Macro

Δώρα Κοτσακά: Γνωσιακά κοινά, πολιτικές ανοιχτής πρόσβασης και κοινωνική καινοτομία

Σήμερα μετασχηματισμοί δομικής σημασίας λαμβάνουν χώρα όχι μόνο στο επίπεδο της παραγωγής, αλλά ακολούθως και στο μοντέλο παραγωγής αξίας. Πρόκειται για μία ιστορική διαδικασία γνωστή ως “value shift” και σε αυτό το στάδιο χαρακτηρίζεται από αυξημένη ικανότητα δημιουργίας αξίας μέσα από πρακτικές Ομότιμης Παραγωγής Στηριγμένης στα Κοινά (Commons Based Peer Production, CBPP) σε συνδυασμό με ποικίλες εφαρμογές συνεργατικής οικονομίας.
 
 
Νέες μορφές δημιουργίας και διανομής αξίας
 
 
Περιγράφεται ως μετάβαση από “εξορυκτικά” μοντέλα και πρακτικές που πλουτίζουν κάποιους εις βάρος κάποιων άλλων προς μοντέλα αναπαραγωγής της αξίας και πρακτικές που πλουτίζουν τις κοινότητες και εξασφαλίζουν την αειφορία των πόρων. Πρόκειται για μία εξέλιξη με σοβαρές επιπλοκές για το σημερινό οικονομικό σύστημα και το μοντέλο δημιουργίας αξίας στο οποίο στηρίζεται.
 
Στο πλαίσιο του οικονομικού μοντέλου που διαμορφώνεται, η οικονομική αξία παράγεται σε μεγάλο βαθμό μέσω άυλων αγαθών όπως η έρευνα, η γνώση, τα δεδομένα, η πληροφορία κ.ά. Προκειμένου να ευδοκιμήσουν, αυτού του τύπου τα αγαθά προϋποθέτουν χαρακτηριστικά όπως η ανοιχτότητα, τα ανοιχτά δεδομένα, τα δίκτυα και η ομότιμη παραγωγή (P2P). Κάθε φορά που άνθρωποι συσχετίζονται ως ομότιμοι εταίροι προκειμένου να παραγάγουν κοινή αξία (common value) προσβάσιμη σε όλους, σε ανοιχτά συνεργατικά συστήματα που εξυπηρετούνται από ψηφιακά δίκτυα τεχνολογίας, έχουμε Ομότιμη Παραγωγή Στηριγμένη στα Κοινά (CBPP). Παρά τις σοβαρές παθογένειες που συνεπάγεται το μονοπωλιακό μοντέλο των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, η δυνατότητα αυτοοργάνωσης σε μεγάλες κλίμακες για δισεκατομμύρια ανθρώπους έχει δώσει την ευκαιρία νέων μορφών δημιουργίας και διανομής αξίας, η οποία συμβαίνει τόσο στα περιθώρια όσο και στο κέντρο της κοινωνικής δραστηριότητας.
 
Τα γνωσιακά κοινά επανέρχονται όλο και συχνότερα στη δημόσια συζήτηση, καθώς αποκαλύπτεται σταδιακά ότι μπορούν να συμβάλουν σε απαντήσεις γύρω από ζητήματα που έχουν να κάνουν με την τεχνολογία, την τεχνητή νοημοσύνη (AI), τη διαχείριση δεδομένων, τη βιοτεχνολογία, την κλιματική αλλαγή κ.ά. Πρόκειται για τομείς που βρίσκονται στον πυρήνα του νέου μοντέλου παραγωγής έντασης γνώσης. Νέες μορφές ιδιοκτησίας, νέοι τύποι δανεισμού, νέες μορφές νομικών συμβολαίων και αδειών: μία νέα καινοτόμος οικονομική υποκουλτούρα έχει δημιουργηθεί, ωστόσο βρισκόμαστε ακόμα στο στάδιο που προσπαθούμε να την περιγράψουμε με όρους όπως “κοινά” (commons) και “ομότιμη παραγωγή” (P2P).
 
