Πριν από περίπου ένα χρόνο είχα γράψει την άποψή μου για τις επιλογές της Νέας Αριστεράς, απαριθμώντας τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα που έχει η κάθε μία, σε αντίθεση με την παράδοση της καθ’ ημάς Αριστεράς που θεωρεί ότι υπάρχει πάντα μία σωστή επιλογή και όλες οι άλλες οδηγούν στον όλεθρο – κουλτούρα ολέθρια για τον συγκεκριμένο χώρο. Ένας χρόνος πέρασε, αλλά το δίλημμα δεν απαντήθηκε: συμμαχία με την κεντρο-Αριστερά ή συμμαχία με την κινηματική Αριστερά; Φυσικά, πολλές ήταν και είναι οι αποχρώσεις των απόψεων, αλλά η συζήτηση οργανώθηκε γύρω από αυτές οι επιλογές. Δεδομένου ότι επίκειται συνέδριο της Νέας Αριστεράς όπου το ζήτημα αναμένεται να ξεκαθαρίσει, αξίζει τον κόπο να εξετάσουμε τις δύο επιλογές στο φως όσων προηγήθηκαν – να κάνουμε δηλαδή ταμείο.
Η κοινωνική πλειοψηφία συμφωνεί, και τα στοιχεία το τεκμηριώνουν, ότι η πολιτική της κυβέρνησης Μητσοτάκη έχει οδηγήσει σε αποδημοκρατικοποίηση (έλεγχος της Δικαιοσύνης και των ΜΜΕ, ανεξέλεγκτη αστυνομία, υποβάθμιση του ρόλου της Βουλής και των Ανεξάρτητων Αρχών, καταπάτηση δικαιωμάτων αλλοδαπών και «διαφορετικών» γηγενών, προκλητική διαφθορά και συστηματική καταπάτηση του Συντάγματος), στον πάτο της Ευρώπης σε κάθε δείκτη ευημερίας (πλέον δουλεύουμε μέσα στο άγχος για να επιβιώνουμε, χωρίς να μπορούμε να υπολογίζουμε σε καμία κρατική προστασία ή ρύθμιση), σε επιτάχυνση της περιβαλλοντικής υποβάθμισης (μεγαφωτιές που καταστρέφουν τα πάντα αρκεί να μην έχουμε νεκρούς, υπερτουρισμός που απομυζά κρίσιμους πόρους όπως το νερό, σκουπίδια που συσσωρεύονται και περιβαλλοντοκτόνα σχέδια για καύση αντί για διαλογή και περιορισμό τους), σε επιτάχυνση της δημογραφικής γήρανσης (γηγενείς και μετανάστες φεύγουν από τη χώρα, καθώς οπουδήποτε αλλού στην Ευρώπη είναι καλύτερα). Η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν είναι κυβέρνηση όλων των Ελλήνων, αλλά εκπρόσωπος του 1/3 της κοινωνίας, των βολεμένων, ώστε να εξασφαλιστεί η δική τους ευημερία σε βάρος των υπολοίπων.
Θα αναρωτιέστε τι σχέση έχουν όλα αυτά με το θέμα μας. Μπροστά σε αυτή τη δυστοπία, το business as usual της ελληνικής Αριστεράς (ναρκισσισμός των μικρών διαφορών, συνακόλουθος σεχταρισμός και σφοδρή κριτική με σκοπό την προνομιακή κατοχύρωση μιας αριστερής ταυτότητας σε έναν ολοένα συρρικνούμενο κοινωνικοπολιτικό μικρόκοσμο) είναι αυτοκτονικό. Προφανώς αυτά που προτείνουν τα αριστερά κόμματα σε σχέση με τις γιγαντιαίες διαστάσεις του προβλήματος είναι για γέλια – ή χειρότερα: είναι ύβρις. Άλλοι κολλημένοι με το 2015-2019 και άλλοι με το 2019-2023. Για να το πω ευγενικά: Η Αριστερά αυτή τη στιγμή είναι αναντίστοιχη με τις ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας.
Στο πλαίσιο αυτό, η ιδέα περί ενότητας του αριστερού ημισφαιρίου ήταν απόλυτα σωστή, γιατί ως λύση είναι σύστοιχη με το πρόβλημα. «Κανείς μόνος του δεν μπορεί». Σωστό! Η ηγεσία της Νέας Αριστεράς έκανε κάποιες προσπάθειες συνεννόησης με το ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ χωρίς να ζητήσει από την αρχή και ευθαρσώς αριστερή στροφή του ΣΥΡΙΖΑ – όχι ότι ήταν πιθανό αυτή να πραγματοποιηθεί. Ο χρόνος πέρασε και ο Τσίπρας έφυγε. Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ έπαψε πλέον να έχει λόγο ύπαρξης. Το 2023 έφυγαν τα περισσότερα στελέχη που προσδιόριζαν την ταυτότητα του κόμματος, και τώρα έφυγε το πρόσωπο που συγκρατούσε μια κρίσιμη μάζα ψηφοφόρων που δεν ταυτίζονται απαραίτητα με τις ιδέες και τα σύμβολα που προσδίδουν ταυτότητα στην καθ’ ημάς Αριστερά. Έμεινε μόνο μια μικρή μάζα στελεχών, απαξιωμένων και μη, που δεν μπορούν να δικαιολογήσουν την αυτόνομη παρουσία του κόμματός τους. Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ δεν θα μπει καν στη Βουλή, γι’ αυτό και έσπευσαν τόσα στελέχη να δηλώσουν ότι θα πάνε όπου πάει ο Τσίπρας πριν καν αυτός το ανακοινώσει. Τούτων δοθέντων, και καλή να θεωρηθεί η στρατηγική της ηγεσίας της Νέας Αριστεράς στην εποχή της σύλληψής της, τώρα δεν είναι. Ήταν ίσως όταν ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ είχε μέγεθος και λόγο πολιτικής ύπαρξης. Τώρα δεν έχει τίποτε από τα δύο. Η δε σύμπραξη με απαξιωμένο πολιτικό προσωπικό που απαξιώνει περαιτέρω τον εαυτό του οικειοθελώς, είναι ένα πολιτικό λάθος.
Η άλλη τάση της Νέας Αριστεράς δεν έδειξε να διακατέχεται από κάποια ισχυρή μέριμνα για συμμαχίες με άλλα κόμματα της Αριστεράς – όχι ότι αυτό θα ήταν δυνατό, αφού κανένα κόμμα δεν θέλει. Ούτε όμως ότι επιχειρήθηκε συμμαχία με τα τρία πράσινα κόμματα της χώρας. Ωστόσο, πάντα προτάσσεται η συμμετοχή και η ενότητα στο κίνημα. Σωστό! Βέβαια, αυτό δεν σημαίνει τίποτα για την κοινοβουλευτική μοίρα των κομμάτων, δεν σημαίνει καν ότι θα επωφεληθεί η Νέα Αριστερά ή κάποιο άλλο αριστερό κόμμα. Προς το παρόν, από την κινηματική καμπάνια των Τεμπών μόνο η Ζωή Κωνσταντοπούλου επωφελήθηκε συγκυριακά, καθώς και η Μαρία Καρυστιανού που δεν έχει αποφασίσει ακόμα αν θα κατέβει στον πολιτικό στίβο. Κατά τα άλλα, οι δευτεροκυματικές κριτικές του φεμινιστικού δικτύου του κόμματος στις τριτοκυματικές απόψεις μελών του κόμματος και πέραν αυτού, διέρρηξε τις σχέσεις του κόμματος με τις νέες φεμινίστριες και τη ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα. Η δε αδράνεια του κόμματος σχετικά με τις ήδη αποφασισμένες πρωτοβουλίες προς προώθηση των αιτημάτων του αντιαπαγορευτικού κινήματος (όπως νομιμοποίηση της ευφορικής κάνναβης) μπορεί να έχει ανάλογες συνέπειες. Ούτε βέβαια οργανώθηκε κάποια καμπάνια με νέο λόγο και ρεπερτόριο. Ούτε οργανώθηκαν ακροάσεις με κινηματικές οργανώσεις και ομάδες της κοινωνίας των πολιτών, ώστε να αποτελέσει η Νέα Αριστερά τη φωνή τους στο κοινοβούλιο.
Κοντολογίς, η υπερεπένδυση σε μια συμμαχία που δεν έχει πλέον νόημα και σε μια σπουδαία κοινοβουλευτική δουλειά που δεν αναμένεται να συγκινήσει και πολλούς, από τη μια, και η απλή –απαραίτητη– συμμετοχή σε διαδηλώσεις μαζί με όλη την υπόλοιπη κινηματική κοινότητα, από την άλλη, εκφράζουν ένα κενό κομματικής στρατηγικής.