Συνεντεύξεις

Ευκλείδης Τσακαλώτος: «ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ δεν ενδιαφέρονται για την Αριστερά»

Από την οικονομική συγκυρία ξεκινάει η συνέντευξη με τον συναρπαστικό, όπως πάντοτε άλλωστε, συνομιλητή Ευκλείδη Τσακαλώτο. Περιγράφει έτσι τον φαύλο κύκλο χαμηλών επενδύσεων, στάσιμων μισθών και αναιμικής ανάπτυξης, αλλά και την απουσία συλλογικής πεποίθησης ότι οι επόμενες γενιές θα είναι σε καλύτερη κατάσταση.
 
Από την οικονομική συγκυρία ξεκινάει η συνέντευξη με τον συναρπαστικό, όπως πάντοτε άλλωστε, συνομιλητή Ευκλείδη Τσακαλώτο. Περιγράφει έτσι τον φαύλο κύκλο χαμηλών επενδύσεων, στάσιμων μισθών και αναιμικής ανάπτυξης, αλλά και την απουσία συλλογικής πεποίθησης ότι οι επόμενες γενιές θα είναι σε καλύτερη κατάσταση. Προσθέτει δε ότι η κυβέρνηση δεν έχει απάντηση σε όλα αυτά. Στα αμιγώς πολιτικά «η αξιοπρέπεια συνολικά της Αριστεράς δέχεται πλήγματα από την ιλαροτραγωδία του ΣΥΡΙΖΑ» είναι μία από τις επισημάνσεις του και εν όψει του ιδρυτικού συνεδρίου της Νέας Αριστεράς ο Ευκλ. Τσακαλώτος κάνει λόγο για «μια ευκαιρία να επανασυστηθεί η Νέα Αριστερά στην ελληνική κοινωνία, την προηγούμενη περίοδο δεν καταφέραμε να συστηθούμε ως Νέα». Αναλυτική, τέλος, είναι η απάντησή του όσον αφορά τις συμμαχίες.
 
● Να ξεκινήσουμε από την οικονομία, κύριε υπουργέ; Αν είχαμε στην παρέα μας κάποιον υπουργό του οικονομικού κύκλου πιθανώς να παρέθετε σειρά επιτευγμάτων, όπως θα έλεγε, της τελευταίας πενταετίας. Εσείς πώς θα περιγράφατε την τρέχουσα περίοδο; Τι είναι αυτό που σας ανησυχεί για το άμεσο μέλλον;
 
Η τρέχουσα περίοδος χαρακτηρίζεται από στάσιμες οικονομίες και ασταθή πολιτική. Δεν είναι ένα ελληνικό φαινόμενο, δείτε για παράδειγμα στις ΗΠΑ όπου υπάρχει σοβαρό ενδεχόμενο να κερδίσει ο Τραμπ σε λίγες μέρες. Η μεγάλη εικόνα, το βασικό πρόβλημα, είναι ότι οι πολίτες αντιλαμβάνονται τη στασιμότητα στις οικονομίες. Αντιλαμβάνονται ότι είμαστε σε έναν φαύλο κύκλο χαμηλών επενδύσεων, στάσιμων μισθών και αναιμικής ανάπτυξης.
 
Αντιλαμβάνονται ότι έχει χαθεί το νήμα της προόδου, η πεποίθηση δηλαδή που είχαν προηγούμενες γενιές ότι πέρα από τις πρόσκαιρες διακυμάνσεις του οικονομικού κύκλου οι επόμενες γενιές -τα παιδιά τους- θα είναι σε καλύτερη κατάσταση από αυτούς. Και πώς να μη συμβεί αυτό όταν βλέπουν ότι τα τελευταία 25 χρόνια οι μισθοί έχουν αυξηθεί κατά 27% και οι τιμές -από βασικά αγαθά μέχρι τα σπίτια- έχουν τριπλασιαστεί και τετραπλασιαστεί; Πώς είναι δυνατό να πιστέψει ο κόσμος ότι αυτό θα λυθεί με 3-4 χρόνια μέτριας ανάπτυξης; Γιατί η κυβέρνηση αυτό λέει. Οτι επειδή περνάμε μια περίοδο που είμαστε λίγο καλύτερα από την Ευρώπη αυτό αρκεί για να φύγουμε από την προτελευταία θέση που βρισκόμαστε τώρα -στο 67% του ευρωπαϊκού μ.ο. σε όρους αγοραστικής δύναμης- και να καλύψουμε την απόσταση που μας χωρίζει σε βιοτικό επίπεδο.
 
