Ήδη πριν από τις εκλογές του Ιουλίου του 2019, αλλά και κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησής της, η Νέα Δημοκρατία είχε ενδυθεί έναν δήθεν ευρωπαϊκό μανδύα μεταρρυθμίσεων και ανάπτυξης. Ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ουκ ολίγες φορές σε δημόσιες τοποθετήσεις του, διατείνεται ότι η Ελλάδα είναι πρωτοπόρος στην ΕΕ. Όμως, η ίδια η πραγματικότητα και τα επίσημα δεδομένα και στατιστικά στοιχεία καταρρίπτουν εκκωφαντικά και αυτό το επικοινωνιακό αφήγημα της κυβέρνησης της ΝΔ.
Η σημαντική πρόοδος που είχε επιτευχθεί από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ σε πολλούς κοινωνικούς και οικονομικούς δείκτες έχει αναστραφεί πλήρως και η Ελλάδα αποτελεί πλέον ουραγό σε πολλούς κρίσιμους οικονομικούς και κοινωνικούς τομείς σε σχέση με τα υπόλοιπα κράτη-μέλη. Αυτή η καθοδική πορεία έχει ως αποτέλεσμα η χώρα να χωλαίνει συστηματικά στην προσπάθεια ευρωπαϊκής σύγκλισης, οι κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες να βαθαίνουν ολοένα και περισσότερο στην ελληνική κοινωνία και το κοινωνικό κράτος να παραπαίει.
Το εισόδημα των ελληνικών νοικοκυριών πλήττεται δραματικά, με την Ελλάδα να καταγράφει την τρίτη χειρότερη επίδοση στην ΕΕ, μετά τη Σλοβακία και τη Βουλγαρία, όσον αφορά το κατά κεφαλήν εισόδημα εκπεφρασμένο σε αγοραστική δύναμη για το 2022. Η κατάσταση στη χώρα έχει φτάσει σε τέτοιο επίπεδο που ήδη από το 2020 αυξάνεται διαρκώς το ποσοστό των εργαζομένων σε κίνδυνο φτώχειας. Παράλληλα, η Ελλάδα καταγράφει τη δεύτερη χειρότερη επίδοση πανευρωπαϊκά ως προς την αύξηση του εισοδήματος των νοικοκυριών, αποτελώντας μάλιστα το μοναδικό κράτος-μέλος στο οποίο το κατά κεφαλήν ΑΕΠ εξακολουθεί να είναι χαμηλότερο από το επίπεδο του 2007.
Ως αποτέλεσμα αυτής της συρρίκνωσης του πραγματικού εισοδήματος των πολιτών, η συντριπτική πλειονότητα της ελληνικής κοινωνίας δεν μπορεί πλέον να καλύψει ούτε τις βασικές ανάγκες διαβίωσης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η στέγαση, όπου η Ελλάδα αναδεικνύεται σε ευρωπαϊκή πρωταθλήτρια στο στεγαστικό κόστος σε σχέση με το διαθέσιμο εισόδημα αλλά και στις οφειλές που σχετίζονται με την κάλυψη στεγαστικών δαπανών (κοινόχρηστα, ενοίκιο, στεγαστικό δάνειο, κ.α.). Τα πρόσφατα δημοσιευμένα στοιχεία για το 2021 μαρτυρούν ότι το 36,4% των πολιτών είχαν ληξιπρόθεσμες στεγαστικές οφειλές. Άλλη μία πανευρωπαϊκή πρωτιά, με τη Βουλγαρία στη δεύτερη θέση με μεγάλη διαφορά (20,4%).
Η νέα γενιά βρίσκεται στο επίκεντρο της οικονομικής και κοινωνικής συμπίεσης και πλήττεται δυσανάλογα σε σχέση με άλλες κοινωνικές ομάδες. Η ανεργία των νέων παραμένει σε πολύ υψηλά επίπεδα, στην πρώτη θέση μεταξύ των 27 χώρων της ΕΕ, και το εργασιακό περιβάλλον επισφάλειας και υποαπασχόλησης που έχει δομήσει και ενθαρρύνει η κυβέρνηση της ΝΔ, αποτελεί ταφόπλακα για τους στόχους και τα όνειρά τους. Σε ένα ευρύτερο πλαίσιο παντελούς απουσίας ενός κράτους πρόνοιας και ευημερίας, οι νέες και νέοι αδυνατούν να αυτονομηθούν και διαμένουν στο σπίτι των γονιών τους, καταγράφοντας το δεύτερο υψηλότερο σχετικό ποσοστό στην ΕΕ.
Και για τις γυναίκες, όμως, η Ελλάδα αποτελεί ένα περιβάλλον όπου κυριαρχεί η ανισότητα και η έλλειψη ευκαιριών. Οι γυναίκες αποτελούν τη μεγάλη πλειοψηφία των ανέργων εγγεγραμμένων στη ΔΥΠΑ (πρώην ΟΑΕΔ). Την απουσία ίσων ευκαιριών και δυνατοτήτων επιβεβαιώνουν και τα στοιχεία του Ευρωπαϊκού Ινστιτούτου για την ισότητα των Φύλων (EIGE), όπου η Ελλάδα καταγράφει τη χαμηλότερη επίδοση στον δείκτη Ισότητας των Φύλων για το 2022.
Παράλληλα, ιδιαίτερη σημασία έχει η αναφορά στο λεγόμενο ψηφιακό κράτος, όπου υποτίθεται ότι έχει πρωτοπορήσει η κυβέρνηση της ΝΔ. Η Ελλάδα κατατάσσεται 25 μεταξύ των 27 κρατών-μελών της ΕΕ στην έκδοση του δείκτη ψηφιακής οικονομίας και κοινωνίας (DESI) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το 2022. Μάλιστα, η χαμηλή διείσδυση υποδομών επικοινωνίας υψηλής ταχύτητας (μόλις 9% έναντι 41% του ευρωπαϊκού μέσου όρου) αποτελεί ένα καμπανάκι για τη χώρα ότι μπορεί να απωλέσει τις ευκαιρίες για παραγωγική ανασυγκρότηση στη ψηφιακή εποχή, αλλά και ένδειξη ότι βρισκόμαστε πολύ μακριά από τον τεχνολογικό παράδεισο που ευαγγελίζεται ο Κ. Μητσοτάκης.
Αν σε όλα τα παραπάνω προσθέσουμε και τη δραματική υποχώρηση της χώρας σε θέματα δημοκρατίας, κράτους δικαίου και ελευθεροτυπίας, είναι παραπάνω από έκδηλο ότι το μείγμα πολιτικής που συνειδητά υλοποιεί η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει οδηγήσει τη χώρα σε τεράστιες αποκλίσεις, όχι μόνο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, αλλά από την συντριπτική πλειονότητα των κρατών-μελών της ΕΕ.
Αυτή η συνειδητά αντικοινωνική πολιτική της κυβέρνησης αποδεικνύεται ακόμη πιο ολέθρια, αν συνυπολογιστεί ότι η κυβέρνηση της ΝΔ είχε τη μεγαλύτερη δημοσιονομική ευχέρεια από όλες τις κυβερνήσεις που έχουν διοικήσει τη χώρα τα τελευταία χρόνια λόγω της εξόδου της χώρας από τα μνημόνια που πέτυχε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ με τις θυσίες του ελληνικού λαού, του «μαξιλαριού» των 37 δισ. ευρώ που άφησε «παρακαταθήκη» ο ΣΥΡΙΖΑ για την ελληνική κοινωνία, των τεράστιων κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης που όμως κατευθύνονται προς «ημετέρους», αλλά και της σημαντικής χαλάρωσης των δημοσιονομικών κανόνων για την αντιμετώπιση της πανδημίας COVID-19.
Στην επιτακτική ανάγκη για εμπέδωση της δικαιοσύνης παντού και αντιμετώπιση της κοινωνικής και οικονομικής ανασφάλειας την επόμενη ημέρα των εκλογών, η απάντηση είναι πρωτιά του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ στις εκλογές του Μαΐου και συγκρότηση προοδευτικής διακυβέρνησης με πυρήνα τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, ώστε να σταματήσει επιτέλους η Ελλάδα να κάνει βήματα προς τα πίσω και να δοθεί πραγματική ώθηση προς την ουσιαστική ευρωπαϊκή σύγκλιση σε θέματα κοινωνικής προόδου και συνοχής προς όφελος του συνόλου των πολιτών.
* Ο Δημήτρης Παπαδημούλης είναι Αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Επικεφαλής της Ευρωομάδας του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία