα οφείλεται σε πολλούς παράγοντες, μεταξύ άλλων στη φύση των ειδήσεων, καθώς και στις πολιτιστικές και οικονομικές συνθήκες εντός και εκτός της διαδικασίας παραγωγής ειδήσεων.
Ψευδείς, πλαστές ή ψευδεπίγραφες ειδήσεις;
Σημαντικό ζήτημα στη μελέτη των fake news είναι η ελληνική απόδοση του όρου. Συνήθως τα fake news αποδίδονται ως «ψευδείς» ή «πλαστές» ειδήσεις. Ωστόσο ψευδείς/πλαστές είναι εκείνες που περιγράφουν γεγονότα τα οποία δεν συνέβησαν. Αυτές είναι τα false news. Τα fake news είναι κάτι διαφορετικό. Έχουν να κάνουν με την ερμηνεία των γεγονότων ή την προέλευση και τις επιπτώσεις τους, με την αυθεντικότητά τους ως ειδήσεις. Τα fake news δεν πρέπει να κρίνονται μόνο σε σχέση με τα γεγονότα που περιγράφουν, αλλά και σε σχέση με το κοινό στο οποίο απευθύνονται οι περιγραφές. Έτσι, fake news για ένα κοινό είναι γεγονότα τα οποία περιγράφονται σε ένα πλαίσιο ερμηνείας τους που αμφισβητεί την καθιερωμένη οπτική γωνία αυτού του κοινού περί πραγματικότητας, είτε έχουν συμβεί αυτά τα γεγονότα στο σύνολό τους είτε όχι. Συνεπώς τα fake news δεν είναι ψευδείς, αλλά ψευδεπίγραφες ειδήσεις. Είναι ειδήσεις που περιγράφουν γεγονότα ή ψήγματά τους με τρόπο που να αμφισβητούν την επικρατούσα για ένα κοινό αντίληψη περί πραγματικότητας. Η περιγραφή των γεγονότων συνιστά ορισμένη ιδεολογική ή άλλη εκδοχή τους, όμως η εκδοχή αυτή είναι ενσωματωμένη στα γεγονότα. Η σχετική διαδικασία πραγματοποιείται γραπτώς ή με εικόνες, με την απόκρυψη πτυχών ενός συνολικού γεγονότος (π.χ. τις προϋποθέσεις για τη λήψη του κοινωνικού μερίσματος πρόσφατα,) τη χωροχρονική αναπλαισίωση (π.χ. κορμοράνος), τη νοηματική πλαισίωση (π.χ. εικόνες που «δακρύζουν», χρήση ευφημισμών και άλλων τεχνικών προπαγάνδας), με την αφαίρεση ή προσθήκη πραγματολογικών στοιχείων (π.χ. προσώπων και αντικειμένων) και με άλλα μέσα.
Πού οφείλονται οι σύγχρονες ψευδεπίγραφες ειδήσεις;
Μια βασική πηγή των ψευδεπίγραφων ειδήσεων είναι η φύση των ειδήσεων. Οι ειδήσεις δεν είναι ούτε μπορούν να είναι αντικειμενικές. Συνιστούν πάντα περιγραφή γεγονότων υπό το πρίσμα μιας ορισμένης άποψης που μπορεί να είναι ορισμένη ιδεολογία, προκατάληψη, μεταφυσική ή θρησκόληπτη ερμηνεία των καθημερινών συμβάντων. Τα ΜΜΕ δεν παρουσιάζουν τα ίδια τα γεγονότα, αλλά απόψεις γι’ αυτά, κυρίως (ή άλλοτε μόνο) τις απόψεις εκείνων που τα ελέγχουν άμεσα ή έμμεσα παρά την επιφανειακή ποικιλία απόψεων. Ως εκ τούτου, οι δημοσιογραφικές περιγραφές ηθελημένα ή αθέλητα τάσσονται με ορισμένη/ες από τις αντικρουόμενες απόψεις στο κοινωνικό σώμα. Γι’ αυτό ως ψευδεπίγραφες μπορούν να χαρακτηριστούν οι ειδήσεις που περιέχουν την «άλλη» άποψη. Ψευδεπίγραφη (αν δεν είναι ψευδής) μπορεί να χαρακτηριστεί πιο εύκολα κάθε είδηση που αμφισβητεί την επικρατούσα αντίληψη των πραγμάτων. Ουσιαστικά, οι μόνες ψευδεπίγραφες ειδήσεις είναι εκείνες που καταρρέουν, όχι μπροστά στη επώνυμη ή ανώνυμη μαρτυρία, αλλά μπροστά στην τεκμηρίωση.
Εκείνο που ευνοεί τη διάδοση και συνεπώς την παραγωγή ψευδεπίγραφων ειδήσεων είναι ότι προσφέρουν την οικεία, την επικρατούσα οπτική για τις εξελίξεις στην οικονομία, την πολιτική και ούτω καθεξής, ακόμα και για τον καιρό ή το περιβάλλον, σε ένα ακροατήριο ή αναπαράγουν τις κατεστημένες προκαταλήψεις του, όσο συντριπτική κι αν είναι η ισχύς της τεκμηριωμένης διάψευσης. Σε αυτά θα πρέπει να προσθέσουμε και το γεγονός ότι με την τεράστια εισχώρηση των ΜΜΕ στη ζωή μας, η συμπεριφορά πολλών πρωταγωνιστών στο δημόσιο βίο προετοιμάζεται προσεκτικά προκειμένου να απεικονιστεί διαφορετικά από ό, τι εξελίσσεται στην πραγματικότητα.
Ισχυροί παράγοντες της διόγκωσης του φαινομένου είναι η πολιτική πόλωση, καθώς και η οικονομική και πολιτιστική εμπορευματοποίηση των ΜΜΕ. Έρευνες του Pew Research Center, φερ’ ειπείν, δείχνουν ότι στις ΗΠΑ, όπου και ξεκίνησε η συζήτηση για τις ψευδεπίγραφες ειδήσεις, το ρήγμα μεταξύ Ρεπουμπλικάνων και Δημοκρατικών βαθαίνει τα τελευταία 13 χρόνια και συνοδεύεται από το φαινόμενο «κόκκινων και μπλε μέσων», ήτοι τη στράτευση ορισμένων ΜΜΕ υπέρ του ενός ή του άλλου κόμματος. Στις προεκλογικές εκστρατείες οι λεγόμενοι spin doctors προσφεύγουν διαρκώς περισσότερο στην παραγωγή και διάδοση ψευδών και ψευδεπίγραφων ειδήσεων, όπως στις πρόσφατες αμερικανικές προεδρικές εκλογές. Στην Ελλάδα χαρακτηριστικές περιπτώσεις είναι, μεταξύ άλλων, η «κάλυψη» από μεγάλη εφημερίδα της «επίσκεψης» Ερντογάν στην Ελλάδα τον Ιούνιο 2009, η οποία εν τω μεταξύ είχε ακυρωθεί την τελευταία στιγμή (αυτή ήταν ψευδής, όχι ψευδεπίγραφη) και η αλλοίωση του βίντεο για τη δολοφονία του Α. Γρηγορόπουλου.
Συνεπώς, αν εξαιρέσουμε την κατηγορία των ψευδών ειδήσεων (false news), οι ψευδεπίγραφες ειδήσεις είναι ζήτημα της (κυρίαρχης) ερμηνείας των γεγονότων που μόνο μια άλλη ερμηνεία και όχι η «αστυνομία» μπορεί να επιλύσει, αντίθετα δηλαδή από ό, τι πρεσβεύει, για τους δικούς της λόγους, η άποψη που θέλει τα ΜΜΕ ως «ματρόσκυλο».
Η κοινωνία της ενημέρωσης και ο μετασχηματισμός των ειδήσεων
Ένας ακόμα παράγοντας της εξάπλωσης των ψευδεπίγραφων (αλλά και των ψευδών) ειδήσεων θεωρείται πως είναι τα ψηφιακά μέσα και ιδιαίτερα το διαδίκτυο. Είναι καθοριστικής σημασίας η σταδιακή κυριαρχία των νέων μέσων, τόσο ποσοτικά όσο και με τις εκφραστικές δυνατότητες που επισύρουν: τη ρεαλιστική αναπαράσταση επινοημένων γεγονότων, την προσθήκη επινοημένων πτυχών σε πραγματικά γεγονότα ή την αφαίρεση πτυχών με τη χρήση της ψηφιακής τεχνολογίας· τη συνάρθρωση διαφορετικών ως προς το χωρο-χρονικό τους πλαίσιο γεγονότων σε/ή χωρίς συνδυασμό με την προσθήκη επινοημένων ή την αφαίρεση πραγματικών· τη σύνδεση κάποιων εκ των προηγούμενων με οποιοδήποτε ιδεατικό πλαίσιο ή με τέτοιο που αποκλίνει από τις επιστημονικές και ιδεολογικές νεωτερικές αντιλήψεις.
Οι λόγοι χρήσης αυτών των τεχνικών ποικίλουν. Δεσπόζουσα θέση κατέχει η αξιοποίησή τους εκτός από πολιτικούς λόγους (όπως προείπαμε) και για εμπορικούς. Έτσι, βασικός παράγοντας της παραγωγής και διάδοσης ψευδεπίγραφων ειδήσεων στο διαδίκτυο είναι η λεγόμενη «τυραννία του κλικαρίσματος», δηλαδή η δημοσίευση ασυνήθιστων ιστοριών που συχνά αναπαράγουν προκαταλήψεις, ιδιαίτερα σε ένα ασταθές και κρισιακό περιβάλλον που ίσως κρύβει κινδύνους, προκειμένου να κερδίσουν αναγνώστες, διαφήμιση, έσοδα. Αυτός ο παράγοντας είναι καθοριστικός τόσο για την ποσότητα όσο και για την ποιότητα των ψευδεπίγραφων ειδήσεων, αλλά και για τον αντίκτυπό τους.
Σε κάθε περίπτωση, στο νέο καθεστώς πληροφόρησης, οι ψευδεπίγραφες ειδήσεις μετατρέπονται σε δομικό φαινόμενο της λειτουργίας των μέσων, κυρίως των νέων μέσων, το οποίο συμβάλλει αφενός στην επίταση της αναξιοπιστίας των ΜΜΕ και από την άλλη στην αποκάλυψη του μηχανισμού των ειδήσεων που μέχρι τούδε ήταν προνόμιο των ελίτ της ενημέρωσης. Η νέα συνθήκη οδηγεί στην αμφισβήτηση αυτού του προνομίου, καθώς η χρήση των νέων μέσων επικεντρώνεται κυρίως στην ερμηνεία των ειδήσεων, όχι στην παραγωγή τους, δηλαδή στο σημείο εκείνο που ήταν το κλειδί για το μονοπώλιο. Σε αυτό το πλαίσιο μπορούμε να κατανοήσουμε τον «ηθικό πανικό» για τις ψευδεπίγραφες ειδήσεις ως σύγκρουση που συμπυκνώνει σειρά αντιθέσεων: παραδοσιακά – νέα μέσα, κυρίαρχες – εναλλακτικές ερμηνείες, παραδοσιακές πολιτικές δυνάμεις – ανερχόμενες, και ούτω καθεξής.
Πρέπει όμως να κατανοήσουμε ότι τα νέα μέσα δεν δημιουργούν τις ψευδείς ειδήσεις. Αποκαλύπτουν ένα μυστικό που μέχρι τώρα γνώριζαν μόνο οι ελίτ της ενημέρωσης. Για τον λόγο αυτό οι ψευδεπίγραφες ειδήσεις ούτε πρέπει ούτε και μπορούν να αντιμετωπιστούν με τον οικονομικό ή αστυνομικό έλεγχο των φωνών στη δημοσιότητα. Η επιτήρηση και ο έλεγχος αυτό που θα κάνουν στο τέλος είναι να προστατεύσουν τις κυρίαρχες αντιλήψεις, όχι αυτές που αντέχουν το βάρος της τεκμηρίωσης.
Τελικά;
Οι ψευδεπίγραφες ειδήσεις δεν εμφανίζονται σήμερα ούτε οφείλονται στην παραβίαση κάποιας απαραβίαστης πραγματικότητας ή στην απόκλιση από τον υποτιθέμενο κανόνα της αντικειμενικότητας. Η εξάπλωσή τους δεν οφείλεται στην τεχνολογία ή στον εκδημοκρατισμό της μαζικής επικοινωνίας, γι’ αυτό δεν πρέπει ούτε μπορεί να αντιμετωπιστούν με την περιστολή της. Η πολιτική και οικονομική εμπορευματοποίηση αποτελούν κύρια αιτία της εξάπλωσής τους.
Ο Γιώργος Πλειός είναι Καθηγητής στο Τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ του ΕΚΠΑ
Ο Αλέξανδρος Μινωτάκης είναι Υπ. διδάκτορας στο Τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ του ΕΚΠΑ
Πηγή: Η Αυγή