«Στην κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη υπάρχει μεγάλη συμμετοχή πολιτικών προσώπων τα οποία έχουν ένα ειδικό βάρος, σε ότι αφορά τα πεπραγμένα τους ως υπουργών της κυβέρνησης Σαμαρά. Είναι ο κ. Βρούτσης, είναι ο κ. Βορίδης, είναι ο κ. Γεωργιάδης, είναι πρόσωπα μίας κυβέρνησης η οποία είχε οδηγήσει τη χώρα σε 28% ανεργία, στο 60% ανεργία για τους νέους, εμβάθυνε την κατάσταση της ύφεσης, της χρεοκοπίας την οποία είχε παραλάβει σε επίπεδο κοινωνικών επιπτώσεων, άρα, θεωρώ πως αυτό είναι ένα πολύ κακό πολιτικό μήνυμα», τόνισε η βουλευτής Επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ, Έφη Αχτσιόγλου.
«Το δεύτερο είναι ότι μιλούσε για ένα μικρό και ευέλικτο σχήμα και έχει ένα σχήμα 51 υπουργών και το τρίτο, αλλά όχι τρίτο σε σημασία, είναι η πολύ μικρή συμμετοχή των γυναικών. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο κ. Μητσοτάκης, αν δεν κάνω λάθος σήμερα σε συνέντευξή του, είπε ότι δεν υπήρχαν άλλες γυναίκες που να ενδιαφέρονταν να ασχοληθούν με την πολιτική. Αυτό δείχνει και μία αντίληψη για τα πράγματα, η οποία είχε εκφραστεί και στο παρελθόν από τον κ. Μητσοτάκη, αναφορικά με τον ρόλο των γυναικών στην ελληνική κοινωνία. Δεν θέλω να επισημάνω εκ νέου εκείνες τις τοποθετήσεις περί του ότι η γυναίκα στο σπίτι ξέρει καλύτερα τις δουλειές και είναι αυτή η οποία χειρίζεται καλύτερα τα οικοκυρικά, ελπίζω να μην τον παρερμηνεύω, αλλά είναι ενδεικτικά μίας συνολικής πολιτικής στάσης καθόλου προοδευτικής».
Η κ. Αχτσιόγλου υπογράμμισε, παράλληλα, πως «όταν βλέπω να τοποθετείται ο πρώην γενικός διευθυντής του ΣΕΒ σε κορυφαία θέση δίπλα στον Πρωθυπουργό, συντονιστής του κυβερνητικού έργου, αυτό δημιουργεί και νέα δεδομένα αναφορικά με την ατζέντα η οποία πιθανόν θα υπηρετηθεί από τη νέα κυβέρνηση».
Σχολιάζοντας τη θέση του ΣΕΒ για κατάργηση των τριετιών στον κατώτατο μισθό σημείωσε ότι «ασκείται από τον ΣΕΒ μία προσφυγή εις βάρος δικής μου εγκυκλίου για τις τριετίες. Ο ΣΕΒ προσπαθεί να χτυπήσει μία ρύθμιση η οποία έδινε μισθολογικές αυξήσεις στον ιδιωτικό τομέα. Είναι πραγματικά ερώτημα τι στάση θα κρατήσει η νέα κυβέρνηση στο ζήτημα αυτό που αφορά τους μισθούς στον ιδιωτικό τομέα. Είναι κακός συμβολισμός ότι τη στιγμή που αναλαμβάνει σε μία κορυφαία θέση δίπλα στον Πρωθυπουργό ένας πρώην γενικός διευθυντής του ΣΕΒ, από τον ΣΕΒ εκδηλώνεται η στάση αυτή εναντίον των αυξήσεων στον ιδιωτικό τομέα».
Η κ. Αχτσιόγλου υπενθύμισε ότι «ο ΣΕΒ στα εργασιακά έχει μία πάρα πολύ σαφή ιδεολογική θέση, η οποία λέει ότι δεν μπορούμε να έχουμε ανάπτυξη στη χώρα αν δεν μειώνουμε το εργατικό κόστος και αυτό σημαίνει μείωση μισθών και συρρίκνωση εργασιακών δικαιωμάτων. Το λέει, το έχει υποστηρίξει σε κάθε δυνατή περίσταση, το έχει υποστηρίξει σε όλη τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων που είχε η προηγούμενη κυβέρνηση με τους δανειστές, σε κάθε πιθανό σενάριο, είτε αφορούσε κανόνες προστασίας της εργασίας τους οποίους εισηγούμασταν στη Βουλή, είτε αφορούσε τη διαπραγμάτευση, για παράδειγμα για τη διαιτησία, είτε αφορούσε το ζήτημα της αύξησης του κατώτατου μισθού, που υποστήριζε ότι θα πρέπει να υπάρχει μία αύξηση της τάξης του 1% και ήταν πολέμιος στην αύξηση του 11% που δόθηκε από την προηγούμενη κυβέρνηση, είτε αφορά στο ζήτημα των τριετιών».
Απαντώντας σε ερώτηση για το αποτέλεσμα των εκλογών επισήμανε ότι «στις εθνικές εκλογές ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθούσε να κερδίσει τη διακυβέρνηση της χώρας και σε αυτή τη μάχη ηττήθηκε». Από τη άλλη, πρόσθεσε, «έχουμε ένα πάρα πολύ ισχυρό ποσοστό και κάτι που φαίνεται πολύ καθαρά είναι ότι πια ο ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί τον πόλο ο οποίος συσπειρώνει γύρω του τον προοδευτικό, δημοκρατικό, αριστερό κόσμο. Αποτελεί την κυρίαρχη έκφραση των προοδευτικών προσδοκιών των δημοκρατικών και αριστερών πολιτών».
Σημείωσε ακόμα ότι «προχωράμε στην άσκηση ισχυρής, προγραμματικής και μαχητικής αντιπολίτευσης. Θα παρακολουθούμε στενά κάθε βήμα της κυβέρνησης, προκειμένου να ασκούμε την αντιπολίτευση που οφείλουμε, πάντα με αναφορά στα συμφέροντα του κόσμου της εργασίας και στις βασικές αρχές που μας διέπουν.
Υπογράμμισε τέλος πως «μας είναι καθαρό ότι η κομματική δυναμική του ΣΥΡΙΖΑ σε σχέση με την εκλογική του βάση έχουν μεγάλη απόσταση. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει μία εκλογική δυναμική κοντά στο 32% και μία κομματική δυναμική σε επίπεδο μελών πολύ χαμηλότερη. Άρα από τη δική μας πλευρά θα προσπαθήσουμε να κάνουμε αυτό που εδώ και καιρό έχουμε αντιληφθεί ως αναγκαιότητα, να ανοίξουμε το κόμμα ώστε να έχουμε περισσότερη συμμετοχή, περισσότερα μέλη, περισσότερο ανοιχτές διαδικασίες προς την κοινωνία».
Πηγή: Η Αυγή