Αν κάποιος προσπαθήσει να εξηγήσει, στη βάση όχι αρχών αλλά πολιτικής αποτελεσματικότητας, την υπερψήφιση από τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ της σύμβασης για το Ελληνικό θα σηκώσει τα χέρια ψηλά. Αυτό που κατάφερε η συγκεκριμένη επιλογή της ηγεσίας του κόμματος ήταν να παγώσει πολλά μέλη των οργανώσεών του, ειδικά στα νότια προάστια της Αθήνας, να βάλει σε αμηχανία τους συμμάχους του οικολόγους, και να προκαλέσει τη δυσφορία των κινημάτων, τη στιγμή που είχε αρχίσει να ξαναπιάνει το νήμα της σχέσης του μαζί τους, που είχε διακοπεί το καλοκαίρι του 2015. Ταυτόχρονα, υπονόμευσε εκ των πραγμάτων και την πασοκικού τύπου αντιδεξιά ρητορεία κάποιων στελεχών του τα οποία παρουσιάζουν ως αγεφύρωτες τις διαφορές που χωρίζουν τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ από τη ΝΔ, αυξάνοντας έτσι την πιθανότητα να στραφούν ακόμα περισσότεροι πρώην ψηφοφόροι του προς το ΜέΡΑ25 του Γιάνη Βαρουφάκη.
Ποιος ήταν, λοιπόν, αυτός ο σοβαρός λόγος που οδήγησε στην απόφαση υπερψήφισης ενός νομοσχεδίου που προκάλεσε όλες τις παραπάνω παράπλευρες απώλειες; Η κυρίαρχη άποψη που ευλογήθηκε, αν δεν προήλθε, από την Κουμουνδούρου ήταν ότι τη στάση του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ υπαγόρευσε ο φόβος της ηγεσίας του μήπως στην αντίθετη περίπτωση το κόμμα θα κατηγορούνταν ότι δεν θέλει τις επενδύσεις. Πόσο πειστική, όμως, μπορεί να είναι αυτή η εξήγηση όταν δέκα μέρες πριν οι βουλευτές του είχαν καταψηφίσει τη σύμβαση για την επένδυση στις Σκουριές; Θα εμπόδιζε περισσότερο τις αναμενόμενες ελληνικές και ξένες επενδύσεις η στάση απέναντι στη Lamda Development του Λάτση από την αντίστοιχη απέναντι στην πολυεθνική Eldorado;
Παραμένει, λοιπόν, μυστήριο γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ δεν καταψήφισε μια συμφωνία που καταργούσε την αντίστοιχη δική του που είχε ψηφιστεί τον Σεπτέμβριο του 2016 ως ένα από τα προαπαιτούμενα της δεύτερης αξιολόγησης. Όταν μάλιστα θα μπορούσε μέχρι και να είναι υπερήφανος γι’ αυτήν αφού, παρά το γεγονός ότι δεν είχε σχέση με την προμνημονιακή θέση του ΣΥΡΙΖΑ για μητροπολιτικό πάρκο στο Ελληνικό, προστάτευε σε κάποιο βαθμό τον δημόσιο χώρο.
Τι σηματοδοτεί η υπερψήφιση από τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ
Στο άρθρο που δημοσιεύτηκε στην «Εποχή» το προηγούμενο Σάββατο με τίτλο «Ποιον αφορά το Ελληνικό;», ο ανώνυμος ειδικός συνεργάτης της εφημερίδας που το συνέγραψε υποστηρίζει ότι η συγκεκριμένη απόφαση του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ είναι ενδεικτική της έντασης που υπάρχει στο εσωτερικό του κατά την εξελισσόμενη διαδικασία του μετασχηματισμού του, που είναι ανάλογος εκείνου που πριν αρκετά χρόνια οδήγησε στη μετατροπή των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων σε σοσιαλφιλελεύθερα. Λόγω αυτής της κατάστασης και μέχρι την ολοκλήρωση του μετασχηματισμού, οι αποφάσεις μπορεί να είναι αντιφατικές. Αυτό εξηγεί γιατί στις Σκουριές το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης «στάθηκε από τη σωστή μεριά της ιστορίας», ενώ στο Ελληνικό «από τη λάθος».
