Macro

Δημήτρης Παπανικολόπουλος: Η επιστροφή του κράτους και ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ

Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ βρίσκεται σε κρίση, γιατί δεν έχει ένα συμπαγές αφήγημα που να εντοπίζει το βασικό πρόβλημα της ελληνικής κοινωνίας (αυτό δηλαδή που τροφοδοτεί με τη σειρά του όλα τα επιμέρους προβλήματα), που να προτείνει μια γενική λύση (με άξονα την οποία θα διατυπωθούν οι επιμέρους λύσεις) και που θα κινητοποιεί τον κόσμο στη βάση του επείγοντος, αλλά και της δυνατότητας επιτυχίας. Και επειδή ακριβώς δεν υπάρχει αυτό το γενικό αφήγημα, αναπτύσσονται τα φαινόμενα Βαβυλωνίας, όπου οι εκπρόσωποι του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ αυτοσχεδιάζουν, και οι εκπρόσωποι των συστημικών ΜΜΕ, καθώς και οι πολιτικοί τους αντίπαλοι, σπεύδουν να αναδείξουν την αναξιοπιστία της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
 
Η αναζήτηση, φυσικά, του αφηγήματος δεν αφορά αποκλειστικά ούτε την ακαδημαϊκή ανάλυση ούτε την πολιτική επικοινωνία. Ούτε αποκλειστικά τα επιστημονικά συνέδρια ούτε αποκλειστικά τις δημοσκοπικές έρευνες ή τους επικοινωνιολόγους. Ούτε μόνο την τεκμηριωμένη αποτύπωση της κοινωνικής πραγματικότητας ούτε μόνο τα συνθήματα. Γιατί καμία ανάλυση χωρίς τη δυνατότητα αποτύπωσής της σε εύληπτα προτάγματα δεν έχει πολιτικό αποτέλεσμα. Ούτε η ανάλυση των «αντικειμενικών» δεδομένων χωρίς την ανάλυση των κοινωνικών αιτημάτων, που συνίστανται στην «ανάλυση» που έχει κάνει η κοινωνία μόνη της, μπορεί να έχει. Κατ’ αντιστοιχία, ούτε η αναζήτηση εύηχων συνθημάτων από ειδικούς του πολιτικού μάρκετινγκ μπορεί να τελεσφορήσει, αν δεν στέκεται πάνω στα θεμέλια της ανάλυσης των κοινωνικών δεδομένων και της πρόσληψής τους από την ίδια την κοινωνία. Επομένως, δεν υπάρχει περιθώριο να «κλέψεις». Προέχει η κατανόηση του βασικού προβλήματος της κοινωνίας και η κατανόηση των διάχυτων αιτημάτων της κοινωνίας, είτε ρητών είτε άρρητων. Αυτή είναι που θα δώσει αξιοπιστία στο πολιτικό αφήγημα και θα το κάνει να αντέχει στις προσπάθειες αποδόμησης, αφού θα απηχεί κάτι ιστορικά εδραιωμένο και βαθύ και όχι συγκυριακό ή επιφανειακό. Mε τη σειρά του, το πολιτικό αφήγημα πρέπει να είναι λιτό και σαφές, στηριγμένο σε καταξιωμένα σημαίνοντα που δεν θα αλλάζουν κάθε φορά που φυσάει ο αέρας. Με λίγα λόγια, δεν είναι ένα παιχνίδι με τις λέξεις. Η επιλογή των λέξεων πρέπει να είναι προσεκτική, γιατί αποκαλύπτει πεποιθήσεις που διεκδικούν την κοινωνική στήριξη. Η τύχη κάθε τέτοιου σημαίνοντος, κάθε τέτοιας «αξιακής πλαισίωσης», όπως ονομάζεται στον υποκλάδο της Πολιτικής Επιστήμης όπου έταξα τον εαυτό μου, κρίνεται από την απήχηση που έχει στην κοινωνία. Δύναται δε να έχει μεγαλύτερη απήχηση, όταν διαφορετικές ομάδες πληθυσμού μπορούν να αναγνωρίσουν τα αιτήματά τους στην ίδια αξιακή πλαισίωση, στο ίδιο κεντρικό σημαίνον.
 
Το 2015, ο ΣΥΡΙΖΑ εξέπεμψε ένα μήνυμα που εμπεριείχε τόσο ένα «αριστερό» αίτημα (ενάντια στη λιτότητα) όσο και ένα «δεξιό» αίτημα (ενάντια στη μείωση της εθνικής κυριαρχίας). Η αντίσταση στην Τρόικα ικανοποιούσε και τα δύο. Τώρα και πάλι χρειαζόμαστε ένα αφήγημα που να εμπερικλείει τόσο τα αιτήματα του «αριστερού» κόσμου (εργασία, κοινωνικό κράτος, κ.λπ.) όσο και του «δεξιού» (αναστήλωση της ισχύος και του προστατευτισμού του κράτους). Όλα τα παραπάνω αιτήματα εμπερικλείονται στην επιστροφή του κράτους, με όρους όμως ικανότητας, κοινωνικής ευαισθησίας και δημοκρατικής λογοδοσίας. Ας αποπειραθούμε, λοιπόν, να το διατυπώσουμε.
 
Η αιτία της ελληνικής κρίσης είναι η εγκατάλειψη της κοινωνίας και της χώρας στα αόρατα χέρια της αγοράς, δηλαδή η απουσία του κράτους. Κανένα ενδιαφέρον για την πρόληψη από πυρκαγιές και πλημμύρες, παροιμιώδης ανικανότητα αντιμετώπισης των κινδύνων, εγκατάλειψη ή υποχρηματοδότηση των δημόσιων υποδομών, επέκταση της εργασιακής επισφάλειας με τους εργαζομένους να βρίσκονται στο έλεος της εργοδοτικής αυθαιρεσίας, έλλειψη ρευστότητας για τις μικρομεσαίους επιχειρηματίες, εγκατάλειψη της οικονομίας στους κινδύνους της μονοθεματικότητας του τουρισμού, ιδιωτικοποίηση των πάντων, πλιάτσικο στα δημόσια ταμεία με σκοπό την εξυπηρέτηση αποκλειστικά γαλάζιων υποστηρικτών (ο Μητσοτάκης δεν είναι πρωθυπουργός όλων των Ελλήνων), υποβάθμιση των θεσμών της δημοκρατίας (υποκλοπές, έλεγχος της ενημέρωσης, κ.λπ.), αδυναμία να ελεγχθεί η ακρίβεια, αδυναμία να ενταχθούν στον κοινωνικό ιστό μετανάστες και πρόσφυγες που έχει ανάγκη η χώρα για να μην πεθάνει. Σε όλους αυτούς τους τομείς και για όλους αυτούς τους λόγους, το κράτος πρέπει να επιστρέψει. Πριν γίνουμε κρανίου τόπος, πριν πιάσουμε πάτο σε κάθε ευρωπαϊκή κατάταξη, πριν διαρραγεί κάθε εμπιστοσύνη των πολιτών στο κράτος, πριν γίνει η Ελλάδα συνώνυμο ενός αποτυχημένου κράτους.
 
Άλλωστε, τίποτε από αυτά που εμπεριέχονται στο προεκλογικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ δεν θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί, αν το κράτος δεν επέστρεφε. Ο Τσίπρας μιλούσε συνεχώς για μια διαφορετική λογική, η οποία όμως δεν έγινε καταληπτή ως τέτοια. Γιατί της έλειπε η σαφήνεια, το όνομα. Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ δεν πρέπει να φοβηθεί τις αναμενόμενες κατηγορίες περί «κρατισμού», «λαϊκισμού», «παρελθόντος», «Σοβιετικής Ένωσης», κ.λπ. Αντιθέτως, πρέπει να προτάξει με σθένος και αίσθηση της ιστορικής αποστολής την ιδέα επιστροφής του κράτους, ώστε να μην συντριβούμε στα βράχια της οικολογικής κρίσης, των γιγαντιαίων (αντιπαραγωγικών, αχρείαστων και αισχρών) ανισοτήτων και του νεοφασισμού. Γιατί, ο φόβος της ατομικής και συλλογικής κατάρρευσης είναι διάχυτος. Και, αν η Αριστερά δεν αφουγκραστεί αυτό το αίσθημα, θα το κάνει με όλο και μεγαλύτερη επιτυχία η Ακροδεξιά. Και, τέλος, ακόμα και αν η μεταρρύθμιση του κράτους είναι απαραίτητη (και, άρα, απαραίτητη και η σχετική συζήτηση), το κράτος πρέπει να επιστρέψει, για να υπάρξει επιτέλους ένας φραγμός στο νεοφιλελευθερισμό και στο αίσθημα ότι σε αυτό τον κόσμο «ζούμε από τύχη».

Ο Δημήτρης Παπανικολόπουλος είναι διδάκτορας Πολιτικής Επιστήμης και ερευνητής στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου