Συνεντεύξεις

Olivier De Schutter: 91 εκατομμύρια Ευρωπαίοι αντιμέτωποι με την ακραία φτώχεια

Περίπου 91,4 εκατομμύρια Ευρωπαίοι αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο ακραίας φτώχειας ή και κοινωνικού αποκλεισμού σύμφωνα με τα όσα αναφέρει στην ΑΥΓΗ ο Ολιβιέ Ντε Σούτερ. Ο ίδιος, βάσει στοιχείων, υποστηρίζει πως οι γυναίκες βρίσκονται σε χειρότερη θέση από τους άνδρες, προσθέτοντας ότι η ισότητα των φύλων θα επιτευχθεί σε εξήντα(!) χρόνια από σήμερα εάν συνεχίσουμε με τους ίδιους ρυθμούς. Παράλληλα, εκτιμά πως η πανδημία θα φέρει ακόμη 150 εκατομμύρια ανθρώπους αντιμέτωπους με την ακραία φτώχεια, ενώ προτείνει τη σύσταση ενός Παγκόσμιου Ταμείου για την Κοινωνική Προστασία προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι κοινωνικές ανισότητες.

Πρόσφατα πραγματοποιήσατε μια αποστολή στα αρμόδια θεσμικά όργανα της Κομισιόν. Τι βρήκατε σχετικά με την ισότητα των φύλων και τη φτώχεια στην Ε.Ε.;

Περί τα 91,4 εκατομμύρια άνθρωποι, δηλαδή περισσότερο από το ένα πέμπτο του πληθυσμού, εξακολουθούν να διατρέχουν κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού στην Ε.Ε. Τα πρόσωπα πίσω από τους αριθμούς της φτώχειας έχουν αξιοσημείωτη σχέση με φύλο: οι γυναίκες αντιμετωπίζουν υψηλότερα ποσοστά φτώχειας από τους άνδρες (21,8% έναντι 20%), ενώ το χάσμα διευρύνεται στις μεγαλύτερες ηλικίες (22% έναντι 17,6%) ως αποτέλεσμα ανεπαρκών συντάξεων που προκύπτουν από τις διακοπές στην επαγγελματική σταδιοδρομία. Το χάσμα μεταξύ των φύλων σε ό,τι αφορά τις συντάξεις κυμαίνεται μεταξύ 1,8% και 48,7% μεταξύ των κρατών – μελών, αλλά εκτιμάται κατά μέσο όρο στο 37,2%. Οι γυναίκες εκπροσωπούνται επίσης δυσανάλογα μεταξύ των μονογονεϊκών οικογενειών (85%), το 40% των οποίων έχει παιδιά και κινδυνεύουν από φτώχεια ή κοινωνικό αποκλεισμό. Οι γυναίκες επίσης πραγματοποιούν περισσότερο υποαμειβόμενη δουλειά. Το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο για την Ισότητα των Φύλων υπολογίζει ότι απέχουμε ακόμη εξήντα χρόνια από την επίτευξη της ισότητας των φύλων εάν συνεχίσουμε με τον τρέχοντα ρυθμό.

Πώς θα επηρεάσει η πανδημία τους ανθρώπους που ζουν σε συνθήκες ακραίας φτώχειας σε όλο τον κόσμο;

Πριν από την πανδημία της Covid-19 περίπου 700 εκατομμύρια άνθρωποι ζούσαν σε συνθήκες ακραίας φτώχειας (κάτω από 1,90 δολάρια ΗΠΑ την ημέρα), ενώ το 55% του παγκόσμιου πληθυσμού -4 δισεκατομμύρια άτομα- δεν είχε κάποια μορφή κοινωνικής προστασίας. Και η ανταπόκριση των χωρών στην κατάσταση έκτακτης ανάγκης σχετικά με τις κοινωνικές επιπτώσεις της πανδημίας ήταν σε μεγάλο βαθμό ανεπαρκής: 2,7 δισεκατομμύρια άνθρωποι παγκοσμίως δεν έχουν λάβει υποστήριξη για να αντιμετωπίσουν την κρίση, με αποτέλεσμα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας, επιπλέον 88 – 115 εκατομμύρια οι άνθρωποι να έχουν ωθηθεί στην ακραία φτώχεια από την κρίση που προκαλεί η Covid-19 μόνο το 2020, με αναμενόμενη αύξηση μεταξύ 23 και 35 εκατομμυρίων το 2021.

Τι πρέπει να γίνει σε επίπεδο πολιτικής για την αντιμετώπιση αυτού του σημαντικού ζητήματος;

Προτεραιότητα πρέπει να είναι η ενίσχυση της κοινωνικής προστασίας, ιδίως σε χώρες με χαμηλό επίπεδο διαβίωσης των πολιτών, όπου παραμένουν τεράστια κενά. Εκτός από την έλλειψη επαρκούς πολιτικής βούλησης υπάρχουν και άλλα εμπόδια. Επειδή η «μαύρη» εργασία παραμένει κυρίαρχη σε πολλές χώρες με χαμηλό επίπεδο διαβίωσης των πολιτών, τα ασφαλιστικά συστήματα παρέχουν προστασία μόνο σε ένα μικρό ποσοστό του εργατικού δυναμικού. Η ικανότητα των κυβερνήσεων σε πολλές περιπτώσεις είναι ανεπαρκής. Το χαμηλό επίπεδο καταγραφής του πληθυσμού παραμένει σημαντικό εμπόδιο σε πολλές φτωχές χώρες. Αυτό επηρεάζει τόσο την ικανότητα των φτωχότερων χωρών να κινητοποιούν εγχώριους πόρους για τη χρηματοδότηση της κοινωνικής προστασίας, όσο και την ικανότητά τους να παρέχουν αποτελεσματικά κοινωνική προστασία στους πληθυσμούς τους. Υποστηρίζω, ωστόσο, ότι η διεθνής αλληλεγγύη πρέπει να διαδραματίσει μεγαλύτερο ρόλο προκειμένου να ξεπεραστούν αυτά τα εμπόδια. Γι’ αυτό προτείνω τη δημιουργία ενός Παγκόσμιου Ταμείου για την Κοινωνική Προστασία, που θα επιτρέπει στις φτωχότερες χώρες να ξεπεράσουν το χρηματοδοτικό κενό που αντιμετωπίζουν. Η πρόταση για ένα παγκόσμιο ταμείο αφορά το ότι οι φορολογούμενοι από πλούσιες χώρες πληρώνουν για κοινωνική προστασία σε φτωχές χώρες. Να ξεκινήσει ένας κύκλος στον οποίο η διεθνής υποστήριξη θα συνδυάζεται με τις εγχώριες προσπάθειες.

Έχετε αναφερθεί στο παρελθόν στην επισιτιστική ανασφάλεια τόσο στην Ελλάδα όσο και σε άλλες χώρες. Είναι ο καπιταλισμός το κύριο πρόβλημα;

Υπάρχουν πολλοί τύποι καπιταλισμού, οι οποίοι είναι περισσότερο ή λιγότερο κατάλληλοι για να συμβάλουν στη βιώσιμη ανάπτυξη. Εγώ αναφέρομαι σε ένα μοντέλο ανάπτυξης που δεν αυξάνει τη φτώχεια και τις ανισότητες και δεν υποβαθμίζει περαιτέρω τα οικοσυστήματα. Στηρίζω πολλές ελπίδες στο να υπάρξει επέκταση της κοινωνικής οικονομίας και της αλληλεγγύης από επιχειρήσεις όπως συνεταιρισμοί, κοινοί οργανισμοί, Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις (ΜΚΟ) που εξαρτώνται από επιχορηγήσεις και προσφέρουν υπηρεσίες. Πρόκειται για οικονομικούς παράγοντες οι οποίοι παράγουν αγαθά, υπηρεσίες και γνώσεις, ενώ θέτουν τόσο οικονομικούς όσο και κοινωνικούς στόχους και παράλληλα προωθούν την αλληλεγγύη. Αναδύονται επίσης νέες μορφές χρηματοδότησης της αλληλεγγύης, όπως συμπληρωματικά νομίσματα και εναλλακτικά κοινοτικά συστήματα αποταμίευσης. Πρέπει να παρέχουμε περισσότερη υποστήριξη σ’ αυτές τις αναπτυσσόμενες εναλλακτικές λύσεις έναντι της κυρίαρχης μορφής του καπιταλισμού που οδηγείται αποκλειστικά από τη μεγιστοποίηση του κέρδους και, ως εκ τούτου, θυσιάζει το μακροπρόθεσμο αποτέλεσμα στις βραχυπρόθεσμες προσδοκίες των μετόχων.

Ο Ολιβιέ Ντε Σούτερ είναι ειδικός εισηγητής για θέματα ακραίας φτώχειας και ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην  Ύπατη Αρμοστεία για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα των Ηνωμένων Εθνών

Πηγή: Η Αυγή