Εδώ και σχεδόν δύο δεκαετίες, στη συζήτηση περί ριζοσπαστικής Αριστεράς σε οποιοδήποτε μέρος του κόσμου γίνεται μια υποχρεωτική αναφορά στη Βενεζουέλα. Το 1999, η Λατινική Αμερική, σχεδόν στο σύνολό της, κυριαρχούταν από δεξιές κυβερνήσεις των οποίων τα συμφέροντα συνέκλιναν με αυτά των Ηνωμένων Πολιτειών. Η είσοδος στον 21ο αιώνα συνοδεύτηκε από την ανάδειξη προοδευτικών κυβερνήσεων στην περιοχή, κάτι που σήμανε μια περίοδο σημαντικής κοινωνικής προόδου όχι μόνο στη Βενεζουέλα με επικεφαλής τον Τσάβες, αλλά και σε ένα σημαντικό κομμάτι της υπόλοιπης Λατινικής Αμερικής. Αυτό οδήγησε σε μια έντονη επίθεση από την κυβέρνηση των ΗΠΑ, η οποία επιδόθηκε στο έργο της αποσταθεροποίησης -ή ακόμα και ανατροπής- των αριστερών κυβερνήσεων.
Στη Βενεζουέλα, η προσπάθεια αυτή πήρε τη μορφή ενός πραξικοπήματος το 2002, σε συνεργασία με την Άκρα Δεξιά, την ίδια Δεξιά που σήμερα θέλει να έρθει στην εξουσία με βίαια και αντιδημοκρατικά μέσα. Η ηγεσία του Προέδρου Ούγκο Τσάβες υπήρξε ιδιαίτερα δυσάρεστη για τον Λευκό Οίκο και μετά τον θάνατό του αυξήθηκαν οι επιθέσεις εναντίον της κυβέρνησης του Νικολάς Μαδούρο και της Μπολιβαριανής Επανάστασης.
Η οικονομική κρίση του 2008 και η κατακόρυφη πτώση των τιμών του πετρελαίου έπληξαν, χωρίς αμφιβολία, την ικανότητα ελιγμού της κυβέρνησης. Μέσα σε αυτήν την κατάσταση, η αντιπολίτευση η οποία πλέον έχει την πλειοψηφία στην Εθνοσυνέλευση, με εκλογές που επικύρωσε το Εθνικό Εκλογικό Συμβούλιο, αντί να νομοθετεί προς όφελος της χώρας και με σκοπό τη διατήρηση των κοινωνικών και οικονομικών επιτευγμάτων, ασχολείται με επιθέσεις στην κυβέρνηση και προσπαθεί να παραλύσει την ομαλή λειτουργία του κράτους.
Χρήσιμος σύμμαχος
Σε αυτό το πλαίσιο, τα ξένα συμφέροντα βρήκαν έναν χρήσιμο σύμμαχο στην Εθνοσυνέλευση για την υλοποίηση των παρεμβατικών σχεδίων τους. Εδώ και μερικούς μήνες βλέπουμε οργανισμούς, όπως ο Οργανισμός Αμερικανικών Κρατών, η Ευρωπαϊκή Ένωση και η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών, να επαναλαμβάνουν αυτούσιο τον λόγο της Άκρας Δεξιάς της Βενεζουέλας. Αυτοί οι διεθνείς παίκτες όχι μόνο δεν ενδιαφέρονται για τη διεξαγωγή ενός ειρηνικού εθνικού διαλόγου, αλλά αντιθέτως παρεμβαίνουν άμεσα «προτρέποντας» στην προκήρυξη πρόωρων εκλογών χωρίς κανένα σεβασμό στις αντίστοιχες διατάξεις που περιέχονται στο σύνταγμά μας.
