Macro

Δημήτρης Παπανικολόπουλος: Να βγούμε στη σέντρα

Η καθ’ ημάς Αριστερά παρουσιάζει δυστοκία στη σύμπηξη συμμαχιών, στην πολιτική συνεργασιών, στην έναρξη ακόμα και ενός προγραμματικού διαλόγου, είτε με δυνάμεις προς τα αριστερά της είτε με δυνάμεις προς τα δεξιά της. Μαθημένη να αντιμετωπίζει την πολιτική αποκλειστικά με όρους ηγεμονίας και όχι ισχύος, αναγκάζεται να προβαίνει σε αυτοδύναμη διδασκαλία με την ευχή να υπάρχουν μαθητές… Σε μια περίοδο που η ρευστοποίηση του πολιτικού και κομματικού συστήματος είναι μεγάλη –και οι ευκαιρίες πολλές– η προσφορά πρωτοβουλιών είναι πολύ μικρότερη από τη ζήτηση. Το ηγετικό έλλειμμα είναι πρόδηλο. Η καθ’ ημάς Αριστερά παρακολουθεί με αμηχανία και κάποια ζήλια κάθε νέο αρχηγό να εισέρχεται δυναμικά στο πολιτικό προσκήνιο μόνο και μόνο επειδή υποστηρίζει ένα καθαρό και κρουστικό μήνυμα με μαχητικό τρόπο. Η απουσία από κάθε προσπάθεια να δημιουργηθεί η κρίσιμη μάζα προκειμένου να σταματήσει η κοινωνική παρακμή που επιβάλει η παραμονή της ΝΔ στην εξουσία τροφοδοτείται από την παραγνώριση ότι χωρίς κρίσιμη μάζα και αντίστοιχη ορατότητα ο προγραμματικός πληθωρισμός πέφτει στο κενό.
 
Ακόμα, όμως, και η μοναχική πορεία θα μπορούσε προοδευτικά να αποδώσει καρπούς, αλλά και πάλι δεν θα μπορούσε αυτό να συμβεί χωρίς νέα πρόσωπα, αριστερό λαϊκισμό και μαχητικό πολιτικό ύφος. Όσοι/ες δεν το κατανοούν αυτό, κυρίως λόγω του αυτοπεριορισμού τους στην ταυτοτική πολιτική (λες και το «είμαι αριστερός» είναι πρόγραμμα) αρέσκονται να υπογραμμίζουν την προτεραιότητα του προγράμματος. Αλλά και πάλι χωρίς να κατανοούν τη βασική πτυχή αυτής της θέσης: της ιδιοκτησίας της ατζέντας (agenda ownership) ή της επιθετικής ιδιοποίησής της. Όποιος, όμως, δεν θέλει ή δεν μπορεί να βγει στη σέντρα απλώς δεν κάνει ούτε γι’ αυτό το σχέδιο. Ας δούμε μερικά μόνο παραδείγματα:
 
Ελληνοτουρκικά
 
Ξεκινάω με αυτό το θέμα, γιατί πρέπει να είναι σαφές ότι, σε μια περίοδο γεωπολιτικών αναταράξεων και πολεμικών ιαχών, οι διεθνείς εξελίξεις και η ανάγκη εγχώριας ασφάλειας έχουν προτεραιότητα, και όλο το πρόγραμμα για τα υπόλοιπα ζητήματα είναι υπό αίρεση. Καλή είναι η κριτική στην κυβέρνηση και η θέση υπέρ του διαλόγου με τη γείτονα, αλλά αυτό δεν σε κάνει να ξεχωρίσεις. Θα σε έκανε αν είχες το θάρρος να υποστηρίξεις τη λύση εδώ και τώρα, με προσφυγή στη Χάγη και αναγνώριση ότι, όπως σωστά έχει επισημάνει ο Αλέξης Ηρακλείδης, οι ελληνοτουρκικές διαφορές είναι έξι και όχι μία, και ότι στις μισές η Ελλάδα έχει δίκιο και στις άλλες μισές άδικο. Μια τέτοια θέση θα σε έβγαζε στη σέντρα, όπου θα μπορούσες επιτέλους να ακουστείς, λέγοντας σοβαρά πράγματα για το μέλλον της χώρας μας. Έτσι, θα αποκτούσε ορατότητα και σημασία η σωστή θέση για την καταψήφιση των υπερεξοπλισμών, καθώς θα εντασσόταν σε μια συνολική στρατηγική ομαλοποίησης των ελληνοτουρκικών σχέσεων και εκ του ασφαλούς μείωσης των στρατιωτικών εξοπλισμών. Γιατί ως έχουν οι σχέσεις των δύο χωρών, εν μέσω μάλιστα πολέμων και επανεξοπλισμού της Ευρώπης, η σωστή θέση για μείωση των στρατιωτικών δαπανών δεν αναμένεται να αποδώσει καρπούς.
 
