Πάσχα έχουμε και μπορεί να περάσουμε και από την εκκλησία όπου διατηρεί ακόμα μια υπόσχεση συμβολικής ισοτιμίας, ένα σπάραγμα ουτοπικής συνθήκης. Αναρωτιόμαστε συχνά αν η ουτοπική διάσταση έχει εκλείψει από τις ζωές μας. Προσωπικά δεν θα βιαζόμουν να απαντήσω θετικά, αν και η ιδέα της προόδου, οι μεγάλες αφηγήσεις και η έννοια της επανάστασης περνούν κρίση. Αυτές συνδέθηκαν με τις προσπάθειες των ανθρώπων να μοιράσουν καλύτερα τα υλικά αγαθά, τις ελευθερίες και τα δικαιώματα. Σπάνια αναρωτιόμαστε τι σχέση έχει ένα διαφορετικό αιτούμενο των ανθρώπων, η αναγνώριση, το κύρος, με την ουτοπία. Κακώς.
Ο εκδημοκρατισμός του στάτους
Οι πολιτικές της ταυτότητας (identity politics) μάς υπενθυμίζουν τη σημασία που έχει η αναγνώριση στη ζωή μας. Το ζήτημα δεν είναι να υπάρχουν απλώς ίσα δικαιώματα αλλά να μπορούμε να τα ασκήσουμε με ίσο τρόπο και να αναγνωριζόμαστε ως ισότιμοι/ες από τους συμπολίτες μας. Το φεμινιστικό και το ΛΟΑΤΚΙ κίνημα, για παράδειγμα, παρόλο το γεγονός ότι απευθύνουν αιτήματα προς τις αρχές, εστιάζουν σταθερά στο αίτημα για αναγνώριση, το οποίο απευθύνουν στην κοινωνία.
Έτερη ένδειξη για του λόγου το ασφαλές αποτελεί το γεγονός ότι από τότε που η γνώση διατίθεται online, και άρα είναι εύκολα προσβάσιμη σε όλες και όλους, ο κόσμος γέμισε «ειδικούς». Δεν πρέπει να υποτιμούμε τη μεγάλη αλλαγή που αυτό επέφερε στη ζωή όλων των ανθρώπων. Τους εφοδίασε τα μέγιστα ώστε να μπορούν να έχουν μια ενημερωμένη γνώμη χωρίς να εξαρτώνται από τους άλλους. Και αυτό ήταν μια επανάσταση. Και έτσι ακριβώς βιώνεται.
Το ίδιο επαναστατική ήταν η επίδραση της διάδοσης των social media. Η επαναστατικοποίηση της επικοινωνίας έφερε τον εκδημοκρατισμό του στάτους. Ο κόσμος δεν χωρίζεται πλέον με γνωστούς και άσημους, σε ανθρώπους που δικαιούνται ίνα ομιλούν και στη σιωπηλή πλειοψηφία. Κάθε άνθρωπος μπορεί να δημοσιοποιήσει τη γνώμη του σε πολλούς συνανθρώπους του. Κάθε άνθρωπος μπορεί αδιαμεσολάβητα και δωρεάν να πει τι νομίζει για όλα τα θέματα. Η δημόσια ομιλία δεν είναι πλέον προνόμιο – αν και η πρόσβαση σε αυτή δεν είναι καθόλου ισότιμη.
Όλα αυτά ήταν κάποτε ουτοπικά. Γι’ αυτό και έχουμε πέσει με τα μούτρα να τα πραγματώσουμε. Θεωρώ ότι όσοι και όσες δεν κατανοούν ότι ο εκδημοκρατισμός του στάτους, του κύρους, ήταν ένας απαραίτητος εκδημοκρατισμός, και ότι είναι εξίσου επαναστατικός με τον εκδημοκρατισμό που αφορά στις ελευθερίες και στα δικαιώματα ή στην πρόσβαση στα υλικά αγαθά, δεν κατανοεί επαρκώς τη νομιμοποιητική βάση του παρόντος συστήματος.
Η ουτοπία στο παρόν
Βέβαια, ο εκδημοκρατισμός του στάτους, όπως είπα, συμβαίνει τώρα. Γιατί τον χαρακτηρίζω ως ουτοπία; Η ουτοπία δεν αφορά το μέλλον; Όπως έχω αναφέρει αναλυτικότερα αλλού, «η εγκατάλειψη […] κάθε ολιστικής προοπτικής υπέρ της οικοδόμησης στο παρόν, όπως τονίζει ο Ibanez, δεν σημαίνει εγκατάλειψη της ουτοπίας, αλλά απαίτηση να κρίνονται οι πολιτικές διατυπώσεις ανάλογα με την καταλληλότητά τους για τις υπάρχουσες συνθήκες και την ικανότητά τους να αποδεικνύουν άμεσα την αξία τους»1. Δεν πρόκειται δηλαδή για κάποια διανοητική αμαρτία συνδεδεμένη με τον παροντισμό, αλλά για δυσπιστία απέναντι στην ιδέα ότι πρέπει να εργαλειοποιήσουμε τη ζωή μας έως ότου πραγματωθεί η ουτοπία κάποια στιγμή στο μέλλον, καθώς και έναντι του πολιτικού σχεδιασμού που απλώνεται στον χρόνο και είναι ευάλωτος στην ετερογονία των σκοπών. Η ουτοπία, στην πραγματικότητα, δεν έχει χαθεί από τη ζωή μας, απλώς αρνούμαστε να την αποσυνδέσουμε από την πραγματική ζωή μας.
Αν επομένως η ουτοπία οφείλει να τοποθετηθεί χρονικά πιο κοντά μας, στην αριστερή της εκδοχή πρέπει να ενδυθεί τα επίδικα της εποχής μας: να μετατραπεί σε οικοσοσιαλισμό και οικοφεμινισμό. Η οικολογία και ο φεμινισμός (και η ΛΟΑΤΚΙ ατζέντα) είναι τώρα που μιλάμε τα μόνα «φαντάσματα που πλανιόνται» πάνω από τον κόσμο και «καταργούν την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων» – ή τουλάχιστον προσπαθούν.
Δεν θέλω όμως να υπεκφύγω: Η ουτοπία δεν εξαφανίστηκε, αλλά όντως απομακρύνθηκε από τα κολλεκτιβίστικα καλούπια του παρελθόντος. Επηρεάζεται όλο και περισσότερο από τον διάχυτο ατομικισμό. Ατομικές ουτοπίες (λ.χ., νεοφιλελεύθερα όνειρα ατομικού πλουτισμού) και ουτοπικές συνθήκες για free riders (λ.χ., ανεμπόδιστη απόλαυση σε μια διαρκώς ογκούμενη σεξουαλική αγορά) έχουν το δικό τους χώρο στο φαντασιακό των σύγχρονων ανθρώπων. Αντί λοιπόν να μιλάμε για τη «μεγάλη εξαφάνιση», καλύτερα να μιλάμε για τη «μεγάλη αποσύνδεση», την αποσύνδεση της ουτοπίας από την κοινωνικότητα και τη συλλογικότητα.
Όμως προσοχή πριν βρεθούμε σε γνώριμα διανοητικά μονοπάτια: Ο ιστορικός σοσιαλισμός, πολιτικός και διανοητικός, εκλήφθηκε συχνά ως κλειστό σύστημα. Οι ουτοπίες όμως δεν πρέπει να παρουσιάζονται ως κλειστά συστήματα, ως το τέλος της Ιστορίας. Για να αρδεύουν από τα μεγάλα ανθρώπινα πάθη, την ελευθερία και τη δημιουργικότητα, δεν πρέπει να κάνουν έκκληση στο αντίθετό τους, τον καταναγκασμό και τη μίμηση. Οτιδήποτε διανοητικά προαποφασισμένο από άλλους δεν μπορεί να θεωρείται η ενθουσιώδης περιπέτεια στην οποία όλες και όλοι θα θέλαμε να συμμετάσχουμε. Η ουτοπία δεν μπορεί να είναι συλλογική περισσότερο από ό,τι είναι ατομική – αλλιώς αναδύει μια οσμή ολοκληρωτισμού, και απωθεί.
Σημείωση:
1. «Ο ρόλος των κινημάτων στις διαδικασίες κοινωνικού μετασχηματισμού», στο Κώστας Γαλανόπουλος και Δημήτρης Παπανικολόπουλος (επιμ.), Τι να κάνουμε. Σκέψεις για την επανεκκίνηση της ριζοσπαστικής πολιτικής, Εκδόσεις Θεμέλιο, 2022, σ. 158.
Ο Δημήτρης Παπανικολόπουλος είναι διδάκτορας Πολιτικής Επιστήμης και ερευνητής στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου.