Πανεπιστημιακή αστυνομία, αστυνομία ανέργων, καταστολή και προσπάθεια περιορισμού των διαδηλώσεων, δολοφονίες μεταναστών στο Αιγαίο, αστυνομοκρατία στα Εξάρχεια, δελτία ειδήσεων γεμάτα αστυνομία, έλεγχος ενημέρωσης, κουκούλωμα σκανδάλων. Τι σημαίνουν όλα αυτά για τη δημοκρατία; Όπως έχει επισημάνει πολύ σωστά ο Τσαρλς Τίλι στο εμβληματικό του έργο «Δημοκρατία» (εκδόσεις Gutenberg), η δημοκρατία αφορά σε μια σειρά από πολιτικές ελευθερίες και πολιτικά δικαιώματα που μειώνονται και αυξάνονται, με αποτέλεσμα να μιλάμε για διαδικασίες εκδημοκρατισμού και αποδημοκρατικοποίησης που αμφότερες λαμβάνουν χώρα εντός τυπικά δημοκρατικών ή τυπικά μη δημοκρατικών καθεστώτων. Η δημοκρατία, με άλλα λόγια, είναι ζήτημα διαβάθμισης. Δεν χρειάζεται δηλαδή να καταλυθεί το πολίτευμα για να μιλάει κάθε σοβαρός άνθρωπος για υποχώρηση της δημοκρατίας.
Στην εποχή μας εμφανίζονται τάσεις εκδημοκρατισμού εντός πολλών δικτατορικών καθεστώτων και τάσεις αποδημοκρατικοποίησης εντός δημοκρατικών καθεστώτων. Είναι, ωστόσο, αλήθεια ότι τόσο το θεσμικό οπλοστάσιο κάθε χώρας όσο και η εμπεδωμένη πολιτική κουλτούρα κάθε λαού αποτελούν ένα σκληρό όριο που μόνο με επανάσταση ή αντεπανάσταση μπορεί να παραμεριστεί. Αυτό, δηλαδή, που εμποδίζει τις γυναίκες στο Ιράν είναι αυτό που προστατεύει εμάς από την ανατροπή της δημοκρατίας. Γι’ αυτό πρέπει να υπερασπιστούμε τους δημοκρατικούς μας θεσμούς και τη δημοκρατική μας κουλτούρα.
Στο σημείο αυτό, όμως, μας είναι χρήσιμη μια ακόμα παρατήρηση του Τσαρλς Τίλι: ο εκδημοκρατισμός ακολουθεί πιο αργούς ρυθμούς, γιατί οφείλεται στους λαϊκούς αγώνες (που δύσκολα συντονίζονται), ενώ η αποδημοκρατικοποίηση ακολουθεί γρηγορότερους ρυθμούς, γιατί οφείλεται στη δράση των ελίτ (που συντονίζονται πολύ πιο εύκολα). Ως εκ τούτου, ο λαϊκισμός έφερε τη δημοκρατία, όχι ο αντιλαϊκισμός. Και το μόνο εχέγγυο της δημοκρατίας είναι η κατά Σαντάλ Μουφ «αγωνιστική δημοκρατία». Γι’ αυτό οφείλουμε να διατηρούμε την εγρήγορσή μας και να καταγγέλλουμε τις ελίτ και τους αντιλαϊκιστές ως «αντιδημοκράτες», και όχι να απολογούμαστε για το αν είμαστε λαϊκιστές.
Αποδημοκρατικοποίηση ή επιτέλους ισχύς;
Ωστόσο, οι συντηρητικοί πολίτες μπορεί να διαβάζουν αλλιώς τις τρέχουσες εξελίξεις, με τη βοήθεια βέβαια επιλεκτικής άγνοιας και κάμποσης εκλογίκευσης: «επιτέλους, μια κυβέρνηση που αποκαθιστά την ισχύ του κράτους, παραμερίζοντας κάθε λογής εμπόδια». Πίσω από αυτό το αίτημα πρέπει να αναγνωρίσουμε μερικές αλήθειες: Α) Όπως έχει σημειώσει μεταξύ άλλων ο Κλοντ Λεφόρ, η δημοκρατία δεν μπορεί να κρατήσει τις υποσχέσεις της για ευημερία και ισότητα με αποτέλεσμα να απογοητεύει. Η δημοκρατία, δηλαδή, ξεκινάει με εγγενείς περιορισμούς και δεν είναι περίεργο που οι πολίτες δεν είναι ενθουσιώδεις μαζί της (εκτός από αυτούς που βγαίνουν από μη δημοκρατικά καθεστώτα). Β) Λόγω της νεοφιλελεύθερης αναδιάρθρωσης των κοινωνιών μας περάσαμε από την «κοινωνία των 2/3» στην «κοινωνία του 1/3», κάτι που αποτυπώνει συνθηματικά τη γιγάντωση των ανισοτήτων και τη φτωχοποίηση των μεσαίων στρωμάτων. Στο πλαίσιο αυτό, η δημοκρατία φαντάζει άχρηστη, μιας και ούτε εγγυάται την ευημερία ούτε κατάφερε να αποτρέψει τη χειροτέρευση των συνθηκών διαβίωσης και των προοπτικών της κοινωνικής πλειοψηφίας. Γ) Για πολλούς συμπολίτες μας η μνησικακία, που, σύμφωνα με τον Τοκβίλ, είναι το συναίσθημα που κυριαρχεί στις δημοκρατικές κοινωνίες, όπου υποτίθεται ότι όλοι είμαστε ίσοι, αλλά δεν είμαστε, τώρα έχει μετατραπεί σε μίσος, αφού όσοι/ες πονούν θα ήθελαν να δουν και άλλους/ες να μοιράζονται τη μοίρα τους. Η πυγμή του κράτους μπορεί να τους ξελασπώσει, αλλά, αν δεν γίνεται, μπορεί να επιβάλλει μια εξίσωση προς τα κάτω. Δ) Για πολλούς επίσης συμπολίτες μας, αν το μοναδικό που μας απομένει είναι να αμυνθούμε, τότε σίγουρα χρειάζεται συσσωρευμένη ισχύς προς άμεση και απεριόριστη χρήση.
Για τους παραπάνω λόγους, δεν πρέπει να υπερασπιζόμαστε μια δημοκρατία των insiders, όπως κάνουν οι ακροκεντρώοι και οι δεξιοί που καταγγέλλουν τις νέες «επικίνδυνες τάξεις». Ξεκαθαρίζοντας, όμως, ότι, όπως εξηγούσε η Χάνα Άρεντ, η βία δεν είναι το ίδιο πράγμα με τη δύναμη. Όσο βίαιο και αν γίνει ένα καθεστώς, δεν πρόκειται να γίνει δυνατό προς όφελος των πολιτών.
Εκδημοκρατισμός, όχι δημοκρατία
Ο μόνος τρόπος για να αποτραπεί η αποδημοκρατικοποίηση είναι ο εκδημοκρατισμός, όχι η υπεράσπιση της δημοκρατίας. Η κίνηση προς τα πίσω μπορεί να εξουδετερωθεί μόνο με μια κίνηση προς τα μπρος, όχι με την υπεράσπιση ενός καθεστώτος που πλέον δεν λειτουργεί υπέρ του δήμου. Οι ακροκεντρώοι και οι δεξιοί είναι καθεστωτικοί, γιατί ακριβώς δεν αναγνωρίζουν ότι η δημοκρατία είναι κίνηση και διαδικασία, όχι τέλος (και σε όποιον αρέσει). Δεν μπορούμε να πείσουμε τους outsiders για τα οφέλη της δημοκρατίας με ρητορική υπεράσπισης κεκτημένων. Δεν μπορούμε να τους πείσουμε ότι μια αδύναμη δημοκρατία που δεν μπορεί να τους υπερασπιστεί είναι ό,τι καλύτερο μπορεί να τους προσφερθεί. Δανειζόμενος ορισμένους κλασικούς όρους της σύγχρονης θεωρίας των κοινωνικών κινημάτων, θα ελέγα ότι η δημοκρατία έχει ανάγκη από «ενίσχυση» (frame amplification), «επέκταση» (frame extention) και «γεφύρωση» με άλλες σημαντικές αξίες (frame bridging), ώστε να ξαναγίνει η «κυρίαρχη αξιακή πλαισίωση» (master frame) της νεοτερικότητας που μπορεί να συν-κινήσει την κοινωνική πλειοψηφία. Η δημοκρατία, λοιπόν, υπάρχει μόνο μέσω του συνεχούς εκδημοκρατισμού, της ενίσχυσης του κοινού συμφέροντος, της επέκτασης των διαδικασιών άμεσης συναπόφασης, της γεφύρωσης με τις έννοιες της αξιοπρέπειας και της δικαιοσύνης. Η δημοκρατία ή είναι κίνηση ενάντια στο νεοφιλελευθερισμό και τον αυταρχισμό ή είναι αναπόφευκτα το πρώτο θύμα τους.
Ο Δημήτρης Παπανικολόπουλος είναι διδάκτορας Πολιτικής Επιστήμης και ερευνητής στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου.