Macro

Δημήτρης Παπανικολόπουλος: Εκλογές και κίνημα στη φαρέτρα των πολιτών

Από τη στιγμή που, αφενός, εμβολιάστηκε η πλειοψηφία του πληθυσμού και οι συναθροίσεις είναι σχεδόν όσο εύκολες ήταν και πριν την πανδημία και, αφετέρου, η κυβέρνηση Μητσοτάκη μπορεί πλέον βάσιμα να χαρακτηριστεί ως «η χειρότερη από τη Μεταπολίτευση», ένα ερώτημα πλανιέται πάνω από την καθ’ ημάς Αριστερά, αλλά και πέραν αυτής: «Γιατί δεν ξεσηκώνεται ο κόσμος;»
 
 
Γιατί δεν ξεσηκώνεται ο κόσμος;
 
Το ερώτημα αυτό, φυσικά, είναι διαχρονικό και επανέρχεται συχνά. Η αέναη επιστροφή του, όμως, βασίζεται σε κάποιες παρανοήσεις στις οποίες θα αναφερθώ.
 
Πρώτον, δεν είναι όλος ο κόσμος υποψήφιος για κινητοποίηση στον ίδιο βαθμό. Τα ανήλικα παιδιά και οι ηλικιωμένοι, τα πρόσωπα που προσέχουν και τα μεν και τους δε, οι νοικοκυρές, καθώς και οι πιο συντηρητικοί άνθρωποι, απέχουν συστηματικά από τη συλλογική δράση. Όχι πως δεν έχουν κινητοποιηθεί κατά καιρούς. Αλλά, για διαφορετικούς λόγους, τις περισσότερες φορές δυσκολεύονται να κινητοποιηθούν ή αδιαφορούν. Αλλά και όσοι άνθρωποι αναλώνονται σε έναν καθημερινό αγώνα για την επιβίωση είναι, όπως είναι από παλιά γνωστό1, αυτοί/ες που κινητοποιούνται λιγότερο.
 
Δεύτερον, όσον αφορά στο υδροκέφαλο κράτος της Ελλάδας, η εμπεδωμένη άποψη της πλειοψηφίας των κατοίκων στην επαρχία ότι όλα «παίζονται» στην Αθήνα υποβαθμίζει την αξία της κινητοποίησης μακριά από τα κέντρα των αποφάσεων. Όχι πως δεν γίνονται κινητοποιήσεις και στις επαρχιακές πόλεις. Απλώς δεν έχουν τη μαζικότητα που θα αντιστοιχούσε στον πληθυσμό τους (και στο πλήθος χωριών και κωμοπόλεων που τις περιβάλλουν).
 
Τρίτον, στη φαρέτρα των πολιτών υπάρχει τόσο η κινηματική δράση όσο και η ψήφος στις εκλογές. Για την ακρίβεια, οι πολίτες αντιμετωπίζουν τις δύο αυτές μορφές πολιτικής συμμετοχής ως μέρη της ίδιας διαδικασίας πολιτικής διαμεσολάβησης2, ενώ είναι γαλουχημένοι εντός μιας πολιτικής κουλτούρας που θεωρεί ότι η πολιτική αλλαγή είναι πιο εφικτό να έρθει μέσα από την εκλογική διαδικασία3. Έπειτα, οι περισσότεροι πολίτες (όχι οι κινηματίες ή οι εξοικειωμένοι με την κινηματική δράση) προστρέχουν σε αυτή την τελευταία κυρίως όταν δεν προσφέρεται ένα εκλογικό κανάλι για να διοχετευθεί η διαμαρτυρία ή επειδή οι επόμενες εκλογές είναι μακριά ή απλώς δεν πιστεύουν ότι η ψήφος τους θα έχει κάποιο αντίκτυπο4.
 
Τέταρτον, η διαμαρτυρία μέσω της ψήφου δεν ενέχει κόστη. Αντιθέτως, η κινηματική διαμαρτυρία και προϋποθέτει κόστη (χρόνο, κόπο, κ.ά.) και μπορεί να συνεπάγεται κόστη (καταστολή και συνεπακόλουθοι κίνδυνοι, κ.ά.). Δεν είναι, επομένως, παράλογο ότι η κοινωνική πλειοψηφία (το τονίζω: η πλειοψηφία, όχι η μειοψηφία) προτιμά να τιμωρεί μέσω της ψήφου παρά να αναλαμβάνει τις μέριμνες, τις πειθαρχίες και τα κόστη της κινητοποίησης.
 
 
Τιμωρία δια της ψήφου
 
Οι εκλογές πλέον είναι κοντά. Και, όπως θυμόμαστε, η τιμωρητική ψήφος είναι στις μέρες μας πιο διαδεδομένη από ποτέ. Επομένως, είναι δυνατόν η διαμαρτυρία που διοχετεύεται σε άλλες περιπτώσεις στις κινητοποιήσεις να φτάσει ως την κάλπη. Η απουσία μεγάλων κινητοποιήσεων στην παρούσα φάση, λοιπόν, δεν μας λέει κάτι για την εκλογική συμπεριφορά στις επικείμενες εκλογές. Όπως ο ΣΥΡΙΖΑ ήρθε πάνω στο κύμα που τροφοδότησε η ξεφουσκωμένη από το 2013 και μετά διαμαρτυρία, ή όπως ανέβηκε η ΝΔ χωρίς να στηριχθεί σε έντονη κοινωνική διαμαρτυρία (χωρίς να θέλω να υποτιμήσω τα συλλαλητήρια για το Μακεδονικό), έτσι και η εκλογική ανατροπή μπορεί κάλλιστα να έρθει χωρίς να έχει υποβοηθηθεί ή προαναγγελθεί από μεγάλες κοινωνικές κινητοποιήσεις (αν και δεν πρέπει να υποτιμούνται οι κινηματικές αντιδράσεις μετά τα λοκντάουν).
 
Θα έλεγα, όμως, ότι κάτι λείπει: η σύζευξη εκλογικής εκστρατείας και κινηματισμού. Τι άλλο ήταν άλλωστε η καμπάνια του Σάντερς και του Κόρμπιν; Εκλογικές καμπάνιες με κινηματικά χαρακτηριστικά. Κάτι σαν το δικό μας Δημοψήφισμα. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις η εκλογική καμπάνια έγινε υπόθεση της νεολαίας. Η κάθοδος, επομένως, του Αλέξη Τσίπρα και του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ στο λαό, θα έπρεπε να λάβει χαρακτηριστικά κινηματικής καμπάνιας και να μην απευθύνεται μόνο στο κομματικό ακροατήριο σε αντίστοιχες συγκεντρώσεις. Ιδίως θα έπρεπε να απευθύνεται στη νεολαία, που μπορεί να προσδώσει στην επικείμενη εκλογική αναμέτρηση το χαρακτήρα κοινωνικού σεισμού. Για το σκοπό αυτό, θα ήταν πρόσφορη μια καμπάνια τύπου «Ελάτε να ψηφίσετε, ανεξάρτητα από το ποιο κόμμα θα επιλέξετε». Αν έρθουν οι νέοι και οι νέες να ψηφίσουν, όλα τα υπόλοιπα θα πάρουν το δρόμο τους. Γι’ αυτό, ήταν ορθή η σχετική αναφορά του Αλέξη Τσίπρα στο πρόσφατο βίντεο «Πώς να πάρεις τη ζωή σου στα χέρια σου». Αυτή η αναφορά πρέπει να γίνει αυτόνομη καμπάνια. Μια καμπάνια που θα έπρεπε (αλλά αποκλείεται) να είναι υπόθεση του κράτους.
 
 
 
Σημειώσεις:
 
1. Davies James (1962), “Towards a theory of revolution”, American Sociological Review
 
Vol. 27, No. 1, pp. 5-19
 
2. Goldstone Jack (2003), “Introduction: Bringing institutionalized and noninstitutionalized politics”, in States, parties, and social movements, Jack A. Goldstone, ed. Cambridge: Cambridge University Press, pp. 1-26.
 
3. Piven Francis Fox and Richard Cloward (1977), Poor people’s movements. Why they succeed, how they fail, New York: Vintage books.
 
4. Kriesi Hanspeter (2015), “Mobilization of protest in the age of austerity”, in Street politics in the age of austerity: from the Indignados to Occupy, Marcos Ancelovici, Pascale Dufour and Héloïse Nez, eds. Amsterdam: Amsterdam University Press, pp. 67-90.

Δημήτρης Παπανικολόπουλος