Το «Δεν γίνονται αυτά εδώ» είναι ο τίτλος ενός μυθιστορήματος του νομπελίστα Αμερικανού συγγραφέα Σίνκλερ Λιούις, που κυκλοφόρησε το 1935. Θέμα του βιβλίου είναι η εκλογή στην προεδρία των Η.Π.Α. ενός τυχοδιώκτη πολιτικού και οι τραγικές συνέπειές της. Το 1936, σε μια εποχή οικονομικής κρίσης, μεγάλης ανεργίας και κοινωνικής ανησυχίας, ένας γερουσιαστής, στηριγμένος στις «παραδοσιακές αξίες του έθνους», χρησιμοποιώντας λόγο κοινωνικού φασισμού, πλαισιωμένος από ιερείς, ραδιοφωνικούς παραγωγούς, στρατηγούς και με τις εφημερίδες στο πλευρό του και υποσχόμενος υψηλό εισόδημα σε κάθε πολίτη και την επαναφορά της χώρας στην παλιά της δόξα, εκλέγεται πρόεδρος των Η.Π.Α. (προσοχή: εκλέγεται, δεν παίρνει την εξουσία με τη βία). Από τον επόμενο χρόνο, αναλαμβάνοντας τα καθήκοντά του, επιβάλλει μεθοδικά ένα ολοκληρωτικό καθεστώς τρομοκρατίας, βίας και γενικής καταστολής.
Πολλοί Αμερικανοί, ακούγοντας την προεκλογικές του διακηρύξεις, είναι βέβαιοι πως δεν πρόκειται να συμβούν αυτά που λέει, γιατί η Αμερική είναι μια «ελεύθερη χώρα». Αλλά και όταν μετά τις εκλογές αρχίζει να εφαρμόζει τα πρώτα σκληρά μέτρα και να οικοδομεί ένα αυταρχικό καθεστώς, και πάλι δεν θέλουν να το πιστέψουν, γιατί «δεν γίνονται αυτά εδώ». Όταν τελικά συνειδητοποιούν τι πραγματικά έχει γίνει, είναι αργά: το πολίτευμα έχει μετατραπεί σε στυγνή δικτατορία.
Αυτά βέβαια συμβαίνουν (ή μάλλον ούτε καν συμβαίνουν στην πραγματικότητα, αφού πρόκειται για μυθιστόρημα) στη μακρινή Αμερική και στην ακόμη πιο μακρινή δεκαετία του 1930.
Σε μια δημοκρατική χώρα της δημοκρατικής Ευρώπης του 2020 τέτοια πράγματα δεν γίνονται. Δεν συμβαίνει π.χ.:
– Να απειλείται από κυβερνητικά στελέχη δικαστική λειτουργός που ερευνά υποθέσεις διαφθοράς και οικονομικών σκανδάλων, να γίνεται περίεργη διάρρηξη στο σπίτι της, να καταργείται η Εισαγγελία κατά της διαφθοράς και να αφαιρείται από τα χέρια της αρμόδιας Εισαγγελέα η υπόθεση του σκανδάλου χρηματισμών από πολυεθνική φαρμακευτική εταιρεία.
– Να διορίζονται σε κυβερνητικές θέσεις άνθρωποι χωρίς τα νόμιμα προσόντα και, όταν αποκαλύπτονται, να τροποποιείται ο νόμος για να καλυφθούν οι παρανομίες.
– Να γίνονται εκατοντάδες απευθείας αναθέσεις σε «ημετέρους» χωρίς διαφάνεια και να κατασπαταλιέται το δημόσιο χρήμα χωρίς λογοδοσία και έλεγχο.
– Να καταργείται εντελώς, στο όνομα της πανδημίας, το δικαίωμα της δημόσιας συνάθροισης με απόφαση του αρχηγού της Αστυνομίας
– Να κακοποιούνται πολίτες που συμμετέχουν σε διαδήλωση, να οδηγούνται στο αστυνομικό τμήμα δικηγόροι που ασκούν τα καθήκοντά τους, να συλλαμβάνονται γυναίκες που διαμαρτύρονται για την έξαρση της ενδοοικογενειακής βίας και εργαζόμενοι που σηκώνουν πανό εναντίον της αντεργατικής κυβερνητικής πολιτικής.
– Να ξεκινά διαδικασία προκαταρκτικής εξέτασης κατά των επικεφαλής των κομμάτων της Αριστεράς για συμμετοχή σε εκδηλώσεις τιμής την ημέρα του Πολυτεχνείου.
– Να εφορμά η αστυνομία σε κινηματογράφους, κέντρα διασκέδασης και πανεπιστήμια και να συλλαμβάνει αναίτια νέους και νέες στο σωρό.
– Να δίνεται από τη Βουλή άδεια για την άσκηση ποινικής δίωξης εναντίον αντιπολιτευόμενης βουλεύτριας για γνώμη που εξέφρασε κατά την άσκηση των καθηκόντων της ή εναντίον άλλου βουλευτή, επίσης της αντιπολίτευσης, κατ’ απαίτηση φιλοκυβερνητικού εκδότη εφημερίδας.
– Να γράφει η κυβέρνηση στα παλαιότερα των υποδημάτων της τα επανειλημμένα αιτήματα των κομμάτων της αντιπολίτευσης για δημοσιοποίηση των πρακτικών από τις συνεδριάσεις της Επιτροπής των λοιμοξιολόγων ή για κατάθεση στη Βουλή της σύμβασης για την τηλεκπαίδευση των μαθητών.
– Να ελέγχεται ασφυκτικά η ενημέρωση, να επικρατεί απόλυτη κυβερνητική μονοφωνία στα ΜΜΕ, να διώχνονται οι «μη αρεστοί» δημοσιογράφοι, να αποχωρεί από εφημερίδα η διευθύντρια σύνταξης λόγω της ασφυκτικής πίεσης που της ασκήθηκε από το πρωθυπουργικό γραφείο για μη αρεστό δημοσίευμα, να λογοκρίνεται και να μη δημοσιεύεται για τον ίδιο λόγο άρθρο άλλης δημοσιογράφου.
Ευτυχώς, «δεν γίνονται αυτά εδώ», στη δημοκρατική Ελλάδα του 2020.
Διότι, αν τυχόν γίνονται, πρέπει να ανησυχήσουμε.
Δεν ισχυρίζομαι ότι στη χώρα μας έχουμε δικτατορία (πρέπει να προσέχουμε πολύ τις λέξεις που χρησιμοποιούμε για τέτοια ευαίσθητα ζητήματα). Ούτε όμως και μπορούμε να πούμε πως απλά έχουμε μια αστική κυβέρνηση από ένα παραδοσιακό δεξιό κόμμα, που λειτουργεί με βάση τους κανόνες της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Τα προαναφερόμενα παραδείγματα δείχνουν πως η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, στα πρότυπα της παγκόσμιας ακραίας Δεξιάς, ασκεί μια πολιτική (και δεν εννοώ μόνο τις όλο και πιο βίαιες κατασταλτικές πρακτικές της), που πολλές φορές ξεπερνά τα όρια της συνταγματικής και της έννομης τάξης, φτάνοντας σε μια ιδιότυπη αντιδημοκρατική εκτροπή.
Και ας σημειωθεί πως σε όλα τα παραπάνω δεν γίνεται καθόλου λόγος για το κοινωνικό κράτος, για την προστασία της εργασίας, της κατοικίας, της δημόσιας υγείας και παιδείας, για κοινωνικά δικαιώματα δηλαδή, που αποτελούν απαραίτητο περιεχόμενο μιας ουσιαστικής δημοκρατίας και που πλήττονται καθημερινά από την κυβερνητική πολιτική. Μιλάμε απλά και μόνο για την τυπική, αστική δημοκρατία, τόσο ελλιπή αλλά και τόσο πολύτιμη. Και εύθραυστη.
Αν, λοιπόν, έτσι έχουν τα πράγματα, -και δυστυχώς έτσι έχουν,- τότε δεν αρκεί η ανησυχία ούτε μόνο η οργή.
Χρειάζεται η αντίστασή μας σ’ αυτή τη ζοφερή πραγματικότητα. Αντίσταση ατομική και συλλογική. Θεσμική και κινηματική. Πνευματική και ενσώματη. Με λόγο και πράξη. Με παραδοσιακούς τρόπους και με νέες μορφές. Και όχι μόνο από την Αριστερά αλλά από κάθε δημοκρατικό πολίτη.
Για την υπεράσπιση της δημοκρατίας.
Για να μην εμπεδωθεί η δυστοπία ως κανονικότητα.
Θέμης Αχτσιόγλου