Θεωρούμε παραδοσιακά τις ευρωεκλογές δευτέρας τάξεως εκλογές και για άλλη μια φορά δεν κουβεντιάζουμε για την Ευρώπη, αλλά εστιάζουμε στα εθνικά θέματα και στους εθνικούς πολιτικούς συσχετισμούς που θα προκύψουν από την ευρωκάλπη. Τα ποσοστά των κομμάτων και τα συνακόλουθα πολιτικά μηνύματα φαίνεται πως είναι το μόνο που απασχολεί. Ως ένα βαθμό αυτό είναι θεμιτό και αναμενόμενο. Όμως, τόσο λόγω της μνημονιακής περιπέτειας και της αύξησης των μεταναστευτικών ροών (που κατέδειξαν πόσο συνδεδεμένη είναι η εθνική μας μοίρα με την ευρωπαϊκή πολιτική) όσο και λόγω της επιταχυνόμενης κλιματικής κρίσης και της απειλής του πολέμου (που επίσης μετατοπίζουν τη σημασία των πολιτικών αποφάσεων από το εθνικό στο διεθνές), θα έπρεπε να στρέψουμε το βλέμμα μας προς το ευρωπαϊκό επίπεδο, ακριβώς για να πούμε μερικά πράγματα της προκοπής για την ίδια μας τη χώρα.
Να επανέλθει ο ευρωσκεπτικισμός
Μιλάμε συνεχώς για τον κίνδυνο ανόδου της Ακροδεξιάς και μάλιστα η καθ’ ημάς Αριστερά θεωρεί δικό της καθήκον να αποσοβήσει αυτό τον κίνδυνο. Θεωρώ ότι, με τη στάση αυτή, όχι μόνο δεν θα αποσοβηθεί ο κίνδυνος, αλλά και η δική μας Αριστερά θα βρεθεί στο πλευρό ενός αντιδημοκρατικού ευρω-συστήματος που ισοπέδωσε πρόσφατα τη χώρα μας. Θα το πω όσο πιο απλά μπορώ: Καλά κάνει ο κόσμος και στρέφεται ενάντια στην αντιδημοκρατική ΕΕ που χωρίς λογοδοσία και δημοκρατική νομιμοποίηση επιβάλλει αντιδημοφιλείς πολιτικές στους λαούς της Ευρώπης. Όσο η Αριστερά διατηρούσε έναν υγιή ευρωσκεπτικισμό, επικοινωνούσε με τις αγωνίες των πολιτών. Από τη στιγμή που εγκατέλειψε τον ευρωσκεπτικισμό, τον παραχώρησε στην Ακροδεξιά και συντάχθηκε εκών άκων με τις συστημικές κομματικές οικογένειες που κινδυνολογούν ενώ φταίνε. Αποδεχόμενοι/ες όμως το στενό κορσέ των ευρωπαϊκών νεοφιλελεύθερων πολιτικών που περιθωριοποιούν το ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο, δεν υπάρχουν και πολλά πράγματα που να μπορούμε να πούμε για να αποφύγουμε την τελευταία θέση στην κατάταξη σε τόσες και τόσες ευρωπαϊκές στατιστικές.
Το μεταναστευτικό είναι ευρωπαϊκό θέμα
Τι μπορούμε να συζητήσουμε για μείζονες τομείς της οικονομίας μας (γεωργία, οικοδομή κ.ά.) και το μέλλον τους, ή για το ζέον πρόβλημα της γήρανσης του πληθυσμού, χωρίς να αναφερθούμε στην ανάγκη εκατοντάδων χιλιάδων νέων μεταναστών; Αλλά πώς μπορούμε να το κουβεντιάσουμε στα σοβαρά, αν δεν καταγγείλουμε την ευρωπαϊκή πολιτική στο θέμα αυτό ή δεν καταγγείλουμε την (ακρο-)δεξιά ρητορική που κρατά εγκλωβισμένες τις κοινωνίες σε αυταπάτες για ανέφικτες λύσεις ή για φυλετική καθαρότητα; Όμως, αυτή είναι μια ευρωπαϊκή συζήτηση, όχι μια εθνική. Επομένως, όχι μόνο το μεταναστευτικό δεν είναι πρόβλημα (είναι λύση), αλλά δεν είναι καν ελληνικό θέμα. Τα εγκλήματα στα ελληνικά σύνορα γίνονται από μια κυβέρνηση που έχει το ευρωπαϊκό ελεύθερο να το κάνει. Και αυτό το ελεύθερο είναι που της επιτρέπει να εργαλειοποιεί τους μετανάστες για να στριμώχνει συνεχώς την εθνική αντιπολίτευση. Εάν λοιπόν δεν μιλήσουμε με ευρωπαϊκή γλώσσα για το θέμα, η ελληνική Δεξιά θα μας ποδηγετεί εύκολα με τη ρητορική περί «εθνικής ασφάλειας», «νόμου και τάξης».
Ευρωπαϊκή πυροπροστασία
Καλοκαίρι έρχεται και μεγάλες πυρκαγιές (και μάλλον καταστροφές) μας περιμένουν. Έχει γίνει σαφές ότι μόνοι μας δεν μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις της υπερθέρμανσης και ότι η αλληλεγγύη των άλλων χωρών είναι απαραίτητη. Αντιστρόφως, η διατήρηση και η ανάπτυξη των εθνικών οικοσυστημάτων είναι αναγκαία για την ευημερία όλων μας και τη σωτηρία του πλανήτη. Στις μόνες υπερεθνικές εκλογές στις οποίες συμμετέχουμε, επομένως, θα έπρεπε να συζητούμε για τα μέτρα που πρέπει να παρθούν σε ευρωπαϊκή κλίμακα για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
Η στρατιωτικοποίηση της Ευρώπης θα μας τελειώσει
Η χώρα μας από τον εμφύλιο πόλεμο και μετά πληρώνει υπέρογκα ποσά για στρατιωτικούς εξοπλισμούς, γεγονός που δεν της επέτρεψε να ακολουθήσει το δρόμο άλλων ευρωπαϊκών χωρών που δαπανούσαν για τρεις γενιές πολύ μικρότερα ποσά για την άμυνά τους. Η φτωχοποίηση που επήλθε την περίοδο των μνημονίων έχει μειώσει έτι περαιτέρω τα δημοσιονομικά περιθώρια και έχει καταστήσει πλέον το δίλημμα σαφές: ή στρατιωτικοί εξοπλισμοί ή κοινωνικό κράτος. Υποτίθεται ότι μπήκαμε στην ΕΕ για να γλυτώσουμε από το βραχνά της Τουρκίας, να μην απειλούμαστε στα σοβαρά, και να μην υποχρεωνόμαστε να συμμετέχουμε σε ένα ράλι εξοπλισμών. Κάτι τέτοιο εν τέλει δεν συνέβη. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη συνεχίζει τους υπερεξοπλισμούς για να πουλάει «εθνική ασφάλεια» και πατριωτισμό. Ενώ όμως πάντα υπάρχει η δυνατότητα μια άλλη κυβέρνηση να σταματήσει τους υπερεξοπλισμούς, ίσως κατόπιν προσφυγής στη Χάγη και εξομάλυνσης των σχέσεων Ελλάδας – Τουρκίας, σε περίπτωση επαναστρατιωτικοποίησης της Ευρώπης σε συνέχεια του αναπροσανατολισμού της αμερικανικής προσοχής προς την Άπω Ανατολή ένας απεγκλωβισμός από τις υπέρογκες στρατιωτικές δαπάνες θα είναι ανέφικτος. Η Ελλάδα θα κληθεί να παίξει έναν αναβαθμισμένο στρατιωτικό ρόλο στην ευρύτερη περιοχή, ακριβώς επειδή έχει ήδη δυσανάλογα με τον πληθυσμό της μεγάλο στρατό και οπλισμό. Οι πιέσεις από τους Συμμάχους θα είναι αφόρητες. Κατά την κατανόησή μου, η προοπτική της κοινωνίας μας να ορθοποδήσει οικονομικά και κοινωνικά περνάει από τη σθεναρή μας άρνηση στον εξοπλισμό της Ευρώπης και στην αναβίωση του Ψυχρού Πολέμου με τη Ρωσία.
Ο Δημήτρης Παπανικολόπουλος είναι διδάκτορας Πολιτικής Επιστήμης και ερευνητής στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου.