Συνεντεύξεις

Χριστόφορος Παπαδόπουλος: Η Ν.Δ. θα δυσκολευτεί να απορρίψει τη λύση στο «Μακεδονικό»

Συνέντευξη στον Κώστα Παπαγιάννη

 

* Πώς βλέπετε την πορεία των διαπραγματεύσεων για το “Μακεδονικό”; Αισθάνεστε ότι μπορεί να βρεθεί λύση σύντομα;

Η ελληνική κυβέρνηση έχει κάνει μια πολύ μεγάλη προσπάθεια για να τελειώσει αυτό το ζήτημα, που θα ωφελήσει αμοιβαία και τις δυο χώρες με όλους τους τρόπους. Πάγια θέση μας είναι πως προϋπόθεση για τη λύση είναι η συμφωνία για σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό ή χρονικό προσδιορισμό, με ισχύ έναντι όλων, που προϋποθέτει και τη συνταγματική αναθεώρηση.

Αν, λοιπόν, αυτό ισχύσει δεν βλέπω τον λόγο να μην προχωρήσουμε. Νομίζω πως είναι αρκετά πιθανό να τα καταφέρουμε. Ωστόσο χρειάζεται να βάλουμε στη συζήτηση και την άλλη πλευρά, η οποία επιδεικνύει διάθεση για λύση, όμως δεν είναι βέβαιο πως θα υπάρξει η απαραίτητη πολιτική συναίνεση για ένα τόσο κομβικό ζήτημα.

 

* Εκτιμάτε ότι το “Μακεδονικό” μπορεί να προκαλέσει πολιτικές εξελίξεις στη χώρα μας; Μπορεί να έχει επιπτώσεις στην επιρροή των πολιτικών δυνάμεων;

Η εκτίμησή μου είναι πως δεν υπάρχουν περιθώρια για πολιτικές εξελίξεις σε αυτό το ζήτημα. Το “Μακεδονικό” μπορεί να το εκμεταλλεύτηκε η Δεξιά με τα δυο συλλαλητήρια ώστε να εκδηλωθεί κάπως το εθνικιστικό αντικυβερνητικό συναίσθημα, όμως στην πραγματικότητα αυτό δύσκολα μπορεί να επηρεάσει τους ψηφοφόρους. Οι πολίτες στις εκλογές δεν επιλέγουν με έναν μόνο κριτήριο -και είναι πολύ λογικό.

Η Ν.Δ. θα ήθελε πάρα πολύ, με την ακροδεξιά στάση που επιδεικνύει μέχρι στιγμής, να συνεχίσει στον επικίνδυνο δρόμο τον οποίο έχει ξεκινήσει από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 στο “Μακεδονικό”. Στην πραγματικότητα, όμως, αν υπάρξει συμφωνία με τις προϋποθέσεις που είπαμε, θα δυσκολευτεί πολύ να στηρίξει βάσιμα μια απόρριψη της προτεινόμενης λύσης. Τελικά τι θα ωφελήσει τη χώρα; Η συνανάπτυξή μας με την ΠΓΔΜ ή η συνέχιση της κατάστασης που έχουμε σήμερα; Οι πολίτες θα κρίνουν υπέρ του πρώτου.

 

* Πώς είδατε τις εξελίξεις στην Ιταλία; Εκτιμάτε ότι θα πυροδοτήσουν νέα άνοδο του ευρωσκεπτικισμού;

Η Ιταλία είναι μια ειδική περίπτωση σε αυτό που ονομάζουμε ευρωπαϊκή οικονομική κρίση. Με ένα πολύ μεγάλο δημόσιο χρέος, την πολιτική κρίση που πιθανότατα θα οδηγήσει ξανά σε εκλογές σε λίγο καιρό και τον σημαντικό της ρόλο στην ευρωπαϊκή βιομηχανία φέρνει στην πραγματικότητα την Ε.Ε. στο κατώφλι της διαχείρισης της σοβούσας κρίσης της, πλέον όχι με τους όρους που συνέβη στην Ελλάδα.

Η Ιταλία είναι too big to fail από τη μια και την ίδια στιγμή το ευρωπαϊκό διευθυντήριο χρειάζεται να προσαρμοστεί σε αυτό χωρίς να δείχνει υποχωρητικότητα. Ο ευρωσκεπτικισμός, έτσι κι αλλιώς, καλπάζει μιας και ο τρόπος διαχείρισης της οικονομίας από τους θεσμούς της Ευρώπης, δεν δίνει προοπτική στις υποτελείς τάξεις. Εκείνο που είναι επίσης πολύ επικίνδυνο είναι πως οι ελίτ, όταν κινδυνεύει ο νεοφιλελευθερισμός, δεν διστάζουν να προχωρήσουν ακόμα και σε συνταγματική εκτροπή.

 

* Η γενικότερη διεθνής αστάθεια μπορεί να επηρεάσει την «καθαρή» έξοδο της χώρας από τα Μνημόνια;

Η ελληνική οικονομία έχει πάρει τον δικό της θετικό δρόμο ήδη από πέρυσι και δεν υπάρχει δείκτης που να αποδεικνύει το αντίθετο. Με αυτήν την έννοια, όχι, η καθαρή έξοδος δεν πρόκειται να επηρεαστεί, άλλωστε είναι χρονικά πολύ σύντομα, μόλις σε τρεις μήνες. Αν βγάλουμε όμως από το κάδρο την Ελλάδα, η γενικότερη γεωπολιτική αστάθεια στην περιοχή, η διαφαινόμενη συνέχιση της λιτότητας στην Ευρώπη και η έμφαση στην άμυνα και την ασφάλεια και όχι στην παραγωγή είναι σημεία που ανησυχούν όχι μόνο εμάς, αλλά και την ευρύτερη περιοχή μας.

 

* Μέχρι τώρα τη δυσαρέσκεια από τις πολιτικές της Ε.Ε. τις εισπράττουν ακροδεξιά και ευρωσκεπτικιστικά κόμματα. Μπορούν οι προοδευτικές δυνάμεις να δώσουν απάντηση στη δυσαρέσκεια αυτή;

Σε αυτό το ερώτημα πρέπει κάποια στιγμή να απαντήσει και η Σοσιαλδημοκρατία με έναν ενιαίο τρόπο, γιατί η Αριστερά έχει απαντήσει. Χρειάζεται να συγκροτηθεί ένα μπλοκ δυνάμεων (Σοσιαλδημοκρατία, Αριστερά, Πράσινοι κ.ο.κ.) που να μπορέσει όχι απλώς να αποκρούσει τις μονεταριστικές πολιτικές που βαθαίνουν, αλλά να αναλάβει το καθήκον να δημιουργήσει ένα «δόγμα του σοκ» από την αντίστροφη πλευρά. Τα σοσιαδημοκρατικά κόμματα απέτυχαν οικονομικά, κοινωνικά και πολιτικά από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 με τη μετάλλαξή τους σε νεοφιλελεύθερα.

Οι φυσικές κοινωνικές συμμαχίες της προοδευτικής πλευράς αναμένουν την εναλλακτική προοπτική. Όμως το μπλοκ πολιτικών δυνάμεων στις οποίες αναφέρομαι δεν μπορεί να αφορά εκλογικές συμμαχίες, αλλά έναν βαθύ εθνικό και ευρωπαϊκό σχεδιασμό και σίγουρα την έμπρακτη επιστροφή της Σοσιαλδημοκρατίας σε θέσεις που ευνοούν τις εργατικές τάξεις της ηπείρου.

Πηγή: Η Αυγή