Η σημερινή ελληνική κυβέρνηση ακολουθεί μια πολιτική εξόρυξης και βαριάς εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων της χώρας προς όφελος ιδιωτικών εταιρειών, ελληνικών και ξένων, εις βάρος όλων των ανθρώπων και των άλλων έμβιων όντων της χώρας.
Μια νέα «πράσινη» λογική της παραγωγικότητας (productivisme)1
Τα Άγραφα είναι μια ορεινή περιοχή που βρίσκεται στο κέντρο της ηπειρωτικής Ελλάδας. Αρκετές από τις κορυφογραμμές των Αγράφων αποτελούν μέρος του δικτύου Natura 2000. Η ελληνική κυβέρνηση σχεδιάζει την κατασκευή 530 ανεμογεννητριών ύψους 150 μέτρων στην περιοχή, πράγμα που σημαίνει ότι το 80% των κορυφών της περιοχής θα καλυφθεί από βιομηχανικά αιολικές εγκαταστάσεις. Αυτά τα φαραωνικά έργα θα ωφελήσουν κυρίως τις θυγατρικές της πολύ μεγάλης κατασκευαστικής εταιρείας Ελλάκτωρ ΑΕ.
Τον Σεπτέμβριο του 2019, όταν είχαν οργανωθεί δράσεις παρεμπόδισης για να μπλοκάρουν τις πρώτες χωματουργικές εργασίες στις κορυφές, η ελληνική κυβέρνηση είχε αντιδράσει στέλνοντας την αστυνομία της να συνοδεύσει τις μπουλντόζες και να περικυκλώσει την περιοχή. Έκτοτε, έχουν οργανωθεί πολλές διαδηλώσεις στα Άγραφα, στην Καρδίτσα και στην Αθήνα, με αίτημα την άμεση διακοπή των εργασιών. Σε κάποιες από αυτές τις διαδηλώσεις η αστυνομοκρατία ήταν πολύ έντονη. Ορισμένοι από τους διαδηλωτές και τους κατοίκους της περιοχής σήμερα διώκονται για τη δράση τους.
Αιολικές εγκαταστάσεις ξεφυτρώνουν συνεχώς σε όλη την Ελλάδα, στα νησιά και στην ηπειρωτική χώρα. Σύμφωνα με τα μέλη της πλατφόρμας “SOS Agrafa”, μέχρι στιγμής έχουν υποβληθεί περισσότερες από 16.000 αιτήσεις για ανεμογεννήτριες ύψους άνω των 100 μέτρων. Το 73% των περιοχών που αφορούν αυτές οι αιτήσεις είναι προστατευόμενες φυσικές περιοχές, νησιά, δάση, κορυφογραμμές βουνών. Στο όνομα του “κοινού συμφέροντος”, οι περιοχές Natura 2000 έχουν κυριολεκτικά χαριστεί από την ελληνική κυβέρνηση σε ιδιωτικές εταιρείες, ώστε να μπορούν να κατασκευάσουν τα αιολικά εργοστάσιά τους, τα υδροηλεκτρικά φράγματά τους και τους ηλιακούς συλλέκτες τους, καθώς και όλες τις υποδομές που τα συνοδεύουν (δίκτυο καλωδίων υψηλής τάσης, δρόμοι, μετασχηματιστές…).
Έτσι, η λεγόμενη «ενεργειακή μετάβαση» μεταφράζεται σε αύξηση της λεγόμενης “πράσινης” παραγωγικότητας της ενέργειας, η οποία απλώς προστίθεται στις άλλες, την ιδιωτικοποίηση και τη μονοπώληση των δημοσίων εδαφών, καθώς και την τσιμεντοποίηση και, ευρύτερα, τη βιομηχανοποίηση των μέχρι πρότινος προστατευόμενων ζωντανών περιοχών. Αυτή η λεγόμενη “μετάβαση” όχι μόνο δεν είναι οικολογική, αλλά ενσωματώνει ένα νεοφιλελεύθερο όραμα που μπορεί να προωθήσει μόνο καταστροφικά σχέδια παραγωγής, αντί για τη μείωση και την αποκέντρωση της παραγωγής ενέργειας. Πολλές περιβαλλοντικές οργανώσεις, τοπικές κοινότητες και ακτιβιστές αντιτίθενται σε αυτά τα έργα που επιβάλλονται σε ολόκληρη τη χώρα.
Σε πολλές περιοχές της Ελλάδας πνέουν συχνά ισχυροί άνεμοι, συνθήκη που φαίνεται ιδανική για την παραγωγή αιολικής ενέργειας, ιδίως δεδομένου ότι τα δύο τρίτα της σημερινής παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της χώρας βασίζονται σε ορυκτά καύσιμα (63,1% το 20192). Ωστόσο, η βιομηχανική εκμετάλλευση της αιολικής ενέργειας που επιβλήθηκε από την ελληνική κυβέρνηση και την ΕΕ εξελίσσεται σαν ένα κλασικό εξορυκτικό σχέδιο: εκμετάλλευση ενός τοπικού και δημόσιου πόρου, χωρίς καμία διαβούλευση με τους κατοίκους και τις τοπικές αρχές, συνοδευόμενη από μεγάλες επενδύσεις από την κεντρική κυβέρνηση προς όφελος ιδιωτικών εθνικών ή πολυεθνικών εταιρειών.
Από την ΕΕ δόθηκαν ποσά ύψους 2,8 δισ. ευρώ στην Ελλάδα, κυρίως με τη μορφή δανείων, για την ανάπτυξη της αιολικής βιομηχανίας. Μέρος των χρημάτων από το πρόγραμμα της ΕΕ NextGenerationEU προορίζεται επίσης γι’ αυτό το σκοπό3. Τον περασμένο Ιούνιο, ο υπουργός Ενέργειας ανακοίνωσε επί πλέον προϋπολογισμό 1 δισεκατομμυρίου ευρώ για την “πράσινη” μετάβαση4, ο οποίος περιλαμβάνει και άλλες μορφές ανάπτυξης πέρα από τα αιολικά εργοστάσια. Αυτό το ποσό είναι 10 φορές μεγαλύτερο από τον προϋπολογισμό για την υγεία.
Ο κυρίαρχος λόγος είναι σε μεγάλο βαθμό υπέρ της αιολικής βιομηχανίας, η ανάπτυξη της οποίας δεν δέχεται καμία επίκριση, παρά την έλλειψη διαβούλευσης με τους τοπικούς πληθυσμούς, την ιδιωτικοποίηση των προστατευόμενων περιοχών, την καταστροφή των οικοσυστημάτων και τα κέρδη που αποκομίζουν οι μεγάλες ιδιωτικές εταιρείες. Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης τροφοδοτούν μια αποπροσανατολισιτκή συζήτηση που αντιπαραθέτει την ανάπτυξη των λεγόμενων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας με εκείνη των ορυκτών πηγών ενέργειας, σαν να μην υπήρχε υπάρχει το ζήτημα της εκβιομηχάνισης των εδαφών, λες και όσοι/ες αντιτίθενται στις ανεμογεννήτριες, το κάνουν απλά επειδή δεν τους αρέσουν και τάχα προτιμούν τις ορυκτές πηγές ενέργειας. Αυτό προφανώς δεν είναι αλήθεια.
Τα μέσα ενημέρωσης αρνούνται επίσης να συζητήσουν τις επιπτώσεις των αιολικών υποδομών βιομηχανικής κλίμακας στις μικρές επιχειρήσεις, τον τουρισμό, τη γεωργία, τα τοπία και το περιβάλλον, αγνοώντας τις χιλιάδες ζωές, ανθρώπινες και μη, που θα επηρεαστούν ή επηρεάζονται ήδη. Αυτές οι υποδομές δεν είναι οικολογικά βιώσιμες. Ο τρόπος κατασκευής των ανεμογεννητριών, η περιορισμένη διάρκεια ζωής τους, οι οδικές και καλωδιακές υποδομές που απαιτούνται για τη μεταφορά και τη διανομή της παραγόμενης ενέργειας, οι περιβαλλοντικές συνέπειες της χωροθέτησής τους και οι τρόποι αποθήκευσης της ενέργειας δεν εξετάζονται. Η βιομηχανική ανάπτυξη της αιολικής ενέργειας αποτελεί μέρος της συνέχειας της λογικής της λογικής της παραγωγικότητας (productivisme), με όλες τις απαιτήσεις σχετικά με την ποσότητα (παραγωγής) και κεντρικότητα (centralité) λήψης των αποφάσεων που αυτή συνεπάγεται. Είναι το αντίθετο της ενεργειακής μετάβασης, η οποία είναι κάτι παραπάνω από αναγκαία.
Έτσι, πέρα από τις καθαρά οικολογικές πτυχές, είναι σημαντικό να τονιστεί ο αντιδημοκρατικός χαρακτήρας αυτού του τύπου ανάπτυξης. Η αποκεντρωμένη, τοπική παραγωγή ενέργειας μακριά από τη λογική της εμπορευματοποίησης και του κέρδους, η διαχείριση της οποίας να γίνεται από τους κατοίκους, τους χρήστες, είτε πρόκειται για αιολική είτε για άλλου είδους ενέργεια, είναι μία από τις λύσεις που πρέπει να εξεταστούν. Επίσης, η μαζική μείωση της ενεργειακής μας παραγωγής είναι επείγον να τεθεί στο επίκεντρο της συζήτησης.
