Συνεντεύξεις

Δημήτρης Ψαρράς: Η Ν.Δ. αξιοποίησε τη Χρυσή Αυγή για να την περιγράψει ως το «ένα άκρο», με τον ΣΥΡΙΖΑ να αποτελεί το «άλλο άκρο»

Ένα χρόνο μετά την καταδίκη της ηγεσίας της Χρυσής Αυγής από το Εφετείο, η Ακροδεξιά δείχνει να είναι εδώ. Αν συμφωνείτε, πού οφείλεται αυτό;

Ασφαλώς δεν είναι κάποιο δικαστήριο εκείνο που θα υπερασπιστεί τη δημοκρατία από την ακροδεξιά απειλή. Το Τριμελές Εφετείο που έκρινε ότι η Χρυσή Αυγή είναι μια εγκληματική οργάνωση έπαιξε βέβαια σημαντικό ρόλο, επειδή αυτή η διαπίστωση πήρε για πρώτη φορά το κύρος μιας δικαστικής απόφασης. Σημαντικό ήταν επίσης το γεγονός ότι το τέλος της δίκης σημαδεύτηκε όχι μόνο με μια παλλαϊκή συγκέντρωση καταδίκης της ναζιστικής εγκληματικότητας, αλλά και με μια πρωτοφανή σύμπλευση της πολιτικής και πολιτειακής ηγεσίας. Η Ακροδεξιά, όμως, είναι όντως εδώ. Εξάλλου η δίκη αφορούσε την εγκληματική δράση μιας οργάνωσης και όχι τις «ιδέες της Ακροδεξιάς», όπως προσπαθούσαν να πείσουν το δικαστήριο οι υπερασπιστές της Χρυσής Αυγής. Αυτές οι ακροδεξιές ιδέες είχαν αποκτήσει σοβαρή απήχηση στην ελληνική κοινωνία ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, με την εθνικιστική υστερία γύρω από το Μακεδονικό και τις φοβίες που προκάλεσε η πρώτη μαζική είσοδος μεταναστών και προσφύγων από την Αλβανία. Καταγράφηκε μάλιστα στις έρευνες του Ευρωβαρόμετρου, με την Ελλάδα μέσα σε λίγα χρόνια (1993-1996) να μετατρέπεται από την πιο ανεκτική στην περισσότερο ξενοφοβική κοινωνία της Ε.Ε. Και πάλι το Μακεδονικό και το μεταναστευτικό είναι που αποτελούν τη βάση για την ανάπτυξη της Ακροδεξιάς τα τελευταία χρόνια. Φυσικά προηγήθηκε η οικονομική κατάρρευση και τώρα ήρθε να ενισχύσει τις ίδιες τάσεις η πανδημία.
Η αντιμετώπιση της Ακροδεξιάς είναι λοιπόν πολιτικό ζήτημα. Η δικαστική απόφαση απλώς μας βοήθησε να καταρρίψουμε τους μύθους που συνόδευαν την δήθεν «φιλάνθρωπη» και «φιλελληνική» ναζιστική οργάνωση και να αποδειχτεί ότι πρόκειται για μια εγκληματική συμμορία. Ας μην ξεχνάμε ότι σε όλη την Ευρώπη εμφανίζονται ακροδεξιά σχήματα με αξιοπρόσεκτη απήχηση που θέτουν δύσκολα διλήμματα στα παραδοσιακά πολιτικά σχήματα. Στην Ελλάδα τα σχήματα αυτά είναι καθηλωμένα σε μικρότερα εκλογικά ποσοστά, εξαιτίας ακριβώς της τόσο ακραίας παραλλαγής που παρουσιάστηκε στη χώρα μας. Αλλά ας μη γελιόμαστε. Η απήχηση των ιδεών της Ακροδεξιάς είναι και εδώ πολύ ευρύτερη και θα χρειαστεί πολύχρονος αγώνας για να αντιμετωπιστούν αυτές οι ιδέες και να πάψουν να δηλητηριάζουν τη δημοκρατία.

Για τα όσα συνέβησαν στη Θεσσαλονίκη αλλά και στο Νέο Ηράκλειο, τι πληροφορίες έχετε;

Πρόκειται για μια σειρά επιθέσεων που εντοπίζονται σε περιοχές όπου υπήρχαν από χρόνια χρυσαυγίτικοι θύλακες, που έκαναν κατά καιρούς αισθητή την παρουσία τους με επιθέσεις, συνήθως χωρίς να αποκαλύπτουν την ταυτότητά τους.
Είναι η ίδια μέθοδος που ακολουθούσε η Χρυσή Αυγή επί χρόνια, έτσι ώστε να εξασφαλίζει την ατιμωρησία η ηγεσία της και εν ανάγκη να συλλαμβάνονται μόνο απλά μέλη. Φυσικά υπάρχει μια σειρά οργανώσεων που επιχειρούν σήμερα να εμφανιστούν ως αυτόνομες και αποκρούουν κάθε σχέση με τη ναζιστική οργάνωση, έχοντας διπλό στόχο: αφενός να απαλλαγούν προκαταβολικά από κάθε σχέση με τις ποινικές ευθύνες της Χρυσής Αυγής, αφετέρου να διεκδικήσουν μερίδιο από τη διάσπαρτη κληρονομιά του Αρχηγού Μιχαλολιάκου. Και σ’ αυτό το πλαίσιο αναπτύσσεται ιδιαίτερος ανταγωνισμός ανάμεσά τους και μια σειρά αλληλοκαρφωμάτων, κάτι που συνηθίζεται σ’ αυτόν τον χώρο.
Αλλά δεν υπάρχουν πολλά νέα στοιχεία σ’ αυτή την πρόσφατη αναζωπύρωση της νεοναζιστικής βίας. Θυμίζω ότι τον Νοέμβριο του 2018, στο πλαίσιο των εθνικιστικών κινητοποιήσεων κατά της Συμφωνίας των Πρεσπών, στο ίδιο ΕΠΑΛ τη Σταυρούπολης που έχει τώρα βρεθεί στο επίκεντρο των κινητοποιήσεων είχαν κάποιοι αναγγείλει «κατάληψη» και είχαν αναρτήσει πανό με το σύνθημα «Η Δημοκρατία πούλησε τη Μακεδονία». Ένοχος, δηλαδή και προδότης δεν είναι ένας άνθρωπος, ένα κόμμα ή μια κυβέρνηση, αλλά η «δημοκρατία». Το σαφές μήνυμα επαναλαμβάνεται και σήμερα από τους ίδιους υποκινητές.
Το κακό στην προκειμένη περίπτωση είναι ότι εκτός από την ευνοϊκή για παρόμοιες συμπεριφορές συγκυρία που δημιουργεί η κυβερνητική διαχείριση του προσφυγικού και της πανδημίας, γίνεται μια προσπάθεια να αποκτήσουν και ταξικά χαρακτηριστικά οι αντιδράσεις αυτές, κάτι που είχε επιχειρηθεί από τη Χρυσή Αυγή και σε περιοχές όπως η Νίκαια, το Πέραμα και το Κερατσίνι. Κι αυτό είναι ο μεγαλύτερος κίνδυνος.

Εκτιμάτε ότι η Χρυσή Αυγή ή δυνάμεις της, θα επιχειρήσουν να κατέβουν στις εκλογές;

Η Χρυσή Αυγή είχε τριχοτομηθεί ήδη προτού εκδοθεί η περσινή δικαστική απόφαση. Ο Λαγός συγκρότησε δική του ομάδα την επομένη της εκλογικής αποτυχίας της οργάνωσης, το καλοκαίρι του 2019. Λίγους μήνες αργότερα ακολούθησε ο Κασιδιάρης, που αποσχίστηκε με δική του ομάδα. Αυτή τη στιγμή Λαγός και Κασιδιάρης δηλώνουν ότι θα κατεβάσουν σχήματα στις εκλογές, ενώ ο Μιχαλολιάκος έχει βαλθεί να πείσει τους λίγους πιστούς που του απέμειναν ότι όλοι οι άλλοι είναι προδότες. Αλλά την ίδια στιγμή δηλώνουν έτοιμοι να πολιτευθούν διεκδικώντας τον ίδιο χώρο δεκάδες άλλοι. Από τους επώνυμους (Τράγκας, Τζήμερος, Κρανιδιώτης…) έως τους πρωταγωνιστές του αντιεμβολιαστικού κινήματος, μέχρι και τους διάσημους της μιας μέρας (ο «τσολιάς» μασκομάχος). Όλοι αυτοί δεν έχουν ιδιαίτερο πολιτικό πρόγραμμα, αλλά φιλοδοξούν απλώς να αποτελέσουν την έκφραση μιας διαμαρτυρίας. Πρόκειται για μια πραγματική πρόκληση για τη δημοκρατία, όχι επειδή κινδυνεύουμε να τους δούμε να κυβερνούν, αλλά επειδή η παρουσία τους υποχρεώνει μέρος των παραδοσιακών κομμάτων να μεταλλαχθούν – τουλάχιστον εν μέρει – σε κόμματα ποικίλων Μπογδάνων.

Παρακολουθήσατε όσο ελάχιστοι άνθρωποι την πορεία της Χρυσής Αυγής, έχετε μάλιστα γράψει και το πληρέστερο κατ΄ εμάς βιβλίο με τίτλο «Η Μαύρη Βίβλος τη Χρυσής Αυγής». Ποιοι της έκαναν πλάτη τόσα χρόνια;

Δυστυχώς, όπως συμβαίνει πολλές φορές στην ιστορία, το πολιτικό σύστημα στο σύνολό του αποδείχτηκε ανέτοιμο – αν όχι απρόθυμο – να υπερασπιστεί τη δημοκρατία απέναντι στη ναζιστική απειλή. Μόνο η Αριστερά (ΚΚΕ και Συνασπισμός παλιότερα) επέμεναν στη Βουλή επί χρόνια να αντιμετωπιστεί το ζήτημα με πολιτικές και νομοθετικές πρωτοβουλίες. Άδικος κόπος. Είχε θεωρηθεί δεδομένο το αξίωμα ότι η δημοκρατία και κατ’ επέκταση η δικαιοσύνη δεν διώκει ιδέες αλλά πράξεις. Είχαμε έτσι παγιδευτεί στο εύρημα του Μιχαλολιάκου που είχε φροντίσει να δηλώσει στον Άρειο Πάγο ότι η Χρυσή Αυγή είναι κόμμα από το 1983, έντεκα χρόνια δηλαδή προτού αποφασίσει η ναζιστική οργάνωση να κατέβει για πρώτη φορά σε εκλογές (Ευρωεκλογές 1994). Υπήρχε βέβαια μέχρι το 2012 μια γενικευμένη εντύπωση ότι μόλις μπει η Χρυσή Αυγή στη Βουλή «δεν πρόκειται να γίνει απολύτως τίποτα», διότι «θα βάλουν γραβατούλα και θα γίνουν κοινοβουλευτικότατοι. Θα ενσωματωθούν πλήρως», όπως εκτιμούσε η τότε γ.γ. του ΚΚΕ Αλέκα Παπαρήγα. Είδαμε τι έγινε. Το χειρότερο είναι ότι μόλις άρχισε να μαζικοποιείται η υποστήριξη της Χρυσής Αυγής μέσα στην οικονομική και κοινωνική κρίση του 2010, η απάντηση του κόμματος της Δεξιάς ήταν να την προσεγγίσει υπόγεια και να τη χρίσει σε άτυπο κοινοβουλευτικό σύμμαχο, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της συνεργασίας του Π. Μπαλτάκου – στενού συνεργάτη του πρωθυπουργού Σαμαρά – με τον Κασιδιάρη.

«Επί Ν.Δ. μπήκαν στη φυλακή, επί Ν.Δ. καταδικάστηκαν» λένε τα στελέχη της Ν.Δ….

Με την ίδια λογική θα μπορούσε να προσθέσει κανείς ότι επί Ν.Δ. δολοφόνησαν τον Φύσσα, επί Ν.Δ. δολοφόνησαν τον Σαχζάτ Λουκμάν, επί Ν.Δ. πραγματοποίησαν την αιματηρή επίθεση στους αγωνιστές του ΠΑΜΕ. Τη χειρότερη υπηρεσία στην υπεράσπιση της δημοκρατίας από τη ναζιστική απειλή προσφέρουν όσοι αντιμετωπίζουν το ζήτημα μέσα από στενά κομματικά πλαίσια. Αλλά ειδικά η Ν.Δ. δεν μπορεί να περηφανεύεται για το πώς χειρίστηκε το ζήτημα, εφόσον χρειάστηκε να προηγηθεί η δολοφονία του Παύλου Φύσσα και ο παλλαϊκός ξεσηκωμός για να κινητοποιηθεί και η κυβέρνηση Σαμαρά και η δικαιοσύνη. Όλοι γνωρίζουμε πλέον ότι η Ν.Δ. αξιοποίησε την ύπαρξη της Χρυσής Αυγής για να την περιγράψει ως το «ένα άκρο», με τον ΣΥΡΙΖΑ να αποτελεί το «άλλο άκρο». Εξάλλου τις τελευταίες μέρες ζούμε την κακόγουστη επανάληψη του ίδιου σεναρίου, με τον καημένο τον κ. Μπογδάνο να θεωρεί ότι είναι ο νέος Σαμαράς. Το ζήτημα είναι να μην ξαναζήσουμε «επί Ν.Δ.» και πάλι όσα ζήσαμε το 2012 και το 2013.

Βασίλης Σκουρής

Πηγή: ieidiseis