Μια νουβέλα για ζευγάρια που γίνονται και ξεγίνονται, γραμμένη από έναν αντιφασίστα αγωνιστή και στοχαστικό πολιτικό συγγραφέα, μπορεί να κρύβει εκπλήξεις. Γι’ αυτό τα «Σανδάλια» του Χόρχε Σεμπρούν (Αγρα) αντέχουν στον χρόνο. Και αξίζει να σταθούν δίπλα στα εμβληματικά του έργα: «Το μεγάλο ταξίδι», «Ο δεύτερος θάνατος του Ραμόν Μερκαντέρ», «Η επιστροφή του Νετσάγιεφ», «Γραφή ή ζωή», «Ενας τάφος σε μια κοιλότητα ανάμεσα στα σύννεφα» (μη μεταφρασμένο), «Ασκήσεις επιβίωσης».
Κι ας είναι οι πρωταγωνιστικοί χαρακτήρες πλάσματα απαίσια, παρά τα γοητευτικά χαρακτηριστικά και την καλλιέργειά τους. Κι ας έχει ο ατόφιος ερωτισμός που διατρέχει τις σελίδες του πτυχές άλλοτε κωμωδίας, άλλοτε τραγωδίας ή και ιλαροτραγωδίας. Ο συγγραφέας είχε το σχέδιό του.
Νωρίτερα, επί Φράνκο, είχε 20χρονη αντιφασιστική δράση στην παρανομία ως στέλεχος του ισπανικού ΚΚ (ήταν ο «Φεδερίκο Σάντσεθ») κι ακόμα πιο πριν, στη γαλλική Αντίσταση (ως «Ζεράρ Σορέλ»), ενώ στα είκοσι ένα ως τα είκοσι τρία του βίωσε ακραία βασανιστήρια στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Μπούχενβαλντ. Από το 2002 που εκδόθηκε αυτή η νουβέλα άρχισε να εστιάζει σε κριτικά δοκίμια για την Ευρώπη και την Αριστερά.
Τα Σανδάλια -που πρωτοκυκλοφόρησαν στα ελληνικά το 2003 (Εξάντας) και επανεκδόθηκαν φέτος το καλοκαίρι σε πιο ώριμη και διεισδυτική μετάφραση- ανοίγουν στη Βενετία. Η Φρανς (όπως Γαλλία) Μπαμπελσόν, δικηγόρος σε μια εταιρεία με αντικείμενο τα ΜΜΕ, έχει φτάσει στο ξενοδοχείο όπου θα συναντηθούν με τον εραστή της. «Ομορφιά εσωτερική και ακτινοβόλα. Διαθέσιμη, μα όχι χωρίς να κρατά αποστάσεις: πρόθυμη και ταυτόχρονα συγκρατημένη».
Τώρα όμως εκείνη έχει αποφασίσει να του πει πως δεν θα υπάρξει άλλο ραντεβού. Ενώ φορά τα ραφινάτα σανδάλια της «με τακούνι και λουράκια, που αναδεικνύουν τη φινέτσα των αστραγάλων, τις λεπτές, καλλίγραμμες και μυώδεις γάμπες της», σκέφτεται την πορεία της σχέσης τους με το «συχνά εξευτελιστικό κρυφτούλι» και με φόντο συστηματικές αναφορές σε μια μεγάλη πολιτισμική παράδοση επικίνδυνων σχέσεων. «Είχε αρχίσει να περιμένει από εκείνον την ελευθερία που η ίδια δεν είχε κατακτήσει και που αυτός απολάμβανε χάρη σε μια ρήξη που δεν συνέβη με δική του πρωτοβουλία».
Με ένα ταλέντο αντάξιο των μεγάλων Γάλλων λιμπερτίνων του 18ου και 19ου αιώνα, ο Μαδριλένος Σεμπρούν, πολιτικός και πολιτισμικός πρόσφυγας που τελείωσε γαλλικό Λύκειο, χρησιμοποιεί εδώ στην αφήγησή του τα εργαλεία της λογοτεχνικής δεξαμενής της «ελευθεριότητας» (libertinage). Και έτσι αυτός που αγωνίστηκε για την κομμουνιστική ουτοπία δίπλα στην Ντολόρες Ιμπαρούρι, που διαγράφηκε από το ΚΚΙ (1964) και απομαγεύτηκε από τον κομμουνισμό, προσθέτει υποσημειώσεις στη φαντασίωση των εραστών για μια ουτοπική «ελεύθερη σχέση».
Ετσι εξηγείται και μια παρένθεση επικαιρική με συμβολικό βάρος στην αφήγηση. Ο ρεσεψιονίστ έχει βυθιστεί στην ανάγνωση μιας είδησης στην ιταλική «Λα Ρεπούμπλικα». Οι Ρώσοι αποφάσισαν να καταστρέψουν τον Μιρ, τον διαστημικό τους σταθμό (Οκτώβριος 2000). Στη νευρική αναμονή της η κυρία Μπαμπελσόν αδιαφορεί: «Ηταν ένα μάτσο παλιοσίδερα». Και ο ρεσεψιονίστ… κεντάει: «Ολη η Ρωσία είναι ένας σωρός συντρίμμια. Ωστόσο υπήρξε σύμβολο! (…) Μιρ, κυρία Μπαμπελσόν, είναι η αγροτική κοινότητα της παλιάς Ρωσίας… μα και το σύμπαν. Και η ειρήνη επίσης…».
Ο Σεμπρούν πέθανε το 2011, όμως η πολιτική αλληγορία του αποδείχτηκε προφητική. Μετά την επίθεση στους Δίδυμους Πύργους το πρώτο ζητούμενο στις κρατικές πολιτικές του δυτικού κόσμου έγινε η «ασφάλεια» σε βάρος της «ελευθερίας», ενώ και η «ισότητα» μεταξύ των κρατών-μελών της Ε.Ε. αποδείχτηκε φενάκη…
Μήπως έχουμε εδώ δύο υπαρξιακές μινιατούρες για τα θεμελιώδη ζητούμενα ενός πολίτη της Ευρώπης: τον πόθο της ελευθερίας και την αντίσταση στον ναζισμό;
Μικέλα Χαρτουλάρη