“Εάν γνωρίζεις τον εχθρό και τον εαυτό σου, δεν έχεις ανάγκη να φοβάσαι για το αποτέλεσμα ακόμα κι εκατό μαχών. Εάν γνωρίζεις τον εαυτό σου αλλά δεν γνωρίζεις τον εχθρό, για κάθε νίκη που θα κερδίζεις θα έχεις και μια ήττα. Εάν δεν γνωρίζεις ούτε τον εαυτό σου, ούτε το εχθρό, θα νικηθείς σε κάθε μάχη.”
Sun Τzu Η τέχνη του πολέμου
Τι ιδεολογία πρεσβεύει ο Κ. Μητσοτάκης; Αν κάποιος ήθελε να δώσει μια εύκολη απάντηση θα μπορούσε να πει ότι ο κ. Μητσοτάκης δεν έχει κάποια ιδεολογία. Ότι οι πολιτικές που ασκεί είναι ένα ποτ-πουρί ευκαιριακών επιλογών που μεγιστοποιούν την απήχησή του σε διαφορετικά κοινά με μόνο στόχο την αύξηση της εκλογικής του επιρροής. Γι’ αυτό υπόσχεται τα πάντα σε όλους. Έτσι οι πολιτικές του περιλαμβάνουν λίγο εκσυγχρονισμό και ανανέωση του κράτους με κάποιες δόσεις υποτιθέμενης αριστείας, αρκετό αυταρχισμό και πατριδοκαπηλία, θολές υποσχέσεις ευμάρειας μέσω φοροαπαλλαγών -κυρίως – στους πλούσιους ο οποίος κάποια στιγμή θα διαχυθεί μαγικά στην μεσαία τάξη.
Όμως αυτή η απάντηση κατά την γνώμη μου θα ήταν ανεπαρκής. Ο κ. Μητσοτάκης και συνολικά η Δεξιά στη χώρα προσπαθεί προφανώς να αυξήσει την εκλογική της επιρροή. Είναι δεδομένο ότι είναι διατεθειμένη να το κάνει με κάθε τρόπο χωρίς κανέναν ηθικό φραγμό. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι το κάνει χωρίς ένα συμπαγές ιδεολογικό υπόβαθρο. Άλλωστε το «τα πάντα στους πάντες» δεν είναι από μόνο του νικηφόρα στρατηγική. Χρειάζεται ιδεολογικό κορμό για να μπορέσεις να καταστήσεις ηγεμονικές τις θέσεις σου και να μετατρέπεις την πρόσκαιρη συμπάθεια από αποσπασματικές πολιτικές σε μόνιμη κοινωνική συμμαχία. Και η Δεξιά το γνωρίζει πολύ καλά αυτό.
Και ο ιδεολογικός κορμός της ΝΔ φαίνεται σε όποιον κοιτάξει τις πολιτικές που εφαρμόζει. Σκληρή Δεξιά σε όλα τα επίπεδα. Όχι μόνο στην καταστολή, στα δικαιώματα, το προσφυγικό αλλά εξίσου στην οικονομική και κοινωνική πολιτική. Όμως η ελληνική Δεξιά ξέρει ότι αν παρουσιάσει ευθέως τις θέσεις της σε όλη τους την έκταση δεν θα μπορέσει να δημιουργήσει και να διατηρήσει τις κοινωνικές συμμαχίες εκείνες που θα της επιτρέψουν να βρίσκεται στην διακυβέρνηση της χώρας. Για αυτόν τον λόγο έχει υιοθετήσει την στρατηγική του τεχνολαϊκισμού, όπως έχουν άλλωστε κάνει και πολλές δεξιές κυβερνήσεις ανά τον κόσμο.
Σε τι συνίσταται όμως αυτή η στρατηγική; Το πρώτο βήμα είναι η κατασκευή ενός ψευδούς δίπολου μεταξύ τεχνοκρατίας και λαϊκισμού, παρουσιάζοντας το ένα ως αντίπαλο δέος του άλλου. Έτσι σύμφωνα με την ΝΔ από την μία πλευρά είναι οι κάκιστοι αριστεροί λαϊκιστές (και για ξεκάρφωμα σπανίως στοχεύει και τους λαϊκιστές της άκρας δεξιάς όπως τον Σαλβίνι) που έχουν μη ρεαλιστικές προτάσεις (όπως την μείωση των ανισοτήτων οι οποίες σύμφωνα με τον κ. Μητσοτάκη είναι φυσικό φαινόμενο). Και από την άλλη οι άριστοι τεχνοκράτες που δεν έχουν ιδεολογικό φορτίο και όσα προτείνουν είναι επιστημονικά ουδέτερα και ωφέλιμα για όλους. Για παράδειγμα, απόψεις όπως ότι η αγορά εργασίας είναι μία αγορά σαν όλες τις άλλες και άρα η μείωση των μισθών θα αυξήσει την απασχόληση, ή ότι η μείωση της φορολογίας των πλουσίων θα οδηγήσει σε ανάπτυξη επαναλαμβάνονται συχνά ως θέσφατα αλλά είναι γεγονός ότι η διεθνής βιβλιογραφία δεν τις αποδέχεται ως τέτοια. Υπάρχει τεράστια συζήτηση στην επιστημονική κοινότητα και ένα πολύ μεγάλο μέρος της τις απορρίπτει. Το γεγονός δε ότι δεν υπάρχει οριστική απάντηση σε αυτά έχει να κάνει με το ότι, παρότι η επιστήμη έχει μέθοδο, οι επιστήμονες εξακολουθούν να είναι μέρος της κοινωνίας και να έχουν τις δικές τους αξίες τις οποίες δεν μπορούν παρά να τις «κουβαλάνε» και στην έρευνά τους.