 
Η «από τα κάτω» καινοτομία
 
 
Για την “επίσημη” οικονομική επιστήμη τα παραπάνω με δυσκολία εντάσσονται στην κατηγορία “οικονομική δραστηριότητα”. Και αυτό το σημείο είναι κρίσιμο. Παραμένοντας αόρατα είναι αδύνατο να ενταχθούν σε οποιοδήποτε αναπτυξιακό σχέδιο ή να αποτελέσουν αντικείμενο χρηματοδότησης. Την ίδια στιγμή, αυτές οι κοινωνικοοικονομικές πρακτικές διευρύνονται επειδή κατορθώνουν να δώσουν απαντήσεις σε συγκεκριμένα κοινωνικά προβλήματα σε στιγμές κρίσιμες. Είναι λειτουργικές διότι η λογική που τις διέπει είναι συμβατή με τις δομές και τις αξίες που έχουν δημιουργηθεί στο πλαίσιο του ψηφιακού μετασχηματισμού, όπως η ανοικτότητα, η βιωσιμότητα, τα δίκτυα, ο διαμοιρασμός πόρων (αντικειμένων ή υπηρεσιών). Ο ομότιμος τρόπος παραγωγής μεγιστοποιεί τα οφέλη των δικτύων μεταξύ ομοτίμων και της αρθρωτής δομής της παραγωγής (modularity) και ενισχύει την ανοιχτότητα και την κυκλοφορία σε μέγιστο βαθμό.
 
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει επίσης το ότι στην πολιτική κουλτούρα που συγκροτούν τα κοινά η έμφαση μετατοπίζεται από τον αγώνα για την ιδιοκτησία -ακρογωνιαίο λίθο του καπιταλισμού και του νομικού πολιτισμού στον οποίο αυτός στηρίζεται- στη διαχείριση. Τα κινήματα των κοινών δίνουν έμφαση στο δικαίωμα στη χρήση και την πρόσβαση σε ένα αγαθό ή υπηρεσία και όχι στην ιδιοκτησία τους.
 
Στο στάδιο εξέλιξης της οικονομίας όπου βρισκόμαστε σήμερα οι καταχρηστικές περιφράξεις και ιδιωτικοποιήσεις κάθε πιθανού πόρου συνιστούν ιδεοληπτική και ζημιογόνο νεοφιλελεύθερη πρακτική, ιδιαίτερα ως προς τις δυνατότητες παραγωγής αξίας. Κάτι που σημαίνει ότι ο ρόλος τους είναι επιβλαβής και για τη λειτουργία των αγορών. Ωστόσο η ανοικτότητα, η ομότιμη παραγωγή και τα κοινά δεν είναι σε θέση να αυτό-προστατευθούν από την εταιρική απληστία, τα μονοπώλια και την ακραία απορρύθμιση.
 
Η προερχόμενη “από τα κάτω” καινοτομία συνδέεται ζωτικά με νέους θεσμούς και νέα δικαιώματα. Η καινοτομία είναι καλοδεχούμενη από το κεφάλαιο μόνο εφόσον αντιπροσωπεύει, τη συγκεκριμένη στιγμή, για τη συγκεκριμένη επιχείρηση, υπό τις συγκεκριμένες κάθε φορά συνθήκες, την αύξηση της κερδοφορίας της, διαφορετικά είναι κάτι αδιάφορο έως και απειλητικό. Γι’ αυτό, ενώ είναι αλήθεια ότι η εποχή του κεφαλαίου έφερε τη χωρίς ιστορικό προηγούμενο απογείωση των παραγωγικών δυνάμεων, άλλο τόσο είναι αλήθεια ότι ο καπιταλισμός δημιούργησε και δημιουργεί χωματερές επιστημονικών ανακαλύψεων που έμειναν στα αζήτητα όχι επειδή δεν ήταν κοινωνικά χρήσιμες, αλλά διότι δεν φαίνονταν οικονομικά συμφέρουσες.
 
Στην ανθρώπινη ιστορία οι κοινότητες έπρεπε να υπερασπιστούν ξανά και ξανά το δικαίωμά τους στη γη, στους φυσικούς πόρους, στα χειροτεχνήματα, στη γλώσσα, στον πολιτισμό κ.ά. Σήμερα είναι αναγκαίο ένα ισοδύναμο για την επιστήμη και την πληροφορία, μία νέα αρχή ενάντια σε νέες περιφράξεις.
 
Εξαιτίας της απουσίας του κατάλληλου νομικού πλαισίου και της αναγκαίας θεσμικής εποπτείας, όσο πιο ανοιχτά και προσβάσιμα είναι τα δεδομένα και η πληροφορία τόσο περισσότερο λειτουργούν προς όφελος των μεγάλων παικτών της αγοράς. Σε αυτό το σημείο γίνεται σαφής η καίρια σημασία της ρύθμισης.
 
 
Η προϋπόθεση του θεσμικού πλαισίου
 
 
Το σχέδιο μετάβασης σε μία Στηριγμένη στα Κοινά Ομότιμη Παραγωγή έχει ως ραχοκοκαλιά το μοντέλο του κράτους – εταίρου (Partner State Model) και την κατασκευή του αντίστοιχου νομικού και θεσμικού πλαισίου που θα του επιτρέψει να λειτουργήσει. Προκειμένου να εφαρμοστούν πολιτικές προσανατολισμένες στα κοινά υπάρχουν συγκεκριμένα εργαλεία που μπορούν να αξιοποιηθούν από το κράτος – εταίρο (αλλά και από περιφερειακές διοικήσεις όπως σε μεγάλο βαθμό ήδη συμβαίνει) τα οποία προέκυψαν από αναδυόμενα εγχειρήματα σε διαφορετικά μέρη του κόσμου: άδειες που προστατεύουν τα κοινά, όπως η GPL και οι άδειες Creative Commons, συνεργατικές τράπεζες, Ομότιμη Λογιστική (P2P Accounting), Συμπράξεις Δημοσίου – Κοινών (Public Commons Partnerships, PCP) και πλήθος άλλων. Ένα τέτοιο πλαίσιο είναι δυνατόν να μειώσει τη βλάβη που προκαλούν τα μονοπώλια στην πνευματική ιδιοκτησία και η υπερεκτεταμένη χρήση πατεντών.
 
Αντίθετα με τον μύθο που επικρατεί οι μεγάλες τεχνολογικές επαναστάσεις δεν θα είχαν προκύψει χωρίς τον καθοδηγητικό ρόλο του κράτους. Σε πολλές περιπτώσεις, από το διαδίκτυο έως τη νανοτεχνολογία, ήταν το κράτος και όχι ο ιδιωτικός τομέας που είχε το όραμα της στρατηγικής αλλαγής τολμώντας να σκεφτεί τη δημιουργία νέων τεχνολογικών δυνατοτήτων, προχωρώντας στις απαραίτητες μεγάλες επενδύσεις, καθιστώντας εφικτά αποκεντρωμένα δίκτυα δρώντων που αναλαμβάνουν το ρίσκο της έρευνας και με αυτόν τον τρόπο επιτρέπουν η ανάπτυξη και εμπορευματοποίηση της διαδικασίας να συμβούν στη συνέχεια με τρόπο δυναμικό.
 
Πρόκειται για μία στοχευμένη, ενεργητική και καινοτόμα αντίληψη διοίκησης, ικανής να αναλαμβάνει ρίσκα και να δημιουργεί συστήματα υψηλής συνδεσιμότητας μεταξύ των δρώντων, αξιοποιώντας ό,τι καλύτερο έχει να προσφέρει ο ιδιωτικός τομέας για το κοινό καλό, αυτή τη φορά και με τη δυνατότητα μάκρο σχεδιασμού.
 
Η Δώρα Κοτσακά είναι διδάκτορας Πολιτικής Κοινωνιολογίας, συντονίστρια Παρατηρητηρίου των Κοινών, Ινστιτούτο ΕΝΑ