Ανέκαθεν μου έκανε εντύπωση ένα πράγμα στις συζητήσεις για τους Ρομά: Οι άνθρωποι που αρέσκονταν να μιλούν με όρους (οικονομικής) βάσης και (πολιτικο-ιδεολογικού) εποικοδομήματος, στις συζητήσεις για τους Ρομά αντέστρεφαν το γνωστό σχήμα. Φυσικά, αυτό το σχήμα είναι ξεπερασμένο πλέον, καθώς τα ανύσματα αποδεδειγμένα έχουν διπλή φορά και ο οικονομικός ντετερμινισμός εξίσου αποδεδειγμένα αδυνατεί να συλλάβει την πολυπλοκότητα των σχέσεων. Έχει ενδιαφέρον όμως να σταθούμε στο εξής: Πολύ σωστά όλοι/ες μας υποστηρίζουμε τα προγράμματα στήριξης των Ρομά, τα οποία όμως λιγότερο αφορούν την εργασία τους και περισσότερο τον εγγραμματισμό και τη στέγασή τους –τα επιδόματα που παίρνουν δίδονται σε όλους τους έλληνες πολίτες με τις ίδιες προϋποθέσεις. Το ελληνικό κράτος δεν μεριμνά το ίδιο για τους μετανάστες, αυτοί όμως φαίνεται πως τα καταφέρνουν καλύτερα από τους Ρομά. Γιατί; Γιατί βρίσκουν εργασία, δουλεύουν, και στη συνέχεια εξασφαλίζουν και όλα τα υπόλοιπα. Κοντολογίς, ισχυρίζομαι πως, αν τα προγράμματα της ελληνικής Πολιτείας στόχευαν στην επαγγελματική αποκατάσταση των Ρομά, αντί σε οτιδήποτε άλλο, τα αποτελέσματα θα ήταν πολύ καλύτερα.
Πριν προχωρήσουμε, καλό θα ήταν να ξεκαθαρίσουμε μερικά πράγματα. Πρώτον, η ανεργία των Ρομά είναι πολυπαραγοντική. Αφορά τις εσωτερικές δυναμικές των κοινοτήτων τους, αφορά και τον ρατσισμό της ελληνικής κοινωνίας. Περισσότερο όμως αφορά το σημείο επαφής τους, και ειδικότερα το γεγονός ότι αυτό που πουλούσαν οι Ρομά εδώ και δεκαετίες δεν βρίσκει αγοραστές. Θυμίζω ότι οι Ρομά ήταν γυρολόγοι (γανωματήδες κλπ.) και πλανόδιοι έμποροι (καλάθια, καρέκλες, πατάτες, καρπούζια κλπ.). Τώρα οι τέχνες τους είναι αχρείαστες, ενώ τα εμπορεύματα που πουλούσαν, οι μπαλαμοί τα αγοράζουν κυρίως απευθείας από την αγορά των πόλεων. Έτσι η ανεργία των Ρομά αυξήθηκε κατακόρυφα. Και αυτό είναι κοινωνικό πρόβλημα, το οποίο μάλιστα έγινε ακόμα μεγαλύτερο καθώς η σύγχρονη οικονομία απαιτεί όλο και περισσότερες δεξιότητες οι οποίες απαιτούν μακρόχρονη παραμονή στην εκπαίδευση. Η οικονομία της γνώσης ή της πληροφορίας, και κατ’ επέκταση η ψηφιακή οικονομία, ψαλιδίζει ολοένα και περισσότερο τις προοπτικές των Ρομά, και οι ανισότητες γιγαντώνονται πιο γρήγορα γι’ αυτούς, μαζί με την κοινωνική τους απομόνωση.
Όμως τώρα φαίνεται πως παρουσιάζεται μια μεγάλη ευκαιρία για τους Ρομά να επανενταχθούν στην αγορά εργασίας πέρα από τη συλλογή σίδερου και παλιών συσκευών ή τη μεταφορά τους από εμποροπανήγυρη σε εμποροπανήγυρη που σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να τους βοηθήσουν να απομακρυνθούν από τη φτώχεια ή –πολλές φορές– την εξαθλίωση. Οι απαράδεκτες πολιτικές της εγχώριας Δεξιάς σε συνδυασμό με τη μακρά οικονομική κρίση και την τουριστικοποίηση της οικονομίας έχουν απομακρύνει μεγάλο μέρος του νεανικού εργατικού δυναμικού της χώρας καθώς και των εγκατεστημένων μεταναστών. Το κενό που έχει δημιουργηθεί χάσκει και είναι πρακτικά αδύνατο να γεμίσει τα επόμενα πολλά χρόνια, ακόμα και με πιο φιλολαϊκές και φιλομεταναστευτικές πολιτικές μιας άλλης κυβέρνησης. Επομένως, εμφανίζεται μια δομική και παρατεταμένη χρονικά ευκαιρία αξιοποίησης των Ρομά σε εργασιακές θέσεις που δεν απαιτούνται γνώσεις. Για την ακρίβεια, είναι απολύτως εφικτό να αποκατασταθούν όλοι/ες οι αναζητούντες/ες εργασία Ρομά, δεδομένου ότι τα κενά σε εργαζομένους σε τομείς εντάσεως εργασίας είναι πολλαπλάσια του πληθυσμού των άνεργων Ρομά. Αντί λοιπόν να αναζητούνται δυνητικοί εργαζόμενοι στις χώρες από όπου ήρθαν οι Ρομά πριν αιώνες, καλό θα ήταν το ελληνικό κράτος να κινηθεί αποφασιστικά ώστε να αποκατασταθούν επαγγελματικά οι Έλληνες Ρομά, οι οποίοι και ελληνικά ξέρουν (και άρα δεν χρειάζεται να μάθουν) και σπίτια έχουν να μείνουν. Και τότε, και η εγκληματικότητα που σχετίζεται με αυτόν τον πληθυσμό θα ελαχιστοποιηθεί και η σχολική διαρροή θα μειωθεί και σιγά σιγά η θέση των κοριτσιών/γυναικών Ρομά θα βελτιωθεί. Και δεν τα ισχυρίζομαι όλα αυτά με αφέλεια, χωρίς να γνωρίζω τις δυσκολίες, τις απροθυμίες εκατέρωθεν, τη δύναμη της αδράνειας, του ρατσισμού κλπ. –κοντά σε καταυλισμό μεγάλωσα.
Εκείνο όμως που με κάνει αισιόδοξο είναι το γεγονός ότι «οι δουλειές δεν μπορούν να περιμένουν», όπως λένε οι επιχειρηματίες, και φέτος –περισσότερο από την περασμένη χρονιά– πολλοί ξενοδόχοι προσέλαβαν Ρομά για κουβαλήματα, λάντζα, πλύσιμο των σεντονιών κλπ., ενώ και πολλοί αγρότες μάζεψαν τις καλοκαιρινές σοδιές με τη βοήθεια εργατών Ρομά. Η ανάγκη είναι εν προκειμένω πιο ισχυρή από τα ρατσιστικά ταμπού και αυτό μπορούμε να το εκμεταλλευτούμε ώστε να εξέλθει από την απομόνωσή της η κοινότητα των Ελλήνων Ρομά και να εγκαινιαστεί ένας ενάρετος κύκλος μέσα από την εργασία τους αρχικά σε τομείς σαν αυτούς που ανέφερα. Προσοχή: Κανένας εργοδότης δεν είναι άγιος, ούτε πρέπει να ξεχνάμε ότι η ευκαιρία την οποία σχολιάζω δημιουργήθηκε ακριβώς γιατί οι εργασιακές συνθήκες δεν είναι καλές στους κλάδους που ανέφερα. Τα περί μεγάλης ευκαιρίας για τους Ρομά, επομένως, δεν πρέπει να ισοδυναμεί με το «καλώς τα σκλαβάκια», αλλά να συνοδεύονται με έμπρακτο ενδιαφέρον, από την πλευρά του συνδικαλιστικού κινήματος και του κράτους, για τα εργασιακά τους δικαιώματα.