Παράλληλα, η κυβέρνηση, γνωρίζοντας τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η χώρα στο πλαίσιο της οικονομικής κρίσης, απηύθυνε επανειλημμένα έκκληση για διάλογο μεταξύ των διαφόρων ομάδων μέσα στη χώρα. Ο Πάπας Φραγκίσκος, ο πρώην Πρόεδρος της Ισπανίας Χοσέ Λουίς Ροντρίγκεζ Θαπατέρο, ο πρώην Πρόεδρος της Δομινικανής Δημοκρατίας Λεονέλ Φερνάντες αλλά και ο πρώην Πρόεδρος του Παναμά Μαρτίν Τορίχος έλαβαν ενεργά μέρος στη διαδικασία του διαλόγου, την οποία αργότερα σαμπόταρε η ακραία πτέρυγα της βενεζουελάνικης αντιπολίτευσης.
Ωστόσο, οι πιο αντιδραστικοί τομείς της αντιπολίτευσης ξεκίνησαν πριν από τρεις μήνες ένα μπαράζ βίαιων πράξεων, κυρίως στην πρωτεύουσα, το Καράκας. Βλέποντας πως το καθημερινό κλείσιμο των κεντρικών αρτηριών και λεωφόρων της χώρας δεν είχε το επιθυμητό αποτέλεσμα, οι ομάδες των διαδηλωτών άρχισαν να μειώνονται σε μέγεθος, αλλά να γίνονται όλο και πιο βίαιες. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα επιθέσεις σε νοσοκομεία και μαιευτήρια, καταστροφή δημόσιων υπηρεσιών, δολοφονίες, πολλούς τραυματίες και ανθρώπους που κάηκαν ζωντανοί, μολυσμένοι από ένα μίσος που ενθαρρύνεται από τη διεθνή σκηνή. Μπροστά σε αυτά τα γεγονότα, τα διεθνή μέσα ενημέρωσης έχουν αναλάβει την απόκρυψη, στην καλύτερη των περιπτώσεων, αυτών των θανάτων, ενώ άλλα μέσα, σε διεθνές επίπεδο, αποδίδουν αυτούς τους θανάτους στο «καθεστώς του Νικολάς Μαδούρο». Η αλήθεια είναι ότι πρόκειται για ανθρώπους που σχεδόν στο σύνολό τους έχουν σκούρο δέρμα και ταπεινή καταγωγή, που κάηκαν ζωντανοί επειδή «έμοιαζαν να είναι τσαβιστές». Αυτές οι πρακτικές θυμίζουν έντονα τις σκοτεινές μέρες της Κου – Κλουξ – Κλαν, που φαίνεται να λειτουργούν ως σημείο αναφοράς για τους πιο ακραία τμήματα της βενεζουελάνικης αντιπολίτευσης.
Η εξουσία του λαού
Πρόκειται για ένα εξαιρετικά ασταθές και συγκρουσιακό σενάριο, στο οποίο η κυβέρνηση έχει απέναντί της έναν συνδυασμό ακροδεξιών πολιτικών και οικονομικών παραγόντων. Ωστόσο, η κυβέρνηση υπολογίζει σε έναν βασικό παράγοντα, υπέρτατο και με μεγάλη εξουσία: τον λαό της Βενεζουέλας. Και έτσι προκύπτει και η σημασία της Εθνικής Συντακτικής Συνέλευσης, ενός νομικού χώρου για μια ειρηνική εθνική συζήτηση. Πρόκειται για ακόμη μια προσπάθεια να γίνει η εξουσία του λαού ο αποφασιστικός παράγοντας για το μέλλον της Βενεζουέλας.
Στις 30 Ιουλίου θα γίνουν οι εκλογές για την Εθνική Συντακτική Συνέλευση. Πάνω από 6.000 πολίτες, οι οποίοι δεν προέρχονται από πολιτικά κόμματα, αλλά θέτουν ανεξάρτητα υποψηφιότητα, θα γίνουν οι πρωταγωνιστές αυτής της ημέρας δημοκρατίας. Θα εκλεγούν 545 άτομα, τα οποία θα προέρχονται από όλες τις πολιτείες της χώρας και όλους τους κοινωνικούς τομείς: συνταξιούχοι, δημόσιοι υπάλληλοι, άτομα με ειδικές ανάγκες, επιχειρηματίες, αγρότες, ιθαγενείς. Ένας αληθινά ποικιλόμορφος χώρος, στον οποίο θα επιλυθούν ειρηνικά οι φυσικές αντιθέσεις μιας χώρας που αγωνίζεται κατά του συντηρητικού ρεύματος στο παγκόσμιο σύστημα.
Η διαδικασία αυτή, παρά τον δημοκρατικό και λαϊκό χαρακτήρα της, προκάλεσε ανησυχία σε ορισμένα κράτη – μέλη της Ε.Ε. και στην κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ ο οποίος στις 17 Ιουλίου απείλησε να αναλάβει «δυναμική οικονομική δράση» κατά της Βενεζουέλας σε περίπτωση που διεξαχθούν οι εκλογές για την Εθνική Συντακτική Συνέλευση. Προηγείται του γεγονότος αυτού τo ατυχές διάταγμα του Μπάρακ Ομπάμα, το 2015, που χαρακτήριζε τη Βενεζουέλα «απειλή» για την ασφάλεια των Ηνωμένων Πολιτειών, ακολουθώντας το παράδειγμα των παρεμβάσεων και της νεοαποικιοκρατίας που εδώ και πάνω από ενάμιση αιώνα εφαρμόζουν οι ΗΠΑ στη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική.
Ελπίδα για έναν καλύτερο κόσμο
Έχουν περάσει σχεδόν δύο δεκαετίες κατά τις οποίες η κυβέρνηση της Βενεζουέλας καταγγέλλει την πολιτική των ΗΠΑ και, παρόλο που ορισμένοι υποστηρίζουν ότι ο ισχυρισμοί είναι υπερβολικοί, σήμερα είναι πλέον φανερό το άμεσο συμφέρον της κυβέρνησης των Ηνωμένων Πολιτειών για τη χώρα με τα μεγαλύτερα αποθέματα πετρελαίου στον πλανήτη, τα δεύτερα μεγαλύτερα αποθέματα σε χρυσό και με μια θέση – κλειδί στην Καραϊβική Θάλασσα. Δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντα αυτά το ότι η Βενεζουέλα συνεχίζει να εμβαθύνει τη διαδικασία, με δυσκολίες, λάθη και διορθώσεις, ναι, αλλά χωρίς να παύει να δίνει στον λαό την εξουσία να αποφασίζει για τη μοίρα του. Αυτή είναι η πραγματική «απειλή» που αντιπροσωπεύει η Βενεζουέλα.
Εν κατακλείδι, η Βενεζουέλα δεν είναι Ελλάδα. Είμαστε πολύ μακρινές και διαφορετικές χώρες – γεωγραφικά, οικονομικά, ιστορικά αλλά και όσον αφορά το παρόν. Ωστόσο, οι λαοί μας υφίστανται την ίδια ζημιά όταν ο διεθνής Τύπος παρουσιάζει μια αλλοιωμένη ή λανθασμένη εικόνα για τις χώρες μας, αποφεύγοντας την ανάλυση των πραγματικών αιτιών τής κρίσης που μας έχει κάνει να υποφέρουμε πολύ. Για τον λόγο αυτό, ζητάμε από τον αδελφικό ελληνικό λαό να μην αφήνεται να καθοδηγείται από τις κακές προθέσεις αυτού του Τύπου ή αυτών των ανθρώπων που επιδιώκουν να χρησιμοποιήσουν τη Βενεζουέλα για να ασκήσουν εσωτερική πολιτική, ή για να βλάψουν αυτό που πάντα είχαμε ως λάβαρο και το αληθινό πολιτικό μας σχέδιο: Την κοινωνική πρόοδο και την ελπίδα για έναν καλύτερο κόσμο.
Φαρίντ Φερντάντες, πρέσβης της Μπολιβαριανής Δημοκρατίας της Βενεζουέλας στην Ελλάδα
Πηγή: Η Αυγή