Παρ’ όλα αυτά, σύμφωνα με τον κ. Μητσοτάκη όποιος δεν αποδέχεται αυτές της «αλήθειες» είναι λαϊκιστής, κολλημένος στο παρελθόν, ανίκανος να καταλάβει τις νέες εξελίξεις. Με αυτόν τον τρόπο η ΝΔ πλάθει μία Οργουελική «νέα ομιλία» σύμφωνα με την οποία το εργατικό δίκαιο είναι «στρεβλώσεις», η μικρομεσαίες επιχειρήσεις της χώρας «ζόμπι», οι ιδιοκτήτες τους «μπαταχτσήδες», η βίαιη φτωχοποίηση της κοινωνίας «προσαρμογή στην νέα πραγματικότητα». Το γεγονός ότι αυτή η νέα πραγματικότητα είναι βγαλμένη από τα μύχια όνειρα της δεξιάς αποκρύπτεται επιμελώς καθώς αυτές είναι οι προτάσεις των σοφών, των αρίστων τεχνοκρατών. Από εδώ προκύπτει το «τέχνο» στον τεχνολαϊκισμό.
Ο «λαϊκισμός» από πού προκύπτει; Οι υποτιθέμενες αυτές «αλήθειες» έχουν ένα κοινό παρονομαστή. Σύμφωνα με αυτές, οι πολιτικές που ευνοούν τους λίγους, που βελτιώνουν την θέση του κεφαλαίου έναντι της εργασίας, αυτόματα βελτιώνουν την θέση όλης της κοινωνίας. Άρα σύμφωνα με τους θιασώτες τους δεν υπάρχει καμία σύγκρουση, υπάρχει απλώς ο σωστός τρόπος να μεγαλώσει η πίτα και όταν γίνει αυτό όλοι θα είμαστε καλύτερα. Έτσι η Δεξιά συνεχίζει να υπόσχεται τα πάντα στους πάντες: Περισσότερες και καλύτερες δουλειές αλλά με μικρότερο κόστος για τους εργοδότες, ποιοτικός τουρισμός με μεγάλα ξενοδοχεία που επεκτείνονται μέχρι τον αιγιαλό, καλύτερες δημόσιες υπηρεσίες με αποδυναμωμένο δημόσιο, αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής μέσω της ιδιωτικής πρωτοβουλίας χωρίς κανονισμούς για το περιβάλλον.
Το μεγάλο ζήτημα είναι αν αυτή η προσέγγιση είναι βιώσιμη. Το πρόβλημα προκύπτει από το γεγονός ότι στην πραγματικότητα υπάρχει σύγκρουση, οι επιλογές έχουν κόστος και στην κυβέρνηση καλείσαι να διαλέξεις. Και η ΝΔ από ό,τι φαίνεται δεν διστάζει να διαλέξει την ενίσχυση των λίγων έναντι των πολλών. Μεγάλες μειώσεις φόρων για τους πλούσιους, περικοπές δικαιωμάτων για τα λαϊκά στρώματα, περιορισμένη στήριξη στη μεσαία τάξη. Και επειδή είναι προνοητικοί επιστρατεύουν τον αυταρχισμό και την καταστολή για να διατηρήσουν της συμμαχίες που εν δυνάμει θα χάσουν καθώς το οικονομικό τους αφήγημα βαλτώνει. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης με άλλα λόγια μιμείται -χωρίς να ταυτίζεται μαζί τους- τον Τραμπ και τον Τζόνσον σε μια πολιτική που αποτελείται από ένα τεχνολαϊκιστικό αφήγημα και ένα εν τοις πράγμασι μίγμα νεοφιλελευθερισμού και σκληρής δεξιάς στο κοινωνικό πεδίο.
Το ερώτημα που προκύπτει είναι αν αυτό το μίγμα μπορεί να είναι μια μακροπρόθεσμα ηγεμονική στρατηγική. Δεν μπορούμε να αποκλείσουμε να καθιερωθεί στο μέλλον ένα μοντέλο πολύ πιο αυταρχικού νεοφιλελευθερισμού. Αλλά αμφιβάλλω για την σταθερότητα αυτής της λύσης αν οι υλικές ανάγκες μιας τουλάχιστον μερίδας των λαϊκών και μεσαίων στρωμάτων δεν καλύπτονται. Άλλωστε ο αυταρχισμός αργά η γρήγορα δαγκώνει και όσους αρχικά τον έβλεπαν με καλό μάτι καθώς οι ίδιοι σύντομα βρίσκονται στον δρόμο διεκδικώντας μισθούς δουλείες και δικαιώματα. Βέβαια η βιωσιμότητα δεν είναι μόνο συνάρτηση των στρατηγικών του κεφαλαίου και των δεξιών κομμάτων. Μεγάλο ρόλο παίζει και η ύπαρξη μιας σοβαρής εναλλακτικής πρότασης.
Ευκλείδης Τσακαλώτος
Πηγή: Independent News