Τέσσερις εκδότες που συμμετείχαν σχολιάζουν την, για κάποιους, χειρότερη έκθεση από καταβολής του θεσμού
Στον απόηχο της λήξης της 18ης ΔΕΒΘ υπάρχει διάχυτη απογοήτευση και αυτή δεν οφείλεται απαραίτητα στην εμπορική της αποτυχία, την οποία ορισμένοι θα είχαν ίσως προβλέψει, αλλά στα πολλά ατοπήματα των διοργανωτών, ειδικότερα στο πρόγραμμα των εκδηλώσεων και της προβολής της έκθεσης σε μια πόλη που, στη συνείδησή της, την συνδέει με τον μήνα Μάιο. Ατοπήματα που σε αρκετές περιπτώσεις άφησαν εκτεθειμένους συναδέλφους.
Η εμπειρία που είχα ως εκδότης των εκδόσεων Ενύπνιο, είναι δυστυχώς μία από αυτές τις περιπτώσεις, όταν η εγκαίρως προγραμματισμένη παρουσίαση του βιβλίου «Ερωτευμένος Πυθαγόρας» (δίγλωσση έκδοση) του Αμερικανού ποιητή Lee Slonimsky, που ήρθε από τη Νέα Υόρκη με δικά του έξοδα, μετά από μια σειρά λανθασμένων χειρισμών των υπευθύνων για την εύρεση διαθέσιμης αίθουσας, κατέληξε να πραγματοποιηθεί στην παιδική γωνιά της έκθεσης, σε παιδικά σκαμπό, και ενώ είχε χαθεί ήδη μισή ώρα, και ο κόσμος που επρόκειτο να παραστεί δεν κατάφερε ποτέ να βρει τον χώρο. Για να είμαι ειλικρινής είχα προετοιμάσει τον ποιητή (κατέφτασε με την οικογένειά του) ότι η φετινή εκδήλωση θα ήταν πιο «συμμαζεμένη» από τις προηγούμενες, λόγω ακυρώσεων μεγάλων εκδοτικών οίκων, αλλά ήλπιζα εξίσου λειτουργική, εξίσου «διεθνής» και φυσικά διαψεύστηκα. Την προσβλητική αυτή εξέλιξη προς τις εκδόσεις και τον ποιητή, αλλά και ντροπιαστική για την εικόνα της έκθεσης, ήρθε να επισφραγίσει η απουσία διερμηνείας (για πραγματοποίηση διάλογου) με το πρόσχημα της οικουμενικότητας της αγγλικής γλώσσας.
Στάθης Ιντζές,
εκδόσεις Ενύπνιο
***
Όσα ζήσαμε στην 18η έκθεση ήταν ένα περίλαμπρο παράδειγμα τού «Τα πράγματα με πολύ μόχθο βελτιώνονται, πανεύκολα γκρεμίζονται». Μετά την έκθεση του 2019 ήμασταν βέβαιοι ότι η οργάνωση της ΔΕΒΘ είχε μπει πλέον σε ράγες, ότι μόνο καλύτερες θα ήταν οι επόμενες. Μας περίμενε πανηγυρική διάψευση – φέρουμε ευθύνη ότι συμμετείχαμε, στηρίζοντας τον θεσμό, δηλαδή κυνικά μεθερμηνευόμενο εμείς οι μεσαίοι και μικροί εκδότες «βάλαμε πλάτη» ώστε να μη χαθεί το ΕΣΠΑ. Από την πλευρά του, το Ελληνικό Ίδρυμα Πολιτισμού ωρυόταν εναντίον των μεγάλων εκδοτών που την εγκατέλειψαν, υπερασπιζόμενοι τα συμφέροντά τους. Για το ΕΙΠ αυτοί μετράνε και θα μετράνε. Και παράλληλα καλλιεργούσε, μέσω δημοσιευμάτων στον αθηναϊκό Τύπο, ότι η Έκθεση είχε οργανωθεί στα πρότυπα της Φραγκφούρτης. Η μεγαλομανιακή χρήση των λέξεων ερήμην της πραγματικότητας.
– Ουδείς στη Θεσσαλονίκη γνώριζε ότι γίνεται Έκθεση – θα μπορούσε κάλλιστα να διεξαγόταν σε μια πόλη της Αυστρίας ή του Μεξικού.
– Το ταλαίπωρο πρόγραμμα που ανακοινώθηκε μόλις δέκα ημέρες πριν από την έναρξη (σε κάθε στοιχειωδώς σοβαρή έκθεση είναι γνωστό μήνες πριν) παρέμενε σκοτεινό και άγνωστο στους όποιους επισκέπτες – που μόνον οι συμμετέχοντες είχαν ενημερώσει και προσελκύσει. Κι όταν ο επισκέπτης έμπαινε στην είσοδο και το ζητούσε, του έδιναν (κι αυτό μία μόνο ημέρα από τις 4) μια εκτύπωση Α4 από το εξέλ με κομμένες τις φράσεις που δεν χώραγαν στα κουτάκια.
– Εκδηλώσεις δυο και τρεις είχαν προγραμματιστεί στην ίδια ώρα και αίθουσα – που αντιμετωπίστηκαν με λύση «πάρε εσύ μισή ώρα κι εσύ άλλη μισή», τραγελαφικά λάθη στην κακοσχεδιασμένη και κακοφτιαγμένη διακόσμηση των τοίχων που κυρίως απεδείκνυε: την άγνοια, την αμορφωσιά, την απουσία ελέγχου – το μάτι που θα εξέταζε, θα φρόντιζε, θα διόρθωνε. Ό,τι διορθώθηκε σαν τον Ντοστογιέφσκι πού άλλαξε φύλο, έγινε μετά τη χλεύη των παρισταμένων. Ο κατάλογος των συμμετεχόντων δεν διορθώθηκε ποτέ: κατ’ αυτόν αλφαβητική σειρά σήμαινε ότι λαμβάνεται υπόψιν το μικρό όνομα του εκδότη. Κανένα μάτι δεν ενοχλήθηκε όταν το είδε αναρτημένο και τυπωμένο ότι π.χ. οι εκδόσεις Δεσύλλα ήταν στο Α. και η Κίχλη στο Π.
Ωραία η λέξη «βιβλίο» γεμίζει κομψά το στόμα όταν προφέρεται σε εγκαίνια με την παρουσία «προέδρων και παραγόντων». Έως εκεί. Τόσο.
Αναστασία Λαμπρία,
εκδόσεις Ποταμός
***
Μερικές σκέψεις από τη διεξαγωγή της 18ης Διεθνούς Έκθεσης Βιβλίου Θεσσαλονίκης από 25 έως 28 Νοεμβρίου 2021.
Η Διεθνής Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης είναι το σημαντικότερο γεγονός στον χώρο των εκδόσεων στη χώρα μας, και επομένως ορισμένες παρατηρήσεις από τη φετινή διεξαγωγή θα ήταν χρήσιμες. Η έκθεση διοργανώθηκε με φυσική παρουσία μετά από δυόμισι χρόνια και στη μέση του 4ου κύματος της πανδημίας. Η Βόρεια Ελλάδα είναι εμβολιασμένη κατά 50%, το χαμηλότερο ποσοστό στη χώρα. Σαν συνέπεια ήταν εξαιρετικά μειωμένη η συμμετοχή κόσμου με σημαντικό αντίκτυπο στις πωλήσεις, στη συμμετοχή κοινού στις παρουσιάσεις και συζητήσεις και στις επαφές του με συγγραφείς και εκδότες. Και χωρίς την πανδημία, το τέλος Νοεμβρίου, όταν αρχίζει ο χειμώνας, δεν προσφέρεται για εξόδους και συγχρωτισμό του κόσμου.
Σημαντική έλλειψη για την παρακολούθηση της έκθεσης ήταν η απουσία ενημερωμένου προγράμματος, έντυπου και ηλεκτρονικού. Βεβαίως προέκυψαν προβλήματα τελευταίας στιγμής, αλλά δυστυχώς η έλλειψη αυτή προκάλεσε σοβαρή δυσκολία συμμετοχής. Απαραίτητη σε κάθε προσεχή διεξαγωγή η ύπαρξη μιας ηλεκτρονικής πλατφόρμας μόνιμης ενημέρωσης του κοινού.
Δυστυχώς για μια ακόμη φορά διατυπώνεται η μόνιμη παρατήρηση της ανύπαρκτης σύνδεσης της έκθεσης με την πόλη. Ούτε μια αφίσα από πλευράς Δήμου, καμιά σχέση με το ΑΠΘ, πηγή νέων αναγνωστών και συγγραφέων, ελάχιστη προβολή στα ραδιόφωνα και στην τηλεόραση.
Παρ’ όλα αυτά με το πάθος και την προσπάθεια των εκδοτών και των συγγραφέων πραγματοποιήθηκαν αρκετές και ενδιαφέρουσες ομιλίες και συζητήσεις που έδωσαν κάποιο τόνο στην έκθεση. Σημαντική ήταν και η συμμετοχή της Γερμανίας ως τιμώμενης χώρας καθώς και οι συναντήσεις με εκπροσώπους άλλων χωρών. Οι εκδόσεις Στερέωμα που επέλεξαν να συμμετάσχουν, γνωρίζοντας εκ των προτέρων τις αδυναμίες, εν τέλει δεν μετάνιωσαν για τη συμμετοχή τους.
Μερικές προτάσεις για το μέλλον της έκθεσης. Περαιτέρω ενίσχυση του διεθνούς χαρακτήρα της έκθεσης ώστε να δικαιολογεί τον τίτλο της, χρόνος διεξαγωγής Μάιος ή Οκτώβριος, έγκαιρη επεξεργασία συμμετοχών και προγράμματος, οργανωτική διαχείριση και συνεργασία του Ελληνικού Ιδρύματος Πολιτισμού με τις ενώσεις των εκδοτών, των συγγραφέων και του ΑΠΘ, σύνδεση με την πόλη μέσω πρωτοβουλιών του Δήμου και των ΜΜΕ.
Άγγελος Σιόλας,
εκδόσεις Στερέωμα
***
Η 18η Διεθνής Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης είναι –ευτυχώς, πλέον– παρελθόν. Μια έκθεση που μας είχε συνηθίσει, τα προηγούμενα χρόνια, σε μεγαλειώδεις εκδηλώσεις προβολής των δημιουργών και των δημιουργιών τους, με την κοινή παρουσία των συγγραφέων και των εκδοτών τους, καθώς και τη συμμετοχή πλήθους ελλήνων και ξένων πνευματικών ανθρώπων που μοιράζονταν μαζί τους τη σκέψη τους και την κρίση τους στα προβαλλόμενα έργα. Αντί γι’ αυτό, το Ελληνικό Ίδρυμα Πολιτισμού, που είχε την ευθύνη για όλα τα ευτράπελα της φετινής διοργάνωσης, θα πρέπει να απαντήσει δημόσια και υπό το βάρος της διαχείρισης σημαντικών κονδυλίων από το ΕΣΠΑ και του Κράτους, στα πιο κάτω ζητήματα:
Γιατί αποσιωπήθηκε πλήρως η Έκθεση;
Γιατί αυτή η μη προβολή των όποιων εκδηλώσεων διεξάγονταν, ακόμα και μέσα στην Έκθεση;
Γιατί η απαξίωση και υποτίμηση των ελάχιστων ξένων δημιουργών που προσήλθαν;
Τα πιο πάνω και δεκάδες άλλα ερωτήματα που δημιουργούνται, δυστυχώς δεν διατυπώθηκαν από καμία συλλογική ένωση του Εκδοτικού Κλάδου –ασκώντας μια απαράδεκτη πρακτική δημοσίων σχέσεων– αφήνοντας τα μέλη τους εκτεθειμένα απέναντι σε τέτοιες συμπεριφορές κρατικών, μάλιστα, οργανισμών όπως το ΕΙΠ, που τους επιφυλάσσει απλώς τον απαράδεκτο ρόλο του μαϊντανού στην όλη διοργάνωση.
Πιστεύω πως πρέπει να παρέμβουν οι αρμόδιες αρχές του υπουργείου Πολιτισμού, του υπουργείου Οικονομικών και όποιας άλλης κρατικής αρχής είναι αρμόδια, προκειμένου να γίνει δημόσιος απολογισμός της διοίκησης του Ελληνικού Ιδρύματος Πολιτισμού, αφού η ίδια δεν προχώρησε σε καμία δημόσια συγγνώμη.
Κώστας Παπαδόπουλος,
εκδόσεις Ταξιδευτής
Πηγή: Η Εποχή