Macro

Ευκλείδης Τσακαλώτος: Ευρωομόλογα και γερμανο-ολλανδική υποκρισία

Μία αισιόδοξη ανάγνωση του τελευταίου Eurogroup είναι ότι η απόφαση για τα ευρωομόλογα αναβλήθηκε. Το επιχείρημα των Γερμανών και των Ολλανδών ήταν ότι δεν θα μπορούσαν να δεχθούν την αμοιβαιοποίηση του χρέους διότι αυτό θα αποτελούσε ένα παράλογο βάρος για τους φορολογούμενους των χωρών τους – μόνιμες μεταφορές πόρων προς τις πιο αδύναμες οικονομίες του Νότου. Το επιχείρημα είναι και λάθος και υποκριτικό. Αλλά είναι σημαντικό να δούμε γιατί συμβαίνει αυτό.

Το 2010 τα ευρωπαϊκά κράτη-μέλη υποστήριξαν την Ελλάδα με αυτό που αποδείχθηκε να είναι τελικά το πρώτο από τρία προγράμματα διάσωσης. Αυτό το πρόγραμμα υποτίθεται ότι θα έσωζε την Ελλάδα από τη χρεοκοπία. Θα αφήσω κατά μέρος το αν αυτή η διάσωση ήταν επιτυχημένη και αν το Πρόγραμμα Δημοσιονομικής Προσαρμογής, με το οποίο συνοδεύτηκε, ήταν η σωστή απάντηση για την ελληνική οικονομία και τον ελληνικό λαό. Αυτό που είναι σημαντικό να τονιστεί, και αποκαλύφθηκε εκείνη την περίοδο μέσω διαρροών στην εφημερίδα “Wall Street Journal”, ήταν ότι η ελληνική διάσωση ήταν κρίσιμη για να σώσει εκείνες τις τράπεζες που είχαν ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου.

Εδώ έχουμε μια σημαντική διαφοροποίηση. Ενώ οι γερμανικές, ολλανδικές και γαλλικές εμπορικές τράπεζες ήταν πολύ εκτεθειμένες στα ελληνικά ομόλογα, οι ιταλικές και ισπανικές εμπορικές τράπεζες δεν ήταν. Παρ’ όλα αυτά, η Ισπανία και η Ιταλία, ούσες μεγάλες οικονομίες, συνεισέφεραν σχεδόν το ίδιο στην ελληνική διάσωση όπως η Γερμανία και η Γαλλία. Και αυτό σημαίνει ότι, στην πραγματικότητα, η Ιταλία και η Ισπανία μετέφεραν πόρους προς τις πιο εύρωστες οικονομίες του Βορρά. Κατά την περίοδο που συμμετείχα στο Eurogroup, η Γερμανία και η Ολλανδία καθυστερούσαν την ολοκλήρωση της τραπεζικής ένωσης (και ειδικότερα τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού συστήματος εγγύησης καταθέσεων) με το πρόσχημα ότι θα έπρεπε να διασφαλίσουμε πως μειώνουμε τον κίνδυνο πριν αρχίσουμε να τον μοιραζόμαστε – ακόμα μία φορά χρησιμοποιώντας το επιχείρημα ότι δεν θα έπρεπε να αναμένει κανείς οι φορολογούμενοι των βορείων χωρών να βοηθήσουν τις επίφοβες τράπεζες των χωρών του Νότου. Πάντως, το 2010, οι οικονομίες των νότιων ευρωπαϊκών κρατών ήταν εκείνες που έδειξαν πρόθυμες να μοιραστούν τον κίνδυνο προς όφελος των βορειοευρωπαϊκών οικονομιών.

Τώρα που η Ιταλία και η Ισπανία χρειάζονται έναν υποτυπώδη επιμερισμό του κινδύνου, οι Βόρειοι αρνούνται, στην πραγματικότητα, να επιστρέψουν τη χάρη. Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς μεγαλύτερο δείγμα υποκρισίας.

Και τι γίνεται με το επιχείρημα ότι οι βόρειες χώρες δεν μπορούν να αποδεχτούν τα ευρωομόλογα διότι αυτό θα συνεπαγόταν μια μόνιμη μεταφορά πόρων από τους φορολογούμενούς τους στις χώρες του Νότου; Ακόμα μία φορά, πρόκειται περί παρανόησης. Τα ευρωομόλογα, και η αρχή της αμοιβαιοποίησης, λειτουργούν ως μοχλός σταθεροποίησης όταν η μία ή η άλλη περιοχή εντός της νομισματικής ένωσης αντιμετωπίζουν προσωρινά προβλήματα. Αναμφίβολα δεν συνεπάγονται μια μόνιμη μεταφορά πόρων από μια περιοχή σε μια άλλη. Αν υπάρχουν διαφοροποιημένα επίπεδα εισοδημάτων εντός της νομισματικής ένωσης, αυτό θα πρέπει να αντιμετωπιστεί μέσω διαρθρωτικών πολιτικών σύγκλισης προς όφελος τόσο των περισσότερο όσο και των λιγότερο εύρωστων οικονομιών. Η σταθεροποίηση είναι ένα εντελώς διαφορετικό θέμα.

Με όποιον τρόπο και να το δει κανείς, η θέση ενάντια στα ευρωομόλογα είναι, στην καλύτερη περίπτωση, ακατανόητη, και καταδεικνύει μια θεμελιώδη παρανόηση του ρόλου που μπορούν να διαδραματίσουν εντός της νομισματικής μας ένωσης. Στη χειρότερη περίπτωση, αντιπροσωπεύει μια μάλλον ξεκάθαρη επίδειξη ιδιοτέλειας. Και τελικά η απουσία ενός εργαλείου αμοιβαιοποίησης στην παρούσα κρίση αντιπροσωπεύει μια υπαρξιακή απειλή για το μέλλον της Ευρώπης. Η Ιταλία και η Ισπανία θα πρέπει να επιμείνουν στη θέση τους. Υπερασπίζονται όχι μόνο τα δικά τους συμφέροντα αλλά και εκείνα του ευρωπαϊκού εγχειρήματος εν γένει.

Ευκλείδης Τσακαλώτος

Πηγή: Η Αυγή