Από την πλευρά του, ο Δημήτρης Γιατζόγλου στο άρθρο του με τίτλο «Τίτλοι τέλους» που δημοσιεύτηκε στην «Εφημερίδα των Συντακτών» την προηγούμενη Δευτέρα, καταλήγει στο συμπέρασμα, με αφορμή το Ελληνικό, αλλά και άλλες θέσεις του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, π.χ. στις ελληνοτουρικές σχέσεις όπου ασκεί κριτική στην κυβέρνηση από τα δεξιά, ότι ο κύκλος του ΣΥΡΙΖΑ ως κόμματος της ριζοσπαστικής αριστεράς έχει κλείσει.
Ο μετασχηματισμός άρχισε νωρίτερα
Συμφωνώντας γενικώς και επί της ουσίας με τους δύο συγγραφείς θα ήθελα να σημειώσω ότι κατά τη γνώμη μου ο μετασχηματισμός του ΣΥΡΙΖΑ σε σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, αν και επιταχύνθηκε μετά τις εκλογές του 2019 όταν χωρίς συνέδριο έγινε και «Προοδευτική Συμμαχία», έχει τις ρίζες του στην πολιτική του από την επομένη των εκλογών του Σεπτεμβρίου 2015, όταν άρχισε να εφαρμόζει το τρίτο μνημόνιο. Τότε, κάποιοι στο κόμμα που είχαν πάρει τοις μετρητοίς τη θέση της ηγεσίας ότι η υπογραφή του μνημονίου είχε γίνει «με το πιστόλι στο κρόταφο», πίστευαν ότι αυτό θα μπορούσε να διατηρήσει τη ριζοσπαστική του ταυτότητα, παρά την εφαρμογή από την κυβέρνησή του ενός νεοφιλελεύθερου προγράμματος, που όμως «δεν ήταν δικό της». Ορισμένοι, μάλιστα, από αυτούς είχαν φτάσει στο σημείο να υποστηρίζουν ότι, προκειμένου να διατηρηθεί αυτή η ταυτότητα, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα έπρεπε να έχει στόχο την παραμονή στην κυβέρνηση «πάση θυσία».
Επρόκειτο για φαντασίωση. Όπως αποδείχτηκε, ο ΣΥΡΙΖΑ ουδέποτε αντιμετώπισε το ενδεχόμενο να εγκαταλείψει την κυβέρνηση. Aντίθετα, εφάρμοσε κατά γράμμα όσα πρόβλεπε το μνημόνιο μέχρι τη λήξη του τον Ιούνιο του 2018. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την πραγματοποίηση δύσκολα αναστρέψιμων δομικών αλλαγών στην ελληνική οικονομία και κοινωνία, ιδιαίτερα στο πεδίο των ιδιωτικοποιήσεων και της υφαρπαγής γης οι οποίες, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες ορισμένων υπουργών να σώσουν ό,τι μπορούσε να σωθεί, βρίσκονταν στον αντίποδα εκείνων που θα προωθούσε ποτέ ένα κόμμα της ριζοσπαστικής αριστεράς.
Το χειρότερο όμως ήταν ότι ένα μεγάλο μέρος του κόμματος, μεταξύ τους και πολλοί υπουργοί, υιοθέτησαν αμέσως μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015 τις νεοφιλελεύθερες επιταγές του μνημονίου, βάζοντας τις βάσεις για την αλλαγή της ιδεολογικής ταυτότητας του κόμματος. Όσοι δεν ήθελαν να κρύψουν το κεφάλι τους στην άμμο κατάλαβαν κάποια στιγμή ότι το περιβόητο «πιστόλι στον κρόταφο» ήταν ένα παρηγορητικό παραμύθι που διηγήθηκε για ένα μικρό διάστημα σε κάποια συντετριμμένα από την ήττα μέλη του κόμματος μια ηγεσία αποφασισμένη, ήδη από τον Ιούλιο του 2015, να μετατρέψει τον ΣΥΡΙΖΑ σε ένα «κανονικό» κόμμα. Το «Ελληνικό» δείχνει ότι το σχέδιο βαίνει καλώς.
Επί του πιεστηρίου: Μόλις μάθαμε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ δεν καταψήφισε την κυβερνητική τροπολογία για την -αντισυνταγματική- μετεγκατάσταση του καζίνο της Πάρνηθας στο Μαρούσι, που είχε βέβαια νομοθετήσει πρώτη η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ το 2017. Φαίνεται ότι κάποιοι ξέχασαν να απομακρύνουν το πιστόλι από τον κρόταφο του κόμματος.
Χάρης Γολέμης
Πηγή: Η Εποχή