Macro

Δημήτρης Παπανικολόπουλος: Νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση και Ακροδεξιά

Από τα τέλη του 20ού αιώνα, τα κομματικά συστήματα αναδομούνται υπό την πίεση της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης. Όπως πολύ σωστά έχει υποδείξει ο Hanspeter Kriesi στις έρευνές του, τα κόμματα (επανα)τοποθετούνται στους άξονες του νεοφιλελευθερισμού και της παγκοσμιοποίησης. Ο πρώτος άξονας ευνοεί τα κόμματα της Αριστεράς, ενώ ο δεύτερος ευνοεί τα κόμματα της (Ακρο)Δεξιάς. Χωρίς να σημαίνει ότι αυτές οι τάσεις είναι αναπόδραστες ή ότι δεν έχουν τις εξαιρέσεις τους, είναι πολύ σαφές ότι τα αριστερά κόμματα καταγγέλλουν προνομιακά τη φτωχοποίηση, την επισφαλειοποίηση, τις ιδιωτικοποιήσεις, τη μείωση του κοινωνικού κράτους και τις αυξανόμενες ανισότητες, ενώ τα (ακρο)δεξιά κόμματα καταγγέλλουν προνομιακά την αποδυνάμωση της εθνικής κυβέρνησης προς όφελος των υπερεθνικών οργανισμών, την αποδυνάμωση των εθνικών ταυτοτήτων στο πλαίσιο των παγκοσμιοποιημένων πολιτισμικών και οικονομικών ανταλλαγών και των μεταναστευτικών ροών, καθώς και την αποσταθεροποίηση των παραδοσιακών προτύπων προς χάριν ενός πολιτικού και πολιτισμικού φιλελευθερισμού. Η Αριστερά δίνει μεγαλύτερη έμφαση στα οικονομικά αιτήματα, ενώ η (Ακρο)Δεξιά στα ταυτοτικά. Σε αυτά τα τελευταία έγκειται η δύναμη της Ακροδεξιάς. Η Αριστερά θα έπρεπε να δίνει μεγαλύτερη σημασία στις ταυτοτικές αναζητήσεις των πολιτών γύρω από το συνανήκειν, που δεν εξαντλούνται στα δικαιώματα των σεξουαλικών και άλλων μειονοτήτων και στην πολυπολιτισμικότητα.

Η επιστροφή του κράτους

Στο πολιτικό επίπεδο, βέβαια, συμπυκνώνονται τα αιτήματα που προέρχονται από όλα τα επίπεδα. Στο πλαίσιο αυτό, η Αριστερά ευνοείται όταν ενσωματώνει και αιτήματα αντιϊμπεριαλιστικά (ευρωσκεπτικιστικά κ.λπ.), όπως έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ μέχρι το 2015. Η δε (Ακρο)Δεξιά ευνοείται όταν ενσωματώνει και οικονομικά αιτήματα, όπως κάνει η Μαρίν Λεπέν στη Γαλλία. Και στα δύο παραδείγματα, γίνεται σαφές ένα κοινωνικό αίτημα για την επιστροφή του κράτους, που θα προστατεύσει τους γηγενείς είτε από τις νεοφιλελεύθερες ελίτ είτε από τους ξένους, και για την επιστροφή της ισχύος όσο το δυνατόν πιο κοντά στον λαό. Οι υποστηρικτές της Ακροδεξιάς πολύ θα ήθελαν οι αποφάσεις, τα προϊόντα και οι ταυτότητες που έχουμε ανάγκη να μην παράγονται τόσο μακρυά από την εμβέλειά τους. Άσχετα αν τελικά βολεύονται με το να προσπαθούν να μειώσουν με πολιτικά μέσα τον υποτιθέμενο ανταγωνισμό με τους μετανάστες και τους διαφορετικούς για τους πόρους εντός της χώρας. Τόσο η μεγάλη τους φιλοδοξία όσο και η μικρή τους φιλοδοξία περνά από την ενίσχυση του κράτους έναντι των δυνάμεων που θεωρούν ανοίκειες και/ή μακρινές και, γι’ αυτό, ανεξέλεγκτες. Η καθ’ ημάς Αριστερά πρέπει να καταλάβει τη διαπαραταξιακότητα του αιτήματος για την επιστροφή του κράτους, καθώς και για την επιστροφή ενός υγιούς ευρωσκεπτικισμού.

Ρετροτοπία

Οπως έχει επισημάνει ο Zygmunt Bauman, ζούμε σε «ρευστούς καιρούς», το μέλλον τρομάζει τους ανθρώπους και το παρελθόν φαντάζει πιο σταθερό, με αποτέλεσμα η ουτοπία να έχει αντικατασταθεί από μια «ρετροτοπία». Οι άνθρωποι κοιτούν συνεχώς πίσω, προς ένα ωραιοποιημένο παρελθόν, κάτι πιο σταθερό, κάτι που δεν μπορεί να αλλάξει, κάτι που μπορεί να είναι υπό τον έλεγχό τους. Όμως -κι εδώ πρέπει να δώσουμε βάση- η υποχώρηση στην επικράτεια του παρελθόντος δεν αποτελεί μια απλή προσαρμογή στις νεοφιλελεύθερης έμπνευσης μουσικές καρέκλες, όπου πλέον «ο κόσμος δεν μας χωράει όλους», ούτε μια προσαρμογή σε μια συνθήκη μηδενικών προσδοκιών, αλλά μια επιστροφή σε ένα νοητικό και πολιτισμικό σύμπαν όπου διατηρείται το αίτημα της ισότητας έστω και σε συμβολικό επίπεδο. Αφού η δημοκρατία απέτυχε να εξασφαλίσει την κοινωνική δικαιοσύνη, η θρησκεία και το έθνος διατηρούν ατόφια την υπόσχεση της ισότητας. Όσο απατηλή και αν είναι αυτή η υπόσχεση, καταδεικνύει ότι η Αριστερά δεν μπορεί να περιορίζεται στη διαχείριση της νεοφιλελεύθερης δημοκρατίας, αφού αυτός δεν είναι ο ορίζοντας ούτε των υποστηρικτών της Ακροδεξιάς.

Αντίδραση, συντήρηση, φασισμός

Στο σημείο αυτό, και καθώς έχουμε τρία διαφορετικά ακροδεξιά κόμματα στη Βουλή (και ένα κυβερνών κόμμα με πορώδη σύνορα με την Ακροδεξιά), καλό θα ήταν να ξέρουμε να διακρίνουμε ποια είναι φασιστικά, ποια αντιδραστικά και ποια συντηρητικά κόμματα. Αν και τα κόμματα της Ακροδεξιάς μπορεί να συναρθρώνουν στοιχεία, σε γενικές γραμμές υφίσταται μια θεμελιώδης διάκριση. Τα αντιδραστικά κόμματα επιδιώκουν την επιστροφή σε ένα ωραιοποιημένο παρελθόν. Τα συντηρητικά κόμματα επιδιώκουν τη διατήρηση της κοινωνικής ζωής ως έχει, υποστηρίζοντας ότι οι αλλαγές δεν πρέπει να είναι μεγάλες ούτε να έρχονται απότομα. Προτιμούν οι αλλαγές να έρχονται με «φυσικό» τρόπο. Τα φασιστικά κόμματα κοιτούν στο μέλλον και ονειρεύονται μια νέα τάξη πραγμάτων που δεν έχει υπάρξει μέχρι τώρα. Τούτων λεχθέντων, θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι Σπαρτιάτες είναι ένα κόμμα συντηρητικής κλίσης με φασιστικά στοιχεία (λόγω Κασιδιάρη), η Νίκη είναι επίσης ένα συντηρητικό κόμμα με αντιδραστικά στοιχεία (λόγω θρησκοληψίας), ενώ η Ελληνική Λύση είναι ένα κλασικό συντηρητικό κόμμα (όσες κορώνες και αν εκστομίζει ο επικεφαλής του για το παρελθόν και το μέλλον).

Και η Ακροδεξιά χάνει

Δεν υπάρχουν οριστικές νίκες, αλλά ούτε και οριστικές ήττες. Όπως τιμωρείται η Αριστερά όταν αδυνατεί να εξασφαλίσει καλύτερους όρους ζωής, έτσι τιμωρείται και η Ακροδεξιά για τους ίδιους λόγους. Η κυβέρνηση της Πολωνίας, που τόσο μας είχε απασχολήσει για τις αντιδραστικές πολιτικές που υιοθέτησε όσον αφορά τα δικαιώματα, εκπαραθυρώθηκε την περασμένη Κυριακή από τη μαζική εκλογική αντίδραση των προοδευτικών πολιτών, ειδικά των νέων και των γυναικών.

Ο Δημήτρης Παπανικολόπουλος είναι δρ. Πολιτικής Επιστήμης και ερευνητής

Η ΑΥΓΗ