Όταν πριν από τρία χρόνια ξεκινούσαν οι αντιδράσεις ενάντια στις μυστικές «εμπορικές» συμφωνίες (TTIP, TPP, CETA, TiSA), η μεγαλύτερη δυσκολία ήταν το πώς θα κατορθώναμε να στρέψουμε το ενδιαφέρον των πολιτών, αλλά και των ηγεσιών, σε ένα θέμα τόσο στριφνό και περίπλοκο. Κανείς δεν γνώριζε και κανείς δεν φαινόταν να θέλει να μάθει τι κρυβόταν πίσω από αυτή τη σειρά ακρωνυμίων. Η πληροφορία ήταν δυσεύρετη και το κουβάρι άρχισε να ξετυλίγεται το 2013, σε συνέχεια των σχετικών αποκαλύψεων των WikiLeaks, τα οποία έχουν προσφέρει τεράστια υπηρεσία και σε αυτό τον τομέα. Ωστόσο, τον προηγούμενο μήνα η Greenpeace Ολλανδίας έδωσε στη δημοσιότητα μεγάλο αριθμό των υπό διαπραγμάτευση απόρρητων εγγράφων μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και ΗΠΑ για την TTIP (Διατλαντική Συμφωνία Εμπορίου και Επενδύσεων). Τα δεκατρία κεφάλαια που διέρρευσαν καταδεικνύουν ότι τα κοινωνικά κεκτημένα, η ανθρώπινη υγεία, η προστασία του περιβάλλοντος και, τελικά, η ίδια η δημοκρατία θα υπονομευτούν σοβαρά αν συνεχιστούν οι διαπραγματεύσεις ως έχουν. Επίσης, διέρρευσε και ένα επιπλέον έγγραφο με τίτλο «Tactical State of Play» (Μάρτιος 2016), το οποίο περιέχει τις απόψεις της ΕΕ σχετικά με τα αποτελέσματα του 12ου γύρου διαπραγματεύσεων και διαφέρει σημαντικά από την επίσημη εκδοχή του εγγράφου.
Οι αποκαλύψεις έχουν ιδιαίτερη σημασία και αναμένεται να φέρουν πολλαπλασιαστικά πολιτικά αποτελέσματα, όπως φάνηκε και από την άμεση αλλαγή της θέσης της Γαλλίας, που ήρε την υποστήριξη στη συνέχιση των διαπραγματεύσεων. Μέχρι σήμερα όσοι και όσες εργάζονταν προκειμένου να τεκμηριώσουν και να οργανώσουν την αντίσταση στη θεσμική εταιρική παντοκρατορία που οραματίζονται οι εμπνευστές των συμφωνιών, στήριζαν τις πληροφορίες και τα επιχειρήματά τους α) στη γνώση του περιεχομένου και των αποτελεσμάτων ίδιου τύπου συμφωνιών, όπως η NAFTA (Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου μεταξύ ΗΠΑ, Καναδά και Μεξικού) ή, πιο πρόσφατα, η ΤΡΡ (η αντίστοιχη συμφωνία της ΤΤΙΡ για την πλευρά του Ειρηνικού)· β) στην ανάλυση παράλληλων διαδικασιών στο πλαίσιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ)· γ) σε διαρροές. Είναι εντυπωσιακό, και ταυτόχρονα τρομακτικό, ότι τα χειρότερα σενάρια επιβεβαιώθηκαν κατά γράμμα…
Ας θυμηθούμε, εδώ ότι οι διαπραγματεύσεις για την ΤΤΙΡ μεταξύ των επιτετραμμένων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Κογκρέσου ξεκίνησαν στα μέσα του 2013 υπό καθεστώς απόλυτης μυστικότητας. Ενημέρωση ουσιαστικά δεν υπήρξε για τους ευρωβουλευτές ή τους αρμόδιους υπουργούς των κρατών-μελών, πόσω μάλλον για τα εκατομμύρια πολιτών της ΕΕ, των οποίων τα κοινωνικά κεκτημένα θα ανατρέψει η συμφωνία. Αντίθετα, οι μεγάλες εταιρείες είχαν από την πρώτη στιγμή άμεση και υπεύθυνη ενημέρωση, καθώς οι διαπραγματεύσεις δεν προχωρούν αν δεν ζητηθεί η δική τους γνώμη για κάθε θέμα ξεχωριστά.
Η TTIP εντάσσεται στη νέα γενιά εμπορικών συμφωνιών, κι αυτό είναι που την καθιστά τόσο επικίνδυνη. Αφορά στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των ΗΠΑ, στην πραγματικότητα όμως η συγκεκριμένη συμφωνία, όπως και η TiSA (με αντικείμενο τις δημόσιες υπηρεσίες και την περαιτέρω απορρύθμιση και εμπορευματοποίησή τους), η CETA (εμπορικές και επενδυτικές σχέσεις ανάμεσα στην ΕΕ και τον Καναδά) και η TPP (ΗΠΑ και 11 χώρες του Ειρηνικού) αφορούν στο σύνολό τους σε ογδόντα χώρες, στα δύο τρίτα του παγκόσμιου εμπορίου και σε δύο δισεκατομμύρια ανθρώπους.
Απειλούν τη δημοκρατία συνολικά και, κατά συνέπεια, κάθε πτυχή της κοινωνικής και οικονομικής ζωής, τις δημόσιες υπηρεσίες, τα κοινωνικά, εργασιακά και περιβαλλοντικά κεκτημένα και πρότυπα, τα διατροφικά και φαρμακευτικά πρότυπα, την προστασία των προσωπικών δεδομένων, τη μικρής κλίμακας ποιοτική γεωργία, την απαραίτητη ενεργειακή μετάβαση αλλά και το αυτοδιοίκητο κάθε βαθμίδας διοίκησης από το έθνος-κράτος μέχρι τους δήμους. Μας επιτίθενται συνολικά, γι’ αυτό και καλό είναι να λαμβάνουμε υπόψη τη συνολική εικόνα.
Με… φόντο τη δημοκρατία
Συμφωνίες με αντίστοιχους στόχους επιχειρούν να εφαρμόσουν κυρίως οι ΗΠΑ σε συνεργασία με τα ωφελούμενα συμφέροντα, μέσω του ΠΟΕ, εδώ και δεκαετίες. Ωστόσο, η ανάδυση σημαντικών περιφερειακών οικονομικών δυνάμεων, όπως η Κίνα, η Ρωσία, η Βραζιλία, οδήγησε σε εντάσεις και διαφωνίες εντός του ΠΟΕ, καθώς οι χώρες αυτές δεν είναι διατεθειμένες να συναινέσουν σε ένα μοντέλο παγκόσμιου εμπορίου που θα κατοχυρώνει την πρωτοκαθεδρία των δυτικών μεγάλων παικτών. Οι εμπορικές συμφωνίες «νέας γενιάς» συνιστούν μια στρατηγική ντρίπλα των ΗΠΑ προκειμένου να αποφύγουν τη Βαβέλ του ΠΟΕ και να εξασφαλίσουν την εταιρική παντοκρατορία μέσω διμερών ή πολυμερών εμπορικών συμφωνιών. Επιπλέον, με τον τρόπο αυτό κατορθώνουν να φτάσουν στις υπογραφές εξασφαλίζοντας πλήρη αδιαφάνεια για όλους τους γύρους διαπραγματεύσεων. Οι υπογραφές μπαίνουν χωρίς να έχουν προηγουμένως ενημερωθεί οι πολίτες για το περιεχόμενο των συμφωνιών, που αιφνιδιάζονται και δεν προλαβαίνουν να αντιδράσουν. Αυτό συνέβη στην περίπτωση της ΤΡΡ κι αυτό επιδιώκουν και για την ΤΤΙΡ. Κάτι τέτοιο δεν θα ήταν εφικτό στο πλαίσιο του ΠΟΕ, καθώς οι διαρροές θα ήταν πολλές και θα είχαν ποικίλα κίνητρα.
Με αυτά τα δεδομένα, οι πρόσφατες αποκαλύψεις της Greenpeace ρίχνουν σίγουρα άμμο στα γρανάζια της νεοφιλελεύθερης υπερμηχανής που συνιστά η «νέα γενιά εμπορικών συμφωνιών». Παραδοσιακά οι εμπορικές συμφωνίες αφορούν σε δασμούς και προϊόντα. Οι εμπορικές συμφωνίες «νέας γενιάς» αγγίζουν όμως ένα εντελώς νέο πεδίο, που τελικά αφορά στην ίδια τη δημοκρατία. Για παράδειγμα, μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ οι δασμοί ουσιαστικά δεν υφίστανται. Όταν λένε, λοιπόν, ότι στόχος τους είναι να άρουν τα εμπόδια στο εμπόριο, αναφέρονται στα κοινωνικά κεκτημένα των τελευταίων εκατό χρόνων σε επίπεδο υγείας, περιβαλλοντικής προστασίας, ασφάλειας, εργασίας, προστασίας των προσωπικών μας δεδομένων και κάθε άλλου τομέα της κοινωνικής και οικονομικής ζωής. Πρόκειται για μια αλλαγή του περιεχομένου της έννοιας του «εμποδίου».
Θα αναφερθώ σε τρία σημεία-κλειδιά προκειμένου να κατανοήσουμε τον τρόπο με τον οποίο σκοπεύουν να το επιτύχουν. Το πρώτο έχει να κάνει με τον ISDS (Μηχανισμός Επίλυσης Διαφορών μεταξύ Κρατών και Επενδυτών). Πρόκειται για ένα παράλληλο εταιρικό δικαστικό σύστημα, το οποίο στην πράξη καταλύει τη διάκριση των εξουσιών και υπερβαίνει το εθνικό ή ευρωπαϊκό νομικό πλαίσιο. Σε αυτό θα μπορούν να προσφεύγουν μόνο οι εταιρείες κατά των κρατών όταν θεωρούν ότι πλήττεται η κερδοφορία τους. Θα στελεχώνεται αποκλειστικά από εταιρικούς δικηγόρους, οι οποίοι θα πληρώνονται με το κομμάτι, άρα θα έχουν λόγους να ψάχνουν να βρουν υποθέσεις για να σύρουν τα κράτη στα εταιρικά δικαστήρια. Τα δικαστήρια αυτά θα συνεδριάζουν κεκλεισμένων των θυρών και οι αποφάσεις τους θα είναι μη εφέσιμες. Ρήτρες όπως ο ISDS ενεργοποιούνταν παραδοσιακά σε χώρες του λεγόμενου «Τρίτου Κόσμου», όταν ο επενδυτής δεν αισθανόταν ασφαλής. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση το νομικό σύστημα εξασφαλίζει «παραδειγματικά» το όφελος του επενδυτή. Άρα ο στόχος είναι άλλος. Μέσω του ISDS θέλουν να αποκτήσουν πρόσβαση στα δημόσια ταμεία και την ίδια στιγμή να δώσουν στην κερδοφορία του επενδυτή την ισχύ συνταγματικού κανόνα.
Ένας άλλο επικίνδυνο εύρημα είναι η λεγόμενη «Νομοθετική Εναρμόνιση», που σημαίνει ότι δεν χρειάζεται οι χώρες στις οποίες αφορά η συμφωνία να καταλήξουν σε κοινό νομικό πλαίσιο σχετικά με τους τομείς που αυτή περιλαμβάνει. Απλώς θα συμφωνήσουν ότι αποδέχονται ο ένας το νομικό πλαίσιο του άλλου. Για παράδειγμα, στην Ευρώπη υπάρχει η «Αρχή της Προφύλαξης». Αν υπάρχει φόβος ότι ένα προϊόν μπορεί να είναι επιβλαβές για τη δημόσια υγεία ή ασφάλεια, δεν βγαίνει στην αγορά μέχρι να ελεγχθεί από τις Ανεξάρτητες Αρχές και να διαπιστωθεί η καταλληλότητά του. Στις ΗΠΑ συμβαίνει το ανάποδο. Ένα προϊόν μπορεί να βγει στην αγορά με τη σχετική διαβεβαίωση της επιχείρησης. Αν κάποιος πολίτης θεωρεί ότι υπάρχει πρόβλημα, πρέπει, με δικά του έξοδα, να προσφύγει στις αρμόδιες ελεγκτικές Αρχές και στη συνέχεια στα δικαστήρια. Στην πράξη αυτό έχει τεράστιες επιπτώσεις σε όλους τους τομείς της οικονομικής και κοινωνικής ζωής. Για παράδειγμα, ενώ στις ΗΠΑ απαγορεύονται δεκατρείς χημικές ενώσεις, στην Ευρωπαϊκή Ένωση στην αντίστοιχη κατηγορία εντάσσονται περίπου χίλιες. Αν, λοιπόν, υπογραφεί η TTIP, θα μπορεί να πλημμυρίσει η αγορά με τα προϊόντα που περιέχουν αυτές τις ουσίες, τα οποία κατά κανόνα είναι και χαμηλότερου κόστους. Επίσης, θα μπορούν να κυκλοφορούν μεταλλαγμένα χωρίς σήμανση στα σούπερ μάρκετ, όπως συμβαίνει στο 80% αυτών στις ΗΠΑ, ενώ θα είναι δυνατόν για έναν εργοδότη να βάλλει κατά του σωματείου εργαζομένων όταν θεωρεί ότι η δράση του τελευταίου βλάπτει την κερδοφορία του και να απαγορεύει ακόμα και τη σύστασή του.
Τρίτον, εξασφαλίζεται ότι από τη στιγμή που ένας επενδυτής αποφασίσει να κάνει μια επένδυση δεν μπορεί να αλλάξει τίποτα. Πρόκειται για το λεγόμενο «freezing effect». Για παράδειγμα, αν μια εταιρεία χρησιμοποιεί μια χημική ουσία η οποία στη συνέχεια αποδειχτεί ότι προκάλεσε βλάβη στην υγεία των κατοίκων στα γειτονικά χωριά, εφόσον δεν έχει προβλεφθεί από την αρχή η βλαπτικότητά της δεν μπορεί να οριστεί ως τέτοια και να απαγορευτεί στη συνέχεια. Επιπλέον, δεν μπορεί να ρυθμιστεί εκ των υστέρων – π.χ., να ζητήσει η Τοπική Αυτοδιοίκηση αποζημιώσεις αναδρομικά ή περιβαλλοντική μελέτη ή οτιδήποτε σχετικό με σκοπό την προστασία της δημόσιας υγείας.
Όλα τα παραπάνω λειτουργούν παραλυτικά για τα κράτη, τις κυβερνήσεις και όλα τα επίπεδα διοίκησης. Δεν τους επιτρέπουν να εφαρμόζουν ρυθμίσεις προς όφελος του δημόσιου συμφέροντος, το οποίο είναι εξ ορισμού το αντικείμενό τους.
Διαστάσεις και αντιδράσεις
Παρά τις προσπάθειες των διαπραγματευτών και από τις δύο πλευρές του Ατλαντικού να ολοκληρωθεί η διαδικασία με τη μικρότερη δυνατή δημοσιότητα, το θέμα της TTIP έχει αρχίσει να λαμβάνει διαστάσεις και οι αντιδράσεις εκδηλώνονται σε διαφορετικά επίπεδα. Οι επίσημες φωνές που αμφισβητούν σημεία της συνθήκης και τη διαδικασία που ακολουθήθηκε διαρκώς αυξάνουν, ενώ ακαδημαϊκές μελέτες αμφισβητούν ευθέως τα υποτιθέμενα οικονομικά οφέλη και σημειώνουν ότι σε καμία χώρα όπου υπογράφηκαν τέτοιου είδους συμφωνίες δεν ακολούθησε αύξηση των επενδύσεων, θέσεις εργασίας χάθηκαν και τα δικαιώματα καταρρακώθηκαν. Το κίνημα, που διαρκώς ενισχύεται στις χώρες της ΕΕ και στις πολιτείες των ΗΠΑ, είναι ιδιαίτερα δυναμικό και, όπως καταθέτουν όσοι και όσες εργάζονται γι’ αυτό, χαρακτηρίζεται από πολυσυλλεκτικότητα σε βαθμό που είχαμε πολλά χρόνια να δούμε.
Ωστόσο, καλό είναι να κρατήσουμε ότι τον Ιούνιο στο Συμβούλιο Πολιτικών Αρχηγών της ΕΕ θα τεθεί προς ψήφιση η CETA. Πρόκειται για την αντίστοιχη συμφωνία μεταξύ ΕΕ και Καναδά, που περιλαμβάνει ό,τι και η ΤΤΙΡ και την ίδια στιγμή δίνει τη δυνατότητα στις πολυεθνικές εταιρείες των ΗΠΑ να κάνουν τη δουλειά τους μέσω αυτής, καθώς το μεγαλύτερο μέρος των αμερικανικών πολυεθνικών εταιρειών έχει έδρα και στον Καναδά. Αν σε αυτή τη φάση εστιάσουμε μόνο στην ΤΤΙΡ εξαιτίας των εξαιρετικά ενθαρρυντικών εξελίξεων και αφήσουμε να χαθεί η CETA από την εικόνα, θα έχουμε κάνει ένα καίριο στρατηγικό λάθος.
Η Δώρα Κοτσακά είναι Δρ. Πολιτικής Κοινωνιολογίας, ερευνήτρια στο Ινστιτούτο «Νίκος Πουλαντζάς»
Πηγή: Επίκαιρα