Φορολογία
 
Έχω τονίσει πολλές φορές ότι στην Ελλάδα όλα τα κόμματα, των αριστερών συμπεριλαμβανομένων, είναι κατά των φόρων, αλλά όλο το πρόγραμμα της Αριστεράς προϋποθέτει φόρους. Γι’ αυτό η Αριστερά δεν μπορεί να πείσει για το πρόγραμμά της: όχι γιατί δεν είναι φιλολαϊκό, αλλά γιατί δεν είναι εφικτό. Αντί λοιπόν να λέει ότι «οι φόροι πρέπει να μην κατανέμονται άδικα», και άρα να συμμετέχει στην εμπέδωση της ιδέας ότι φόροι και αδικία πάνε μαζί, θα έπρεπε να λέει ότι «όλα τα ωραία πράγματα που λέμε γίνονται μόνο με φόρους, οπότε οι φόροι πρέπει να πληρώνονται για να μπορούν να μειώνονται». Αφού η καθ’ ημάς Αριστερά αρέσκεται τόσο πολύ να έχει εκπαιδευτικό ρόλο απέναντι στην κοινωνία, ορίστε πεδίο δόξης λαμπρό: ας αντιμετωπίσει την εθνική μας αυταπάτη, ότι μπορούν και οι φόροι να μειώνονται, και οι στρατιωτικοί εξοπλισμοί να ανανεώνονται, και οι δημόσιες επενδύσεις (παιδεία, υγεία, δημόσια έργα κλπ.) να αυξάνονται. Η ρητορική ενάντια στη φοροαποφυγή/φοροδιαφυγή του μεγάλου κεφαλαίου δεν πρόκειται ποτέ να πιάσει τόπο, όσο η ανάγκη να μη θιγεί η θάλασσα των ελευθέρων επαγγελματιών και των μικρών επιχειρηματιών επιτρέπει την εμπέδωση της πρακτικής της φοροαποφυγής/φοροδιαφυγής στο κοινωνικό σώμα και της συνακόλουθης συναλλαγής με την εξουσία. Το σίγουρο είναι ότι οι μισθωτοί δεν θα είχαν καμία αντίρρηση με κάτι τέτοιο.
 
Μεταναστευτικό
 
Η ρητορική υπέρ των δικαιωμάτων είναι φυσικά σωστή, αλλά πόρρω απέχει από το να είναι επιθετική κατά τον τρόπο που είναι αυτή της (ακρο)Δεξιάς. Και εδώ η καθ’ ημάς Αριστερά θα έπρεπε να βγει στη σέντρα και να πει: «η μετανάστευση όχι μόνο δεν είναι πρόβλημα, αλλά είναι λύση, για την ακρίβεια η μόνη λύση στα περισσότερα από τα προβλήματά μας (οικονομικά, δημογραφικά κ.ά.)». Αλλά αυτό προϋποθέτει θράσος και πίστη σε αυτή την ανάλυση που απουσιάζει εκκωφαντικά.
 
Κρατικοποιήσεις
 
Η πρόταση για επανακρατικοποίηση του σιδηρόδρομου θα έπρεπε να αποτελέσει το μοντέλο του τι πάει να πει «βγαίνω στη σέντρα και ιδιοποιούμαι επιθετικά μια alt-left ατζέντα». Αλλά και αυτή, όχι αποκομμένη από μια θαρραλέα στρατηγική που, κάθε φορά που οι νεοφιλελεύθεροι λένε ότι «η λύση είναι η αγορά», θα απαντά σύστοιχα: «η λύση, αντιθέτως, είναι ο δημόσιος φορέας» (τραίνο, ΔΕΗ, τράπεζα, κ.ο.κ.).
 
Κοντολογίς, προσωπικά δεν πιστεύω σε μια Αριστερά χωρίς το κουράγιο να διεκδικήσει την «επιστροφή του κράτους» και σε μια ριζοσπαστική Αριστερά που φοβάται να βγει στη σέντρα μην της πούνε ότι είναι «παλαβή» (θυμάστε;).