Οι ξένες εταιρείες παραμένουν πάντοτε οι κύριοι δικαιούχοι της αιολικής βιομηχανίας. Στις Κυκλάδες, για παράδειγμα, η Schneider Electric, η Acusol, η Siemens και η Tesla είναι ανάμεσά σε αυτές. Η άρχουσα τάξη της ΕΕ επωφελείται διπλά από την ανάπτυξη αυτής της βιομηχανίας στην Ελλάδα, πρώτον επειδή επιτρέπει στις εταιρείες της να αναπτύξουν τις δραστηριότητές τους στη χώρα, και δεύτερον επειδή, χάρη στη χρηματοδότηση (κυρίως δάνεια) που χορηγείται στην Ελλάδα, ένα σημαντικό μέρος της παραγόμενης ενέργειας θα διανέμεται στην υπόλοιπη ήπειρο, επιτρέποντας έτσι σε άλλες χώρες να μειώσουν το δικό τους αποτύπωμα άνθρακα. Όσοι/ες αντιτίθενται σε αυτά τα έργα αρχίζουν να συνειδητοποιούν ότι η Ελλάδα μετατρέπεται στη «μπαταρία» της Ευρώπης.
Η συνεχιζόμενη οικολογική καταστροφή συνδέεται με την κρίση του δημόσιου χρέους
Για περισσότερο από μια δεκαετία, η Ελλάδα βρέθηκε σε υποτέλεια, επειδή όφειλε να αποπληρώσει ένα κολοσσιαίο χρέος προς τους πιστωτές της. Αυτή η υποχρέωση οδήγησε τις διαδοχικές κυβερνήσεις στο να περικόψουν τις δημόσιες δαπάνες σε ορισμένους βασικούς τομείς (υγεία, εκπαίδευση, δημόσιες μεταφορές κ.λπ., αλλά όχι την αστυνομία και τον στρατό), και να βρουν τρόπους να αυξήσουν τα έσοδά τους. Οι παραγωγικοί τομείς της χώρας δεν είναι πολυάριθμοι, δεν βρίσκονται σε καλή κατάσταση και απέχουν πολύ από το να ικανοποιήσουν τους πιστωτές. Η αύξηση του ελληνικού δημόσιου χρέους και η απαίτηση για την αποπληρωμή του, έχουν δημιουργήσει ένα κενό που εξηγεί εν μέρει αυτή την κρατική εύνοια για τις ανανεώσιμες και τις ορυκτές πηγές ενέργειας. Όπως και οι χώρες του Παγκόσμιου Νότου, η Ελλάδα έχει μπει στο δρόμο των εντατικοποιημένων εξορύξεων. Ο ήλιος, ο άνεμος, το ορυκτό αέριο, ο άνθρακας και ο χρυσός είναι οι κύριοι πόροι που εξάγονται από την ελληνική επικράτεια.
Σήμερα το ποσοστό του δημόσιου χρέους είναι 206,20% του ΑΕΠ – 354 δισεκατομμύρια ευρώ – το υψηλότερο ποσοστό που έχει γνωρίσει ποτέ η χώρα. Υπενθυμίζεται ότι το 2009, μετά από «μαγειρεμένη» αναθεώρηση των στατιστικών στοιχείων5, ο δείκτης χρέους ήταν 127%. Εκείνη την εποχή, η Ελλάδα λεγόταν ότι βρισκόταν “στο χείλος της χρεοκοπίας”. Σήμερα, η κυβέρνηση μεγεθύνει το χρέος συνεχίζοντας το δανεισμό, και καυχιέται ότι μπορεί “επιτέλους” να το κάνει παραμένοντας στις χρηματοπιστωτικές αγορές, πράγμα που είναι και παράλογο και τραγικό. Παράλογο γιατί οι περισσότερες χώρες του Νότου είναι πλέον χρεωμένες στις ιδιωτικές αγορές, οπότε η ελληνική κυβέρνηση δεν έχει τίποτα για να υπερηφανεύεται, και τραγικό γιατί οι ιδιώτες πιστωτές είναι ελάχιστα πιθανό να μπουν σε διαπραγμάτευση για τους όρους των δανείων που χορηγούν, το χρέος αυξάνεται με πολύ γρήγορο ρυθμό και η ικανότητα της χώρας να αποπληρώσει στο μέλλον είναι εντελώς αβέβαιη.
Κοινωνικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις των περικοπών του προϋπολογισμού
Εκτός από τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις, τα μέτρα λιτότητας, τα οποία απορρέουν από τις συμφωνίες της χώρας με τους πιστωτές της, είχαν επιβλαβείς κοινωνικές επιπτώσεις στον ελληνικό πληθυσμό. Είναι σημαντικό να θυμηθούμε τις περικοπές στις συντάξεις, την αύξηση της ανεργίας6, την κρίση στέγασης, τις επιθέσεις στα εργασιακά δικαιώματα, αλλά και τις πολυάριθμες δημοσιονομικές περικοπές, ιδίως στους τομείς της εκπαίδευσης και της υγείας (ένας τομέας στον οποίο οι δαπάνες ισούνται με λιγότερο από το ένα τρίτο του ευρωπαϊκού μέσου όρου, δηλαδή το 5% του ΑΕΠ). Στον τομέα της υγείας ο προϋπολογισμός για το 2021 ήταν 100 εκατ. ευρώ, ενώ έχουν ήδη γίνει βαθύτερες περικοπές τα προηγούμενα έτη. Το 2020, η οικονομία υπέστη βαθύτερη ύφεση από τις αρχικές εκτιμήσεις, λόγω των επιπτώσεων της πανδημίας, γεγονός που συνέβαλε στην επιδείνωση των αρνητικών κοινωνικών επιπτώσεων της ήδη υπάρχουσας λιτότητας εδώ και περισσότερο από μια δεκαετία, ακόμη και αν η σημερινή κυβέρνηση παίζει με τα στοιχεία του ρυθμού ανάπτυξης για να καθησυχάσει τις αγορές.
Τα μέτρα λιτότητας συνέβαλαν επίσης στην εξάπλωση των πυρκαγιών το καλοκαίρι του 2021, οι οποίες κατέστρεψαν 120.000 εκτάρια γης, χιλιάδες σπίτια, μικρές επιχειρήσεις, δημόσιους χώρους κ.λπ. Το βόρειο τμήμα του νησιού της Εύβοιας καταστράφηκε ολοσχερώς, ενώ τα έργα αιολικής ενέργειας που σχεδιάζεται να κατασκευαστούν εκεί δεν έχουν ακόμη ανασταλεί. Οι πυρκαγιές αυτές χαρακτηρίστηκαν από τον πρωθυπουργό σαν συνέπεια αποκλειστικά της κλιματικής κρίσης, χωρίς καμία αναφορά στις άμεσες περικοπές του προϋπολογισμού. Αυτές έχουν επηρεάσει τις δασικές αρχές – των οποίων ο συνολικός προϋπολογισμός ανέρχεται πλέον σε 1,7 εκατομμύρια, ενώ τα δάση καλύπτουν το 1/3 της χώρας – αλλά και τις υπηρεσίες πυροπροστασίας. Οι επιχειρήσεις υπολειτουργούν λόγω διαρθρωτικών ελλείψεων εδώ και χρόνια, ενώ οι δασικές υπηρεσίες και οι υπηρεσίες πυροπροστασίας είναι σοβαρά υποστελεχωμένες και ανεπαρκώς εξοπλισμένες.
Η οικολογική καταστροφή που έπληξε το νησί της Εύβοιας καθώς και άλλες περιοχές της Ελλάδας, συμπεριλαμβανομένης της Αττικής (περιφέρεια Αθηνών), δεν προκάλεσε την επανεξέταση αυτών των πολιτικών λιτότητας, η οποία είναι απαραίτητη για την αποφυγή και την ελαχιστοποίηση μελλοντικών καταστροφών. Αντιθέτως, η κυβέρνηση συνεχίζει τη νεοφιλελεύθερη γραμμή της και σχεδιάζει ένα πρόγραμμα αναδάσωσης με τη συνδρομή του ιδιωτικού τομέα ή συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, πρόγραμμα του οποίου την αποτελεσματικότητα εμπειρογνώμονες αμφισβητούν. Οι ιδιωτικές επενδύσεις ως μοντέλο ανάπτυξης αποτελούν αναμφισβήτητα απειλή για τη φύση. Ένας νόμος, ο οποίος χαρακτηρίζεται “αντιπεριβαλλοντικός” από πολλούς αντιπάλους του και ψηφίστηκε ύπουλα εν μέσω του πρώτου lockdown, θέτει τις βάσεις γι’ αυτό.
Ο αντιπεριβαλλοντικός νόμος ως βάση για ένα επιβαλλόμενο εξορυκτικό σχέδιο
Ο αντιπεριβαλλοντικός νόμος[7] ψηφίστηκε ύπουλα στις 5 Μαΐου 2020, εν μέσω lockdown, με περιορισμένη κοινοβουλευτική παρουσία στην ολομέλεια και τις επιτροπές, και με περιορισμένες ακροάσεις. Λίγες εβδομάδες νωρίτερα, 23 περιβαλλοντικές οργανώσεις είχαν αντιδράσει στο νομοσχέδιο με περισσότερες από 1.500 παρατηρήσεις, οι οποίες αγνοήθηκαν από τον υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Κώστα Χατζηδάκη. Εξήντα κινήματα και συλλογικότητες ζήτησαν τότε την αναβολή της κοινοβουλευτικής ψηφοφορίας ενόψει της κρίσης στην υγεία και ζήτησαν να ξεκινήσει μια διαδικασία διαβούλευσης με στόχο την εκ βάθρων αναθεώρηση ή ακόμη και την πλήρη απόσυρση του νομοσχεδίου. Τελικά, ο νόμος εγκρίθηκε χωρίς τροποποιήσεις, χωρίς καμία δημοκρατική διαβούλευση, καθώς η δεξιά κυβέρνηση είχε την κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
Πέρα από τον αντιδημοκρατικό του χαρακτήρα, αυτό που χαρακτηρίζει περισσότερο το νόμο αυτό είναι το γεγονός ότι θέτει απειλή για τη βιοποικιλότητα, καθώς αγνοεί τα υφιστάμενα νομοθετικά πλαίσια προστασίας: επιτρέπει την κατασκευή υποδομών σε προστατευόμενες περιοχές Natura 2000, διευκολύνει την ιδιοποίηση, εκμετάλλευση και χρήση δασών, βουνών, λόφων, υγροτόπων, ποταμών κ.λπ. από ιδιωτικές εταιρίες, διευκολύνει τη χορήγηση αδειών μέσω της ιδιωτικοποίησης των ελέγχων για την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων, επιτρέπει την εξόρυξη πρώτων υλών και υδρογονανθράκων και καταργεί την εξουσία των τοπικών αρχών. Ενθαρρύνει την ανάπτυξη της βιομηχανίας ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, ιδίως της αιολικής ενέργειας, με δυσανάλογο και μη οικολογικό τρόπο. Αγνοεί επίσης το ελληνικό Σύνταγμα (άρθρο 24), τις ευρωπαϊκές οδηγίες (για την προστασία των βιοτόπων και των ειδών 92/43/ΕΟΚ, για την προστασία των άγριων πτηνών 2009/147/ΕΚ, για τα ύδατα 2000/60, για τη θαλάσσια στρατηγική στη Μεσόγειο 2008/59) και τις διεθνείς συμβάσεις (Σύμβαση Ramsar για τους υγροβιότοπους, Συνθήκη της Βαρκελώνης για την προστασία της Μεσογείου)[8]. Με άλλα λόγια, ο νόμος αυτός αποτελεί την ενσάρκωση του τι επιπτώσεις έχει ο νεοφιλελευθερισμός στα οικοσυστήματα.
Μια διαμαρτυρία κατά του αντιπεριβαλλοντικού νόμου οργανώθηκε γρήγορα. Ένα πρώτο ψήφισμα κυκλοφόρησε τον Απρίλιο του 2020 και είχε διεθνή υποστήριξη. Κινητοποιήσεις οργανώθηκαν και συγκέντρωσαν πλήθος κόσμου στους δρόμους της πρωτεύουσας εν μέσω lockdown. Την παραμονή της ψηφοφορίας, πραγματοποιήθηκε μεγάλη συγκέντρωση μπροστά από το ελληνικό κοινοβούλιο, παρά τα αυστηρά μέτρα που επέβαλε η κυβέρνηση. Ακολούθησε κατάληψη από περίπου 100 άτομα που διήρκεσε 62 νύχτες. Αυτό το κίνημα κατάληψης, “Οι Άγρυπνοι”[9], ήταν θύμα αστυνομικής καταστολής.
Η εκμετάλλευση των ορυκτών αερίων θα μπορούσε να οδηγήσει σε ένοπλες συγκρούσεις
Ενώ η ελληνική κυβέρνηση συμμετέχει ενεργά στη συνεχιζόμενη οικολογική καταστροφή, ενώ η υγειονομική, οικονομική και κοινωνική κρίση βαθαίνει, το κόστος ζωής αυξάνεται πρωτοφανώς, ιδίως με τις αυξήσεις των τιμών της ηλεκτρικής ενέργειας και του ορυκτού αερίου τους τελευταίους μήνες. Η τιμή του πετρελαίου αυξήθηκε κατά 46% σε σχέση με το προηγούμενο έτος στην Ελλάδα, ενώ η τιμή του ορυκτού αερίου κατά 48,5%. Παρά τις επιδοτήσεις, οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές συνεχίζονται στον τομέα της ενέργειας με την ιδιωτικοποίηση της εταιρείας ηλεκτρισμού ΔΕΗ10. Ακολουθεί εκείνες της Helllenic Petroleum και του ΔΕΣΦΑ (Διαχειριστής Μεταφοράς Φυσικού Αερίου). Οι ιδιωτικοποιήσεις αυτές προφανώς αποφασίστηκαν κατά τη διάρκεια των προηγούμενων μνημονίων11 και έκτοτε δεν αναιρέθηκαν παρά την κατάσταση.
Ταυτόχρονα, ο Μητσοτάκης και οι υπουργοί του σχεδιάζουν να αυξήσουν τις στρατιωτικές δαπάνες και τον προϋπολογισμό της αστυνομίας. Μακρόν και Μητσοτάκης υπέγραψαν συμφωνίες για την αγορά βαρέως στρατιωτικού εξοπλισμού, με πιο πρόσφατη αυτή για γαλλικές φρεγάτες αξίας 5 δισ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στα 2/3 του προϋπολογισμού που διατίθεται στην Ελλάδα από το Ταμείο Ανάκαμψης της ΕΕ! Η συμφωνία αυτή υπογράφηκε τον περασμένο Σεπτέμβριο. Πριν από λίγους μήνες, ο Μητσοτάκης ανακοίνωσε προϋπολογισμό 11,3 δισεκατομμυρίων ευρώ για τις στρατιωτικές δαπάνες τα επόμενα τρία χρόνια, φέρνοντας τη χώρα στην πρώτη θέση μεταξύ των χωρών του ΝΑΤΟ στις στρατιωτικές δαπάνες σε σχέση με το ΑΕΠ. Οι πολιτικές προτεραιότητες, σε μια εποχή που βιώνουμε μια βαθιά πολυδιάστατη κρίση, δεν θα μπορούσαν να απέχουν περισσότερο από τις ανάγκες της κοινωνίας. Για την αποφυγή αυτών των δαπανών, η εξόρυξη ορυκτού αερίου στην Ανατολική Μεσόγειο θα έπρεπε να είχε εγκαταλειφθεί.
Πράγματι, οι δαπάνες αυτές δικαιολογούνται από τη σημερινή σωβούσα σύγκρουση μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου και της γειτονικής Τουρκίας και συμβάλλουν στην αύξηση του παράνομου χρέους της χώρας. Στο Αιγαίο και το Ιόνιο Πέλαγος, η Ελλάδα διαθέτει πλούσια κοιτάσματα ορυκτού αερίου, για τα οποία ενδιαφέρονται πολλές ξένες εταιρείες, όπως η Total, η ENI, η Exxon Mobil, η Energean, η Repsol και πολλές άλλες που έχουν ήδη υπογράψει συμφωνίες εκμετάλλευσης. Το καλοκαίρι του 2020, η κυβέρνηση Ερντογάν, αντιδρώντας στο γεγονός ότι αποκλείστηκε από την εκμετάλλευση των πόρων ορυκτού αερίου, αμφισβήτησε τα θαλάσσια σύνορά της με την Ελλάδα, υπογράφοντας συμφωνία με τη Λιβύη, ενώ η Ελλάδα υπέγραψε συμφωνίες με την Κύπρο, την Αίγυπτο και, σε άλλο πλαίσιο, με το Ισραήλ.
Οι ξένες εταιρείες θα είναι οι πρώτες που θα ωφεληθούν από αυτή την εκμετάλλευση εις βάρος του ελληνικού, του τουρκικού και του κυπριακού λαού, οι οποίοι θα υποστούν όλο το κόστος και, στη χειρότερη περίπτωση, μια ένοπλη σύρραξη που θα μπορούσε να προκύψει από αυτή τη διαμάχη για τους υδρογονάνθρακες. Έχουν δημιουργηθεί διάφορες ακτιβιστικές πλατφόρμες που καταγγέλλουν και αντιστέκονται σε αυτή την κατάσταση. Μπορούμε να αναφέρουμε συγκεκριμένα μια τρι-κοινοτική πρωτοβουλία που συγκεντρώνει Τούρκους/άλες, Έλληνες/ίδες και Κύπριους/ες με την ονομασία “Don’t dig” (Μας σκάβουν τον λάκκο – Kazma Birak)12, η “SOS Greek Seas”, η οποία ξεκίνησε το 2020 να συλλέγει υπογραφές κατά της εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων στο Ιόνιο Πέλαγος13.
Δυστυχώς, αυτά τα κινήματα διαμαρτυρίας δεν διαθέτουν ακόμη επαρκή μέσα για να αντιμετωπίσουν την αποικιοποίηση μέσο του χρέους που εξελίσσεται με ταχείς ρυθμούς στις χώρες του νοτιοανατολικού τμήματος της ΕΕ. Οι χώρες αυτές χρεώνονται για να αποπληρώσουν τους πιστωτές τους και να κατασκευάσουν υποδομές που εξυπηρετούν τα κέρδη ξένων εταιρειών που προέρχονται από τις ίδιες χώρες με τους πιστωτές. Με αυτή την έννοια, απαραίτητη προϋπόθεση για την επιβράδυνση των πολλαπλών κρίσεων και ιδίως της κλιματικής και της κοινωνικής κρίσης που βρίσκεται σε εξέλιξη, είναι ο έλεγχος του δημόσιου χρέους να γίνεται από το λαό, όσο απαραίτητα είναι και η διαγραφή των παράνομων χρεών και ο ριζικός επαναπροσδιορισμός των πολιτικών προτεραιοτήτων.
Εξορύξεις εξορύξεων: Η Eldorado Gold ξανάρχισε τις εξορυκτικές της δραστηριότητες στην Ελλάδα
Στις 4 Φεβρουαρίου 2021, το ελληνικό κοινοβούλιο ενέκρινε την επανεκκίνηση του μεταλλείου χρυσού στις Σκουριές που ξεκίνησε η Hellas Gold, τοπική θυγατρική της καναδικής εταιρείας Eldorado Gold, στη βόρεια περιοχή της Χαλκιδικής, ανακοινώνοντας την υπογραφή σύμβασης εκμετάλλευσης. Αυτό ξύπνησε τις μνήμες ενός κινήματος ενάντια στην εξόρυξη που είχε δημιουργηθεί πριν από μερικά χρόνια και είχε κερδίσει μια σημαντική μάχη, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ αποφάσισε να σταματήσει το έργο το 2015 λόγω των επιβαρυντικών επιπτώσεών του στο περιβάλλον, καθώς η εξόρυξη χρυσού είναι ιδιαίτερα ρυπογόνος και τοξική.
Η ανακοίνωση της επανέναρξης των εργασιών σηματοδοτήθηκε από την υπογραφή της περίφημης σύμβασης μεταξύ των κύριων εμπλεκόμενων μερών (της ελληνικής κυβέρνησης και της Hellas Gold). Η υπογραφή αυτή προκάλεσε τον ενθουσιασμό των πρεσβειών του Καναδά και των ΗΠΑ, οι οποίες δεν παρέλειψαν να χαιρετίσουν την είδηση με κοινό δελτίο τύπου[14]. Ο Μητσοτάκης έχει τηρήσει τις υποσχέσεις του, καθώς πριν από την εκλογή του είχε δεσμευτεί ότι θα ξαναρχίσει η εξορυκτική δραστηριότητα στις Σκουριές, απαιτώντας παράλληλα να τηρηθούν ορισμένες περιβαλλοντικές “εγγυήσεις”. Η ψήφιση του αντιπεριβαλλοντικού νόμου διευκόλυνε πολύ την Eldorado Gold και την ελληνική θυγατρική της να προσφέρουν αυτές τις “εγγυήσεις”.
Στην πραγματικότητα, η σύμβαση που υπογράφτηκε μεταξύ της κυβέρνησης και της Hellas Gold, αποτελεί σοβαρή παραβίαση των ευρωπαϊκών νόμων και διατάξεων. Οι διατάξεις του ελληνικού Συντάγματος έχουν επίσης αγνοηθεί. Σε απάντηση προς αυτές τις κατηγορίες, ο σημερινός υπουργός Περιβάλλοντος, Κ. Σκρέκας, διάδοχος του Κ. Χατζηδάκη, επέμεινε στην αύξηση των δημοσίων εσόδων και των θέσεων εργασίας για να υπερασπιστεί τη θέση του, όπως και οι πρεσβείες του Καναδά και των ΗΠΑ στην κοινή τους δήλωση. Στις 18 Μαρτίου, ο νόμος ψηφίστηκε τελικά.
Οι τοπικές αρχές και τα κοινωνικά κινήματα έχουν εκφράσει έντονη αντίθεση στο εξορυκτικό σχέδιο της κυβέρνησης και της εταιρείας Hellas Gold. Δήλωσαν ότι η νέα σύμβαση δεν τους ικανοποιούσε, καθώς ήταν σε μεγάλο βαθμό υπέρ της εταιρείας και αντίθετη προς το δημόσιο συμφέρον και εκείνο της περιοχής. Ανακοίνωσαν επίσης τη βούλησή τους να αντισταθούν στο έργο, υπενθυμίζοντας ότι οι αστυνομικές επιδρομές, οι απειλές, οι αγωγές και τα δικαστήρια δεν είχαν αποθαρρύνει τη διαμαρτυρία πριν από μερικά χρόνια. Αυτό δείχνει ότι η επιτόπια μνήμη είναι ακόμα ζωντανή.
Η υποκρισία στο αποκορύφωμά της κατά την COP26 για την κλιματική αλλαγή
Στην COP26, ο Έλληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης ανακοίνωσε με υπερηφάνεια τη συνέχιση της μαζικής και αυταρχικής ανάπτυξης της βιομηχανίας ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, ιδίως της αιολικής ενέργειας, η οποία, όπως είπε, θα επιτρέψει στη χώρα να υπερβεί τους στόχους της ΕΕ για το 2030, όσον αφορά τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Δεν ανέφερε τις διαμαρτυρίες του πληθυσμού, την καταστολή που αντιμετωπίζουν, τα πολυάριθμα νομοθετικά τεχνάσματα που εφαρμόζει η κυβέρνησή του για να παρακάμψει τους ευρωπαϊκούς κανονισμούς για την προστασία του περιβάλλοντος, ούτε την περιβαλλοντική καταστροφή που προκαλούν τα έργα. Δεν ανέφερε ούτε τα κοιτάσματα ορυκτού αερίου.
Ο Μητσοτάκης ανακοίνωσε επίσης, με την ίδια υπερηφάνεια, ότι η αιολική ενέργεια θα αναπτυχθεί και στη θάλασσα έως ότου η συνολική παραγωγή ενέργειας φτάσει τα 2 GW το 2030 : πρόκειται για τεράστια ποσότητα! Παρουσιάστηκαν οι συμφωνίες που συνάπτει η ελληνική κυβέρνηση με την Αίγυπτο, προκειμένου η περιοχή να καταστεί κόμβος ανανεώσιμων πηγών ενέργειας για την Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς και οι εν εξελίξει διαπραγματεύσεις με τη Σαουδική Αραβία (τον μεγαλύτερο εξαγωγέα πετρελαίου στον κόσμο που επενδύει πλέον στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας).
Οι δηλώσεις αυτές είναι εξαιρετικά ανησυχητικές. Η λεγόμενη “πράσινη” ανάπτυξη της παραγωγής ενέργειας στην Ελλάδα, αλλά και στις γειτονικές χώρες της Κύπρου και της Τουρκίας15, κρύβει μια νέα μορφή εκβιομηχάνισης που συγκαλύπτεται με τη χρήση πληθώρας επιθέτων, που συχνά χρησιμοποιεί η γνωστή αργκό του greenwashing. Είναι σημαντικό να αγωνιστούμε ενάντια σε κάθε λογική της παραγωγικότητας (logique productiviste), όποιο όνομα και αν της δώσουμε, και να αποκαλύψουμε τη βαθιά υποκρισία εκείνων που βρίσκονται στην ηγεσία των κυβερνήσεών μας. Είναι επίσης επιτακτική ανάγκη να σταματήσει κάθε μορφή εξόρυξης ορυκτών αερίων που θα μπορούσε να οδηγήσει σε πόλεμο στη Μεσόγειο. Οι πιστώτριες χώρες, ιδίως η Γαλλία και η Γερμανία, έχουν τεράστιες ευθύνες έναντι του ελληνικού, του τουρκικού και του κυπριακού λαού. Ο Μητσοτάκης και η κυβέρνησή του το μόνο που κάνουν είναι να σπρώχνουν τη χώρα προς μια νέα αποικιοκρατική τάξη πραγμάτων βαμμένη με πράσινο χρώμα.
Παραπομπές
Η λογική της παραγωγικότητας, απόπειρα μετάφρασης του όρου « productivisme » από τη γαλλική γλώσσα, αναφέρεται « σε ένα σύστημα οργάνωσης της οικονομικής ζωής στο οποίο η κερδοφορία από την παραγωγή τίθεται ως πρωταρχικός στόχος » (Ιστορικό λεξικό της γαλλικής γλώσσας).
Ο προϋπολογισμός αυτός θα χρησιμοποιηθεί για την κατασκευή των υποδομών που απαιτούνται για την παραγωγή και τη διανομή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, καθώς και για την ανάπτυξη έξυπνων και ηλεκτρικών μεταφορών, τον οδικό φωτισμό και την ανακαίνιση κτιρίων.
Το ποσοστό του δημόσιου χρέους διογκώθηκε προκειμένου να δικαιολογηθεί η παρέμβαση της Τρόικας στην Ελλάδα.
Η ανεργία ξεπέρασε το 15% τον Μάιο του 2021, οι γυναίκες πλήττονται ιδιαίτερα και η Ελλάδα κατέχει το ρεκόρ της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην ανεργία των νέων με περίπου 38,2% των νέων να είναι άνεργοι τον Μάιο
Ο νόμος ονομάζεται επίσημα “Εκσυγχρονισμός της περιβαλλοντικής νομοθεσίας”. Δικαίως μετονομάστηκε έτσι από τους αντιπάλους του. Τον Σεπτέμβριο του 2019, οι μπουλντόζες που είχαν αρχίσει να καταστρέφουν τα βουνά των Αγράφων με εντελώς παράνομο τρόπο προκάλεσαν οργή, καθώς η άδεια που είχε χορηγηθεί δεν πληρούσε τις απαιτήσεις του νόμου εκείνη την εποχή. Μετά από λίγο καιρό, ο Άδωνις Γεωργιάδης (Υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων) ανακοίνωσε την αλλαγή του νόμου που οδήγησε στον αντιπεριβαλλοντικό νόμο.
Η ΔΕΗ αναμένεται να ολοκληρώσει ένα σχέδιο για την αύξηση του ιδιωτικού μετοχικού της κεφαλαίου κατά περίπου 750 εκατ. ευρώ έως τις αρχές Νοεμβρίου, μετά από απόφαση του διοικητικού συμβουλίου της και έγκριση των μετόχων της τον Οκτώβριο.
Η ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ αποφασίστηκε με το δεύτερο και στο τρίτο μνημόνιο: 17% στο 2ο (Σαμαράς) και 34% στο 3ο (Τσίπρας).
Petition · ΟΧΙ στο πρόγραμμα έρευνας και εξόρυξης υδρογονανθράκων · Change.org
Η Παγκόσμια Τράπεζα, η Γαλλία και η Γερμανία έχουν συνάψει συμφωνίες με την Τουρκία για την ανάπτυξη της βιομηχανίας ανανεώσιμων πηγών ενέργειας με αντάλλαγμα δάνεια ύψους 3,2 δισεκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑ.
Εύα Μπεταβατζή
Μετάφραση: Μαρίνα Κονταρά
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών