Τα Τέμπη ανέδειξαν όλες τις προβληματικές πτυχές του επιτελικού κράτους: έλλειψη διαφάνειας και λογοδοσίας, ελλιπής οργάνωση, πελατειακές σχέσεις, υποστελέχωση και έλλειψη στήριξης των εργαζομένων. Προπαντός την αίσθηση ότι τίποτα δεν σχεδιάζεται με γνώμονα το δημόσιο συμφέρον. Αυτή η κατάσταση ανοίγει ένα μεγάλο πεδίο παρέμβασης για την επόμενη προοδευτική κυβέρνηση με άξονα τη δικαιοσύνη στο κράτος και την εμβάθυνση της δημοκρατίας.
Το ίδιο ισχύει και στη σφαίρα της οικονομίας. Τις τελευταίες δεκαετίες έχει κυριαρχήσει η ιδέα ότι το κράτος δεν πρέπει να παρεμβαίνει στην πραγματική οικονομία, ούτε καν να έχει άποψη για την κατεύθυνση που πρέπει αυτή να ακολουθήσει. Ο ρόλος του κράτους περιορίζεται στο να «διευκολύνει» τον ιδιωτικό τομέα. Για παράδειγμα πρόσφατα η ΝΔ νομοθέτησε ρύθμιση με την οποία δίνεται η δυνατότητα, τα ξενοδοχεία να χτίζουν τριάντα μέτρα από τον αιγιαλό – σαν να μην υπάρχει κλιματική κρίση, σαν το παραγωγικό μοντέλο μας να μην υπερεξαρτάται από τον τουρισμό και την οικοδομική δραστηριότητα.
Οδηγούμαστε στην πλήρη αποδυνάμωση του κράτους και της δυνατότητάς του να παρεμβαίνει. Σημαντικές λειτουργίες δίνονται σε στρατιές ιδιωτικών συμβούλων που, όπως αναλύει στο τελευταίο της βιβλίο η Μαριάννα Μαζουκάτο (The Big Con, allen Lane, 2023) προσφέρουν υπηρεσίες αμφίβολης ποιότητας και δεν έχουν κανένα κίνητρο να ενισχύσουν τις ικανότητες του κράτους – κάτι τέτοιο απλώς θα μείωνε τη πιθανότητα νέων συμβάσεων στο μέλλον. Η αποδυνάμωση αυτή του κράτους, δυσχεραίνει την ικανότητά του να σχεδιάζει ακόμα και τον επιμερισμό των κονδυλίων και το φέρνει σε δυσμενή διαπραγματευτική θέση απέναντι στον ιδιωτικό τομέα και τα συμφέροντά του.
Και όμως στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, οι οικονομίες που πήγαν καλύτερα ήταν αυτές που δεν ακολούθησαν τις προσταγές του νεοφιλελευθερισμού, με πιο εμβληματικό παράδειγμα τα BRICS, χώρες που όλες, σε κάποιο βαθμό, κράτησαν στοιχεία ενός αναπτυξιακού κράτους, δηλαδή ενός κράτους που έχει ενεργό και παρεμβατικό ρόλο. Στην Ελλάδα, αντιθέτως, το αναπτυξιακό κράτος θεωρήθηκε το πρόβλημα και για αυτό αποστερήθηκε κρίσιμα εργαλεία, με αποτέλεσμα να συντηρούνται/διατηρηθούν όλα τα δομικά προβλήματα: εξάρτηση από τουρισμό και οικοδομές, μόνιμα ελλείματα στο ισοζύγιο τρεχουσών πληρωμών κλπ.
Ποιος πρέπει να είναι ο ρόλος του αναπτυξιακού κράτους; Ας πάρουμε ένα απλό παράδειγμα όπως η παροχή ποιοτικών, εύγευστων και υγιεινών σχολικών γευμάτων. Εδώ το κράτος πρέπει να έχει διττό ρόλο. Θα πρέπει να επιτύχει συντονισμό ανάμεσα στους διάφορους εμπλεκόμενους φορείς, αλλά ανάμεσα και σε διάφορους τομείς της οικονομίας. Από τη μια, θα πρέπει να φέρει στο τραπέζι το δημόσιο τομέα, τις ιδιωτικές επιχειρήσεις, τον κοινωνικό τομέα (π.χ. συνδικάτα, μη κυβερνητικούς οργανισμούς, τους συλλόγους γονέων και κηδεμόνων) κλπ. Από την άλλη, θα πρέπει να συντονίσει όλο το φάσμα των τομέων που συνεισφέρουν στην παρασκευή και διάθεση γευμάτων και να τους οδηγήσει στην κατεύθυνση που επιθυμεί, π.χ. τον αγροτικό τομέα που θα πρέπει να κληθεί να παράγει με βιώσιμο οικολογικό τρόπο τις πρώτες ύλες. Το παραπάνω αποτελεί ένα παράδειγμα για τον τρόπο με τον οποίο μια κοινωνική πολιτική μπορεί να έχει και συμβολή στην παραγωγική ανασυγκρότηση όσον αφορά τον αγροτικό τομέα. Τα παραδείγματα και οι εφαρμογές είναι αναρίθμητα, στην ανέγερση κοινωνικών κατοικιών για να αντιμετωπιστεί η στεγαστική κρίση, στην ανάπτυξη νέων εφαρμογών με τη χρήση της τεχνητής νοημοσύνης και, βέβαια, σε όλα τα μεγάλα και μικρά πρότζεκτ που χρειάζονται για την πράσινη μετάβαση. Η συνολική ιδέα, ωστόσο, είναι ότι δεν υπάρχει μόνο ένα κέντρο, ένας παίκτης, που έχει όλη τη γνώση (όπως πιστεύει το επιτελικό κράτους του κ. Μητσοτάκη, που, για παράδειγμα, δεν έκανε καμία ουσιαστική διαβούλευση για το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας) αλλά η γνώση είναι διάχυτη στην οικονομία και την κοινωνία. Και η γνώση, και η δυνατότητα επίλυσης των προβλημάτων.
Ανάλογα με την περίσταση το κράτος αλλού θα λαμβάνει ηγετικό ρόλο, αλλού θα έχει περισσότερο συντονιστικό ρόλο. Αλλά το αναπτυξιακό κράτος δεν περιορίζει το ρόλο του στη «διευκόλυνση» του ιδιωτικού τομέα. Θα πρέπει να θέσει κάποιους όρους – η NASA, για παράδειγμα στα συμβόλαια με τον ιδιωτικό τομέα περιελάβανε no excess profits clauses (ρήτρα απαγόρευσης υπερκερδών) . Στο νομοσχέδιο που πέρασε ο κ Σταϊκούρας για κίνητρα συγχωνεύσεων θα μπορούσε να συνδέσει τα κίνητρα με συγκεκριμένους στόχους πχ την τεχνολογική πράσινη αναβάθμιση. Θα πρέπει, επίσης, να αποκομίσει μακροχρόνια οφέλη, τεχνογνωσία, τη δημιουργία θέσεων εργασίας, υποδομές, ή τη συμμετοχή στα κέρδη. Κάτι που δεν έγινε ούτε κατά τη διαχείριση του Covid-19 όπου μεγάλες εταιρίες ανέλαβαν την έρευνα για την ανάπτυξη φαρμάκων και εμβολίων, ούτε και στην περίπτωση των συμβάσεων για εξοπλιστικά προγράμματα.
Για να τα κάνει όλα αυτά το κράτος χρειάζεται και εργαλεία αλλά και επίγνωση των επιδιώξεών του. Στα εργαλεία, για παράδειγμα, είναι η Αναπτυξιακή Τράπεζα (που συστήθηκε επί ΣΥΡΙΖΑ), η οποία μπορεί να έχει ενεργό ρόλο στην υποστήριξη αλλαγών στα μοντέλα παραγωγής και να ενθαρρύνει τη δημιουργικότητα (όπως κάνει η γερμανική KfW) ή να είναι πρωτοπόρος στην πράσινη μετάβαση (όπως η κινεζική αναπτυξιακή τράπεζα). Ταυτόχρονα το κράτος πρέπει να επενδύσει και στο έμψυχο δυναμικό του, τόσο με τη μορφή προσλήψεων αλλά και με τη βελτίωση των δεξιοτήτων και την ενίσχυση της τεχνογνωσίας του. Γιατί η υπερεξάρτηση από εξωτερικούς τεχνικούς συμβούλους και εμπειρογνώμονες είχε σαν αποτέλεσμα την απογύμνωση του δημοσίου από την ικανότητα να συλλαμβάνει ιδέες και να τις υλοποιεί, ένα παγκόσμιο φαινόμενο, όπως μας λέει πάλι η Μαζουκάτο.
Μόνο ένα αναπτυξιακό κράτος μπορεί να υλοποιήσει ένα στρατηγικό σχέδιο για την αντιμετώπιση των διαρθρωτικών προβλημάτων της χώρας. Μόνο μια προοδευτική κυβέρνηση μπορεί να αναλάβει αυτή την πρόκληση. Γιατί η ΝΔ έχει αποδείξει ότι ούτε διατίθεται ούτε μπορεί να προτεραιοποιήσει το δημόσιο συμφέρον και μια σοβαρή αναδιάταξη του κράτους. Δεν θα είναι εύκολο εγχείρημα. Υπάρχουν παγιωμένες νοοτροπίες και εγκαθιδρυμένα συμφέροντα που αποτελούν σοβαρό ανασταλτικό παράγοντα. Το έχω γράψει και παλαιότερα, το πρόβλημα στο ελληνικό δημόσιο είναι ότι δεν είναι αρκετά δημόσιο – πιο πολύ από ποτέ σήμερα κυριαρχεί το πελατειακό κράτος και τα μεγάλα και μικρά ιδιωτικά συμφέροντα. Και δεν υπάρχει μια εύκολη λύση σε ένα μηχανισμό τόσο πολύπλοκό όσο η δημόσια διοίκηση, με δική της δυναμική, πολυσύνθετες αλληλεπιδράσεις και πολυάριθμους παράγοντες. Ωστόσο είναι κάτι που πλέον δεν έχουμε την πολυτέλεια να αναβάλουμε.
Ευκλείδης Τσακαλώτος
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