Το μέγεθος του προβλήματος εξάλλου δεν κρύβεται. Το 2023 οι επενδύσεις στην Ελλάδα ήταν περίπου στο 14% του ΑΕΠ. Είμαστε δηλαδή πολύ μακριά από τη σύγκλιση δεδομένου ότι η Ευρώπη, όπως χαρακτηριστικά σημείωσε στην έκθεσή του ο Ντράγκι, πρέπει να φτάσει στο 27% (από το 22% που είναι τώρα) απλώς για να παραμένει ανταγωνιστική και συνεπώς η Ελλάδα πρέπει να είναι ακόμα υψηλότερα αν θέλει να καλύψει την απόσταση. Σε αυτό η κυβέρνηση δεν έχει απάντηση. Οι πηγές τής μέχρι τώρα ανάπτυξης, δηλαδή ο τουρισμός, οι κατασκευές, το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, και η επίδραση του πλούτου από την αύξηση της αξίας των ακινήτων δεν σκιαγραφούν ένα παραγωγικό μοντέλο που μπορεί να αντιμετωπίσει τη στασιμότητα. Και αυτό φαίνεται και από τις μακροπρόθεσμες προβλέψεις που δεν δείχνουν την εικόνα μιας δυναμικής και παραγωγικής οικονομίας.
 
● Στα αμιγώς πολιτικά τώρα. Είμαστε λίγες μέρες πριν από το ιδρυτικό συνέδριο της Νέας Αριστεράς μέσα σε μια δυσχερή, για την ίδια αλλά και την Αριστερά γενικότερα, συγκυρία. Αν η επανεκκίνηση είναι το ζητούμενο, τι πρέπει να γίνει;
 
Το ιδρυτικό συνέδριο είναι μια ευκαιρία να επανασυστηθεί η Νέα Αριστερά στην ελληνική κοινωνία, την προηγούμενη περίοδο δεν καταφέραμε να συστηθούμε ως Νέα, οι περισσότεροι και περισσότερες μας θεώρησαν συνέχεια του παλιού και πάρα πολλοί δεν μας ξέρουν. Δεν είναι καθόλου εύκολο, ιδιαίτερα τη στιγμή που η αξιοπρέπεια συνολικά της Αριστεράς δέχεται πλήγματα από την ιλαροτραγωδία του ΣΥΡΙΖΑ. Εκόντες και άκοντες. Εχετε δίκιο ότι η συγκυρία είναι ζόρικη για την Αριστερά, το «παράδοξο» είναι ότι τα κοινωνικά στρώματα που «αξιωματικά» οφείλει να εκπροσωπεί η Αριστερά υποφέρουν.
 
Γνωρίζουν επίσης ποιος είναι ο «ένοχος». Δεν συμπαθούν τη Ν.Δ., ούτε τον Κυριάκο Μητσοτάκη, φαίνεται πλέον και στις δημοσκοπήσεις, δεν συντάσσονται όμως σε μια εναλλακτική πολιτική πρόταση, ενδεχομένως γιατί δεν υπάρχει ή δεν είναι αξιόπιστη. Αντίθετα, το κοινωνικό (και πολιτικό) μπλοκ που στηρίζει την κυβέρνηση αντέχει μειούμενο, μιλάμε γι’ αυτούς που περνούν καλά, άλλοι που τα βγάζουν πέρα και οι πλούσιοι βέβαια. Στην εξίσωση πρέπει να βάλουμε και την Ακροδεξιά που ανεβαίνει, κατακερματισμένη μέχρι στιγμή, η οποία όμως επιβάλλει την ατζέντα της στην κυβέρνηση σε πολλά, όχι μόνο στο μεταναστευτικό, και σε κάθε περίπτωση αποτελεί για τη Ν.Δ. τον σύμμαχο «τελευταίας καταφυγής». Από αυτή τη σκοπιά είναι υποχρέωση της Νέας Αριστεράς η εκπόνηση ενός εναλλακτικού πολιτικού και προγραμματικού υποδείγματος, ακόμα και αν δεν συντρέχουν τη στιγμή που μιλάμε οι κοινωνικοί και πολιτικοί υποδοχείς του. Ενα ηγεμονικό σχέδιο δεν φωτογραφίζει, κατασκευάζει μια σύγκλιση από τη διαφορά.
 
● Την ομιλία του Αλέξη Τσίπρα στην εκδήλωση του ομώνυμου Ινστιτούτου πώς την ακούσατε; Τόσο στο σκέλος της οικονομικής στρατηγικής, όσο όμως και σε εκείνο των πολιτικών μηνυμάτων…
 
Δύο πράγματα μου έκαναν εντύπωση στην ομιλία του Αλέξη Τσίπρα. Το πρώτο αφορά τον χρόνο που αφιέρωσε στην ομιλία του για να μιλήσει για το πράσινο, το οικολογικό. Καταλαβαίνω ότι στην Ελλάδα, με τα μεγάλα προβλήματα του κόσμου, η πράσινη ατζέντα δεν είναι πολύ ελκυστική. Από την άλλη, κατά την άποψη μου, η κλιματική κρίση δεν είναι απλώς ένα από τα υπόλοιπα θέματα, αποτελεί υπαρξιακή απειλή. Και ταυτόχρονα ανοίγει όλα τα θέματα της Αριστεράς –παραγωγή, αναδιανομή και δημοκρατία. Η οικολογία δεν είναι ξεχωριστή, αλλά κομμάτι ενός ενιαίου αφηγήματος. Γιατί κάποιος που συμμετέχει στο κίνημα εναντίον των πλειστηριασμών ή υπέρ της κοινωνικής στέγασης θα πρέπει να συνεργαστεί με κάποιον που συμμετέχει στα Γιάννενα στο κίνημα εναντίον των εξορύξεων.
 
Διότι όλα αυτά τα ζητήματα προκύπτουν από τη χρηματιστικοποίηση της οικονομίας και συνδέονται με τις ανισότητες, οι οποίες αν δεν αντιμετωπιστούν δεν θα πείσουμε τον κόσμο να υποστηρίξει μια πράσινη και δίκαια μετάβαση. Το δεύτερο είναι ότι δεν φαίνεται να υπάρχει κατανόηση ή συνειδητοποίηση του ότι και στην Ελλάδα και πανευρωπαϊκά πολλά από τα δεινά που αντιμετωπίζουμε στον αριστερό και προοδευτικό χώρο οφείλονται στη μετατόπιση ισχύος των τελευταίων τριάντα ετών υπέρ των ελίτ.
 
Αμεση συνέπεια του παραπάνω είναι ότι οποιεσδήποτε εναλλακτικές πολιτικές, είτε για την ακρίβεια, είτε για τη στέγαση, είτε για τους μισθούς, θα πρέπει να βασιστούν σε μια αντίστροφη μετατόπιση ισχύος υπέρ του κόσμου της εργασίας. Και μέρος αυτής της αντιστροφής αποτελούν τα ζωντανά κοινωνικά κινήματα που παρέχουν ιδέες και στηρίζουν έμπρακτα τις προοδευτικές πολιτικές. Δεν αρκεί μόνο το πολιτικό πρόγραμμα, είναι απαραίτητες και οι αντίρροπες δυνάμεις στην κοινωνία. Δυστυχώς τα δύο αυτά ελλείμματα είναι παρόντα στις περισσότερες συζητήσεις για τον χώρο της Κεντροαριστεράς. Ούτε ο κ. Ανδρουλάκης, ούτε ο κ. Κασσελάκης ή οι δημοκρατικοί αντίπαλοί του εστιάζουν σε αυτά. Απεναντίας φαίνονται να ακολουθούν το σύνθημα «ελάτε στο ΠΑΣΟΚ ή τον ΣΥΡΙΖΑ για να κερδίσουμε τον Μητσοτάκη». Ομως με τη λογική αυτή δεν χτίζονται κοινωνικές συμμαχίες, γιατί από τη μια υποτιμάται το αντίπαλο κοινωνικό μπλοκ, οι νικητές της αγοράς, και από την άλλη υποβιβάζεται η μάχη που πρέπει να δοθεί απέναντι στα αντίπαλα συμφέροντα, που δεν είναι λίγα.
 
● Σε μια εποχή αόρατων… μνημονίων, σε μια εποχή οικονομικής δυσπραγίας για την πλειονότητα των πολιτών, γιατί άραγε είναι τόσο δύσκολο να συνεννοηθούν πολιτικές δυνάμεις της Αριστεράς, ενδεχομένως και πέραν αυτής;
 
Βάζεις το δάχτυλο στον «τύπο των ήλων»! Υπάρχει η δυσπιστία, η δίκη προθέσεων, η δυσανεξία, υπάρχουν όμως και αποκλίνοντα πολιτικά σχέδια. ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ διεκδικούν το λεγόμενο Κέντρο και ανταγωνίζονται μεταξύ τους για την ηγεσία της Κεντροαριστεράς, δεν τους ενδιαφέρει η Αριστερά, παρά μόνο σαν παρακολούθημα των δικών τους επιλογών, «οι λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις» που λέγανε παλιά. Επίσης προγραμματικά κάνουν επιλογές που ταιριάζουν σε έναν συναινετικό δικομματισμό και όχι σ’ ένα ανταγωνιστικό στον νεοφιλελευθερισμό πολιτικό σχέδιο. Να θυμηθούμε τη στάση τους στον πόλεμο και τα εξοπλιστικά, στις ιδιωτικοποιήσεις, στα ιδιωτικά πανεπιστήμια, στα ελληνοτουρκικά, στάσεις που ακουμπάνε περισσότερο τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Η
 
άλλη Αριστερά, το ΚΚΕ, το ΜέΡΑ25, το μεγαλύτερο τμήμα της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς, υψώνει τείχη δυσανεξίας στην ενότητα και την κοινή δράση, ακόμα και πρωτοβουλίες από κάτω από μέλη της Νέας Αριστεράς, του ΜέΡΑ25 και ανένταχτων για ενότητα αντιμετωπίζονται με αδιαφορία ή καχυποψία. Με αυτά τα δεδομένα θα πεις ότι κάθε εναλλακτική απέναντι στη Ν.Δ. είναι αδύνατη ή μετατίθεται για το απώτερο μέλλον, μέχρι τότε θα συνηθίσουμε τον δικομματισμό του ενάμιση κόμματος; Οπως λέγαμε και προηγουμένως, κατά την άποψη μου ένα ηγεμονικό σχέδιο αναδιατάσσει το παρόν και το μέλλον, μπαίνει στα βαθιά μετασχηματίζοντας τις σημερινές πραγματικότητες.
 
Νίκος Παπαδημητρίου